ΠΑΙΔΙΚΟΣ ΕΓΚΕΦΑΛΟΣ: Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΑΠΟ ΤΑ ΤΡΙΑ ΕΩΣ ΤΑ ΠΕΝΤΕ ΕΤΗ

παιδικός εγκέφαλοςΌπως συζητήσαμε και σε προηγούμενο άρθρο, ο παιδικός εγκέφαλος βρίσκεται σε συνεχή ανάπτυξη από την ενδομήτριο ζωή μέχρι και περίπου την ηλικία των 25 ετών. Παρουσιάζει τη μεγαλύτερη έκρηξη ανάπτυξης από την ηλικία των 3 ετών, ενώ ξεκινά να κατακτά τον έλεγχο των συναισθημάτων του μεταξύ 5 και 7 ετών. Ο εγκέφαλός μας αποζητά την αλλαγή καθώς αυτή τον κρατά ενεργό και παραγωγικό. Μέσα από την «προπόνηση» νέων δραστηριοτήτων, εκμάθηση και εξερεύνηση δεξιοτήτων οι νευρώνες «ενυδατώνονται», επιβιώνουν και δημιουργούν νέες συνάψεις.

Τι συμβαίνει από τα 3 μέχρι τα 5 έτη

Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ο εγκέφαλος του παιδιού είναι υπερδραστήριος! Μέχρι τα 4 έτη, ο εγκέφαλος του καταναλώνει 2 έως 3 φορές περισσότερη γλυκόζη (ας τη φανταστούμε σαν ένα είδος  καυσίμου) από τον εγκέφαλο ενός ενήλικου. Μελέτες έχουν δείξει ότι μεταξύ 4 και 5 ετών, η κατανάλωση ενέργειας του εγκεφάλου αντιπροσωπεύει περίπου το 65% της συνολικής κατανάλωσης ενέργειας του σώματος, κάτι που συνεχίζεται μέχρι τα 10, ενώ στους ενήλικες το ποσοστό δεν ξεπερνά το 25%.

Για να υποστηρίξει αυτήν τη γρήγορη ανάπτυξη, το παιδί χρειάζεται ευνοϊκές συνθήκες, δηλαδή μια πλήρη και ισορροπημένη διατροφή, καλό ύπνο, φυσική δραστηριότητα αλλά και συναισθηματική και πνευματική υποστήριξη. Αξίζει να θυμόμαστε ότι η ανάπτυξη ενός παιδιού είναι δυνατή χάρη στις αλληλεπιδράσεις που έχει με το περιβάλλον και με τους ανθρώπους γύρω του.

Από 3 έως 5 ετών, τα παιδιά αποκτούν σημαντικές πνευματικές δεξιότητες και ικανότητες που θα τους χρησιμεύσουν, ιδίως κατά την είσοδό τους στο σχολείο, κυρίως όσο αφορά τη γλωσσική και μαθηματική σκέψη ενώ παράλληλα αναπτύσσουν δεξιότητες σχεδιασμού και οργάνωσης. Θα έλεγε κανείς ότι πρόκειται περισσότερο για την ηλικία της ανακάλυψης και λιγότερο της επανάληψης! Στην επαφή του με κάθε τι νέο, το παιδί βρίσκεται αντιμέτωπο και με τους φόβους τους οι οποίοι είναι συνηθισμένοι στα παιδιά προσχολικής ηλικίας και συνήθως αφορούν μεγάλα ζώα, φυσικά φαινόμενα, τους κλόουν, φανταστικά πρόσωπα όπως μάγισσες, ξωτικά, κ.ά. Οι φόβοι αυτοί εκδηλώνονται με μορφή άγχους, κοινωνικών φόβων και φόβου για το άγνωστο. Περίπου στα 4 χρόνια, 1 στα 4 παιδιά θα αναπτύξει ένα μικρό τικ, όπως το δάγκωμα των νυχιών τους, το στρίψιμο μιας μπούκλας μαλλιών ή ενός ρούχου. Αυτές οι ασυνείδητες χειρονομίες του επιτρέπουν να ηρεμήσει τις εντάσεις και να νιώσει ασφαλές.

Σε αυτή την ηλικία, το παιδί κατανοεί επίσης ότι οι ενέργειές του επηρεάζουν το περιβάλλον του. Μεταξύ 3 και 4 ετών, τα περισσότερα παιδιά τείνουν να τροποποιήσουν την πραγματικότητα για να αποφύγουν την τιμωρία. Δεν πρόκειται για ψέματα  με την έννοια που εμείς τα αντιλαμβανόμαστε, καθώς σε αυτή την ηλικία δε διακρίνουν ακόμη πλήρως το πραγματικό από το φανταστικό. Επίσης, χρησιμοποιούν τη μαγική σκέψη («αν το πω, θα γίνει αληθινό») και προσδίδουν ανθρώπινα αισθήματα στα πράγματα. Τότε εμφανίζεται συνήθως και ο πρώτος φανταστικός φίλος.

Η γνωριμία με τον εαυτό  

Σταδιακά και καθώς βαθαίνει η σχέση με τον εαυτό και τους άλλους, τα παιδιά προσχολικής ηλικίας εκφράζουν νέες ανάγκες, ειδικά συναισθηματικές. Μεταξύ άλλων, επιθυμεί και ίσως απαιτεί να αναγνωριστεί ως αγόρι ή ως κορίτσι, να αναλάβει το ρόλο του φύλου του όπως αυτός αντανακλάται στην κουλτούρα του. Ενώ από τα 3 αρχίζει να μοιράζεται με τους φίλους του, πραγματικά συνεργάζεται και διαδρά στα 4 με 5. Τότε το κέντρο του κόσμου σε ό,τι αφορά τις στενές του κοινωνικές επαφές δεν είναι ο εαυτός του αλλά κατανοεί όλο και περισσότερο τα συναισθήματα και τις ιδέες των άλλων. Αυτή είναι η εποχή των πρώτων φίλων ενώ συχνά και ανάλογα με το περιβάλλον και την προσωπικότητα του, το παιδί απολαμβάνει τη σχέση με ενήλικες.

Η φαντασία του επίσης χρειάζεται τροφή και την παίρνει μέσα από το  συμβολικό παιχνίδι που το απολαμβάνει τόσο μαζί με τους φίλους του όσο και μόνο του. Χρησιμοποιεί τη δημιουργικότητά του και αυτή η ηλικία είναι η κατάλληλη να του προσφέρεται η ευκαιρία να επιλέγει να παίρνει αποφάσεις και να αναλαμβάνει την ευθύνη στα πλαίσια του παιχνιδιού.

Η γλωσσική ανάπτυξη

Περίπου 3 ετών, το παιδί είναι σε θέση να κατασκευάσει σύντομες προτάσεις, να προσθέτει ρήματα, να αντιλαμβάνεται 1500-2000 λέξεις και να χρησιμοποιεί 800-1500. Σταδιακά, οι προτάσεις του είναι πιο πλήρεις τόσο γραμματικά όσο και συντακτικά, χρησιμοποιεί τα πρόσωπα στα ρήματα, αρχίζει και αντιλαμβάνεται κάποιες έννοιες του χρόνου (χθες, σήμερα, αύριο) τοποθετεί γεγονότα σε χρονολογική σειρά, ξεκινά να εκφράζει εξωλεκτικά τα συναισθήματα του. Αντιλαμβανόμαστε δε ότι κατακτά τους βασικούς γραμματικούς κανόνες όταν κάνει λάθη όπως με τα πρόσωπα πληθυντικού ομαλών και ανώμαλων ρημάτων (κάνω-έκανα, πήρα-έπαρα και όχι πήρα!). Του αρέσει επίσης να θέτει περισσότερες ερωτήσεις, μερικές φορές μόνο για να ρωτήσει.

Η ηλικία των 4 είναι η εποχή του «γιατί» Το παιδί διακρίνει τώρα τις διαφορετικές ώρες της ημέρας: πρωί, μεσημέρι και απόγευμα, βράδυ και νύχτα. Χρησιμοποιεί προθέσεις περισσότερο. Στα 5, έχει κατακτήσει μια μεγάλη γλωσσική και εκφραστική ευχέρεια ενώ ταυτόχρονα καταλαβαίνει ότι η αντίληψή του για τα πράγματα μπορεί να είναι διαφορετική από αυτήν των άλλων. Ας δούμε ένα εύγλωττο παράδειγμα της γλωσσικής ανάπτυξης των παιδιών στην προσχολική ηλικία: Η μητέρα δίνει ένα ζευγάρι καινούρια παπούτσια στο παιδί της. Στη συνέχεια χτυπά το τηλέφωνο και κάποιος γνωστός στο παιδί το ρωτάει τι του έδωσε πριν λίγο η μητέρα. Το παιδί στα 3 δείχνει τα παπούτσια στο τηλέφωνο, ενώ σε ηλικία 4 ετών, σχεδόν όλα τα παιδιά περιγράφουν με λέξεις τα καινούργια παπούτσια!

Η αξία του ελεύθερου παιχνιδιού

Από 3 έως 5 ετών, τα παιχνίδια (ως αντικείμενα) των παιδιών γίνονται πιο πολύπλοκα ενώ ταυτόχρονα το ελεύθερο παιχνίδι αποκτά μια άλλη διάσταση καθώς επιτρέπει στα παιδιά να εξερευνήσουν, να αναπτύξουν τη δημιουργικότητά τους και να μάθουν να επιλύουν πιθανά προβλήματα κατά τη διάρκεια της δραστηριότητας. Μέσα σε ένα ασφαλές και ζεστό περιβάλλον, με την υποστήριξη ενός ενήλικα και με τα κατάλληλα ερεθίσματα τα παιδιά μπορούν να σχεδιάσουν τις δραστηριότητές τους, να ενεργήσουν σύμφωνα με τις επιθυμίες τους και στη συνέχεια να προβληματιστούν και να συζητήσουν σχετικά με το παιχνίδι όταν αυτό φτάνει στο τέλος του.

Τονίζεται ότι το ελεύθερο παιχνίδι είναι ιδιαίτερα σημαντικό για την ανάπτυξη της προσοχής, της συγκέντρωσης, της μνήμης, της αυτορρύθμισης και των εκτελεστικών λειτουργιών του παιδιού. Μέσω της νέας τους ικανότητας να σχεδιάσουν ένα παιχνίδι, τα παιδιά μαθαίνουν πρώτα να διατυπώνουν την πρόθεση να επιτύχουν κάτι συγκεκριμένο. Στη συνέχεια, πρέπει να συγκεντρωθούν και να φανταστούν τι θέλουν να κάνουν. Είναι εντυπωσιακό το πόσο ευεργετικό είναι το ελεύθερο παιχνίδι στην αντίληψη και διαχείριση των συναισθημάτων και των κοινωνικών δεξιοτήτων τους μέσα από τη διάδραση με τους συνομήλικους ή τους ενήλικους καθώς εξασκούνται στη διαπραγμάτευση, την ευελιξία, την υπομονή, την αντοχή τη ματαίωση.

Αλλά κι αφού τελειώσει το παιχνίδι, ο ενήλικος μπορεί να βοηθήσει το παιδί να «προχωρήσει» τον ευεργετικό ρόλο του παιχνιδιού μέσα από τη συζήτηση και τον προβληματισμό για όσα έγιναν όσο εκείνο έπαιζε (αν του άρεσε το παιχνίδι, τι θα άλλαζε, αν μια ενέργεια ή επιλογή του στη διάρκεια του παιχνιδιού επηρέασε το τελικό αποτέλεσμα κλπ) . Αυτός ο προβληματισμός θα το βοηθήσει να κατανοήσει καλύτερα τις ενέργειές του και τις επιπτώσεις τους στο περιβάλλον του και στους συμπαίκτες του. Τη γνώση μέσα από το παιχνίδι θα μπορέσει να την «επαναχρησιμοποιήσει» σε διαφορετικά περιβάλλοντα.

Η εξέλιξη του σχεδίου

Τα σχέδια του 3χρονου γίνονται πιο επιδέξια και όλο και πιο περίπλοκα. Αφήνει το μουτζούρωμα και προσπαθεί να αποτυπώσει όσα βλέπει. Ωστόσο, τα χρώματα είναι πάντα τυχαία. Περίπου 4 έως 6 ετών, αποκτά δεξιότητες και τα σχέδιά του γίνονται σταδιακά πιο ρεαλιστικά και λεπτομερή. Ανιχνεύει τυχαία τα πρώτα γεωμετρικά του σχήματα καθώς και την έννοια της διαφάνειας όταν για παράδειγμα ζωγραφίζει ένα κλειστό κουτί, μας δείχνει και το περιεχόμενο του! Περίπου στα 5, το παιδί μπαίνει στην προσχηματική περίοδο. Του αρέσει να αναπαράγει συγκεκριμένα σχήματα ή σχέδια που είναι αναγνωρίσιμα. Ό,τι είναι συναισθηματικά πιο σημαντικό για το παιδί το αναπαριστά με μεγαλύτερα σχήματα και πιο έντονα χρώματα (αν για παράδειγμα ο πατέρας είναι ισχυρή φιγούρα στο σπίτι και το παιδί έχει ασφαλή σχέση μαζί του, τότε τον ζωγραφίζει μεγαλύτερο, αν όμως λείπει συχνά τότε είτε θα απουσιάζει απ το ιχνογράφημα ή θα είναι πιο μικρός σε μέγεθος και στην άκρη της σελίδας).

Η κ. Κατερίνα Χοτζόγλου είναι Κλινική Ψυχολόγος ΜΑ – Παιδοψυχολόγος MSc – Ψυχοθεραπεύτρια και Ψυχολόγος των Εκπαιδευτηρίων Καίσαρη.

Leave a Reply