Το Μοντέλο του Βερολίνου: Για μια ομαλή ένταξη του μικρού παιδιού στον παιδικό σταθμό με την παρουσία του γονέα!

μοντέλο του βερολίνου“Θα μας αφήσετε το παιδί και θα φύγετε, μην είστε υπερπροστατευτική”. Μια φράση από τα βάθη των δεκαετιών που δεν δικαιώθηκε ποτέ επιστημονικά. Αντίθετα, αυτό που επιβεβαιώνεται επιστημονικά εδώ και πολλές δεκαετίες, είναι η ομαλή, σταδιακή, βήμα προς βήμα, ένταξη του μικρού παιδιού με την παρουσία του γονέα ή του βασικού φροντιστή στον χώρο του παιδικού σταθμού. Η μέθοδος καλείται το Μοντέλο του Βερολίνου και υποστηρίζεται από σημαντικό αριθμό επιστημονικών ερευνών που επιβεβαιώνουν ως ιδιαίτερα σημαντική την παρουσία του γονέα σε στρεσογόνες καταστάσεις και μεταβάσεις ενός παιδιού.

Η θεωρία πίσω από το μοντέλο είναι η Θεωρία του Δεσμού (Attachment Theory) την οποία εισήγαγε ο Βρετανός ψυχίατρος και ψυχολόγος John Bowlby (1969), καθώς μίλησε για πρώτη φορά για τη σημαντικότητα του δεσμού μεταξύ γονεά και παιδιού. Αν γονέας και παιδί διατηρούν έναν αρκετά καλό και σταθερό δεσμό τότε αυτός ο δεσμός και η παρουσία του γονιού είναι παρηγορητική στις δυσκολίες της ζωής του. Ο γονέας, λοιπόν, είναι το ασφαλές λιμάνι όπου το παιδί θα καταφύγει όταν βρεθεί σε ένα νέο περιβάλλον, άγνωστο και διαφορετικό, για να μπορέσει να πάρει θάρρος σιγά σιγά, να το εξερευνήσει και να συνδεθεί με τα νέα πρόσωπα που θα συναντήσει.

Μελέτες (Ahnert et,al., 2004) έχουν αποδείξει πως τις 2 πρώτες εβδομάδες που τα μικρά παιδιά μεταβαίνουν στον παιδικό σταθμό χωρίς την παρουσία του γονέα, παρουσιάζουν αύξηση της κορτιζόλης, δηλαδή της ορμόνης του στρες, κατά 75% έως 100% από τα ποσοστά που είχαν στο σπίτι. Ακόμα και 5 μήνες μετά, η κορτιζόλη παρουσιάζεται αυξημένη. Η συμπεριφορά τους παρουσιάζεται περιορισμένη και εμφανίζουν άγχος και αγωνία.

Ο τρόπος που τα παιδιά κάνουν τη μετάβαση τους στον παιδικό σταθμό έχει να κάνει και με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε παιδιού. Για παράδειγμα, αγόρια και γενικά παιδιά που εμφανίζουν πιο έντονα αρνητικά συναισθήματα και ειδικά φοβικότητα που σχετίζεται με τη γενικότερη ιδιοσυγκρασία τους, θα δυσκολευτούν περισσότερο στην προσαρμογή στον παιδικό σταθμό. Πώς μπορούμε λοιπόν να βοηθούμε τα παιδιά μας να έχουν μια ομαλή προσαρμογή στον παιδικό σταθμό;

Το μοντέλο του Βερολίνου αποτελείται από 4 φάσεις και εκτελείται από ένα γονέα ή φροντιστή (σταθερό πρόσωπο, δηλαδή, σε όλη τη διάρκεια της προσαρμογής) και από μια βασική παιδαγωγό από την πλευρά του σταθμού.

1η έως 3η μέρα

Άφιξη στον σταθμό την ίδια ώρα και παραμονή για 60’ μαζί με το παιδί στον χώρο. Κατόπιν, αναχώρηση για το σπίτι. Κατά τη διάρκεια αυτής της ώρα ο/η παιδαγωγός προσεγγίζει χωρίς πίεση το παιδί, του προσφέρει παιχνίδι ή εμπλέκεται στο παιχνίδι του παιδιού, παρατηρώντας την αλληλεπίδραση του παιδιού με τον γονέα.

Ως γονέας τι κάνω από τη δική μου πλευρά:

  • Κρατώ χαμηλούς τόνους, παραμένω σιωπηλός σχετικά και ήρεμος
  • ΔΕΝ παροτρύνω το παιδί να παίξει ή να “ακούσει” τι του λέει η παιδαγωγός
  • Αποδέχομαι ότι το παιδί μπορεί να έχει ανάγκη να παραμείνει κοντά μου. Δεν προσπαθώ να το “ξεκολλήσω”.
  • Παρατηρώ και έχω την πλήρη προσοχή μου στο παιδί (δηλαδή δεν έχω την προσοχή μου αλλού πχ.στον χώρο ή σε κινητό)
  • Με την επιστροφή στο σπίτι δεν περιγράφω το τι συνέβη στον άλλο γονέα μπροστά στο παιδί.

Σε αυτές τις 3 μέρες δεν γίνεται καμία απόπειρα αποχωρισμού.

4η μέρα (Αν η 4η μέρα είναι Δευτέρα, τότε την επόμενη μέρα)

Ο γονέας επισκέπτεται με το παιδί τον παιδικό σταθμό και μετά από λίγα λεπτά το αποχαιρετά με ζεστασιά. Αποχωρεί και παραμένει κοντά στο σχολείο για να επιστρέψει σε 30’. Σε περίπτωση που το παιδί είναι απορροφημένο σε κάτι και έχει έρθει η στιγμή της αποχώρησης του γονέα, ο παιδαγωγός πρέπει:

  • να ειδοποιήσει το παιδί να χαιρετίσουν μαζί τον γονέα
  • να ενημερώσει το παιδί ότι ο γονέας θα επιστρέψει
  • να αποδεχτεί τον πόνο του παιδιού
  • να το παρηγορήσει, και να
  • το οδηγήσει πίσω στο παιχνίδι

Προσοχή, ποτέ ο γονέας δεν φεύγει σαν τον κλέφτη, απροειδοποίητα.

Αν το παιδί παίζει καλά και σε περίπτωση που κλάψει ο παιδαγωγός το παρηγορήσει σχετικά γρήγορα, τότε ο γονέας πρέπει να ειδοποιηθεί για να καθυστερήσει την επιστροφή του για άλλα 30’. Εάν, ωστόσο, το παιδί στα πρώτα 30 λεπτά παρουσιάσει απαρηγόρητο κλάμα, άγχος και αναζητά έντονα τον γονιό, τότε ο γονιός χρειάζεται να επιτρέψει άμεσα. Σε αυτή την περίπτωση, επαναλαμβάνουμε τις μέρες 1 έως 3 και επιχειρούμε τη 2η προσπάθεια αποχωρισμού.

Φάση Σταθεροποίησης

Ιδανικά την 5η ή την 8η μέρα, το παιδί καλό είναι να παραμένει τις μισές ώρες του σταθμού χωρίς την παρουσία του γονιού. Αυτή η φάση συνήθως διαρκεί έως τη 10η ή την 20η ημέρα.

Τελική Φάση

Το παιδί έχει δημιουργήσει πλέον έναν  σχετικά “ασφαλή” δεσμό με την/τον  παιδαγωγό, που είναι τώρα το “ασφαλές λιμάνι” στον παιδικό σταθμό. Αναμένουμε ότι για κάποιο καιρό το παιδί είναι φυσιολογικό να δυσφορεί κατά τον αποχωρισμό από τον γονέα, αλλά ο/η παιδαγωγός θα μπορεί να το παρηγορεί.

Το Μοντέλο Προσαρμογής του Βερολίνου αποτελεί μια μέθοδο που στηρίζεται σε επιστημονικά τεκμηριωμένες μελέτες και βάζει στο επίκεντρο την ψυχική υγεία του παιδιού και τη σύνδεση του με τον γονέα και κατόπιν με τον παιδαγωγό. Με αυτό τον τρόπο, το παιδί θα κερδίσει και όλα τα πλεονεκτήματα του παιδικού σταθμού, δηλαδή την καλή επαφή με αντικείμενα και παιχνίδια, την κοινωνικοποίηση με παιδιά της ίδιας ηλικίας, χαμόγελο και λιγότερο κλάμα (ακόμα και 4 μήνες μετά την προσαρμογή). Αξίζει να δώσουμε αυτό τον αγώνα και να ζητήσουμε μια τέτοια προσέγγιση για την προσαρμογή των μικρών παιδιών μας στον παιδικό σταθμό!

Η Σοφιάνα Μηλιωρίτσα, MA. MSc, Clinical Counselling Psychology, είναι Προσωποκεντρική Σύμβουλος και Καθηγήτρια Ψυχολογίας

Βιβλιογραφία

Αhnert L., Gunnar M.R., Lamb M.E., Barthel M. Transition to childcare: Associations with infant–mother attachment, infant negative emotion, and cortisol elevations. Child Development. 2004;75:639–650.

Bowlby J. Vol. 1. Basic Books; New York: 1969. (Attachment and loss)

Leave a Reply