ΕΦΗΒΙΚΗ ΠΑΡΑΒΑΤΙΚΟΤΗΤΑ: ΕΠΙΤΑΚΤΙΚΗ Η ΑΝΑΓΚΗ ΠΡΟΛΗΨΗΣ ΚΑΙ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ

εφηβική παραβατικότηταΚατά τη συγγραφή του νέου μου βιβλίου για την ανηλικότητα και τη νεότητα, με τίτλο Νέοι Παγιδευμένοι στα Παιχνίδια της Βίας: Εγκλήματα με Δράστες και Θύματα Νέους, μου δόθηκε η ευκαιρία να εμβαθύνω στα υπό ανάλυση θέματα μέσα από έρευνες και μελέτες σε εθνικό και διεθνές επίπεδο. Παράλληλα, συνομίλησα με σημαντικούς στον τομέα της εξειδίκευσής τους επιστήμονες, που ανέδειξαν καίριες πτυχές του φαινομένου της νεανικής παραβατικότητας. Η επιστημονική ενασχόληση με το φαινόμενο καταδεικνύει τη σοβαρότητα και την πολυπλοκότητά του και φέρνει στην επιφάνεια την ανάγκη για ευρύτερη κοινωνική μέριμνα και πρόνοια για ανήλικους εκτεθειμένους σε πολλαπλούς κινδύνους, αλλά και την ανάγκη για καινοτόμες και πρωτοπόρες εκπαιδευτικές δράσεις στα σχολεία μας, προσανατολισμένες στο προφίλ της νέας γενιάς, στα ζητούμενα και τις απαιτήσεις της νέας εποχής που διανύουμε.  Τι ξέρουμε, λοιπόν, για την εφηβική παραβατικότητα;

Σκληρά εγκλήματα
Εστιάζοντας στους εφήβους ηλικίας 13-17 ετών, μεγάλο ερευνητικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν τόσο τα ποσοτικά όσο και τα ποιοτικά στοιχεία για το φαινόμενο, που προκαλούν προβληματισμό. Από τις αστυνομικές στατιστικές, βάση των οποίων αποτελεί η καταγραφή καταγγελιών (η χαρακτηριζόμενη «δήλη εγκληματικότητα») αντλούμε σημαντικές πληροφορίες για την εξέλιξη του φαινομένου. Επιχειρώντας μία συγκριτική ανάλυση της αστυνομικής επετηρίδας του 2000 και της αντίστοιχης του 2020, ο καθηγητής Νέστωρ Κουράκης, που έχει ασχοληθεί επισταμένως με το θέμα, τόνισε, στην παρουσίαση του βιβλίου, πως ενώ το 2000 η αυτή νεανική παραβατικότητα (13-17 ετών) κυμαινόταν στο 7%, σήμερα έχει πέσει στο 4,5%. Ωστόσο, στα επιμέρους «σκληρά» εγκλήματα, τα οποία χαρακτηρίζονται και ως «εγκλήματα βίας», ο δείκτης της εγκληματικότητας παρουσιάζεται αυξημένος. Συγκεκριμένα, το 2020 καταγράφηκαν 16 ανθρωποκτονίες με πρόθεση έναντι 7 το 2000, 32 βιασμοί έναντι 6, 486 ληστείες έναντι 62, 440 περιπτώσεις ναρκωτικών έναντι 330. Ως αιτιολογία, ο καθηγητής αναφέρθηκε στη θεωρία της θεσμικής δυσλειτουργίας, που θέτει στο επίκεντρο τους κοινωνικοποιητικούς θεσμούς (οικογένεια, σχολείο, εργασία, αξιακή ατμόσφαιρα της κοινωνίας) και τον τρόπο λειτουργίας ή υπολειτουργίας τους.
Από τα προαναφερθέντα διαπιστώνεται ότι η σκληρότητα και η βία καταγράφονται στις εγκληματικές πράξεις στις οποίες εμπλέκονται έφηβοι, γεγονός που αναμφίβολα προβληματίζει και καθιστά επιτακτική την ενίσχυση της πρόληψης και της έγκαιρης παρέμβασης. Παρατηρούμε επίσης ότι, ιδιαίτερα σε ληστείες και υποθέσεις ναρκωτικών, η εμπλοκή των εφήβων αυξήθηκε σημαντικά. Αυτό καταδεικνύει την αναγκαιότητα να αντιμετωπιστούν τα κοινωνικά προβλήματα στη ρίζα τους, κυρίως ως προς τη χρήση ουσιών από την ανηλικότητα, γεγονός που σχετίζεται άμεσα με το προφίλ του ανήλικου παραβάτη.

Ποια παιδιά παραβαίνουν τους νόμους;
Το προφίλ των ανήλικων παραβατών στη χώρα μας σκιαγραφείται ως ακολούθως: Η συντριπτική πλειονότητα αποτελείται από αγόρια, ηλικίας κυρίως 14 έως 18 ετών, τα οποία προέρχονται κυρίως από χαμηλά κοινωνικοοικονομικά στρώματα και ενδεχομένως βιώνουν αισθήματα κοινωνικού αποκλεισμού.
Ωστόσο, καταγράφονται και κάποιες περιπτώσεις που  αναιρούν το γενικό προφίλ των ανήλικων παραβατών, προερχόμενοι από μεσαία και ανώτερα κοινωνικοοικονομικά στρώματα, από οικογένειες χωρίς (φαινομενικά τουλάχιστον) ορατές δυσλειτουργίες, με καλό εκπαιδευτικό υπόβαθρο, που φτάνουν στις Υπηρεσίες Ανηλίκων κατηγορούμενοι για κλοπές, χρήση ναρκωτικών, φθορά ξένης ιδιοκτησίας, ακόμα και για ληστείες ή βιασμούς. Συνεπώς, πλέον διαπιστώνονται διαφοροποιήσεις στο φαινόμενο της νεανικής παραβατικότητας και οφείλουμε να παρακολουθούμε στενά την εξέλιξή του.

Η οικογένεια και η εκπαίδευση
Στο οικογενειακό περιβάλλον των ανήλικων παραβατών εντοπίζονται συχνά δυσλειτουργίες, ορατές αλλά και μη (όπως προαναφέρθηκε), που το καθιστούν όχι μόνο μη υποστηρικτικό, αλλά ενίοτε και κακοποιητικό (τεταμένες γονεϊκές σχέσεις, απουσία κάποιου γονέα, παραβατικοί ή με σοβαρά ζητήματα ψυχικής υγείας γονείς, πολύ αυστηρές ή πολύ ελαστικές μέθοδοι ανατροφής, παραμέληση, έλλειψη ουσιαστικής επικοινωνίας, απουσία ορίων, πρότυπα επιθετικής συμπεριφοράς / βία στο σπίτι). Η πλειονότητα των ανηλίκων παραβατών φέρεται να έχει ολοκληρώσει με χαμηλές επιδόσεις τη βασική εκπαίδευση. Ωστόσο, μεγάλο είναι και το ποσοστό  εκείνων που την έχουν διακόψει προτού την ολοκληρώσουν, λόγω μαθησιακών δυσκολιών, αδικαιολόγητων απουσιών ή εξαιτίας ανταγωνιστικού σχολικού περιβάλλοντος.
Δεν πρέπει να παραβλέψουμε ότι υπάρχουν ανήλικοι που υποχρεώνονται να εγκαταλείψουν το σχολείο για να αναζητήσουν εργασία, εξαιτίας οικονομικών προβλημάτων που αντιμετωπίζουν ενδοοικογενειακά. Εδώ θα τονίσουμε για μία ακόμα φορά τον σημαίνοντα ρόλο της πρόνοιας για αυτά τα παιδιά, που βιώνουν μία σκληρή καθημερινότητα, η οποία όχι μόνο δεν συνάδει με την ηλικία τους, αλλά τα καθιστά ευάλωτα και τα εκθέτει σε σοβαρούς κινδύνους.

Ουσίες, ψυχική υγεία, εθνικότητα, περιοχές
Ένας αξιοσημείωτος αριθμός ανήλικων παραβατών εμπλέκεται με εξαρτησιογόνες ουσίες, γεγονός που πρέπει να αντιμετωπιστεί επίσης μέσω κοινωνικής μέριμνας και έμπρακτης υποστήριξης από την οργανωμένη πολιτεία και τους αρμόδιους φορείς της.
Επιπροσθέτως, ορισμένα από αυτά τα παιδιά εκδηλώνουν συναισθηματικές διαταραχές, διαταραχές διαγωγής ή προβλήματα ψυχικής υγείας. Κοινό δε χαρακτηριστικό τους είναι η έλλειψη στόχων, κινήτρων και προσδοκιών για προσωπική, εκπαιδευτική ή επαγγελματική ανέλιξη.
Αναφορικά με την εθνικότητα, σημειώνεται μια σταθερή εμπλοκή ανηλίκων Ρομά, κυρίως σε κλοπές. Επίσης, ενώ στον Πειραιά προκύπτει ότι η συμμετοχή Ελλήνων και αλλοδαπών παραβατών είναι σχεδόν ισοδύναμη, και σε κάποιες περιπτώσεις η συμμετοχή των Ελλήνων δραστών είναι υψηλότερη, στο Δικαστήριο Ανηλίκων της Αθήνας η συμμετοχή των αλλοδαπών παραβατών είναι εμφανώς μεγαλύτερη. Στο σημείο αυτό επισημαίνεται, όμως, και η μεγαλύτερη ευαλωτότητα του αλλοδαπού πληθυσμού στους μηχανισμούς του τυπικού κοινωνικού ελέγχου, που ίσως είναι εντονότερος στο κέντρο της Αθήνας, όπως εξάλλου μαζικότερη είναι και η συγκέντρωση μεταναστών σε συγκεκριμένες περιοχές της πρωτεύουσας. Τα αστικά κέντρα φαίνεται να είναι καταφύγιο για ανθρώπους που αντιμετωπίζουν θέματα εμπλοκής με τον νόμο και εκεί λαμβάνουν χώρα οι περισσότερες συλλήψεις.

Συνταγές αποτυχίας
Μελετώντας το φαινόμενο της νεανικής παραβατικότητας, αναδεικνύονται κρίσιμης σημασίας ζητήματα, μεταξύ των οποίων το γεγονός ότι ορισμένες πράξεις ανήλικων παραβατών φτάνουν στο σημείο να εξισώνονται με την εγκληματικότητα ενηλίκων, όπως εμφατικά σημειώνει ο ομότιμος καθηγητής Εγκληματολογίας ΕΚΠΑ Γιάννης Πανούσης στο βιβλίο μου, στο πλαίσιο της συνέντευξης που μου παραχώρησε, στο τέλος της οποίας γράφει και απευθύνει στη νεολαία ένα γράμμα.
Όπως επίσης υπογράμμισε ο καθηγητής Πανούσης στην παρουσίαση του βιβλίου, οι συζητήσεις σχετικά με το φαινόμενο της παραβατικότητας εστιάζουν κατά κύριο λόγο στον ανήλικο παραβάτη, ενώ μόλις πρόσφατα ευαισθητοποιηθήκαμε σχετικά με το θύμα. Ανέφερε χαρακτηριστικά ότι συνήθως επικαλούμαστε επιχειρήματα ηθικής τάξης και μίας σοβούσας ανασφάλειας των ενηλίκων, τα οποία «θαμπώνουν» τις θεωρητικές αναλύσεις και τα προτιμώμενα μέτρα διαχείρισης της κρίσης. Απόρροια αυτών είναι η θυσία του πραγματικού δικαιώματος του νέου για αυτοπροσδιορισμό και αυτοδιάθεση, καθώς και η δημιουργία ενός ασφυκτικού κλοιού γύρω από το πρόσωπό του. Με αυτές τις «συνταγές αποτυχίας», όπως τόνισε «όχι μόνο δεν λύνουμε κανένα προσωπικό ή κοινωνικό πρόβλημα των νέων αλλά, αντιθέτως, διαρρηγνύουμε τις σχέσεις εμπιστοσύνης ανάμεσα στις γενεές, την οικογένεια, τη φιλία, την κοινότητα. Ο νέος έχει τις δικές του κοινωνικές και θεσμικές αναπαραστάσεις. Έχει τη δική του εικόνα σχετικά με το τι είναι έγκλημα και τι είναι τιμωρία. Η ποινικοποίηση προ-εγκληματικών καταστάσεων δημιουργεί ρωγμές και στα συνταγματικά δικαιώματα. Όσο οι κοινωνικές παράμετροι παραβλέπονται, τόσο η χάραξη αντεγκληματικής πολιτικής θα κινείται άναρχα ανάμεσα σε ηθικολογίες για ευάλωτα άτομα. Έτσι, από τα ευάλωτα παιδιά προχωρήσαμε στα αδικημένα παιδιά και τώρα κινούμαστε στον αστερισμό των επικίνδυνων παιδιών σε μία προσπάθεια να συνδυάσουμε την κατάστασή τους με την κοινωνία της διακινδύνευσης».

Κάτι πρέπει να αλλάξει
Με τη σειρά της, η καθηγήτρια Εγκληματολογίας στο τμήμα Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου, Έφη Λαμπροπούλου, στη συνέντευξη που μου παραχώρησε, εστίασε το ερευνητικό της ενδιαφέρον στις βίαιες συμπεριφορές ανήλικων κοριτσιών, αλλά και γενικότερα στην όξυνση της βίας  από ανήλικους και νέους, ιδιαίτερα σε συγκεκριμένα αδικήματα. Η καθηγήτρια προβλέπει ότι στο μέλλον θα ενταθεί η επιθετική συμπεριφορά και θα πολλαπλασιαστεί η βία των νέων, οργανωμένων σε ομάδες, τόσο εναντίον προσώπων όσο και θεσμών. Ειδικότερα, όπως επισημαίνει, «στην Ελλάδα, εάν δεν αλλάξει κάτι στο δημόσιο σκηνικό, θα έχουμε περισσότερα εγκλήματα κατά της ιδιοκτησίας, περισσότερο οργανωμένη επιθετική συμπεριφορά, παράνομες πράξεις που έχουν σχέση με ναρκωτικές ουσίες και εξάπλωση της βίας στα κορίτσια». Σημαντικά είναι τα πέντε επίπεδα παρέμβασης που παρουσιάζει, τονίζοντας τον σημαίνοντα ρόλο της οικογένειας, του σχολείου και της πολιτείας στην πρόληψη του φαινομένου, το οποίο θεωρεί ότι θα μας απασχολήσει σε μεγαλύτερη έκταση στο μέλλον εάν δεν το «κοιτάξουμε κατάματα» και δεν ληφθούν έγκαιρα τα αναγκαία μέτρα πρόληψης.

Το σχολείο του μέλλοντος
Η αντιμετώπιση της παραβατικότητας των ανηλίκων πρέπει σίγουρα να είναι ολιστική και να περιλαμβάνει παράλληλη αντιμετώπιση των σοβαρών προβλημάτων που ταλανίζουν τις σύγχρονες κοινωνίες, προκαλώντας ισχυρούς τριγμούς στον οικογενειακό και κατ’ επέκταση στον κοινωνικό ιστό. Ως εκπαιδευτικός, εστιάζω στον καθοριστικό ρόλο του σχολείου και τονίζω την επιτακτική ανάγκη η οργανωμένη πολιτεία να τολμήσει να προχωρήσει σε ριζικές αλλαγές, με στόχο να χτίσει το «σχολείο του μέλλοντος».
Το σχολείο του μέλλοντος πρέπει, όμως, να λάβει υπόψη το προφίλ του σύγχρονου νέου και τα ζητούμενα των σύγχρονων κοινωνιών και να ξεφύγει από τους παραδοσιακούς τρόπους μάθησης, που εγκλωβίζουν τη σκέψη και οδηγούν έναν αριθμό νέων με σοβαρές μαθησιακές ή άλλες δυσκολίες είτε εκτός σχολείου είτε στο κοινωνικό περιθώριο.
Το εκπαιδευτικό σύστημα χρειάζεται να δώσει βαρύτητα σε δημιουργικούς και βιωματικούς τρόπους μάθησης, με αξιοποίηση της μοναδικότητας κάθε παιδιού και ανάπτυξη των δεξιοτήτων του. Πολύ σημαντικό, επίσης, να τεθούν σε εφαρμογή προγράμματα πρόληψης, κυρίως κατά των ουσιών και γενικότερα των εξαρτήσεων, προγράμματα διαχείρισης συναισθημάτων και να πραγματοποιούνται, σε καθημερινή βάση, δημιουργικές δράσεις που θα προσφέρουν στον ανήλικο πληθυσμό θετικές διεξόδους και εποικοδομητικούς τρόπους έκφρασης.
Όσον αφορά τον ρόλο της οικογένειας, είναι πολύτιμος και πρέπει να είναι ουσιαστικός ήδη από την προσχολική ηλικία, όταν το παιδί διαμορφώνει την προσωπικότητά του. Αξίζει, ως γονείς, να αφιερώσουμε περισσότερο και πρωτίστως πιο ποιοτικό χρόνο στα παιδιά μας και μέσα από τη δική μας συμπεριφορά και την αναγνώριση των λαθών μας να τους περάσουμε αξίες και ιδανικά για το μέλλον.
Συμπερασματικά, ο σύγχρονος νέος έχει έντονους προβληματισμούς, σε μία κοινωνία που βιώνει συνταρακτικές αλλαγές στις δομές της. Οι γονείς, οι εκπαιδευτικοί, η οργανωμένη πολιτεία, οφείλουμε να του δώσουμε ολοκληρωμένες απαντήσεις. Αναλογιζόμενοι επομένως την κοινωνική μας ευθύνη απέναντι στην ανηλικότητα, ας κάνουμε ένα ουσιαστικό βήμα για να την προσεγγίσουμε. Η Αγγελική Καρδαρά είναι Διδάκτωρ Τμήματος ΕΜΜΕ ΕΚΠΑ, Φιλόλογος, Τακτική Επιστημονική Συνεργάτιδα Κέντρου Μελέτης του Εγκλήματος & Επιστημονικά Υπεύθυνη του Crime & Media Lab (KE.M.E.), Συγγραφέας-Εισηγήτρια και Εκπαιδεύτρια E-Learning ΕΚΠΑΔιαβάστε: Αγγελική Καρδαρά, Νέοι παγιδευμένοι στα παιχνίδια της βίας: Εγκλήματα με δράστες και θύματα νέους. Πρόλογος: Καθηγητής Νέστωρ Κουράκης, Επίμετρο: Δικηγόρος Παρ’Αρείω Πάγω Διονύσης Χιόνης, Εκδόσεις Παπαζήση, 2021

No Responses

Leave a Reply