ΑΓΑΠΗΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ: ΟΙ ΕΚΛΟΓΕΣ

αρχείο λήψηςΑγαπητό ημερολόγιο, το καλοκαίρι του ’19 μας επιφύλασσε πολλές εκλογές. Ξεκινήσαμε με τις εκλογές των δασκάλων, συνεχίσαμε με τη Eurovision, έπειτα με τις δημοτικές εκλογές, τις ευρωεκλογές, τις περιφερειακές εκλογές, τις εκλογές της ΕΣΗΕΑ, με αυτές του πενταμελούς, του δεκαπενταμελούς, του Survivor, του Power of Love και τώρα ετοιμάζονται τα παραβάν -και τα νεύρα μας- για τις βουλευτικές.  Μέχρι να χωνέψουμε τα αποτελέσματα της κάθε μιας, μας έσκαγε η άλλη κι ανάσα δεν έχουμε πάρει, ούτε και πρόκειται στο εγγύς μέλλον.

Η τιβί παρουσίαζε νυχθημερόν πολιτικά προγράμματα, ένεκα αντικειμενικής ενημέρωσης και προεκλογικής τρέλας. Πάνε τα Paw patrol, πάνε οι Mysticons, πάει και ο Μπομπ -σπόγγος ή μάστορας, δεν έχει καμία σημασία. Η μαντάμ Κιουρί-α του σπιτιού, παίρνοντας απόφαση πως το ημερήσιο τηλεοπτικό της πρόγραμμα θα αλλάξει ριζικά, τουλάχιστον προσωρινά, έδειξε ενδιαφέρον για τα τεκταινόμενα. «Ποιος είναι αυτός; Γιατί φωνάζει; Ποιος τον πείραξε; Τι είναι υπουργός/περιφερειάρχης/δημοτικός σύμβουλος;» Προσπαθώντας, λοιπόν, να της εξηγήσω τι είναι Δημοκρατία και πώς ακριβώς λειτουργεί, ξύπνησα το «τέρας». «Αυτός είναι ο πρωθυπουργός; Και αυτός θέλει να γίνει πρωθυπουργός; Είναι καλοί; Είναι κακοί;»

Και να ’ταν μόνο αυτό… Την ημέρα των εκλογών, ο Ηλεκτρολύτης της ζωής μου, θέλησε να δει από κοντά την όλη διαδικασία.  Φτάνοντας στο δημοτικό της περιοχής μας, περιχαρής άρχισε να ρωτάει διάφορους παρευρισκόμενους τι ψήφισαν, γιατί το ψήφισαν και αν θα χαρούν αν εκλεχθεί ο ένας ή άλλος.  Υπήρξαν περιπτώσεις που οι ερωτηθέντες γέλαγαν ή χαμογέλαγαν αμήχανα με το νηπιακό exit-poll, αλλά υπήρξαν κι άλλοι που, ρίχνοντάς μας ματιές που μπορούν να συγκριθούν μόνο με αυτές που έριχνε η Τασσώ Καββαδία στη Ζωίτσα τη Λάσκαρη, δήλωναν την αγανάκτησή τους λέγοντας πως «είναι ντροπή μας που βάζουμε το παιδί να κάνει παρανομίες». Με ένα «Μα δεν…» στο στόμα και πριν προλάβουμε να απαντήσουμε, ο θιγμένος είχε φύγει φουριόζος, παραμιλώντας προς την έξοδο του κτιρίου.

Μάταια προσπαθούσα να πείσω την νεαρή δημοσιογράφο πως «απαγορεύεται να ρωτάμε για την ψήφο των πολιτών γιατί είναι μυστική»· αυτό έφερε καινούργιο γύρο ερωτήσεων. Με την άκρη του ματιού μου, έβλεπα τον δικαστικό αντιπρόσωπο, ο οποίος μας κοίταγε λοξά και διερευνητικά.  Όταν δε πήρε το κινητό του και πάτησε διάφορα πλήκτρα, μέχρι να ακούσω το «Έλα ρε μάνα. Εδώ, τα ίδια» η ψυχή μου πήγε κι ήρθε.

Όταν ήρθε πια η αποφράδα ώρα που μπήκαμε μέσα στο παραβάν, το σήριαλ συνεχίστηκε.  «Μαμά γιατί πετάς το τάδε ψηφοδέλτιο; Ο δείνα δεν σου αρέσει; Είναι επειδή είναι άσχημος; Ή μήπως είναι κακός;» Βγαίνοντας από το παραβάν, οι παρόντες στην αίθουσα μας κοιτούσαν και χασκογελούσαν. Η μικρή μου ήταν ιδιαιτέρως περήφανη, ενώ εγώ, με την έκφραση της Μαφάλντας που έχει κάνει διαολιά, έριξα τον φάκελο στην κάλπη. Φεύγοντας από το εκλογικό κέντρο, της υποσχέθηκα πως θα την ξαναπάρω μαζί μου σε κάτι αντίστοιχο όταν θα κλείσει τα 14, της έταξα ένα παγωτό με τρεις γεύσεις και φύγαμε, σαν άλλοι Λούκι Λουκ, στο ηλιοβασίλεμα.

Leave a Reply