ΛΙΓΟ ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΧΟΡΟ-ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2012

«Φίλες Φώκιες Φαλακρές, Φάβα Φτιάχναν και Φακές»: με στίχους της Παυλίνας Παμπούδη ο γιος μου άρχισε να μαθαίνει την αλφάβητο. Νωρίτερα μια ακόμα καλή ποιήτρια, η Μαριανίνα Κριεζή, είχε αρχίσει να τον «μυεί» στη λογοτεχνία με τη βοήθεια ενός βατράχου. «Σε μια λίμνη μολυσμένη, ρηχή, θολή και σιχαμένη ζούσε ένας βάτραχος μικρούλης ο Εμμανουήλ Α. Μπακακούλης…»: αυτά ήταν τα «σουξέ» της προσχολικής ηλικίας στο σπίτι μας. Κι ήταν τόσο όμορφα που ακόμα τα θυμάμαι απ’ έξω. «Σουξέ» και οι Άθλοι του Ηρακλή και του Θησέα. Τα πολλά «πάλι» παραλίγο να με κάνουν να βλέπω σαν εχθρούς μου τους δύο ήρωες, παράλληλα όμως ενίσχυαν τη σιγουριά μου πως το παιδάκι μου, που (όπως όλα τα παιδάκια) λάτρευε να του διαβάζουν ιστορίες, θα γοητευόταν από το σχολείο όπου θα μάθαινε περισσότερες.
Μαζί με το σχολείο όμως άρχισε να «ξενερώνει» ακόμα και ο ζωηρούλης Δίας. Θα έχει καταβάλει πολύ κόπο, σκεφτόμουν τότε, όποιος έγραψε το βιβλίο ιστορίας για να κάνει βαρετή τη μυθολογία. Όσο για τα αναγνωστικά: Με πρόσχημα να μάθουν οι μικροί σύνθετες λέξεις ή υποκοριστικά, οι επιμελητές τους είχαν γεμίσει τις σελίδες με ολόδικά τους πονήματα (η «ξανθούλα που μπαίνει στη βαρκούλα» του Σολωμού δεν τους έκανε). Δεν τα θυμάμαι. Μάλλον επειδή ήταν εξίσου ρυθμικά με αυτά που είδα στα φετινά αναγνωστικά: «Ένα σκουλήκι των δοντιών τηλεφωνεί και λέει/τα δόντια σάπισέ του ώστε να μη με θέλει/η δολιότριχη οδοντόβουρτσα/ από το ποτηράκι». Μερικά μάλιστα έχουν, 15 χρόνια αργότερα, την ίδια υπογραφή.
Κι όλα αυτά ενώ δεν λείπουν οι καλοί συγγραφείς, όταν στα βιβλιοπωλεία εμφανίζονται συνέχεια καλά (εξωσχολικά) βιβλία. Στις δικές τους σελίδες είμαστε  αναγκασμένοι να επιμείνουμε –εμείς, μια που κανένας άλλος δεν μοιάζει να νοιάζεται? για να διασώσουμε τα παιδάκια του δημοτικού από αυτήν τη συστηματική προσπάθεια διαστρέβλωσης κάθε έννοιας γούστου, πρώτα απ’ όλα. Αλλά και για να έρθουν σε επαφή με τον πολιτισμό, να κατανοήσουν τον κόσμο γύρω τους, τα προβλήματά του. Στο αναγνωστικό τους το κεφάλαιο «πολιτιστική κληρονομιά» σχεδόν εξαντλείται σε παροιμίες και το απαραίτητο «οικολογικόν» στην ιστορία ενός παιδιού που συμφωνεί με ένα δέντρο «να του δίνω εγώ νερό/να μου δίνει αυτό χορό/ να παινεύω τα πουλιά του/να του λέω σ’ αγαπώ». Παρακάτω υπάρχει η ερώτηση «τι δίνει ο ποιητής στο δέντρο και τι του προσφέρει αυτό;»
Ευτυχώς που αποφοίτησα και δεν υποχρεούμαι να γράψω την απάντηση!

Leave a Reply