Ο ΣΥΛΛΕΚΤΗΣ: ΠΕΝΤΕ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΚΑΙ ΕΝΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΓΙΑ ΕΝΑΝ (ΙΣΩΣ ΟΧΙ ΚΑΙ ΤΟΣΟ) ΚΑΚΟ ΛΥΚΟ

0YpH6d1YΠαιδιά και γονείς. Παιδιά και χωρισμένοι γονείς. Έρωτες που κατέρρευσαν. Σιωπές και φωνές. Δικαιολογίες κι αφορμές όταν, κάποια στιγμή, τον έναν σύντροφο έπαψε να τον αφορά ό, τι απασχολεί τον άλλον. Έπειτα διαζύγια, εντάσεις, αίθουσες δικαστηρίων, απαρχαιωμένοι νόμοι, χρονοβόρες δίκες, προκάτ αποφάσεις. Παράλογος πόλεμος χαρακωμάτων εκεί που κάποτε υπήρχε αγάπη. Κάπου ανάμεσα, στα ερείπια των ερώτων, παιδιά μπερδεμένα καλούνται να διαλέξουν στρατόπεδο. Άραγε, οι γονείς παίρνουν διαζύγιο και από τα παιδιά τους; Ποιος κερδίζει όταν το παιδί αποξενώνεται από τον έναν γονιό; Πόσο συνυπεύθυνη σε αυτή την αδικία είναι η Δικαιοσύνη; Πεταλούδες, γραμματόσημα, δαχτυλήθρες, δόντια, ταξί. Σκιές και μαύρες τρύπες. Μια παρέα στο καφενείο, ένα καναρίνι και μια διάρρηξη, δυο φίλοι, η πόρτα μιας πολυκατοικίας, η Κοκκινοσκουφίτσα. Πέντε διηγήματα κι ένα παραμύθι για τον “κακό” λύκο. Ένα graphic novel για την οδυνηρή απόσταση που χωρίζει τον Διονύση από τη μικρή Φωτεινή. Ο Soloúp, δημιουργός του αφηγηματικού κόμικ «Ο Συλλέκτης» (εκδόσεις Ίκαρος) μιλάει στο Τaλκ. 

Πώς συλλάβατε την ιδέα για ένα κόμικ που αφορά το διαζύγιο; Πόσα αυτοβιογραφικά στοιχεία εμπεριέχει η ιστορία σας; 

Ο Διονύσης, ο ήρωας του βιβλίου, όταν ένας γείτονας τον ρωτάει επίμονα γι’ αυτό που του συμβαίνει, του απαντάει: «Γιατί ρωτάς, Αργύρη; Από περιέργεια ή από ενδιαφέρον;» Δεν νομίζω πως έχει να κερδίσει κάτι ο αναγνώστης με το να μάθει, για παράδειγμα, ότι ο συγγραφέας ενός τέτοιου βιβλίου έχει να δει το παιδί του τρία χρόνια ή ό,τι έφτασε στα όρια της ψυχικής του αντοχής ή ότι ο Διονύσης είναι υπαρκτό πρόσωπο. Δεν κάνει το βιβλίο καλύτερο ή χειρότερο μια τέτοια πληροφορία. Το σημαντικό είναι πως πρόκειται πρώτα απ’ όλα για μια έντεχνη αφήγηση η οποία καταπιάνεται με ένα σύγχρονο πρόβλημα, την γονική αποξένωση. Δυστυχώς, αυτό το ζήτημα προκύπτει ολοένα και πιο συχνά γύρω μας, με περιπτώσεις πολύ πιο ακραίες από αυτές που βιώνει ο Διονύσης. Και σαν να μην έφτανε αυτό, έχει ως πολλαπλασιαστή έντασης το τεράστιο έλλειμμα στην απονομή της δικαιοσύνης η οποία σε τέτοιες περιπτώσεις όχι μόνο αδυνατεί να δώσει λύσεις, αλλά αντίθετα μετατρέπεται σε μέρος του προβλήματος.

Ποιες ήταν οι μεγαλύτερες προκλήσεις που συναντήσατε κατά τη διάρκεια της συγγραφής του βιβλίου; 

Η αποστασιοποίηση. Γι’ αυτό επιλέχτηκε και ένας τρόπος σπονδυλωτής αφήγησης όπου ο κεντρικός χαρακτήρας και το πρόβλημά του προσεγγίζονται από διαφορετικές οπτικές γωνίες. Ο Διονύσης και οι υπόλοιποι χαρακτήρες του βιβλίου δεν είναι μόνο καλοί ή μόνο κακοί. Όπως όλοι μας έχουν λαμπερές και σκοτεινές πλευρές. Εξαρτάται, λοιπόν, από το πώς θα τους πλησιάσεις, πώς θα τους φωτίσεις για να τους καταλάβεις. Κατ’ αυτόν τον τρόπο ο Διονύσης, το παιδί του η Φωτεινούλα, η πρώην σύντροφος και γυναίκα του, οι συγγενείς, οι γνωστοί κ.λ.π. δεν προβάλλονται ως ξεκάθαροι, μονόπλευροι χαρακτήρες, αλλά με ερωτηματικά για τις συμπεριφορές τους που καλείται ο αναγνώστης ν’ απαντήσει. 

Μιλήστε μας λίγο για τη δομή του “Συλλέκτη” και για το πώς επιλέξατε τα έργα με τα οποία συνδιαλέγεται, όπως για παράδειγμα την Κοκκινοσκουφίτσα ή τον πλατωνικό μύθο του Σπηλαίου. 

Συχνά είναι πιο εύκολο να μιλήσουμε μέσα από άλλες αναφορές και σχήματα ή μέσω της αλληγορίας. Έτσι, λοιπόν, χρησιμοποιώντας το γνωστό παραμύθι της Κοκκινοσκουφίτσας, όπως μας το παραθέτουν οι αδελφοί Γκριμ στην δεύτερη εκδοχή της συλλογής τους, μαθαίνουμε δια της αλληγορίας τι ακριβώς έχει συμβεί και έχει λειτουργήσει συναισθηματικά ανάμεσα στα μέλη της, χωρισμένης πλέον, οικογένειας. Το ίδιο συμβαίνει και με την αλληγορία της σπηλιάς στον πλατωνικό μύθο. Οι σκιές και τα είδωλα περιγράφουν, νομίζω, καλύτερα τι διαδραματίζεται στο ανθρώπινο μυαλό σε παρόμοια βιώματα. Η αποστασιοποίηση και η ανακάλυψη του «φωτός», της «αλήθειας», δεν είναι μια εύκολη υπόθεση, ούτε χωρίς προβλήματα από μόνη της.

Γιατί επιλέξατε την ασπρόμαυρη αφήγηση, την οποία σπάτε μόνο στη νέα εκδοχή της Κοκκινοσκουφίτσας, στο πέμπτο, δηλαδή, κεφάλαιο του βιβλίου; 

«Ο Συλλέκτης» έτσι κι αλλιώς είναι μια γκρίζα ιστορία. Μια «χειμωνιάτικη» ιστορία μέσα κι έξω απ’ τον Διονύση, καθώς στέκεται και περιμένει κάθε μέρα το παιδί του κάτω από μια ομπρέλα. Αντίθετα στην ιστορία κλειδί της Κοκκινοσκουφίτσας υπάρχει χρώμα ή καλύτερα η ψευδαίσθηση χρωμάτων. Αν προσέξετε δεν πρόκειται για τετραχρωμία – όπως λένε στην τυπογραφία τους βασικούς τόνους που βλέπουμε μέσω της σύνθεσής τους τα χρώματα  – αλλά για τη διαμάχη μόνο δύο χρωμάτων: του πράσινου και του κόκκινου. Είναι μια σημειολογική μάχη που προσπαθεί να προσδώσει στην ανάγνωση νέα νοήματα, καθώς τα χρωματιστά αυτά σκίτσα συνοδεύουν την ένταση της αφήγησης όπως εξελίσσεται από την παραλλαγή των αδελφών Γκριμ σε μια νέα εκδοχή της Κοκκινοσκουφίτσας και στην τελική επικράτηση του κόκκινου. 

Πόσο έφταιξε, άραγε, ο Διονύσης και τα πράγματα πήραν αυτή την τροπή; Πόσο κακός είναι τελικά ο κακός λύκος; 

Το καλό και το κακό είναι σχετικά. Εξαρτάται, όπως σας είπα και πιο πριν, από την οπτική γωνία που κοιτάς κάποιον ή κάτι. Αν μπούμε στα ματιά της Φωτεινούλας, της κόρης του Διονύση, ο πατέρας της είναι πράγματι ένας πολύ κακός κι επικίνδυνος λύκος. Αν τον δούμε μέσα από τα μάτια τρίτων, αυτή η «κακία» μετριάζεται, αν μπούμε τέλος στο μυαλό του ίδιου του χαρακτήρα και κατανοήσουμε τις καταστάσεις με τις οποίες καλείται να αναμετρηθεί, η εικόνα του καλού και του κακού μεταβάλλεται εκ νέου. Η απάντηση ανήκει μάλλον στις σκέψεις και τα συναισθήματα που γεννιούνται στον κάθε αναγνώστη ξεχωριστά.

Κεντρικό θέμα σας η γονική αποξένωση. Γιατί πιστεύετε πως ο ένας εκ των δυο χωρισμένων γονέων (συνήθως οι μητέρες, ας μην κοροϊδευόμαστε) οδηγείται συχνά στο “έγκλημα” τού να απομακρύνει το παιδί από τον πρώην σύντροφό του; 

Οι μητέρες είναι αυτές που, συχνότατα στην Ελλάδα, οδηγούνται στο «έγκλημα», γιατί το νομικό και ηθικό πλαίσιο τους το επιτρέπει. Οι γυναίκες και οι μητέρες δεν διαφέρουν σε αδυναμίες από τους άντρες και τους πατεράδες. Δεν τίθεται τέτοιο ζήτημα. Όλοι, γυναίκες και άνδρες, είμαστε άνθρωποι με προτερήματα και αδυναμίες. Δεν είναι κάποιοι πιο αθώοι και κάποιοι πιο ένοχοι από θέση. Είναι όμως τέτοιο το νομικό πλαίσιο, ειδικά στη χώρα μας, που δίνει χωρίς ιδιαίτερη βάσανο την επιμέλεια- και την εξουσία της επιμέλειας- κατά 99% στις μητέρες. Πρακτικά έτσι, παραμερίζονται οι (πιθανόν) καλές προθέσεις πολλών πατεράδων να έχουν μια ουσιαστική σχέση με τα παιδιά τους. Με αυτόν τον τρόπο, οι μητέρες, που βρίσκονται σε πλεονεκτικότερη θέση, επιβάλλουν την δική τους οπτική χρησιμοποιώντας την ανισορροπία της επικοινωνίας, «βάζοντας λόγια» και αλλοιώνοντας την εικόνα του άλλου γονέα, του πατέρα, στα παιδιά. Η λειτουργία αυτή, συνειδητή ή ασυνείδητη, μετατρέπεται σταδιακά σε έναν παράλογο μηχανισμό εγωιστικής εκδίκησης που καταλήγει να έχει για θύμα όχι μόνο τον άλλο γονέα, αλλά και τον ίδιο τον επιτιθέμενο γονέα που κατέχει την επιμέλεια και πάνω απ’ όλα τα παιδιά. 

Και γιατί η ελληνική δικαιοσύνη αδικεί κατάφορα τους πατεράδες; 

Η δικαιοσύνη στην Ελλάδα έχει μάθει την ευκολία τού να κρύβει εδώ και δεκαετίες το πρόβλημα κάτω απ’ το χαλί. Και να εμμένει, αν θέλετε, εντελώς παράλογα, απάνθρωπα και άδικα, σε προκάτ αποφάσεις απαρχαιωμένων νόμων φτιαγμένων για τις κοινωνικές συνθήκες της δεκαετίας του ‘50. Τότε που οι μητέρες -με κύρια ενασχόληση τα… οικοκυρικά- εθεωρούντο «αδύναμες» και οι πατεράδες «αδιάφοροι». Μια δικαιοσύνη που επιμένει μέσω αυτής της αδράνειας να νομιμοποιεί μια κατάφορη αδικία. Η ελληνική δικαιοσύνη οφείλει κάποτε να παρακολουθήσει τις εξελίξεις που συμβαίνουν σε όλον τον κόσμο και να εκσυγχρονίσει το νομικό της οπλοστάσιο. Στο πλαίσιο της έκθεσης του «Συλλέκτη» που κάναμε με τις εκδόσεις Ίκαρος στο μουσείο Μπενάκη της Πειραιώς, μια από τις πολλές παράλληλες δράσεις ήταν και η διοργάνωση της διεθνούς ημερίδας για τη γονική αποξένωση με τίτλο «Η προοπτική της κοινής ανατροφής παιδιών. Καταπολέμηση της γονικής αποξένωσης χάριν του βέλτιστου συμφέροντος του παιδιού». Όποιος θέλει να παρακολουθήσει τις ομιλίες των ειδικών επιστημόνων που συμμετείχαν (νομικοί, ψυχολόγοι, κοινωνικοί λειτουργοί, παιδοψυχίατροι και άλλοι) μπορεί να τις δει σε βίντεο από το ίδρυμα Μποδοσάκη στο site blod.gr που κατέγραψε τις ομιλίες. Συστήνεται ανεπιφύλακτα τόσο σε δικαστές, νομικούς και νομοθέτες του υπουργείου, όπως φυσικά και σε πατεράδες, μανάδες και παιδιά τέτοιων βουβών ενδοοικογενειακών πολέμων. 

Πώς φαντάζεστε τον ιδανικό αναγνώστη του βιβλίου σας; 

Δεν νομίζω πως υπάρχουν ιδανικοί αναγνώστες όσο αναγνώστες που με κάποιον τρόπο βρίσκουν στις σελίδες ενός βιβλίου, πολλές φορές τυχαία και απρόσμενα, κάτι που τους αφορά. Κάτι που τους συγκινεί και ίσως τους βάζει να σκεφτούν. Φυσιολογικά το συγκεκριμένο graphic novel θα έπρεπε να αφορά περισσότερο ανθρώπους ή συγγενείς ανθρώπων που έχουν στον στενό πυρήνα της ζωής τους ένα πρόβλημα χωρισμού ή γονικής αποξένωσης. Είναι όμως πάρα πολλοί αναγνώστες χωρίς τέτοια άμεσα προβλήματα που συντονίζονται έντονα με το τρίτο και το τέταρτο διήγημα, τα οποία αναφέρονται στις απώλειες σημαντικών προσώπων από τη ζωή μας, την ανεπίστρεπτη απώλεια φίλων από παρεξήγηση κ.λ.π. 

Δημιουργήσατε το βιβλίο αυτό με κάποιον σκοπό; 

Ένα βιβλίο για να είναι ουσιαστικό μάλλον πρέπει να καταγράφει κάτι που απασχολεί έντονα την σκέψη του συγγραφέα του. Δεν θα περιέγραφα, λοιπόν, ως «σκοπό» τη δημιουργία του βιβλίου, αλλά περισσότερο ως «ανάγκη». Ανάγκη να κατανοήσεις τη συνθήκη ενός προβλήματος. Το ίδιο μου είχε συμβεί και με το προηγούμενο graphic novel μου, το «Αϊβαλί».

Ποιες είναι οι πιο έντονες αντιδράσεις που έχετε εισπράξει από τους αναγνώστες; 

Βαθύτατη συγκίνηση. Συγκίνηση και δάκρυα σε κάποια σημεία της ανάγνωσης, όπως μου το περιγράφουν. Έρχονται άνθρωποι στις παρουσιάσεις και με κοιτούν στα μάτια. Μιλούν για τις δικές τους απώλειες για το δικό τους προσωπικό πρόβλημα. Στα εγκαίνια της έκθεσης στο Μπενάκη ήρθαν για παράδειγμα τουλάχιστον τέσσερις πατεράδες και μου είπαν: «εγώ είμαι ο Διονύσης!» Στην ημερίδα, ένα ενήλικο πλέον κορίτσι μίλησε με ένταση ως παιδί χωρισμένων γονιών και διατύπωσε το ερώτημα προς τους νομικούς και τους επιστήμονες από πού να ζητήσει την ευθύνη γι’ αυτό που συνέβη στη ζωή της, γι’ αυτό που την πλήγωσε και την πληγώνει. Το ίδιο, δηλαδή, απεγνωσμένο ερώτημα που βασανίζει και τον Διονύση στο graphic novel όταν κάποια στιγμή μονολογεί κάτω από τη βροχή καθώς σκέφτεται το παιδί του: «από πού να ζητήσουμε πίσω τα χρόνια που μας κλέβουνε;»

Ο Συλλέκτης

Το βιβλίο του Soloúp “Ο Συλλέκτης. Έξι διηγήματα για έναν κακό λύκο” κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ίκαρος. 

Leave a Reply