Και ο μπαμπάς στον καναπέ…

μπαμπάςΥπάρχουν συνήθειες στη ζωή που μας φθείρουν, μας γερνούν ή δεν μας βοηθούν να περάσουμε σε ένα επόμενο στάδιο εξέλιξης ή ωρίμασης. Το πρόβλημα με τη συνήθεια γενικώς είναι ότι επειδή είναι συνήθεια δεν μπορούμε να αντιληφθούμε την επίδρασή της επάνω μας. Έχουμε συνηθίσει να δρούμε με έναν στερεοτυπικό τρόπο και δεν σκεφτόμαστε. Σε κάποια τέτοια συνήθεια του σπιτιού αποδίδω πλέον και πολλές από τις συμπεριφορές των παιδιών που εξετάζω στο ιατρείο. Προσπαθώ να ψάξω ποια καθημερινή διαδοχή ασυνείδητων πράξεων της μητέρας ή του πατέρα οδηγούν σε ένα παιδί ανασφαλές, σε ένα παιδί που κλαίει εύκολα, που δυσκολεύεται να παίξει, που φοβάται να ανέβει στην τσουλήθρα ή αντιθέτως που δεν φοβάται καθόλου να βάλει τις φωνές ή ακόμα και να ξεστομίσει κακόβουλα σχόλια ή να πράξει βίαια εναντίον των συνομηλίκων του.

Πολλοί μπορεί να είναι οι λόγοι που ένα παιδί βιώνει αίσθημα ανασφάλειας. Από κάτι αρκετά τραυματικό (απώλεια προσώπου, συχνές μετακομίσεις, διαζύγιο) μέχρι την έλλειψη ενός ισχυρού προτύπου, είτε γυναικείου είτε αντρικού, χωρίς απαραίτητα κάποια φυσική απουσία. Σε μια οικογένεια, δηλαδή, όπου τα μέλη της δεν είναι ισότιμα, όπου ο ένας γονέας επισκιάζει με τον τρόπο του τον άλλον ή που ο ένας επιθυμεί να επισκιάζεται από τον άλλον. Και όταν λέω ισότιμα εννοώ να περνάνε περίπου ίσο χρόνο με τα παιδιά ο κάθε γονιός, αν όχι ποσοτικά, έστω ποιοτικά, να υπάρχει δηλαδή το ίδιο ενδιαφέρον και από τους δύο, να υπάρχει η οικογενειακή αντίληψη ότι τώρα είσαι μητέρα, τώρα είσαι πατέρας και συνεπώς, ναι, θα αλλάξουν οι προτεραιότητες. Ισότιμα, επίσης, με την έννοια του αλληλοσεβασμού και της αναγνώρισης της σημαντικότητας του γονέα από τον έναν στον άλλον, σαν το ισοσκελές τρίγωνο, αν μιλάμε για οικογένεια με ένα παιδί, όπου οι δυο πλευρές, δηλαδή οι γονείς, καταλαμβάνουν την ίδια έκταση στο χαρτί.

Στον γιατρό με τη μαμά               

Είναι σύνηθες στο ιατρείο να έρχονται τα μικρά με τις μαμάδες τους μόνο. Ο αντίλογος υποστηρίζει προφανώς ότι ο πατέρας εργάζεται. Κι όμως, τι τον εμποδίζει να έρθει και εκείνος στο ραντεβού, το οποίο είναι περίπου μισή ώρα υπόθεση; Ειδικά σε ένα μικρό επαρχιακό μέρος, όπου οι αποστάσεις είναι μικρές, θα μπορούσε να κανονίσει να είναι παρών στην εξέταση, απουσιάζοντας για λίγο από τη δουλειά του. Κι όμως, έχω «μεγαλώσει» παιδιά των οποίων τους μπαμπάδες δεν έχω συναντήσει ποτέ, παρά μόνο έπειτα από δική μου παράκληση να φροντίσουν να έλθουν σε κάποιο από τα επόμενα ραντεβού. Και γιατί τόση φασαρία; Γιατί πιστεύω ότι το παιδί πρέπει να δέχεται τη φροντίδα και των δύο γονέων. Γιατί το συναίσθημα και η ωρίμασή του αναπτύσσονται πρωτίστως μέσα από τη φροντίδα και κατόπιν μέσα από το παιχνίδι ή τα εκπληρωμένα χατίρια.

Το παιδί, συνήθως νήπιο, μπαίνει τελικά με τη μητέρα στο ιατρείο. Είναι κρεμασμένο από το παντελόνι της, κοιτά με ανασφάλεια, βαδίζει με χωλότητα, τραβά το χέρι της να φύγουν. Είναι κάπου τριών τεσσάρων ή και παραπάνω κι όμως ακόμη έχει κρίσεις θυμού. Κάθε φορά το ίδιο, καμία προσαρμογή. Αυτό το παιδί, λοιπόν, είναι συνήθως όλη μέρα με τη μαμά, η οποία διστάζει να το αποχωριστεί και πιθανώς καθυστερεί να το εντάξει στον παιδικό σταθμό. Πιθανώς και εκείνη διστάζει να κάνει μια νέα αρχή στη ζωή της, επιστρέφοντας στην εργασία της, και μένει εγκλωβισμένη στο… project «μεγάλωμα παιδιού». Πιθανώς αυτό το παιδί θηλάζει ακόμη, έχει πιπίλα και βασικά κοιμάται με τη μαμά, στο «δικό τους» κρεβάτι.

Στο κρεβάτι με τη μαμά, παντού με τη μαμά                                                                                     

Είχα ρωτήσει μια μητέρα ενός κοριτσιού 3 ετών.
«Πού κοιμάται η μικρή;»
« Μαζί μου, στο κρεβάτι μας».
«Εννοείτε… με εσάς και τον σύζυγο;»
«Όχι! Εκείνος στο δικό του! Δηλαδή στον καναπέ…»
«Μάλιστα. Εκείνος στον καναπέ και εσείς οι δύο, μαμά και κόρη, στο “δικό σας” κρεβάτι».

Αυτό είναι ένα συχνό σκηνικό. Κατά κόρον το παιδί είναι το πρώτο στην οικογένεια. Ο μπαμπάς έχει δυσκολευτεί να μπει στον νέο ρόλο. Όσο εκείνου του παίρνει καιρό, η μητέρα βουτά στην άβυσσο της γονεϊκότητας. Έχει βρει το νέο νόημα στη ζωή της, το άλλο μισό της, ίσως. Το παιδί είναι ο άξονας της καθημερινότητάς της και γύρω από αυτόν δεν έχει κανείς άλλος λόγο να περιστρέφεται, πέραν της ίδιας, εκείνης που τα καταφέρνει πιο καλά απ’ όλους. Ο πατέρας είναι παραγκωνισμένος στον βιολογικό του ρόλο, εκείνον που έπαιξε πριν από 9 μήνες. Η μαμά συγκεντρωτική, ο μπαμπάς αποκεντρωμένος.

Το παιδί στο μέρος της μάνας, εκείνης που το ταΐζει, το πλένει, το παίζει, του δείχνει, του μιλά, το κοιμίζει, κοιμούνται μαζί. Και κάπου στο βάθος του διαδρόμου, σε κάποιον καναπέ, εκείνος, να του έχει μείνει το παιχνίδι ως μόνη κοινή στιγμή και άντε να ζεστάνει κάνα μπρίκι νερό να φτιάξει γάλα, στις διαταγές πάντα της συζύγου. Και όσο παιδί και μάνα γίνονται ένα, τόσο ο πατέρας γίνεται κανένας. Λίγος για να μπει ανάμεσα τους, πολύς για την αγάπη τους, περίσσιος. Και ο δρόμος που έχει χαραχτεί καθόλου ίσιος. Το παιδί μεγαλώνει και πάει στον γιατρό πάντα με τη μαμά, θέατρο με τη μαμά, μουσικοκινητική με τη μαμά. Όλα με εκείνη, που εντωμεταξύ έχει ξεχάσει ποια είναι. Μέχρι που κλοτσάει μέσα της ο παλιός της εαυτός, ο προ-γονεϊκός εγκέφαλός της, τότε που έβγαινε με φίλες και έπινε και έτρωγε απενοχοποιημένα βρόμικα (πλέον πια εμμονικά βιολογικά) και γελούσε ανέμελα ή τότε που χαιρόταν τα πρωινά στη δουλειά, ακόμη κι εάν έπρεπε να μείνει να τελειώσει κάποιο project ως αργά. Τώρα το project είναι ατελείωτο, διαρκεί 24 ώρες και είναι τραγικά επαναλαμβανόμενο.

Μα πώς να επιστρέψει στις παλιές εποχές; Το μικράκι τη θέλει, δεν έχει μάθει αλλιώς. Ενώ εκείνη νιώθει ως η μόνη σωτηρία στον πλανήτη γι’ αυτόν τον μικρό άνθρωπο και αγχώνεται και μόνο στην ιδέα ότι θα το αφήσει κάπου για να πάει στην εργασία της, ακόμα και για ένα καφέ. Ποιος μπορεί να το απασχολήσει, να το ταΐσει, να το κοιμίσει καλύτερα από εκείνη; Σε αυτό έχει δίκιο, αφού τόσον καιρό δεν έχει αφήσει άλλον να μάθει το manual του παιδιού κι έτσι μονάχα εκείνη γνωρίζει σε ποιο συρτάρι βρίσκονται τα βρακιά του ή ποιο παραθυρόφυλλο του εγωισμού του πρέπει να κλείσει για να του περάσει κάποια έκρηξη θυμού. Εκείνη, λοιπόν, πάντα κουρασμένη, μα η μόνη σημαντική. Αποκλειστικότητα στην κόπωση, αποκλειστικότητα και στη σημαντικότητα.

Τις πταίει;

Φταίει η μητέρα; Προφανώς. Φταίει μόνο εκείνη; Προφανώς και όχι. Είναι μια συνήθεια και όλοι βολεύονται σε αυτήν. Εκείνη, εκείνο και βέβαια και εκείνος. Μπορεί να μην του αρέσει που ο απογόνός του τον κάνει πέρα στα δύσκολα για να τρέξει στη μάνα, αλλά όταν κοιμάται στον καναπέ, ο ύπνος έχει μια γλυκιά μοναχικότητα. Και σίγουρα ενώ η εξω-οικιακή εργασία είναι πολύωρη και απαιτητική, είναι πάντα πιο ξεκούραστη από την 24ωρη ενασχόληση με ένα μπεμπέ, που σου κάνει τον εγκέφαλο πουρέ και σε κάνει να ψάχνεις με τα κιάλια έναν ενήλικο.

Έτσι η ευθεία που ενώνει δύο ανθρώπους παραμένει ευθεία, παρά την προσθήκη ενός τρίτου στην παρέα. Αντί να επανασχηματιστεί, παραμένει ευθεία ή στην καλύτερη ένα τρίγωνο σκαληνό, άνισο στις πλευρές και στις γωνίες του. Λίγο η λοχεία με τις ορμονικές διαταραχές της, λίγο ο μπαμπάς που πρέπει να νιώσει ότι γέννησε παιδί που δεν κυοφόρησε, λίγο εκείνο το μικιό που κλαίει, απλώς γιατί αυτό ξέρει για να επικοινωνήσει, και η αρχή, από ήμισυ του παντός, μετατρέπεται σε γ@μήσι του παντός.

Όμως, κάπου πρέπει να μπει ένα φρένο σ’ αυτήν την πορεία. Δεν γίνεται να συνεχίσει έτσι… Γιατί όσο συνεχίζει έτσι, θα εξελιχθεί σε αυτό που περιγράφω παραπάνω. Στη μητέρα και στο παιδί –και κάπου εκεί παραδίπλα και στον πατέρα. Είναι εύκολο να γίνει έτσι, μια και όλοι βολεύονται, θα ξανατονίσω. Εκείνη με τον μικρό της πρίγκιπα ή τη μικρή νεράιδα, εκείνος στον καναπέ να λιώνει σαν φοιτητής στο Netflix και στο YouTube. Γιατί όχι και σε κάποια εφαρμογή chatting με άλλες απεγνωσμένες ψυχές; Η συνήθεια, όμως, είναι μια συμπεριφορά που δουλεύει υπόγεια. Όταν δε είναι μια κακή συνήθεια, πριονίζει σιγά σιγά την καρέκλα όπου καθόμαστε αδυνατώντας να προβλέψουμε τον κίνδυνο που έρχεται. Μέχρι που πλέον το πόδι της καρέκλας σπάει κι εμείς βρισκόμαστε πεσμένοι στο έδαφος.

Και τα χρόνια περνούν…

…και το νήπιο μεγαλώνει και πρέπει να προσαρμοστεί στο σχολείο, στον γιατρό, σε παρέες. Μα δεν το αφήνουν οι φοβίες. Εκείνες που έβλεπε στο πρόσωπο του αγχωμένου φροντιστή, της μαμάς δηλαδή. Δικαιολογημένα αγχωμένη αφού ήταν μόνη, χωρίς συμμέτοχο. Ένας φαύλος κύκλος, δηλαδή, που όσο τον αφήνεις γίνεται από μικρή χιονόμπαλα στην κορυφή του βουνού ολόκληρη χιονοστιβάδα, έτοιμη να πλήξει τα σπίτια στην πεδιάδα.
Ένα δεύτερο παιδί ίσως θα έφερνε μια ισορροπία, θα έκανε τη μητέρα λιγότερο συγκεντρωτική με τον έναν και μοναδικό «αφέντη», θα έπειθε (αναγκαστικά) και τον πατέρα να ασχοληθεί περισσότερο. Όμως η λύση είναι πάντα αυτή; Κι αν δεν έρχεται για διάφορους λόγους; Άλλη λύση θα ήταν η μητέρα να επιστρέψει στην εργασία. Συνήθως, όπως παρατηρώ και στο ιατρείο, πολλά προβλήματα, κυρίως ψυχολογικά, αμβλύνονται με την επιστροφή της μητέρας στην «κανονική» – προ τέκνου ζωή. Πολλές είναι εκείνες που τελικώς βοηθιούνται. Όχι όλες, αλλά αρκετές. Κι αν μια μητέρα είναι άνεργη; Τότε ναι, πρέπει να αποδεχτούμε όλοι στο σπίτι και στην κοινωνία ότι το να μεγαλώνεις ένα παιδί είναι μια εργασία, δύσκολη, απαιτητική στις ευθύνες και στο ωράριο, αλλά και πληκτική κάποιες (πολλές) στιγμές. Και θα έπρεπε κανονικά να πληρώνεται, όχι με φιλιά και λουλούδια, αλλά με ευρώ. 

Διευκρινίσεις

Να τονίσω εδώ πως με τη λέξη «μητέρα», δεν εννοώ απαραίτητα μόνο τη γυναίκα, αλλά τον όποιο μόνιμο φροντιστή, ο οποίος μπορεί να είναι η βιολογική μάνα ενός παιδιού ή ο βιολογικός πατέρας ή ο ένας από τους δύο σε ένα ζευγάρι ομόφυλων. Επίσης, δεν είμαι κατά του παρατεινόμενου θηλασμού, όμως όταν ένα νήπιο έχει φτάσει τριών ή τεσσάρων και θηλάζει, κάποιες φορές αυτό δείχνει μια δυσαρμονία. Αντίστοιχα, ούτε με τη συγκοίμηση είμαι αντίθετος, αρκεί να περιλαμβάνει και τους δύο γονείς.

Εάν η μητέρα διστάζει να απαγκιστρωθεί από το παιδί της και αν πιθανώς αναβάλλει την επιστροφή της στην εργασία, τότε δεν είναι η μόνη υπεύθυνη. Μπορεί να είναι συγκεντρωτική, αλλά κάποιος εκεί στο βάθος του σαλονιού, κοιμάται στον καναπέ και με χαρά επιτρέπει αυτόν τον συγκεντρωτισμό αρμοδιοτήτων και ευθυνών σε ένα άτομο μονάχα. Το παιδί, από τη στιγμή που ήρθε στον κόσμο με κοινή συναίνεση μεταξύ δύο ατόμων, χρειάζεται και τα δύο. Διαφορετικό πρότυπο ο καθένας. Σημαντικό όμως για την ψυχολογία του είναι να έχει δύο πρότυπα εξίσου επιδραστικά.

Ο Ιορδάνης Παπαδόπουλος MD, PhD, είναι Επιμελητής Β΄ Παιδιατρικής ΓΝ Σύρου. iordanispapado@hotmail.com

2 Σχόλια

  1. Kostas d. 29 Οκτωβρίου, 2023
  2. Διονύσιος Εξ' αρχής 17 Οκτωβρίου, 2023

Leave a Reply