ΤΟ ΕΞΟΧΙΚΟ

εξοχικόΩς παιδί δεν είχα «χωριό». Το φανταζόμουν όμως. Άκουγα τις περιγραφές των φιλενάδων μου όταν επέστρεφαν τον Σεπτέμβρη. Παιχνίδι στις πλατείες, υποχρεωτικό μεσημεριανό ησυχαστήριο για να κοιμηθεί η γιαγιά και ο παππούς, επισκέψεις στο κοτέτσι για φρέσκα αυγά, τόσο φρέσκα που τα έτρωγαν ωμά, χτυπητά με ζάχαρη, ύπνος σε στρώματα στην αυλή. Αισθανόμουν ότι το «χωριό» ταξίδευε τους φίλους μου όχι μόνο σε άλλον τόπο, αλλά και σε άλλον χρόνο. Μια επαναλαμβανόμενη θερινή ρουτίνα, γλυκιά, τεμπέλικη, ξεκούραστη. Εμείς, λοιπόν, ως «ά-χωρη» οικογένεια, έτσι μας έλεγα, περνούσαμε κάθε καλοκαίρι σε μέρος διαφορετικό, μετά ίδιο, αλλά ποτέ ολότελα δικό μας, σε τόπους που δεν περιέχονταν στο γονίδιό μας. Μέχρι που, εκεί κοντά στην ενηλικίωσή μου, αποκτήσαμε εξοχικό…

Το εξοχικό στην αρχή σνόμπαρα ως αυθεντική δεκαοχτάχρονη που προτιμούσε να ψήνεται στο λιοπύρι της Αθήνας αυγουστιάτικα προκειμένου να μην είναι με τους γονείς της ή να πλέει με κάθε ευκαιρία για κοντινά ή μακρινά κυκλαδίτικα νησιά. Σιγά σιγά όμως, το εξοχικό άρχισε να γίνεται το νησί μου, το «χωριό» μου. Τα κρυμμένα απόκρημνα βραχάκια κοντά στο σπίτι θύμιζαν κάτι από Αμοργό, η θέα κάτι από Σίφνο, το φαγητό κάτι από μαμά, με αποτέλεσμα οι μέρες παραμονής στο μαγευτικό Λαύριο να αυξάνονται όσο αυξάνονταν τα κεράκια των γενεθλίων μου.

Μέχρι που έκανα τα δικά μου παιδιά και δεν μπορώ να φανταστώ απολύτως κανένα καλοκαίρι χωρίς το εξοχικό, το «χωριό τους». Οι καλοκαιρινοί φίλοι τους μεγαλώνουν μαζί τους, τα μπρατσάκια και τα σωσίβια έγιναν απόχες και μετά ψαροντούφεκα, τα πλαστικά μωρουδιακά παιχνίδια έγιναν επιτραπέζια και iPod, τα προσεκτικά βήματα και οι ψιθυριστοί βραδινοί διάλογοι «για να μην ξυπνήσει το μωρό» έδωσαν τη θέση τους σε «ΣΣΣΣΣΣ κοιμάται η μάνα μου». Το φαγητό της μαμάς είναι πλέον δική μου αρμοδιότητα, γιατί εγώ είμαι η μαμά, αλλά δε με πειράζει, στο εξοχικό όλα είναι πιο νόστιμα, πιο ζουμερά, πιο μυρωδάτα.

Το φετινό καλοκαίρι, λοιπόν, με βρήκε εδώ. Και από εδώ θα το αποχαιρετίσω. Ένας χειμώνας γεμάτος ανασφάλεια, φόβο και καταστάσεις για όλους πρωτόγνωρες έσβησε όταν πάτησα ξυπόλητη στη βεράντα. Όταν της έριξα το πρώτο νερό. Όταν βούτηξα από τα βραχάκια. Όταν καθάρισα την πρώτη ντομάτα του καλοκαιριού. Για λίγο απλοποιώ τα διλήμματά μου  ̶πρωινό ή απογευματινό μπάνιο, ψωμί ή παξιμάδι, βιβλίο ή μεσημεριανός ύπνος; Είμαι στο «χωριό» μου, είναι καλοκαίρι και είμαι καλά.

Leave a Reply