Στην μέση του δρόμου, στη νησίδα, στη φλεγόμενη άσφαλτο.
Στην άκρη πριν η γη γίνει γκρεμός και ο γκρεμός βράχια απόκρημνα και πέτρες κοφτερές.
Στη θάλασσα, στα κύματα, με το πρόσωπο λίγο μέσα στο νερό και λίγο έξω από αυτό, με το κεφάλι τελικά γυρισμένο προς τον βυθό και το σώμα να επιπλέει σαν ξύλο στον αφρό.
Σε βάρκες με μάτια χαρακωμένα από το θέαμα του θανάτου να ψάχνουν τους υπόλοιπους: τα παιδιά τους, τη γυναίκα τους, την μάνα τους.
Στα σπίτια τους δίχως να αντιλαμβάνονται τίποτα και να περνούν στην άλλη ζωή μέσα στα όνειρά τους.
Στο αυτοκίνητο με την ψευδαίσθηση ότι μια μηχανή μπορεί να τους γλιτώσει από τον θάνατο.
Με τα παιδιά τους, τους γονείς τους, την αγάπη της ζωής τους στην αγκαλιά να τρέχουν προς την σωτηρία.
Μόνοι, χαμένοι και τρομαγμένοι να αναρωτιούνται εάν αυτό που ζουν είναι αλήθεια ή ένας φρικτός εφιάλτης.
Στο καθήκον, στην βόλτα, στις διακοπές, τυχαία, από σύμπτωση, από συνήθεια.
Όμορφοι, αδύνατοι, παχουλοί, ψηλοί, με φακίδες, με ρούχα καινούρια, με παλιά και ξεφτισμένα, με μαγιό και σαγιονάρες, με κοστούμια και τακούνια.
Όσοι ήταν εκεί, όσοι βρέθηκαν εκεί, για όποιον λόγο και αν βρέθηκαν, με όποιον τρόπο κι αν έτυχε να βρεθούν, κλήθηκαν να περάσουν την γραμμή μεταξύ γαλήνης και τραγωδίας, μεταξύ ευτυχίας και φρίκης, μεταξύ λογικής και παραφροσύνης, μεταξύ ζωής και θανάτου σαν σχοινοβάτες επάνω σε λεπτά σχοινιά που κάποιος τα κουνούσε γελώντας σατανικά για να τους ρίξει με πάταγο.
Ακροβάτες της φρίκης που αν τελικά κατάφεραν να ισορροπήσουν με επιτυχία στην ζωή, οι ημέρες τους μετά από αυτό δεν θα είναι ποτέ ξανά οι ίδιες – ακόμη κι αν τους αποκαλούν «νικητές» οι ασφαλείς θεατές, προστατευμένοι πίσω από οθόνες, μέσα από τα άθικτα σπίτια τους.
Η Μαρία Παπαϊωάννου, πεζογράφος, έζησε μαζί με την οικογένειά της από κοντά την φονική πυρκαγιά στο Μάτι Αττικής. Θέλοντας να κάνει κάτι για να τιμήσει τη μνήμη των θυμάτων που έχασαν τραγικά την ζωή τους, τους πυρόπληκτους και τους εγκαυματίες που παλεύουν ακόμη να σταθούν στα πόδια τους με αξιοπρέπεια και ήθος καθώς και τον τόπο, το ίδιο το Μάτι, στο οποίο έχει ζήσει πανέμορφες στιγμές της ζωής της και το αγαπά, αυτόν το χρόνο που πέρασε έγραψε 13 διηγήματα και ευχαριστεί θερμά το Taλκ που θα δημοσιεύει ένα κάθε ημέρα, μετρώντας αντίστροφα μέχρι την πρώτη μαύρη επέτειο της 23ης Ιουλίου. Για να μην ξεχάσουμε ποτέ. Για να μην ξεχάσει κάνεις. Για το Μάτι.