Ο ΚΑΛΟΣ ΑΠΟΓΟΝΟΣ (ΚΑΙ ΟΙ ΓΟΝΕΙΣ ΤΟΥ)

αρχείο λήψης (19)Είναι ένα κορίτσι κάπου 30 ετών, νέο, ζωντανό, δυναμικό, ξένοιαστο! Εργάζεται είτε σε κάποιο γραφείο, είτε από το σπίτι, είτε έξω, στον δρόμο. Δουλεύει και χαίρεται γι’ αυτό, έρχεται σε επαφή με κόσμο, μετά τη δουλειά βγαίνει για ποτό, για ψώνια με φίλες. Γελάει, γλεντάει, σκορπάει λεφτά, χαμόγελα, αστειάκια και καψούρες στις παρέες. Τα φτιάχνει μ’ ένα αγόρι νέο, ωραίο και ξένοιαστο επίσης. Αφού σχολάσουν, συναντιούνται στο σπίτι τού ενός ή της άλλης και λίγο καιρό μετά στο δικό τους, κοινό πλέον, σπίτι. Βγαίνουν με τις παρέες τους· τις Κυριακές ξυπνάνε αργά, μένουν οι δυο τους κάτω από τα σεντόνια γυμνοί. Χουζουρεύουν στο κρεβάτι, χαζολογάνε, φτιάχνουν καφέ με λίγη ζάχαρη και αρκετή ραστώνη. Κανονίζουν εξόδους σε ταβέρνες με φίλους, σινεμά, διακοπές σε κάποιο νησί…

Έρχεται φθινόπωρο, βροχές, κλεισούρα, αλλά και έρωτας· υγρός και ζωντανός. Έρχεται άνοιξη, κι όπως οι μέλισσες, έτσι και το κορίτσι και το αγόρι «γονιμοποιούν» τα όνειρα τους για παντοτινή συμβίωση σ’ έναν γάμο με πολλούς φίλους και λίγους συγγενείς, σ’ έναν γάμο-πάρτι, ακριβώς όπως τον είχαν ονειρευτεί. Κι όλοι τούς εύχονται καλούς απογόνους!

Η εγκυμοσύνη

Το επόμενο φθινόπωρο βρίσκει το κορίτσι στο σπίτι, παρέα με «κάτι» μέσα στην κοιλιά της. Περνούν οι μέρες, οι εβδομάδες, οι μήνες. Το κορίτσι διαβάζει μαζί με τον ερωτά της για το θαύμα της φύσης, για την ανάπτυξη του ανθρώπινου εμβρύου. Πηγαίνουν μαζί με λαχτάρα στις επισκέψεις στον γυναικολόγο για να ακούσουν την καρδιά του μπιζελιού τους να χτυπά και περιμένουν πώς και πώς αυτόν τον καλό απόγονο που τους είχαν ευχηθεί.

Η γέννηση

Επιτέλους φτάνει εκείνη η στιγμή κι ο καλός απόγονος έρχεται στη ζωή και στη ζωή τους. Λίγο δύσκολη, βέβαια, η όλη η φάση της γέννας· με λίγη βία από τον μαιευτήρα, αφού το μπιζελάκι βγήκε βάσει προγράμματός του κι όχι με απόφαση της φύσης. Αλλά ΟΚ, βγήκε καλά στον έξω κόσμο και το κορίτσι πια δεν το πολυνοιάζει, αφού στην κοιλιά του ‒εκτός από το σημάδι της τομής‒ έχει πια και τον μικρό άγγελο, τον καλό απόγονο. Κι έπειτα από λίγες μέρες στο μαιευτήριο πάνε σπίτι, όλοι μαζί· εκείνη, ο έρωτας της και ο απόγονος τους, ο νέος έρωτας…

Οι μέρες στο σπίτι

Ο πρώτος έρωτάς της, το αγόρι της ιστορίας, ο σύντροφος ο αιώνιος, φεύγει για δουλειά τις επόμενες μέρες. Η πόρτα κλείνει. Πίσω μένει το κορίτσι με τον μικρό θεό, να τον θηλάζει όλη μέρα, να τον κοιμίζει όλη μέρα, να τον παρακολουθεί όλη μέρα. Μην της πνίγει, μην δε ρευτεί, μην τυχόν και τα έχει «κάνει» και δεν τον αλλάξει έγκαιρα, μην… μην… Μήνας πρώτος πέρασε, ας πούμε ευχάριστα, αλλά η απορία μέσα της αρχίζει και γεννιέται: Έτσι θα πάει τώρα αυτό δηλαδή; Όλη μέρα κλεισμένη σ’ ένα σπίτι; Κι αρχίζει και βγαίνει και ψωνίζει και κάνει βόλτες με τη βοήθεια ενός μάρσιπου. Με καμιά άλλη βοήθεια. Η μαμά της μακριά. Αν και κοντά να ήταν, μάλλον δεν θα την ήθελε. Γιατί είχαν ορκιστεί το αγόρι και το κορίτσι να μη ζητήσουν εύκολα «τη βοήθεια του κοινού». Μαζί θα το μεγάλωναν. Έλα, όμως, που το «μαζί» είναι τόσο σχετικό τελικά… Εκείνος φεύγει πριν από τις 10 π.μ. και γυρνά μετά τις 8 μ.μ.

Εκείνη κάπου 10 ώρες μόνη, με την ίδια πιζάμα, να περιφέρεται από τον καναπέ στην κουζίνα κι από το υπνοδωμάτιο στην αλλαξιέρα και στο μπάνιο… Και να μην έχει όρεξη και δυνάμεις ούτε στο Facebook να δει τι γίνεται. Κι αυτό όταν το κάνει, γεμίζει με τύψεις που κρατάει το κινητό πάνω από το κεφάλι του μωρού. Άλλωστε, δεν υπάρχει στιγμή που να είναι χώρια: οι κολικοί, ο θηλασμός, το άγχος της πρωτομάνας, δεν της αφήνουν και πολλά περιθώρια να απομακρυνθεί απ’ το μωρό. Είναι μαζί όλη τη μέρα. Ούτε να κοιμηθεί δεν έχει χρόνο, αφού η καλύτερη στιγμή για δουλειές στο σπίτι είναι όταν κοιμάται ο μικρός.

Και όταν φτάνει το βραδάκι και γυρνά ο έρωτάς της, εκείνος ο πρώτος της, είναι τόσα αυτά που θα ήθελε να του πει, αλλά δεν βρίσκει το κουράγιο. Αλλά κι εκείνος είναι κουρασμένος. Λένε τα απαραίτητα, πάντα σχετικά με το παιδί. Του αναφέρει, βέβαια, ότι κουράστηκε, μα μέσα του εκείνος απορεί: Πώς γίνεται να νοιώθει τόοοσο εξουθενωμένη, απ’ τη στιγμή που ούτε θέση δεν άλλαξε απ’ το πρωί που την άφησε στον καναπέ; Μαγείρεψε, έπλυνε κάνα πιάτο, τάισε τον μικρό, που τώρα άρχισε να χαζοτρώει ημι-στερεά και κάνει τα πάντα χάλια στους τοίχους και το πάτωμα, έπαιξε μαζί του στο χαλί, ήταν στη ζεστασιά του σπιτιού της. Εκείνος ήταν που έτρεχε στη δουλειά, που είχε άγχος και πίεση από τον προϊστάμενο, που οδήγησε μέσα στην κίνηση, που νύσταξε το μεσημέρι, αλλά δεν κοιμήθηκε. Κι όμως, ήρθε σε επαφή με τόσο κόσμο, γέλασε, έστω και ψεύτικα, με κάποιους συναδέλφους, έκανε κι ένα τσιγάρο στο διάλειμμα, ήπιε και έναν γρήγορο καφέ, έβγαλε τη δουλειά, ένιωσε και μια ικανοποίηση ηθική, ένιωσε δημιουργικός…

Ο καλός απόγονος σκοτώνει τον έρωτα

Εκείνη, που είχε επίσης κάποτε όλα αυτά που εκείνος έχει ακόμα, τώρα έχει τις πιζάμες της και τους τέσσερις τοίχους. Μα, βέβαια, έχει και τον νέο έρωτα στην αγκαλιά της, τον καλό απόγονο. Αλλά ο έρωτας αυτός δεν είναι ξένοιαστος όπως οι άλλοι. Είναι φουλ απαιτητικός, είναι ώρες ώρες πληκτικός, έχει έντονη χειριστικότητα, έχει μονοτονία, έχει μοναξιά. Γιατί τον καλό τον απόγονο μαζί είπαν να τον αποκτήσουν, εννοώντας να τον μεγαλώσουν και μαζί, μα τώρα εκείνη έμεινε μόνη της να τον φροντίζει.

Κι ο έρωτας ο πρώτος αρχίζει να περνά, να φθείρεται, αφού δεν υπάρχει τίποτα να τον λαδώνει πια (ούτε σεξ, μα ούτε και φίλοι) και σιγοσκουριάζει. Ο πατέρας του παιδιού αποζητά την περίπτυξη, μα εκείνη δε νοιώθει ούτε την αντοχή, ούτε και τον ερωτισμό επάνω της. Δεν έχουν ανθρώπινη επαφή πια, ούτε αγγίγματα, ούτε χάδια, ούτε βλέμματα καμιά φορά. Στην πρώτη ευκαιρία νευριάζουν και τσακώνονται με το μωρό στη μέση. Είναι απλώς σαν να συμβιώνουν. Δεν είναι σύζυγοι πια, αλλά συμβιωτικά όντα. Ποιοι; Εκείνοι με τα τόσα όμορφα όνειρα για έρωτα παντοτινό και για οικογένεια με πολλά παιδιά. Το κορίτσι λέει στις φίλες της ότι της έρχεται να χωρίσει (και το αγόρι τα ίδια λέει στους φίλους του), μα από την άλλη ξέρει καλά πως πριν από τον ερχομό του «θείου βρέφους» δεν υπήρχε τέτοια σκέψη ούτε σαν κακόγουστο αστείο. Παράνοια, απόγνωση, αδιέξοδο…

Όχι μόνο καλούς απογόνους

Η ευχή του καλού απογόνου στον γάμο τους έπιασε, αλλά δεν συνοδεύτηκε με τίποτα άλλο καλό, μια κι όσοι τους προέτρεπαν να αποκτήσουν παιδί, δεν τους προειδοποίησαν για το τσουνάμι των αλλαγών που θα έφερνε αυτό στη ζωή τους. Είναι σαν να τους έβαλε κάποιος σε μια βάρκα στο πέλαγος και να τους άφησε χωρίς καπετάνιο. Όμορφα τα καταγάλανα νερά του Αιγαίου, αλλά στην πρώτη μπόρα το κορίτσι και το αγόρι συνειδητοποίησαν ότι έπρεπε να πλοηγηθούν μόνοι τους.

Αλήθεια ποιος γονιός μιλά στα παιδιά του για την σκληρή αυτή μεταστροφή στη ζωή σαν έρθει ο καλός απόγονος; Ποιος φίλος ή φίλη, εκτός από το να δώσει ευχές, πραγματοποιεί για το ιδιότυπο αυτό «δόγμα του σοκ», ώστε να είμαστε έτοιμοι; Ποιος μαιευτήρας στην τελευταία επίσκεψη πριν από τη γέννα ή έστω πριν από την έξοδο απ’ το μαιευτήριο σκέφτεται να ενημερώσει, έστω και με ένα σχόλιο εν είδει αστείου, για τις άγριες εξελίξεις που αναμένονται; Ποιος παιδίατρος αναγιγνώσκει τα σημάδια κούρασης στη νέα μητέρα και της απόγνωσης στον νέο πατέρα και σκύβει σαν βοηθός τής οικογένειας επάνω στη πλάτη τους, λέγοντας το πιο απλό, ότι δηλαδή «όλα αυτά είναι απολύτως φυσιολογικά, απλώς δεν σας είχε προειδοποιήσει κάποιος»;

Μπόρα είναι, θα περάσει!

Αυτό πρέπει κάποιος να πει στους νέους γονείς! Μόνο αυτό!  Ότι είναι μία μπόρα που θα περάσει και που όλοι την περνάνε και που όλοι συνήθως βγαίνουν από αυτή· με κάποια φθορά, αλλά πάντως βγαίνουν. Αρκεί, βέβαια, και το σκαρί του καραβιού με το οποίο βρίσκονται μεσοπέλαγα να είναι γερό. Και το σκαρί είναι η σχέση.   Αυτή η σχέση που ζούσε τον έρωτα τον τρελό, τον ξένοιαστο, που ζούσε δίχως αύριο, που ζούσε ανέμελα, που δεν φορούσε ποτέ πιζάμες και που ποτέ δεν κοιμόταν απ’ την αγάπη· που τώρα, όμως, φοράει πιζάμες και ξενυχτάει γιατί κρατάει ένα μωρό που κλαίει, που κλαίει ανεξήγητα και απαρηγόρητα, είτε από τους κολικούς, είτε επειδή νοιώθει την ένταση στο σπίτι, είτε επειδή απλά θέλει να επικοινωνήσει με τους γονείς του.

Αυτή η σχέση που κάποτε από το παρμπρίζ  του αυτοκινήτου κοιτούσε μόνο δρόμους, θάλασσες και ουρανό, τώρα δεν μπορεί να δει τίποτα απ’ τις ρωγμές. Ευτυχώς, όμως, το τζάμι δεν ράγισε από κάποιον λόγο εξωτερικό, αλλά από το ίδιο το παιδί της. Κι είναι σημαντικό αυτό να το καταλάβουν τα νέα ζευγάρια, ότι δηλαδή ο λόγος που όλα είναι άχαρα και γκρίζα είναι ο ίδιος λόγος για τον οποίο αισθάνονται ότι είναι και πιο γλυκά και φωτεινά. Κι αν ακόμη δεν έχουν νιώσει  τη ζωή τους πιο γλυκιά, είναι ζήτημα καιρού. Είναι οι πρώτοι μήνες, άντε και ο πρώτος χρόνος. Όμως απ’ αυτόν τον πρώτο χρόνο είναι σημαντικό να βγουν αλώβητοι, αυτοί και το παιδί τους… Το ζευγάρι να μείνει ζευγάρι και το παιδί παιδί και όχι τύραννος. Να μη χωριστεί το αρχικό ζευγάρι και να μην ανθίσει ένα νέο μεταξύ μητέρας και παιδιού, γιατί έτσι το παιδί θα γίνει χειριστικό και απόμακρο από τον πατέρα. Ο καθένας έχει τον ρόλο του στο τρίγωνο αυτό και δυστυχώς συχνά ο πατέρας παραγκωνίζεται, είτε επειδή η μητέρα δεν τον θεωρεί ικανό να αναθρέψει το βρέφος όπως εκείνη θεωρεί ότι πρέπει, είτε επειδή κι εκείνος κρύβεται, βολεμένος πίσω από τον τίτλο του ανήμπορου και την κούραση απ’ τη δουλειά.

Το πατρικό πρότυπο

Το πατρικό πρότυπο στο σπίτι, όμως, είναι το ίδιο απαραίτητο με το μητρικό. Συνεπώς, ο άντρας στη νέα αυτή κατάσταση έχει ένα δύσκολο έργο να φέρει εις πέρας. Να συνεχίσει να εργάζεται, αν όντως εργάζεται, να φροντίζει να έχει ποιοτική και, όσο γίνεται περισσότερο, ποσοτική επαφή με το παιδί και να μη λησμονά τη γυναίκα του, η οποία είναι εξίσου κουρασμένη· ίσως λιγότερο σωματικά, μα σίγουρα περισσότερο ψυχικά. Να μην ξεχνά πως η δίκη της ζωή μεταβλήθηκε δραματικά και όχι η δική του, να μην ξεχνά πως το σώμα της άλλαξε πολλές φόρες σε αυτή την πορεία κι όχι το δικό του, να αναγνωρίζει πως στη δική της αγκαλιά όλη την ήμερα το μωρό το δικό του(ς) ηρεμεί. Για να μην ξαναδούμε γυναίκες να καταφεύγουν σε φάρμακα· ή να πηδάνε από το μπαλκόνι…

Στη Σουηδία οι νέοι γονείς παίρνουν άδεια από την εργασία εναλλάξ, ανά εβδομάδα ή ανά μήνα. Αυτό βοηθά σε δυο σημαντικά θέματα: Πρώτον, κανένας τους δεν χάνει επαφή με την ζωή όπως την ήξερε έως τότε. Δεύτερον, και οι δυο έρχονται εξίσου αντιμέτωποι με τη μεγάλη αλλαγή. Και οι δυο τραβάνε το λούκι, ισότιμα. Και έτσι όταν η γυναίκα-μαμά λέει ότι κουράστηκε, ο άντρας-μπαμπάς κατανοεί πλήρως τι θέλει να πει. Μέχρι να γίνουμε Σουηδία, ας φροντίσουμε όσοι περιβάλλουμε το ζευγάρι να γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι. Γιατί καλός άνθρωπος δεν είναι μόνο αυτός που δίνει καλές ευχές, αλλά και αυτός που προειδοποιεί για τα σύννεφα και που στηρίζει στη βροχή.

Δύσκολη φάση και για τους δυο. Δύναμη πρέπει να δείξουν και οι δυο. Και ο πατέρας ίσως θα πρέπει να βάλει λίγο παραπάνω νερό στο δικό του κρασί απ’ ό,τι η μητέρα, αναλογιζόμενος τουλάχιστον ότι εκείνη έχει να πιει κρασί πολλούς μήνες…

Ο Ιορδάνης Παπαδόπουλος MD, PhD, είναι Επιμελητής Β΄ Παιδιατρικής ΓΝ Σύρου, iordanispapado@hotmail.com, Facebook: μικρο σονοκομειο.

Leave a Reply