Το να είμαστε γονείς είναι ένας «ρόλος» που με χαρά και ευθύνη αναλαμβάνουμε και αναμφισβήτητα προσφέρει ικανοποίηση και προσωπική ολοκλήρωση, όμως συχνά στην εποχή μας μπορεί να γίνει πολύ απαιτητικός. Ένα παιδί που μεγαλώνει και αναπτύσσεται με ανάγκες ποικίλες και διαφορετικές σε κάθε ηλικιακή φάση προϋποθέτει ότι μπορούμε κι εμείς να προσαρμοζόμαστε αναλόγως σε αυτόν τον συνεχώς εξελισσόμενο «ρόλο».
Ο ρόλος αυτός μπορεί να γίνει ακόμα πιο δύσκολος, όταν το παιδί παρουσιάζει έντονα και παρατεταμένα αρνητικά συναισθήματα, όπως θυμό ή θλίψη, δυσκολίες στη συμπεριφορά, εντάσεις στη σχέση του με τα αδέλφια του ή και προβλήματα στο σχολείο. Η ανάπτυξη του παιδιού, οι σχέσεις του με τους συνομηλίκους, οι αλλαγές στις συνήθειες ή στη διάθεσή του, οι δυσκολίες στη συγκέντρωση, η υπερκινητικότητα, η επιθετικότητα είναι θέματα που προβληματίζουν συχνά τους γονείς και ανακύπτουν στην καθημερινότητά τους με τα παιδιά.
Μια καθημερινότητα που έχει αλλάξει άρδην τα τελευταία χρόνια – και όχι μόνο λόγω της οικονομικής κρίσης. Πόσες φορές δεν έχετε αισθανθεί ότι δεν ξέρετε πώς πρέπει να αντιμετωπίσετε τα παιδιά στα άπειρα και επίμονα «θέλω» τους, ποιες μεθόδους να επιλέξετε για την πειθαρχία τους ή ποια στάση να κρατήσετε απέναντι στις νέες τεχνολογίες που έχουν μπει πλέον στις ζωές και των παιδιών σας; Και πόσοι έχετε σκεφτεί να ζητήσετε βοήθεια αλλά διστάσατε ή νιώσατε ότι δεν τα καταφέρατε, επειδή φοβάστε ότι θα σας κρίνουν ή θα σας κατηγορήσουν για πιθανά λάθη;
Ψάχνοντας για οδηγίες… χρήσης των παιδιών μας
«Κάποιοι γονείς συχνά λένε ότι ‘‘Τα παιδιά δεν έρχονται με οδηγίες χρήσης!’’ για να περιγράψουν πόσο άγχος βιώνουν κατά τη φροντίδα και την ανατροφή τους. Πράγματι, έτσι είναι, όμως έχετε σκεφτεί ότι εσείς ως γονείς μπορείτε να ψάξετε για οδηγίες χρήσης, είναι η απάντησή μου» λέει η εκπαιδευτικός-σύμβουλος ψυχικής υγείας, Μαρία Τόλια.
Η ειδικός ξεκαθαρίζει ότι σταθερά της γονεϊκής ανατροφής, κάθε γονεϊκής ανατροφής, είναι πάντα οι αξίες και αρχές που έχει κάθε γονιός και με τις οποίες πορεύεται στη δική του ζωή. Με γνώμονα την εμπειρία του και τις αξίες του καθένας από μας θα ακολουθήσει τρόπους διαπαιδαγώγησης που του ταιριάζουν και τον εκφράζουν. Ωστόσο, πολλές φορές αυτό δεν αρκεί. «Η ανησυχία, όταν ένα παιδί εμφανίζει κάποιες δυσκολίες, είναι ένα φυσιολογικό κομμάτι του γονεϊκού ρόλου που είναι αναμφισβήτητα ίσως ο πιο ενοχικός ρόλος των ενηλίκων σήμερα. Ωστόσο, η αναζήτηση βοήθειας πρέπει να είναι το πρώτο βήμα για την υπεύθυνη αντιμετώπιση των δυσκολιών του παιδιού» επισημαίνει η ψυχολόγος-παιγνιοθεραπεύτρια Νεφέλη Κοσκινά.
Οι σχολές ή ομάδες γονέων που λειτουργούν τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας, προσφέρουν σημαντική «εκπαίδευση» στους γονείς που αναζητούν βοήθεια ή που προβληματίζονται ή αγχώνονται για το πόσο μπορούν να ανταποκριθούν στον απαιτητικό γονεϊκό ρόλο τους.
«Οι σχολές ή ομάδες γονέων έχουν στόχο ακριβώς αυτό, να στηρίξουν, ενδυναμώσουν και διευκολύνουν σε αυτόν τον δημιουργικό, αλλά συχνά μπερδεμένο και γεμάτο ανησυχίες ρόλο, στην ανατροφή των παιδιών. Βοηθούν τους γονείς να κατανοήσουν καλύτερα το παιδί τους, ώστε να γίνουν καλύτεροι και αποτελεσματικότεροι γονείς και προετοιμάζουν για το τι έρχεται καθώς το παιδί μεγαλώνει, μαθαίνοντας τις αναπτυξιακές ανάγκες και τις κατάλληλες για την κάθε ηλικία συμπεριφορές του. Επίσης, βοηθούν και στην προσωπική ανάπτυξη και εξέλιξη αφού, παρότι ενήλικες, οι γονείς μπορούν να μάθουν πώς να μεγαλώσουν και οι ίδιοι το παιδί που έχουν μέσα τους» εξηγεί η κυρία Τόλια.
Πώς λειτουργεί μια ομάδα γονέων
Οι ομάδες απαρτίζονται από γονείς με ίδιους ή παρόμοιους προβληματισμούς, στις οποίες ένας έμπειρος, καταρτισμένος και ειδικά εκπαιδευμένος συντονιστής οργανώνει τις συναντήσεις και το περιεχόμενό τους ανάλογα με τις ανάγκες των συμμετεχόντων. Ο συντονιστής της ομάδας χρησιμοποιεί τις γνώσεις και την εμπειρία του για να ενθαρρύνει τους μαθητές της ομάδας και να τους βοηθήσει να αποκτήσουν τις κατάλληλες δεξιότητες που θα εφαρμόσουν με επιτυχία στην οικογένειά τους.
Οι ομάδες είναι κατάλληλες για γονείς παιδιών όλων των ηλικιών, από νέους δηλαδή γονείς έως γονείς εφήβων. Σύμφωνα όμως με τις ειδικούς, καλό είναι οι ομάδες να δημιουργούνται με γονείς που έχουν παιδιά σε παρόμοιο αναπτυξιακό στάδιο και έχουν θεματολογία σχετική με τις ανησυχίες και τα θέματα που αυτοί αντιμετωπίζουν.
Για παράδειγμα, μια ομάδα γονέων παιδιών προσχολικής ηλικίας μπορεί να εστιάσει στους τρόπους που μπορεί να χρησιμοποιήσει ο γονιός για να χτίσει και να ενδυναμώσει τον δεσμό με το παιδί του, στις αναπτυξιακές ανάγκες του παιδιού και στους κατάλληλους τρόπους για να μπουν τα όρια στο παιδί. Αντίστοιχα μία ομάδα με γονείς εφήβων μπορεί να εστιάσει περισσότερο στους αποτελεσματικούς τρόπους επικοινωνίας που ενισχύουν την εμπιστοσύνη ανάμεσα στον γονιό και τον/την έφηβο, στη σχολική επίδοση και συμπεριφορά, στην ανεξαρτητοποίησή του, στη χρήση νέων τεχνολογιών και στην πρόληψη παραπτωματικών συμπεριφορών.
Άλλα θέματα που πραγματεύονται οι ομάδες είναι οι διαφορετικοί τύποι γονέων και οι τρόποι πειθαρχίας που βοηθούν να υπάρχει μεγαλύτερος έλεγχος στο μεγάλωμα των παιδιών σας ή ειδικά θέματα όπως το διαζύγιο, η υιοθεσία ή το παιδί με σοβαρό και χρόνιο νόσημα.
«Ανεξάρτητα από την ηλικία των παιδιών, οι ομάδες γονέων βοηθούν τους γονείς να αισθάνονται πιο σίγουροι για τον εαυτό τους, καθώς τους εφοδιάζουν με νέες στρατηγικές που τους φέρνουν πιο κοντά με τα παιδιά και, το σημαντικότερο, τους επιτρέπουν να τα στηρίξουν ώστε να γίνουν πιο ανεξάρτητα, αυτόνομα, δημιουργικά και υπεύθυνα. Επιπλέον, είναι και ένα ασφαλές πλαίσιο γνωριμίας και συνάντησης με άλλους γονείς στο οποίο καλλιεργείται ο αμοιβαίος σεβασμός, η αλληλοβοήθεια, η αλληλοϋποστήριξη και η εχεμύθεια», περιγράφει η κυρία Τόλια τα οφέλη που προκύπτουν για τους γονείς που εκπαιδεύονται σε ομάδες γονέων.
Καθώς οι συναντήσεις της ομάδας προχωρούν, το αίσθημα της εμπιστοσύνης χτίζεται μέσα από τη σχέση με τους άλλους γονείς αλλά και τη σχέση με τον συντονιστή. «Κάθε συνάντηση μετατρέπεται σε μια ευκαιρία για μια περισσότερο βιωματική και σε βάθος μάθηση που μπορεί να οδηγήσει τους γονείς σε αλλαγές στον τρόπο που λειτουργούσαν. Έτσι, ενώ οι γονείς συχνά λένε ότι δεν καταφέρνουν να αξιοποιήσουν συμβουλές ή πληροφορίες που προσλαμβάνουν από τα βιβλία ή την τηλεόραση, είναι πιο πιθανό να εφαρμόσουν τις δεξιότητες που έχουν μάθει και εξασκήσει σε μία ομάδα» λέει η κυρία Κοσκινά.
Σημαντικό ρόλο σε αυτό έχει ο συντονιστής: είναι ο ειδικός που θα δημιουργήσει ένα ασφαλές περιβάλλον όπου οι γονείς θα μπορέσουν να κατανοήσουν καλύτερα τη σχέση που έχουν με το παιδί τους καθώς και να αναζητήσουν νέους τρόπους επικοινωνίας και συμπεριφοράς. Επιπλέον, η θετική επαφή με άλλους γονείς συνήθως ενθαρρύνει τα μέλη μιας ομάδας να μοιραστούν σκέψεις και συναισθήματα, να νιώσουν λιγότερο μόνοι σε αυτό που βιώνουν και να συνειδητοποιήσουν τις δικές τους συμπεριφορές αλλά και τις συνέπειές τους, καθώς τις βλέπουν άμεσα να καθρεφτίζονται και στα άλλα μέλη της ομάδας. Δίνεται, δηλαδή, χώρος και χρόνος στους γονείς κάθε ομάδας ώστε να μοιραστούν τα βιώματά τους αλλά και να δημιουργήσουν νέες εμπειρίες. Με την ολοκλήρωση της εκπαίδευσης οι γονείς δεν έχουν αποκτήσει μόνο γνώσεις και δεξιότητες αλλά και έχουν αναπτύξει διαφορετικές στάσεις και συμπεριφορές επανεξετάζοντας με κριτική διάθεση τις δυσλειτουργικές πεποιθήσεις τους.
Mε τη συνεργασία της ψυχολόγου – παιγνιοθεραπεύτριας, Νεφέλης Κοσκινά και της εκπαιδευτικού – συμβούλου ψυχικής υγείας, Μαρίας Τόλια