ΟΙ ΕΡΩΤΕΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΚΩΝ ΜΑΣ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΩΝ: ΜΑΡΙΑΛΕΝΑ ΣΕΜΙΤΕΚΟΛΟΥ

Μαριαλένα ΣεμιτέκολουΚαλοκαίρι για τα παιδιά σημαίνει διακοπές, χαλάρωση, ραστώνη, μπάνια, παγωτά, εκδρομές, παιχνίδι και… έρωτες! Ταξιδέψτε, σας παρακαλώ, μερικά χρόνια πίσω και θυμηθείτε τους. Θυμηθείτε τα αγόρια και τα κορίτσια των διακοπών, σε χωριά, εξοχικά, κατασκηνώσεις και παντός είδους θέρετρα, που έκαναν την καρδιά σας να βροντοχτυπά. Θυμηθείτε πώς αναστατωνόσασταν και δεν ξέρατε τι να κάνετε την αναστάτωση αυτή! Θυμηθείτε πώς τους αναπολούσατε τους χειμώνες και πώς τους περιμένατε τα επόμενα καλοκαίρια. Ανατρέξτε κι εσείς στο παρελθόν, όπως κάνει -για αρχή- η συγγραφέας Μαριαλένα Σεμιτέκολου.

Εκείνη την εποχή, τα καλοκαίρια δεν είχαν ξαπλώστρες στην παραλία. Είχαν ψάθες στρωμένες στην άμμο και πετσέτες από πάνω, κι όλοι καθόμασταν κατάχαμα, εκτεθειμένοι στον ήλιο χωρίς ομπρέλες. Και οι ημέρες είχαν δύο μπάνια. Ένα πρωινό κι ένα απογευματινό. Μετρούσαμε τα μπάνια μαζί με τα παγωτά που τρώγαμε. Οι πιο επιμελείς μετρούσαν πόσα πρωινά και πόσα απογευματινά. Πόσα ξυλάκια και πόσα κυπελάκια. Τα κορίτσια της ηλικίας μου, κορίτσια που μόλις είχαν τελειώσει την έκτη δημοτικού, φορούσαν με υπερηφάνεια το σουτιέν του μπικίνι τους, ίσιωναν κάθε τόσο τις τιράντες του και φρόντιζαν για τη σωστή εφαρμογή του ως εάν να ήταν κανένα παράσημο, ενώ ταυτόχρονα χάζευαν με λαιμαργία τις γυμνόστηθες, συνήθως ξανθές, λουόμενες που κατέκλυζαν την παραλία. Για κάποιες από μας ήταν το πρώτο καλοκαίρι που θα υποχρεωνόμασταν να κάτσουμε για δυο τρεις μέρες στην ψάθα, χωρίς να βουτήξουμε. Ήταν ένας περιορισμός ανάμεικτος: βανίλια-κακάο, τιμή και ατίμωση. Τα κατανάλωνες μαζί, έχοντας ξεμπερδέψει με τη σκουρόχρωμη επικάλυψη. Ήμασταν ενημερωμένες: η επικάλυψη δεν ήταν σοκολάτα, το φετινό καλοκαίρι δεν ήταν ενηλικίωση. Καμιά από τις δυο ενημερώσεις δε μας ήταν σαφής, αλλά δεν πολυρωτούσαμε κιόλας.

Το αγόρι – μάλλον συνομήλικο, σίγουρα σγουρομάλλικο- καθόταν στη διπλανή ψάθα. Κάθε μέρα στην ίδια θέση. Δίπλα. Δεκαπέντε πρωινά και δεκαπέντε απογεύματα. Εκεί. Μπαίναμε και βγαίναμε από τη θάλασσα μαζί, πρώτα εκείνος, μετά εγώ, εκείνος πιο βαθιά, εγώ πιο έξω, εκείνος πάντα με μια μπάλα, εγώ σκέτη. Τσιμουδιά. Τις ώρες έξω από τη θάλασσα κοιτιόμασταν με όλα τα υπόλοιπα εκτός από τα μάτια μας. Ένας διάλογος όλος κι όλος, το τελευταίο πρωινό. “Πώς σε λένε; Θα κάτσετε μέρες;”, “Μαριαλένα, και φεύγουμε αύριο”. Τσιμουδιά. Εκείνος βουτάει προς τα μέσα, εγώ ξεβράζομαι προς τα έξω, αλλά όχι από το κύμα. Το απόγευμα φτιάχνονται οι βαλίτσες. “Εγώ θα πάω στη θάλασσα”. Πήγα. Δε βούτηξα. Έκατσα οκλαδόν στην άμμο και κοιτούσα με τα μάτια μου το υπερπέραν. Θα μπορούσα να πετάω πετρούλες στη θάλασσα, δήθεν αδιάφορη, αλλά δε βρήκα το θάρρος. Στο αυτοκίνητο της επιστροφής ακούγονταν κάτι σουξέ ελληνικά, αισθηματικά, αφύσικα δυνατά, αφόρητα επίμονα. Την άλλη μέρα στην Αθήνα, τριάντα οχτώ, μέσα και έξω. “Κάπου την άρπαξε, δώσ’ της ένα ντεπονάκι και θα της περάσει”. Το φθινόπωρο, στο γυμνάσιο, θα άρχιζε η εποχή των αδιάλειπτων εξομολογήσεων, των νευρικών γέλιων και των απανωτών δραμάτων. Θα εγκαινιαζόταν ένας νέος έρωτας, συνομήλικος και του ίδιου φύλου, μια φιλία για να λες και να ακούς τα πάντα. Όμως δεν το ήξερα ακόμη αυτό, κι ο πυρετός δεν έπεφτε με το ντεπόν, κι εγώ ανάσκελα στη ζέστη, κοιτούσα τα ταβάνια και νοσταλγούσα τη θάλασσα.

oi-kyriakes-to-kalokairi

Η Μαριαλένα Σεμιτέκολου γεννήθηκε το 1973 και μεγάλωσε στον Πειραιά. Σπούδασε Ψυχολογία στο Πανεπιστήμιο Κρήτης από όπου απέκτησε το διδακτορικό της δίπλωμα στη συναισθηματική ανάπτυξη των πρώτων βρεφικών χρόνων. Έχει διδάξει μαθήματα Ψυχολογίας και Ποιοτικής Μεθοδολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης και στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Παράλληλα έχει δουλέψει ως ψυχολόγος-ερευνήτρια σε προγράμματα που αφορούν την ενδυνάμωση κοινωνικά ευπαθών ομάδων. Ζει στην Αθήνα και εργάζεται ως ψυχολόγος. Είναι παντρεμένη και έχει δύο κόρες. Το βιβλίο της «Οι Κυριακές, το καλοκαίρι» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ίκαρος!

Leave a Reply