Η σχολική χρονιά ξεκίνησε και την τιμητική τους, εκτός από τους μαθητές, έχουν και οι δάσκαλοι. Το να μπορέσει να προσδιορίσει κάποιος τον σημερινό ρόλο του δασκάλου στην τάξη, ειδικά στην Ελλάδα, ανοίγει μεγάλη συζήτηση που καθορίζεται βασικά από το δίπολο γονείς-μαθητές.
Οι γονείς τον βλέπουν ως τον άνθρωπο που μεταδίδει τις πρώτες γνώσεις στα παιδιά τους.Oι μαθητές, από τη δική τους πλευρά, μεγαλώνοντας και ωριμάζοντας, ταλαντεύονται ως προς το πώς θέλουν πραγματικά να είναι, ενώ όσο ωριμάζουν μέσα στην τάξη και συνειδητοποιούν ακόμα περισσότερο τον διττό του ρόλο ως εκπαιδευτικού αλλά και ως αρωγού τους στην κοινωνικοποίηση, είτε παίρνουν τις αποστάσεις τους, είτε τον κάνουν ακόμα και… πρότυπό τους.
Και ο ίδιος ο δάσκαλος; Εκείνος είναι που διαχρονικά στέκεται απέναντι από αυτό το ιδιαίτερο δίπολο μαθητή-γονέα με κυρίαρχο στόχο να κρατήσει τις ισορροπίες και να κάνει το έργο του όσο το δυνατόν πιο γόνιμο και παραγωγικό. Η μετεξέλιξη του Έλληνα δασκάλου και εν γένει εκπαιδευτικού, μέσα στις τελευταίες δεκαετίες, είναι αξιοσημείωτη. Αν ρωτήσεις τους 60+ να σου περιγράψουν τον δάσκαλό τους, η πλειονότητα θα σου μιλήσει για έναν αυστηρό, στρυφνό εκπαιδευτικό, που με τον… χάρακα στο χέρι προσπαθούσε να επιβάλλει τη γνώση μέσα στην τάξη.
Κάποια χρόνια αργότερα και καθώς πλησιάζουμε στη δεκαετία του ’80, με την παράλληλη κατάργηση της ποδιάς και τη χαλάρωση των εκπαιδευτικών –και άλλων– ηθών, η απόσταση ανάμεσα στους μαθητές και τους δασκάλους μίκραινε, με αποτέλεσμα τη διαμόρφωση μιας σχέσης που πολλές φορές πλησίαζε και τη γονεϊκή. Η καινούργια δε χιλιετία βρήκε τους εκπαιδευτικούς να προσπαθούν να ισορροπήσουν ανάμεσα στην τεχνολογία που εισάγει νέα «δαιμόνια», όπως το Διαδίκτυο και τα κινητά, ενώ εν έτει 2016 ο δάσκαλος, εφοδιασμένος, πλέον, με ό,τι καινούργιο ήρθε να βοηθήσει τη μαθησιακή διαδικασία, με επίγνωση των σαρωτικών κοινωνικών και οικονομικών αλλαγών που έχουν συντελεστεί και συνεχίζουν αδιάλειπτα να συντελούνται τα προηγούμενα χρόνια, προσπαθεί να διαδραματίσει έναν ρόλο ενωτικό ανάμεσα στον γονέα και τον μαθητή, άλλες φορές με περισσότερη και άλλες με λιγότερη επιτυχία.
Το σημαντικό, όμως, είναι ότι προσπαθεί και σήμερα, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, να αφήσει πίσω του τα δικά του οικονομικά και εργασιακά θέματα και να σταθεί στο πλευρό των μαθητών, των οποίων συχνά η προσοχή αποσπάται πια από χίλια δύο ερεθίσματα που μπορεί να ξεκινούν από την απουσία ακόμα και των βασικών από το σπίτι μέχρι τα εθιστικά παιχνίδια τύπου Pokemon Go.
Στο θέμα της οικονομικής κρίσης, το οποίο έχει επηρεάσει την εκπαιδευτική διαδικασία στέκεται ο κ. Σπύρος Μαρίνης, εκπαιδευτικός και μέλος της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδος, ο οποίος τονίζει ότι η γενικότερη δυσπραγία έχει συμβάλει στη διαμόρφωση μιας νέας τάξης πραγμάτων στα σχολεία και καθορίζει τη συμπεριφορά μαθητών-γονιών αλλά και εκπαιδευτικών. Όπως υπογραμμίζει, βρισκόμαστε μπροστά σε μεγάλες αλλαγές καθημερινά μέσα στην τάξη και σε αυτό έχει συμβάλει ιδιαίτερα η οικονομική κρίση. Μετά την έλευση της νέας τεχνολογίας τα αμέσως προηγούμενα χρόνια και την ανάγκη να παρακολουθήσουν τις εξελίξεις προκειμένου να τις εντάξουν στην εργασιακή διαδικασία, οι δάσκαλοι είδαν την καθημερινότητα μέσα στην τάξη να μεταβάλλεται άρδην και εκείνους να καλούνται να διαμορφώσουν ανάλογα τη μαθησιακή διάταξη. Ειδικά στην Αθήνα οι συνθήκες ακραίας φτώχειας, κάτω από τις οποίες ζούσαν πολλά παιδιά, που κουβαλούσαν και κουβαλούν ακόμα μέσα στην τάξη τα προβλήματά τους, οικονομικά και κοινωνικά, φέρνει τον δάσκαλο σε θέση να αναλαμβάνει έναν ρόλο εξομαλυντικό, συνδετικό κρίκο ανάμεσα στην οικογένεια που παλεύει καθημερινά για την επιβίωση και στον μαθητή που θέλει, αλλά αρκετές φορές δεν μπορεί, να ακολουθήσει τα τεκταινόμενα μέσα στην αίθουσα. Σύμφωνα με τον κ. Μαρίνη, τόσο στα δημόσια όσο και στα ιδιωτικά σχολεία γίνεται τεράστια προσπάθεια από τους εκπαιδευτικούς να σταθούν στα παιδιά με έναν τρόπο που να μπορούν να λειτουργήσουν εκτός από εκπαιδευτικοί και ως άνθρωποι που θα ακούνε όσα έχουν να τους πουν και θα βρίσκονται σιωπηρά αλλά ουσιαστικά στο πλευρό τους στην οποιαδήποτε δυσκολία.
Αυτό εξηγεί και η Μαρίνα Λ., δασκάλα σε γνωστό ιδιωτικό σχολείο στα Μεσόγεια, η οποία επισημαίνει ότι διαχρονικά ο ρόλος του εκπαιδευτικού είναι να μεταλαμπαδεύει στα παιδιά τη γνώση και να ακούει τα προβλήματα και τις απορίες τους, σε καμία περίπτωση, όμως, δεν θα πρέπει να γίνεται μέρος αυτών και να μπαίνει μέσα στο σπίτι τους: «Όσο και να έχει προχωρήσει η τεχνολογία, όσο και αν οι εποχές έχουν αλλάξει, το σημαντικό είναι ο δάσκαλος να ακούει προσεκτικά αυτά που έχουν να του πουν τα παιδιά, να λαμβάνει το μήνυμα που θέλουν να του δώσουν και σε ανύποπτο χρόνο να ‘‘δίνει’’ και εκείνος από την πλευρά τους το δικό του μήνυμα που βρίσκει πάντα τον αποδέκτη του». Η «ωριμότητα» είναι η λέξη-κλειδί, εξάλλου, για το πώς διαμορφώνεται η σχέση παιδιού-δασκάλου μέσα στο δημοτικό. Όπως εξηγεί η Μαρίνα, «αλλιώς είναι η σχέση παιδιού πρώτης, δευτέρας και τρίτης δημοτικού με τον δάσκαλο και αλλιώς στις τρεις τελευταίες τάξεις. Στις πρώτες τα παιδιά δεν χρειάζεται να σκοτίζονται με τα οποιαδήποτε προβλήματα που υπάρχουν στο σπίτι, ο δάσκαλος θα πρέπει να είναι με τον τρόπο του το ‘‘μαξιλαράκι’’ για να απαλύνονται τα δύσκολα ζητήματα. Το παιδί πρέπει να είναι παιδί και αυτό πρέπει να μεταδίδει με κάθε τρόπο ο δάσκαλος μέσα στην αίθουσα. Όμως αυτό αλλάζει αυτόματα από την τετάρτη δημοτικού, όταν πλέον τα παιδιά είναι σε θέση να αντιληφθούν πιο καλά ό,τι συμβαίνει γύρω τους και πώς αυτό επιδρά στο σχολείο και στην οικογένεια».
Κι ενώ οι δάσκαλοι προσπαθούν να ισορροπήσουν ανάμεσα στις δυσκολίες της οικονομικής κρίσης και τις διαφορετικές προσωπικότητες μέσα στην τάξη, γονείς και παιδιά σκιαγραφούν το δικό τους ‘‘ιδανικό’’ πορτρέτο εκπαιδευτικού.
«Να μην είναι προέκταση των γονιών, αλλά να τα παίρνουν από το χέρι και να τα βάζουν στον δρόμο της γνώσης μέσα από τη φαντασία και το παιχνίδι» υπογραμμίζει η 42χρονη φαρμακοποιός Έφη Χατζηαντωνίου, μητέρα της 10χρονης Μαριάννας. «Αυτό δε που είναι σημαντικό για μένα και το έχω επισημάνει κατά καιρούς στους εκπαιδευτικούς είναι να μπορούν να επιβάλλονται μέσα στην τάξη με έναν τρόπο που να μη φοβίζουν τα παιδιά, αλλά να τα κάνουν να αισθάνονται άνετα, και το σημαντικότερο: Να ακούν και να ‘‘μετράνε’’ τα θέλω και τις αγωνίες τους».
Την ίδια στιγμή, ο 45χρονος Πέτρος Μπακιρόπουλος, μηχανικός και πατέρας δύο παιδιών στο δημοτικό, επιχειρώντας να «ορίσει» τον ιδανικό εκπαιδευτικό, δίνει τρία βασικά χαρακτηριστικά: Ψύχραιμος, διαλλακτικός και παντογνώστης. Έτοιμος να αντιμετωπίσει οτιδήποτε μπορεί να του συμβεί μέσα στην αίθουσα και ταυτόχρονα σε θέση πάντα να απαντήσει σε οποιαδήποτε απορία μπορεί να γεννήσει το πολυμήχανο μυαλό των παιδιών.
Από την πλευρά τους, τα παιδιά θέλουν τους δασκάλους τους απλά να τα… καταλαβαίνουν: «Η δασκάλα να μη μου βάζει τόσο πολλά μαθήματα για το σπίτι, θέλω να παίζω και λίγο, να κάνω τα πράγματα που μου αρέσουν», μου λέει η 8χρονη Κατερίνα, η οποία φέτος θα πάει στην τρίτη δημοτικού, ενώ για τον 11χρονο Γιώργο ο δάσκαλος θα πρέπει να είναι εκείνος που θα του δίνει το ερέθισμα, θα του ανοίγει τον δρόμο στη γνώση προκειμένου εκείνος να δίνει σχήμα και να κάνει δικά του όσα του μεταδίδει. «Να βρίσκονται κοντά μας και ταυτόχρονα μακριά μας, να μας αφήνουν ελεύθερους να κάνουμε αυτά που θέλουμε και να μπορούν να είναι μαζί μας όταν τους χρειαζόμαστε, να μη μας πιέζουν».
Έτσι κάπως θέλουν τους δασκάλους τους τα παιδιά, σε μια εποχή που η κάθε ημέρα είναι τόσο διαφορετική από την άλλη και οι απαιτήσεις γίνονται ολοένα και μεγαλύτερες. Το μέλλον μέσα στην τάξη θα δείξει αν τελικά… το μήνυμα ελήφθη για ακόμα καλύτερες εκπαιδευτικές ημέρες.