Ήμουν έτοιμη να μοιραστώ μαζί σας τα γνωστά, εποχιακά… ξέρετε.
Το χριστουγεννιάτικο δέντρο στολίστηκε λίγο μετά τον Δεκαπενταύγουστο. Η μαμά το κουβάλησε, το καθάρισε, το συναρμολόγησε, τα παιδιά το στόλισαν (όχι ολόκληρο φυσικά, τα κλαδιά που βρίσκονται σε ύψος μεγαλύτερο από 110 cm έμειναν κάπως παραπονεμένα, τα στολίδια συγκεντρώθηκαν κατά έναν περίεργο τρόπο κάτω δεξιά), η μαμά το ξαναστόλισε από την αρχή το βράδυ και χωρίς να κάνει διακρίσεις και ο μπαμπάς απλώς το θαύμασε.
Τα χριστουγεννιάτικα μπισκότα πόρρω απείχαν από τη φωτογραφία της συνταγής που ευλαβικά ακολουθήσαμε. Στραπατσαρισμένοι χιονάνθρωποι, ακρωτηριασμένα αστεράκια και λειψά χριστουγεννιάτικα δεντράκια γέμισαν τις γιορτινές πιατέλες μας.
Η βραδινή ανάγνωση παραμυθιού απέκτησε τον κλασικό θεματικό χαρακτήρα και τη θέση των πειρατών και των διαστημανθρώπων πήρε ο Αϊ-Βασίλης και τα ξωτικά του, οι χιονάνθρωποι και τα καλικαντζαράκια.
Όλα αναμενόμενα και γοητευτικά ως εδώ. Μέχρι που ήρθε η ώρα να γράψουμε το περιβόητο γράμμα στον Άγιο Βασίλη. «Αγαπημένε μου Άγιε Βασίλη, ήμουν καλό παιδί. Αυτά τα Χριστούγεννα θέλω να μου φέρεις…» Τα ορνιθοσκαλίσματα σταματούν εκεί. Προβληματισμός στην ομάδα. «Καλό σημάδι» σκέφτομαι. «Δείγμα ωριμότητας». Η αναμονή ατελέσφορη. Η διακοπή δεν ήταν απόδειξη ωριμότητας· όχι· ήταν αποτέλεσμα κορεσμού.
Προσπάθησα να σκεφτώ λοιπόν τι είναι χειρότερο: ένα παιδί που τα θέλει όλα; Ή ένα παιδί που δεν θέλει τίποτα; Τα φροϋδικά αναγνώσματα των φοιτητικών χρόνων μου έδωσαν την απάντηση: ο Φρόιντ, λοιπόν, έλεγε ότι το παιδί είναι –και πρέπει να είναι– ο βιρτουόζος της επιθυμίας και το νόημα της ζωής του πρέπει να είναι η ικανοποίηση αυτής της επιθυμίας μέσω της περιέργειας. Το παιδί πρέπει να φαντασιώνεται και πρέπει να θέλει. Η επιθυμία είναι πηγή έμπνευσης. Μεγαλώνοντας, απλώς μαθαίνουμε να χαλιναγωγούμε αυτήν την ορμή. Είναι σαν να ξεκινάμε τις ζωές μας ως «καλλιτέχνες» και να καταλήγουμε «επιστήμονες».
Το ζητούμενο λοιπόν είναι τα παιδιά μας να είναι «καλλιτέχνες» επειδή θέλουν να αποτύχουν ως «επιστήμονες». Πώς μπορούμε εμείς οι γονείς τους να διατηρήσουμε αυτό το κύμα επιθυμίας, έμπνευσης και ενθουσιασμού; Ισορροπώντας ανάμεσα στην άμεση πραγματοποίηση του κάθε «θέλω» των παιδιών μας και στην απόλυτη άρνηση. Γιατί το να έχει κάποιος μια επιθυμία και να μην υπάρχει κάτι να του αντιστέκεται είναι πραγματικά άνοστο, ανούσιο. Αλλά και ένας κόσμος που αντιστέκεται μέχρι υπερβολής στην επιθυμία είναι ένας κόσμος αβίωτος. Ο χρυσός κανόνας του μέτρου λοιπόν· κλασικά. Έτσι ώστε οι μικροί «καλλιτέχνες» μου του χρόνου να ζητήσουν ηχηρά και με λαχτάρα το δώρο τους και να σηκωθούν μέσα στη νύχτα για να δουν αν τους περιμένει κάτω από το δέντρο μας…