ΜΙΣΟ ΠΑΙΔΙ. ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΝΟΥ ΚΑΙ ΜΥΣΤΗΡΙΟΥ…

Μισό παιδί

Μισό παιδί

Ο δεκαεφτάχρονος Αντώνης Ράπτης αιματοκύλισε το Χρυσοδέντρι: μπήκε στην τάξη του μονοθέσιου σχολείου μ’ ένα κλεμμένο πολυβόλο, σκότωσε τον δάσκαλο κι όλους σχεδόν τους φίλους του, κι έπειτα αυτοπυρπολήθηκε. Το μακελειό συντάραξε το ακριτικό χωριουδάκι, αλλά η αστυνομία έκλεισε τον φάκελο εν τάχει. Το τι συνέβη ήταν φως φανάρι: άλλο ένα πειραγμένο σκατόπαιδο που, με αφορμή μια ερωτική απογοήτευση, έκανε τη ζήλια του φονικό όπλο. Όμως ο άνεμος της ενοχής τραντάζει ακόμα τα δέντρα του χωριού. Η μάνα του δράστη ξέρει ότι ο δολοφόνος κι ο γιος της δεν ήταν το ίδιο πρόσωπο. Το μόνο θύμα που έχει ακόμα τις αισθήσεις του πασχίζει να αρθρώσει την αλήθεια. Κι οι ψυχές των νεκρών μαθητών φωνάζουν, σκυλοτρώγονται, κρατούν καλά το μυστικό τους. Ο Φίλιππος Σέξτος, συλλέκτης μαρτυριών κι επίδοξος γραφιάς, ταξιδεύει στο χαροκαμένο χωριό. Κάτι στην όλη υπόθεση δεν τον αφήνει σε ησυχία: πρέπει να μιλήσει με τους γονείς, με τα αδέρφια των νεκρών, με τη Μάρω, την πλέον τραγική απ’ τις μητέρες, και να ανακαλύψει την αλήθεια…

Διαβάστηκε εν μια νυκτί το Μισό παιδί και διαβάστηκε με σφίξιμο στην καρδιά. Είναι ένα βιβλίο που σε κάθε σελίδα του έχει τόσα πολλά να πει για τα παιδιά, για τους γονείς, για την οικογένεια, για τις παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας, για τις ταυτότητες, για τις σχέσεις, για την εφηβεία, για τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, για τη νοσηρή ελληνική επαρχία, για το bullying, για τη λεπτή κλωστή που χωρίζει θύτες και θύματα, για την ψυχική υγεία… Είναι ένα βιβλίο που κρύβει μέσα του τόσες σκληρές αλήθειες, ώστε κανείς δεν θα το ξεχάσει ποτέ, αφού το ολοκληρώσει. Είναι ένα σκοτεινό παραμύθι που πρέπει να διαβάσουν όλοι οι γονείς πολύ πριν φτάσουν τα παιδιά τους στην εφηβεία. Ώστε να είναι προετοιμασμένοι ακόμα και για τα πιο απίθανα σενάρια, προκειμένου να τα προλάβουν και να τα αποφύγουν.

Το Μισό παιδί στάθηκε εξαιρετική αφορμή για μια ουσιαστική συζήτηση με τον συγγραφέα του, τον Πέτρο Χατζόπουλο, γνωστό σας ίσως ως Αύγουστο Κορτώ. Σημειώνω εδώ ότι η ουσία του κειμένου βρίσκεται στις τελευταίες σελίδες του, στη λύση του μυστηρίου. Δεν θα ασχοληθούμε με αυτή, που αποτελεί ένα τεράστιο και σχεδόν ανέγγιχτο στην Ελλάδα θέμα, γιατί προφανώς δεν θέλουμε να αποκαλύψουμε την τελική ανατροπή και το τι συνέβη στ’ αλήθεια στο Χρυσοδέντρι. Ίσως μελλοντικά, όταν το βιβλίο πάρει πια τον δρόμο του και διαβαστεί από όσους είναι να διαβαστεί, να κάνουμε και μια συμπληρωματική συζήτηση, αποκαλύπτοντας σε ένα άλλο άρθρο την αφορμή που ώθησε τον Αντώνη στον φόνο… Ως τότε, μιλάμε για όλα τ’ άλλα.

Καλησπέρα, Πέτρο, και σε ευχαριστώ για τη συζήτηση. Τι μπορείς να μας πεις για τον Αντώνη;
Ο Αντώνης μετατρέπεται σε μακελάρη από ένα πλήθος ατυχείς, τραγικές συγκυρίες: τη βία του παρελθόντος, που τον καθορίζει, τη βία της κλειστής κοινωνίας, που ενεργεί ασφυκτικά στον εφηβικό ψυχισμό, και τη βία που ασκούν οι έφηβοι αναμεταξύ τους – ιδίως με τα σύγχρονα μέσα. Δεν είναι επ’ ουδενί αθώος. Μα ούτε είναι κι ο μόνος ένοχος.

Η εφηβεία είναι απρόβλεπτη και δύσκολη, τόσο για τους μικρούς, που ακροβατούν μεταξύ παιδικής ηλικίας και ενηλικίωσης, όσο και για τους μεγάλους, που χάνουν τα μωρά τους και δεν ξέρουν πώς να το διαχειριστούν. Βλέπεις διαφορές ανάμεσα στις δικές μας εφηβείες, 20-25-30 χρόνια πριν, και στις οριζόμενες από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης εφηβείες των σημερινών παιδιών;
Η εφηβεία ήταν, είναι και θα είναι ανελέητη για τους εφήβους. Στα χρόνια μας η σκληρότητα είχε άλλη μορφή: ο εκφοβισμός, η περιθωριοποίηση, ήταν νόμος. Σήμερα, η αγριότητα παραμονεύει σε μια φωτογραφία γεννητικών οργάνων που αλλάζει χέρια με την κοινοποίησή της. Η ουσία, όμως, δεν αλλάζει: οι έφηβοι είναι μεταβατικοί άνθρωποι, κι ως τέτοιοι, είναι επιρρεπείς σε εξάρσεις του θυμικού και βάναυσα σκαμπανεβάσματα του ψυχισμού.

Επέλεξες να δώσεις λόγο στα φαντάσματα των μαθητών. Ακόμα και πεθαμένοι τρώγονται, ως χορός σε αρχαία τραγωδία, και δεν αναλαμβάνουν την ευθύνη που τους αναλογεί. Προφανώς, κανένα φονικό δεν είναι δικαιολογημένο, όμως δεν μπορούμε να παραβλέψουμε ότι ο θύτης ήταν αρχικά θύμα. Το bullying, λοιπόν, μπορεί να οδηγήσει σε ακραίες καταστάσεις θύτες, θύματα και παρατηρητές. Ποια είναι, κατά τη γνώμη σου, η πρώτη αδικία, η ρίζα του κακού; Όχι απαραίτητα στην ιστορία που αφηγήθηκες αυτή τη φορά, αλλά σε κάθε σκληρή ιστορία…
Αν σκάψεις, πολλές φορές ελάχιστα, το ψυχικό έδαφος ενός βασανισμένου εφήβου, θα βρεις τις συνθήκες – οικογενειακές, κατά κανόνα – που τον βασάνισαν. Ο εκφοβισμός, επιπλέον, είναι ύπουλη υπόθεση – δεν λαμβάνει πάντα χώρα με τρόπο αντιληπτό ή κραυγαλέο. Όσο για τους σκοτωμένους μαθητές, τους δανείστηκα απ’ τους αρχαίους τραγικούς, τοποθετώντας τους σε κάτι σαν Καθαρτήριο, όπου δεν βρίσκουν ησυχία αν δεν μαρτυρήσουν τι συνέβη – κι ωστόσο, αυτό είναι το τελευταίο που επιθυμούν.

Τοποθετείς τη δράση στην ελληνική επαρχία. Θέλησες να αναδείξεις παθογένειες των μικρών κοινωνιών;
Η φρίκη παραμονεύει τόσο στις πόλεις, όσο και στην επαρχία. Απλώς στον μικρό τόπο δεν έχει πού να κρυφτεί. Χρησιμοποίησα ένα φανταστικό ακριτικό χωριό διότι εξυπηρετούσε καλύτερα τις αφηγηματικές ανάγκες, την κλειστοφοβική διάσταση που είναι αναγκαία σε μια ιστορία μυστηρίου.

Η οικογένεια. Πηγή αγάπης και πηγή πόνου. Τι σημαίνει για σένα, που την έχεις παρουσιάσει ποικιλοτρόπως στα βιβλία σου, αυτοβιογραφικά και μη;
Προέρχομαι από μια τυραννισμένη οικογένεια – δεν εννοώ ότι υπέφερα αδιάκοπα, επ’ ουδενί, το μεγαλύτερο μέρος των παιδικών μου χρόνων ήμουν καθόλα ευτυχής και ασφαλής, όμως υπήρχαν ακραίες συμπεριφορές, αρρώστια, εθισμός, αυτοκαταστροφή και βαναυσότητα, συχνά στην ημερήσια διάταξη. Επομένως, αντιμετωπίζω την οικογένεια επιφυλακτικά – και στα βιβλία μου, τη μεταχειρίζομαι στις πλέον ακραίες μορφές της, ως πηγή πόνου, τραυμάτων. Δεν είμαι βέβαιος για τον λόγο – γιατί με ελκύει τόσο αυτή η νοσηρότητα. Πιθανότατα επειδή την περιέχω.

Και σε αυτό το βιβλίο σου, η μάνα έχει ρόλο κεντρικό. Η μάνα που, παιδί κι η ίδια, κάνει τα πάντα για το παιδί της, μα τελικά δεν καταφέρνει να το σώσει. Αρκεί η μητρική αγάπη, Πέτρο, για να σωθεί το Παιδί;
Η μητρική αγάπη είναι ο Παράδεισος απ’ τον οποίο, αργά ή γρήγορα, εξοριζόμαστε. Χωρίς αυτήν, ο άνθρωπος είναι σακατεμένος από μικρός. Αλλά οι μανάδες πρωτοστατούν στα βιβλία μου λόγω της Κατερίνας – ήταν μια τόσο πληθωρική, άπιαστη μητέρα, που ακόμα και μετά το βιβλίο που της αφιέρωσα, η μορφή της με ακολουθεί και ποτίζει τις χάρτινες μητέρες που πλάθω. Την έχασα μικρός, άλλωστε, κι ήταν κι εκείνη νέα – σε έξι χρόνια θα ‘μαστε συνομήλικοι.

Τελικά, πού καταλήγεις; Ένα παιδί που σκοτώνει παιδιά εξακολουθεί να είναι παιδί; Ή είναι ένα πλάσμα που αναγκάστηκε για ένα σωρό λόγους να χάσει την αθωότητά του νωρίς; Υπάρχουν παιδιά a priori καταδικασμένα να παραμείνουν μισά;
Ο φόνος αφαιρεί ένα τεράστιο κομμάτι της ανθρώπινης ιδιότητας – εκμηδενίζει τον εκμηδενιστή. Τώρα, ο φόνος από χέρι ανθρώπου αδιαμόρφωτου, ρευστού – από χέρι παιδικό – είναι ακόμα πιο σύνθετος μες στην απανθρωπιά και την κτηνωδία του. Δεν ξέρεις από πού να τον πιάσεις, ποιον να καταραστείς. Όλα αυτά θέλησα να ψηλαφήσω στο Μισό παιδί.

Σε κάθε μακελειό, πολλώ δε μάλλον, όταν οι εμπλεκόμενοι είναι ανήλικοι, μπαίνει το θέμα της ψυχικής υγείας του θύτη, που είναι «τρελός», «σχιζοφρενής», «θεόμουρλος». Τι θα ήθελες να αλλάξει όσον αφορά την ενημέρωση για τις ψυχικές νόσους και την αποστιγματοποίηση των ασθενών, στην οποία έχεις συμβάλει και εσύ με τα κείμενά σου;
Έχουμε ακόμα δρόμο μέχρι την αποδοχή της ψυχικής νόσου ως ισότιμης αρρώστιας με τις σωματικές, και το στίγμα – ιδίως στην επαρχία – παραμένει κραταιό. Τουλάχιστον, όμως, μιλάμε (οι πάσχοντες και μη) πιο συχνά, πιο ανοιχτά, πιο ελεύθερα κι απενοχοποιημένα. Τουλάχιστον, σήμερα φτάνουν στον ψυχίατρο πολύ περισσότεροι ασθενείς απ’ ό,τι στο παρελθόν. Ακόμα κι η ψυχοφαρμακευτική αγωγή τείνει να γίνει, αν όχι τελείως αποδεκτή, κάτι το σύνηθες – μπορείς να πεις «Παίρνω φάρμακα» χωρίς να σε κοιτάνε όλοι με τρόμο.

Τέλος, μελέτες δείχνουν ότι τα σημερινά παιδιά, ήδη πολύ πριν από την εφηβεία, παρουσιάζουν αυξημένες ψυχικές διαταραχές σε σχέση με το παρελθόν. Δεν αναζητάμε τις αιτίες αυτή τη στιγμή. Θέλω, όμως, να παρακινήσουμε τους γονείς να μην τα αφήσουν αβοήθητα, εξαιτίας του φόβου απέναντι σε έναν παιδοψυχολόγο ή σε έναν παιδοψυχίατρο. Τι θα τους έλεγες, ως πάσχων που έχει μιλήσει πολλάκις δημόσια για την υγεία του;
Καταρχάς, θέλω να ελπίζω ότι η αύξηση των κρουσμάτων σχετίζεται και με την αύξηση των περιπτώσεων που φτάνουν σε γιατρό – όπως και στην κατάθλιψη: ναι, έχουμε περισσότερους καταθλιπτικούς, αλλά τα νούμερα ανεβαίνουν και χάρη στην έγκαιρη διάγνωση, που παλιά ήταν απίθανο να τεθεί. Θα τους έλεγα ό,τι και σε κάθε πάσχοντα που διστάζει να ζητήσει βοήθεια: «Δεν φαντάζεσαι τη λύτρωση, την ελευθερία της ψυχοθεραπείας. Μπορεί να σου αλλάξει τη ζωή, να σε βοηθήσει να ξαναβρείς την ευτυχία που έχεις χάσει».

Διαβάστε: Μισό παιδί, του Αύγουστου Κορτώ, Εκδόσεις Πατάκη

Leave a Reply