Η ΛΙΛΗ ΛΑΜΠΡΕΛΛΗ ΑΦΗΓΕΙΤΑΙ “ΕΝΤΕΚΑ ΜΕΡΕΣ ΤΟΥ ΑΠΡΙΛΗ 1826”

Έντεκα μέρες του Απρίλη 1826Τις Έντεκα μέρες του Απρίλη 1826 της Λίλης Λαμπρέλη (Εκδόσεις Πατάκη, εικονογράφηση Κατερίνα Βερούτσου) τις τέλειωσα σε λίγη ώρα βαθιά συγκινημένη. Πέραν του ότι είναι ένα εξαιρετικό ανάγνωσμα -μακάρι με τέτοια κείμενα να διδασκόταν η ιστορία στα παιδιά- με άγγιξε, χωρίς να το περιμένω καθόλου, και προσωπικά. Βλέπετε, λέγεται πως η οικογένειά μου από την πλευρά του μπαμπά μου κρατούσε από το Μεσολόγγι, πως το επώνυμο ήταν Δούμα και πως στο τέλος είχαν επιζήσει μόνο μια παπαδιά κι ο γιος της. Εκείνη χάθηκε στην Έξοδο, μα το παιδί σώθηκε, έμεινε να λέγεται πως σώθηκε ο γιος της παπαδιάς και του ’μεινε το νέο παρατσούκλι. Κατόπιν, εκείνος βρέθηκε στα Άγραφα, όπου έκανε νέα ζωή και οικογένεια, κι ήτανε ο προπάππος του παππού μου. Τέλος πάντων, καθώς διάβαζα φανταζόμουν μια λεπτή γραμμή να με συνδέει με όσα γνώριζα ότι συνέβησαν, μα είχα χρόνια να αγγίξω (και τέτοιο άρτιο κείμενο, λογοτεχνικό και ιστορικό συνάμα ποτέ δεν είχα ξανασυναντήσει), και η αρχική συγκίνηση κατέληξε σε κλάμα γοερό.

Η Λίλη Λαμπρέλλη αφηγείται ένα μικρό χρονικό μιας μεγάλης στιγμής της Ελληνικής Επανάστασης και της ευρωπαϊκής ιστορίας: εννιά μέρες πριν και δυο μέρες μετά την Έξοδο του Μεσολογγίου μέσα από τη ματιά ενός εφήβου, του Μάρκου, του Γελεκτσή που σπρώχτηκε με τη βία στην ενηλικίωση εκείνες τις μέρες του Απρίλη του 1826. Με βάση τις μαρτυρίες αγωνιστών, ακολουθούμε τη ροή των γεγονότων που οδηγούν σε κλιμάκωση της πείνας, της απώλειας, της οδύνης, του ηρωισμού, της αληθινής αθωότητας και συγχρόνως της μυθικής αγριότητας που βιώνουν οι ήρωες και οι ηρωίδες της Εξόδου. Όλα τα πρόσωπα εκτός από τον Μάρκο και τον Άγγελο είναι ιστορικά και πολλοί διάλογοι μεταφέρονται επί λέξει, όπως καταγράφηκαν. Όσο για τους Γελεκτσήδες, τους εφήβους που σχεδόν όλοι έχασαν τη ζωή τους για τη λευτεριά, είναι, σύμφωνα με τη συγγραφέα οι πιο γενναίοι απ’ τους γενναίους. Σήμερα, έχουμε την τιμή και τη χαρά να τη φιλοξενούμε στο Τaλκ, για να μας μιλήσει για τη δική της ματιά πάνω στην Έξοδο. Λίλη ΛαμπρέλληΚαλησπέρα, κ. Λαμπρέλλη. Είναι μεγάλη χαρά και τιμή μας που σας φιλοξενούμε και πάλι στις σελίδες μας με αφορμή, αυτή τη φορά, τις «Έντεκα μέρες του Απρίλη 1826». Καταρχάς, ποιο ήταν το έναυσμα για να το γράψετε και πώς δουλέψατε; Ποιες ήταν οι πηγές σας; 

Καλησπέρα και σε σας, κ. Παπαδιά. Το έναυσμα ήταν μια πρόσκληση της Μαρίζας Ντεκάστρο να συμμετέχω με ένα μικρό κείμενο σε μια συλλογική έκδοση με τίτλο 21+1 συγγραφείς γράφουν – καλλιτέχνες εικονογραφούν για το 1821, από τις εκδόσεις Παπαδόπουλος. Δέχτηκα με χαρά, αλλά συγχρόνως δίσταζα ποια χρονική στιγμή του αγώνα να διαλέξω, γιατί η σχέση μου με την Ελληνική Επανάσταση είχε μείνει στο επίπεδο παιδικών σχολικών αναμνήσεων, με λανθασμένα ιστορικά στοιχεία και στεγνή αποστήθιση χρονολογιών. Όμως είχα την τύχη να ξεκινήσω μια  αναζήτηση έμπνευσης από το βιβλίο του ιστορικού Θάνου Βερέμη Τριπολιτσά-Μεσολόγγι, που το διάβασα απνευστί, και αμέσως διάλεξα το θέμα μου: την απίστευτα ηρωική ήττα του Μεσολογγίου που άνοιξε τον δρόμο προς την Απελευθέρωση. Αφού παρέδωσα το μικρό μου κείμενο, δεν σταμάτησα την αναζήτηση στοιχείων για το Μεσολόγγι. Το έκανα από καθαρή ευχαρίστηση, γιατί είχα σχεδόν εθιστεί να είμαι παρέα με τους αγωνιστές και τους φιλέλληνες, αλλά δεν σκόπευα να γράψω κάτι άλλο. Όμως η δεύτερη πηγή μου με έκανε να αλλάξω γνώμη. Μου προέκυψε από κουβέντα με τη φιλόλογο και φίλη Ιωάννα Σπηλιοπούλου, που μου δάνεισε το πολύ ιδιαίτερο βιβλίο Γελεκτσήδες, οι σκήμνοι της φρουράς. Συγγραφέας του ήταν ο Τάκης Καπώνης, προσωπικός φίλος του πατέρα της. Αυτό ήταν! Οι Γελεκτσήδες, τα λιονταράκια της Φρουράς του Μεσολογγίου, με συνεπήραν και μπήκαν για πάντα στη ζωή μου, όπως και ο μπαρμπα-Λιας, ο παραμυθάς. Ξεκίνησα να γράφω καθημερινά, ενώ ένα μέρος της μέρας (ή της νύχτας) διάβαζα ό,τι μπόρεσα να βρω από διάφορες πηγές για την τελευταία πολιορκία και την Έξοδο του Μεσολογγίου, που αναφέρονται στο τέλος του βιβλίου.

Τι ήταν αυτό ή αυτά που σας συγκλόνισε/αν περισσότερο καθώς αφηγούσασταν εκ νέου την ιστορία των Ελεύθερων Πολιορκημένων του Μεσολογγίου;

Ήταν πολλά όσα με συγκίνησαν και με ταρακούνησαν, ξεκινώντας από τον ηρωισμό και την οδύνη των Μεσολογγιτών που θυσιάστηκαν οι ίδιοι, οι οικογένειές τους, τα σπίτια τους, η πόλη τους για τον αγώνα. Η γενναιότητα του προεστού Χρήστου Καψάλη που ανατινάχτηκε –όχι χωρίς αντίσταση– με 400 ηλικιωμένους, αρρώστους και τραυματίες συμπολίτες του, ανήμπορους να τρέξουν στην Έξοδο, είναι ένα από τα πολλά σχεδόν άγνωστα παραδείγματα ανατίναξης και αυτοθυσίας των Μεσολογγιτών. Το δεύτερο που με ξάφνιασε σε βαθμό να μην το χωράει το μυαλό μου ήταν οι αντιφάσεις στη συμπεριφορά των αγωνιστών και ιδίως των Σουλιωτών. Από τη μια η σκληρότητα, η αφοβία, η αντοχή στον πόλεμο, οι πεισματικές πολιτικές αντιπαραθέσεις κι από την άλλη η αλληλεγγύη με τους συντρόφους, η παιδική αθωότητα στα πειράγματα και τα χωρατά τους –ακόμα και με τους εχθρούς– και πάνω απ’ όλα, η ικανότητά τους να αγαπούν με τον ίδιο τρόπο που πολεμούσαν: με πάθος. ‘Ομως εκείνο που με συγκλόνισε περισσότερο απ’ όλα ήταν οι συνθήκες ζωής των παιδιών εκείνες τις μέρες στο Μεσολόγγι και ιδιαίτερα των Γελεκτσήδων. Παρότι είχαν βαριά πένθη, τους θέριζαν οι αρρώστιες και η απόλυτη έλλειψη τροφής και καθαρού νερού, όλη τη μέρα δούλευαν σκληρά προσπαθώντας να βοηθήσουν την οικογένειά τους να επιβιώσει και την πόλη ν’ αντισταθεί, με κάθε θυσία.  Οι λιγοστοί που επέζησαν ως τη μέρα της Εξόδου αμείφθηκαν σχεδόν όλοι με τον θάνατο ή την αιχμαλωσία τους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, και στη συνέχεια, με τη δική μας λήθη. Η μνήμη τους ζει μόνο μέσα από την τοπική προφορική παράδοση και κάποιες μαρτυρίες. Για παράδειγμα, γνωρίζουμε ότι δύο από τα αδέλφια του Μεσολογγίτη ιστορικού και πρωθυπουργού Σπυρίδωνα Τρικούπη ήταν Γελεκτσήδες και έκαναν εφόδους με τη δική τους βάρκα στα τουρκικά πλοία. Με δυο λόγια, η τυχαία από μένα ανακάλυψη αυτών των μικρών ξεχασμένων ηρώων με αναστάτωσε κυριολεκτικά. Η λήθη τους με έπνιγε και θέλησα να της αντισταθώ μ’ αυτό το αφήγημα.                 

Ποιος ήταν ο αναγνώστης στον οποίον απευθυνόσασταν όταν γράφατε το βιβλίο; Γιατί είναι σίγουρα ένα κείμενο που απευθύνεται σε ενήλικους, αλλά -όσο σκληρό κι αν είναι- μπορεί και πρέπει να διαβαστεί και από παιδιά. Νομίζω από 10-11 ετών… Τι λέτε; Μπορεί ένας προέφηβος του σήμερα να αντιμετωπίσει το γεγονός ότι π.χ. από 9.000 γυναικόπαιδα γλίτωσαν μόνο 3 ή 4 παιδιά και 13 γυναίκες; Έχει τη δυνατότητα να συλλάβει το μέγεθος της τραγωδίας;

Απευθυνόμουν σε πνευματικούς “συγγενείς μου” κάθε ηλικίας, από προεφήβους ως υπερήλικες, ανθρώπους που δεν γνωρίζω, εγγράμματους αλλά στην ουσία ανιστόρητους σαν κι εμένα, που όμως θα ήθελαν να γνωρίσουν κάποιες αληθινές στιγμές της Ελληνικής Επανάστασης που δεν διδαχτήκαμε στο σχολείο γιατί δεν χωράνε στα σχολικά εγχειρίδια. Πράγματα που ξεφεύγουν από τις συχνά ανούσιες και πομπώδεις επετειακές εκδηλώσεις. Το βιβλίο απευθύνεται σε όλο το ηλικιακό φάσμα αναγνωστών, από 10 χρονών ή και λίγο μικρότερα παιδιά ως τους ενήλικους κάθε ηλικίας. Πιστεύω ότι κανένα παιδί δεν θα τρομάξει από τη μυθική αγριότητα αυτών των ημερών, γιατί όλη η αφήγηση μοιάζει με παραμύθι. Στα λαϊκά παραμύθια δεν δίνονται λεπτομέρειες στις σκηνές αγριότητας. Οι εικόνες δίνονται αφαιρετικά, έμμεσα, σαν αχνά σκίτσα με μολύβι, κι ο καθένας που ακούει ή διαβάζει, προσθέτει με τη φαντασία του τα χρώματα που θέλει και αντέχει. Αντίθετα, η αγριότητα με την έτοιμη, “ζωντανή” εικόνα της τηλεόρασης ή του τάμπλετ μπορεί να τρομάξει και να πληγώσει.

Ο Μάρκος, ο νεαρός πρωταγωνιστής σας, είναι Γελεκτσής. Θέλετε να μας πείτε λίγα περισσότερα λόγια για αυτούς; 

Οι Γελεκτσήδες ήταν περίπου 90 ατρόμητοι νεαροί Μεσολογγίτες αγωνιστές, κυρίως έφηβοι το πολύ ως 17 χρονών, αλλά από τα στοιχεία που διασώθηκαν, με 14 ονόματα και τις αντίστοιχες ηλικίες τους, βλέπουμε ότι συμμετείχαν στις τάξεις τους και παιδιά 10 ετών. Τα μικρότερα παιδιά έκαναν πετροπόλεμο με μεγάλη δεξιότητα, καθώς και πολλές βοηθητικές εργασίες, για παράδειγμα, κουβαλούσαν νερό για τους πληγωμένους βγαίνοντας κρυφά από τα τείχη και φτιάχνοντας αλυσίδα με τα σώματά τους για να μπορέσει ο πιο μικρόσωμος να κατεβεί ως μια μυστική πηγή. Κάποια παιδιά ήταν ταχυδρόμοι που έβγαιναν επίσης κρυφά από την πολιορκημένη πόλη για να μεταφέρουν μηνύματα μεταξύ των πολιορκημένων οπλαρχηγών και των οπλαρχηγών που είχαν στρατοπεδέψει με τα παλικάρια τους κοντά στα γύρω χωριά, όπως για παράδειγμα, ο Καραϊσκάκης. Τα μεγαλύτερα παιδιά βοηθούσαν γεμίζοντας τα όπλα των αγωνιστών στους προμαχώνες και μαθήτευαν στην τέχνη του πολέμου παίρνοντας μέρος στα γιουρούσια που γίνονταν στα εχθρικά στρατόπεδα ή κάνοντας νυχτερινές επιθέσεις με μονόξυλα στα πλοία των εχθρών. Οι Γελεκτσήδες δημιούργησαν αυθόρμητα ένα είδος άτυπου ιερού λόχου και ονομάστηκαν έτσι από το γιλέκο που φορούσαν για να μην τους βαραίνει η κάπα, αν και για μένα η δήλωση ότι δεν φορούσαν πανωφόρι αντιστοιχεί στο πόσο “γυμνοί” ήταν, δηλαδή πόσο ευάλωτοι και συγχρόνως πόσο ατρόμητοι μπροστά στον κίνδυνο του πολέμου. Στα 14 ονόματα αναφέρονται και δυο κορίτσια, ηρωίδες στη μάχη της Κλείσοβας, που είχαν την τύχη να είναι από τις ελάχιστες γυναίκες που επέζησαν στην Έξοδο – η μία από αυτές είναι η Τασούλα του βιβλίου.    

Πλην του Μάρκου και του Άγγελου, τα υπόλοιπα πρόσωπα της ιστορίας σας είναι ιστορικά, ακόμα και πολλοί διάλογοι έχουν μεταφερθεί αυτούσιοι στο κείμενό σας από μαρτυρίες που έχουν διασωθεί. Κι όμως εσείς είστε… παραμυθού. Γιατί επιλέξατε τόση αλήθεια στην αφήγησή σας αυτή; 

Γιατί τα γεγονότα των τελευταίων ημερών και της Εξόδου είναι τόσο συγκλονιστικά και τόσο “επικά” που μοιάζουν πιο πολύ με μοτίβα μαγικού παραμυθιού και λιγότερο με “Ιστορία”. Βρήκα την αφήγησή τους πολύ ελκυστική, συναρπαστική θα έλεγα (πρώτα πρώτα για μένα), γιατί ξεπέρασαν ακόμα και το πιο ευφάνταστο παραμύθι. Η ζωή, σε ακραίες καταστάσεις ηρωισμού, ξεπερνάει τη μυθοπλασία, και αυτό ισχύει απόλυτα για τις έντεκα μέρες του Απρίλη 1826 που περιγράφω.

Διαβάζοντας το κείμενο, δε σταματούσα να σκέφτομαι ότι αν η ιστορία διδασκόταν [και] μέσα από σύγχρονες αφηγήσεις, που συνδυάζουν λογοτεχνία και ιστορικά γεγονότα, η εκμάθησή της θα ήταν πολύ πιο αποτελεσματική, ενώ θα ήταν και πιθανότερο να αγαπήσουν τα παιδιά αυτό το παρεξηγημένο -δυστυχώς- μάθημα. Με άλλα λόγια, όποιος διαβάσει τις Έντεκα μέρες του Απρίλη 1826, δεν θα ξεχάσει ΠΟΤΕ τι συνέβη στο Μεσολόγγι. Ποια είναι η γνώμη σας;

Η αλήθεια είναι ότι τουλάχιστον εγώ δεν θα ξεχάσω ποτέ πως μια τόσο σθεναρή αντίσταση, ακόμα κι από μικρά παιδιά, σε τόσο τρομακτικές συνθήκες στέρησης, αρρώστιας, πολέμου, μια απόλυτα ηρωική αντίσταση την οποία ακολούθησε η συνειδητή επιλογή της αυτοθυσίας από τους Μεσολογγίτες προεστούς και τη Φρουρά, δεν μπορεί να πάει χαμένη. Η συγκίνηση που προκάλεσε η Έξοδος των Μεσολογγιτών σε ολόκληρο τον κόσμο και κυρίως η σφαγή και η αιχμαλωσία γυναικοπαίδων για να πουληθούν σε σκλαβοπάζαρα της Ανατολής έκανε να ξεχαστούν οι εμφύλιες διαμάχες των αγωνιστών και να σταλεί η πολυπόθητη βοήθεια, κυρίως από την Ευρώπη, που οδήγησε στη ναυμαχία του Ναυαρίνου και την Απελευθέρωση. Τα παιδιά ήταν οι αφανείς και αμιγώς “αθώοι” ήρωες αυτού του αγώνα. 

Σε λίγο καιρό συμπληρώνονται τα 200 χρόνια από την επίσημη έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης. Οι πρωτόγνωρες καταστάσεις (για τα δεδομένα μας…) που ζούμε μάλλον δεν θα επιτρέψουν πολυπληθείς και μεγάλους εορτασμούς. Βέβαια, στον χώρο του παιδικού βιβλίου εδώ και μήνες υπάρχει μεγάλη κινητικότητα, σε ένα πεδίο μάλιστα στο οποίο μέχρι τώρα υπήρχαν ελάχιστες και κυρίως γραφικές αναφορές. Ποια μηνύματα θα θέλατε εσείς να περάσει αυτή η επέτειος στα παιδιά; Θα μπορέσουμε, άραγε, να τοποθετήσουμε σωστά, στο πλαίσιο του 21ου αιώνα, τους εορτασμούς, και να αποφύγουμε εθνικιστικές κορόνες, προπαγάνδα και εκφράσεις μίσους προς τον τουρκικό λαό, ιδιαίτερα σε μια περίοδο όπου πάλι οι σχέσεις των δυο χωρών είναι τεταμένες;

Δυστυχώς δεν το πιστεύω ότι θα αποφύγουμε τις “εθνικιστικές κορόνες”. Ελπίζω η πολιτική μας ηγεσία να έχει την ευφυΐα και την ευπρέπεια να ξεχωρίσει την πολιτική της τουρκικής ηγεσίας από τον τουρκικό λαό. Το βασικό μήνυμα που θα ήθελα να περάσει στα παιδιά είναι αυτό που γράφω στο πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου (σ. 12) “Γιατί ο πόλεμος από αγγέλους κι από δαίμονες κι από κατάρες είναι πλασμένος”, δηλαδή ο πόλεμος από αθώους κι από θύτες κι από δυστυχία είναι πλασμένος –ένα μήνυμα αντιπολεμικό. Όμως, αν ποτέ πολιορκηθούμε (από οποιονδήποτε και με όποια μορφή), θα ήθελα να θυμούνται και τα παιδιά κι ο καθένας μας πως οι πρόκριτοι Μεσολογγίτες μαζί με τους αγωνιστές της Φρουράς, αφού απέρριψαν κάθε πρόταση να καταθέσουν τα όπλα και εξάντλησαν όλα τα περιθώρια της ανθρώπινης αντοχής χωρίς να σταματήσουν ούτε στιγμή να υπερασπίζονται το Μεσολόγγι, στις 2 μετά τα μεσάνυχτα, πριν χαράξει η 11η Απριλίου 1826, Κυριακή των Βαϊων, έκαναν ηρωϊκή Έξοδο με δικό τους σάλπισμα εφόδου, σηκώνοντας πρώτοι αυτοί τις σημαίες τους. Επιτέθηκαν και απώθησαν και πεζικό και ιππικό κι από τους δυο ξένους στρατούς και σαν ένα σώμα έτρεχαν, έτρεχαν ελικοειδώς με μεγάλη ταχύτητα και πολεμώντας ασταμάτητα από δυο μεριές ώσπου έφτασαν στα ριζά του Ζυγού. Η απόσταση από την πόλη ως εκεί ήταν γύρω στα δέκα χιλιόμετρα. Μπορείτε να φανταστείτε τη δύναμη ψυχής αυτών των σκελετωμένων από την πείνα και τις κακουχίες ανθρώπων; Όσοι κατάφεραν να σωθούν έπρεπε να απωθήσουν τον αιγυπτιακό στρατό που τους καταδίωκε και στη συνέχεια την ενέδρα του Μουστάμπεη στο ανέβασμα του βουνού. Και όσοι μπόρεσαν να φτάσουν στην κορφή έπρεπε μετά να περπατήσουν ώρες πολλές ως τη Δερβέκιστα. Μόνον οι επικοί ήρωες παραμυθιών έχουν αυτή την αντοχή κι αυτή την εμπιστοσύνη στη ζωή.  

Μια και ξεκινήσατε με το Μεσολόγγι, σκέφτεστε να επαναφηγηθείτε με τον δικό σας, μοναδικό τρόπο, τον παραμυθένιο, και άλλες ιστορικές στιγμές της Ελλάδας;

Θα το ήθελα πολύ. Είναι μια ιδέα που μου πέρασε από το μυαλό όταν διάβασα τη Μνήμη της φωτιάς του Γκαλεάνο, πριν από μερικά χρόνια, αλλά ποτέ δεν βρήκα τον χρόνο να κάνω τη μεγάλη έρευνα που είναι απαραίτητη για κάτι τέτοιο. Όσο περνάει ο καιρός τόσο λιγοστεύουν οι πιθανότητες να ξεκινήσω αυτό το ταξίδι. Όμως, κάποιες φορές η ζωή είναι παράξενα γενναιόδωρη. Μπορεί να τα καταφέρω.

Είμαι σίγουρη πως θα τα καταφέρετε! Σας ευχαριστώ πολύ!

Κι εγώ σας ευχαριστώ για τη φιλοξενία και πάνω απ’ όλα για τις μεστές ερωτήσεις.

Το βιβλίο της Λίλης Λαμπρέλλη Έντεκα μέρες του Απρίλη 1826 κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πατάκη. 

Leave a Reply