24 ΩΡΕΣ ΜΑΜΑ: ΣΟΦΙΑ ΑΛΕΞΙΟΥ

Σοφία ΑλεξίουΗ συγγραφέας και αρθρογράφος Σοφία Αλεξίου μιλάει στο Τaλκ για το εικοσιτετράωρό της ως εργαζόμενης συντρόφου και μαμάς μιας μικρής κόρης.

8.30 και κοκόρια πουθενά. Μόνο μια φωνή από μακριά. Βάζω τα δυνατά μου να φανώ κοιμισμένη, μήπως με λυπηθεί. «Μαμά, πότε θα σηκωθείς;» « Άσε με λίγο, αγάπη μου, πήγαινε να παίξεις με τα παιχνίδια σου». (Τι τα έχουμε τόσα παιχνίδια; Ήρθε η ώρα για εκκαθάριση;) «Πέντε λεπτά θέλω ακόμη» (Ή μήπως κανένα δίωρο; Όνειρο θερινής νυκτός). «Μαμά, είναι η σειρά σου να σηκωθείς;» Είναι η σειρά μου, δυστυχώς. Ξυπνάμε εναλλάξ με τον Γιώργο (τον σύζυγο/τον σύντροφο). Είναι ένας όρκος που δώσαμε για να σωθεί η συζυγική μας ζωή, όρκος σημαντικός.

«Σήκω, μαμά!» Σηκώνομαι. Πλύσιμο, δόντια, ντύσιμο κοριτσιού. Ένας Γολγοθάς μοντεσσοριανής λογικής. «Τι θα βάλεις, αγάπη μου;» Μπλούζες, παντελόνια, καλτσάκια, βρακιά στο πάτωμα, μέχρι να βρει αυτό που λαχταρά. Έχε χάρη που θέλω να γίνει μια δυναμική γυναίκα, με αυτοπεποίθηση. «Κάνε λίγο υπομονή», μου λέω τρυφερά. «Θα μεγαλώσει και θα σου λείψουν αυτά».

«Μαμά, πεινάω!» Επιστροφή στην πραγματικότητα. Αβγό, τοματίνια, αβοκάντο, γάλα, ψωμί με βούτυρο και μέλι. Δίνω, προσφέρω ποικιλία και όσο τρώει δεν μιλά. Καταλαβαίνω τη γιαγιά μου που με μπούκωνε, όταν με κράταγε γιατί η μαμά μου είχε δουλειά. Τι τραβούσε κι εκείνη. Αχ, βρε γιαγιάκα, ήσουν τόσο γλυκιά…

10.00 πάνω κάτω και εμείς ζωγραφίζουμε και γράφουμε το Μ, το Α, το Μ, το Α. Συγκίνηση κάθε φορά. Γράφει ΜΑΜΑ. «Σιγά τα ωά», με πειράζω. Πλαστελίνες, κούκλες. Καμία τύχη! Βρίσκομαι με τρία ψεύτικα μωρά αγκαλιά.

«Γιώργο, τελειώνεις τη δουλειά;» Ζητώ βοήθεια από τον άντρα και επικαλούμαι την αγάπη του. Και οίκτο να μου δείξει, εγώ θα είμαι μια χαρά. Τη δουλειά μου θέλω να κάνω, τα έχω ξεπεράσει αυτά. Εργασία από το σπίτι και οι δυο, μια τρέλα. Ένα συνεχές debate για το ποιος έχει την περισσότερη δουλειά. Ηρεμία δυσεύρετη. «Δεν πηγαίνετε μια βολτίτσα, βρε μπαμπά;»

11.30 Οι προσευχές εισακούστηκαν! Σπίτι άδειο. Ανακούφιση. Χαρά. Για δέκα λεπτά και πολύ θα πω. Ακολουθεί επιτάχυνση Βέγγος style. Πιάτα, τακτοποίηση, μαγείρεμα, ντύσιμο (ναι, ακόμη με τις πιτζάμες είμαι), πλυντήρια και επιτέλους καφές και δουλειά. Mail, τηλέφωνα, άρθρα· θα προλάβω, άραγε, να μιλήσω με καμιά φίλη σήμερα ή πάλι θα πάει εννιά και δεν θα έχω διάθεση να κουνηθώ;

12.30 Εγώ και ο κόσμος μου, να προχωρήσει κανένα βιβλίο. Γεια σου, καταφύγιό μου, ήρθα ξανά! Πού θα ταξιδέψουμε σήμερα; Νησιά, βουτιές, βουνά, λίμνες, εκδρομές! Μυαλό φόρτιση 100%. Πόσο θα ήθελα να μείνω εγώ και η φαντασία μου μόνες για ένα τριήμερο με θέα θάλασσα ή βουνό ή και τα δυο… Θα γίνει κι αυτό. Ελπίζω όχι όταν φτάσει η Ίφη στα 18.

14.00 Επιστροφή των Ούνων. Α! ΟΥ! Αχ, βαχ. Φαγητό. Η κυρα- Μοντεσσόρι τρώει μόνη της. Λάδια σε μαξιλάρια, καρότα στα αυτιά, φέτα στα μανίκια, μαρούλια στα μαλλιά. Έτσι και δεν γίνει ανεξάρτητη, θα πάρω τα βουνά!

16.00 «Μαμά, θέλω τηλεόραση». «Ναι, κουκλίτσα μου. Δυο επεισόδια». (Αν και μια φωνή μού λέει: «Βάλε 10, βάζε μέχρι να αποκοιμηθεί. Έλα μη μασάς, θα έχεις όλο τον χρόνο δικό σου! Ελεύθερη ξανά»). Όχι, φωνή ‒που θέλω τόσο να σε ακούσω‒ δύο επεισόδια για σήμερα είναι αρκετά. Ας παίξει μετά.

17.00 Ακούω φωνούλες από το δωμάτιο, παίζει όλους τους ρόλους της παράστασης, one woman show. Μαλώνει με τον εαυτό της, τα ξαναβρίσκουν. Το λες και συζήτηση τρελού. Η φαντασία της πήρε μπρος κι εγώ ακούω μουσική.

18.00 Τα βασικά τελείωσαν. Χρειάζομαι αέρα! Μπούχτισα με τον κορονοϊό. Πολεμώ τη μαυρίλα του με «κάθε μέρα θάλασσα». Περπάτημα με την Ίφη και τον Γιώργο. Συχνά και μόνες, να ηρεμήσει και ο μπαμπάς. Δείχνω καλές προθέσεις. Χαρίζουμε ο ένας προσωπικό χρόνο στον άλλο. Για να τη βγάλουμε καθαρή στο πιεστικό κορονοσκηνικό.

19.00 Θάλασσα, άμμος, κουβαδάκια, τρέξιμο, κολυμβητές, κολυμβήτριες, δεν χορταίνω να τους κοιτώ. Συχνά το κορίτσι βουτάει. Εγώ ακουμπάω πόδια. Πάγος! Δεν είμαι για να μπω. Η Ίφη, όμως, χοροπηδάει στη θάλασσα και αυτό μου δίνει δύναμη. «Θα το ξεπεράσουμε», σκέφτομαι. «Τα παιδιά θα βγουν νικητές από όλο αυτό. Σε λατρεύω αγάπη μου, όλα θα πάνε καλά. Η μαμά είναι εδώ».

20.00 Επιστροφή στο σπίτι. Έκανα τα βήματα που μου λέει η εφαρμογή στο κινητό. Σε τι κόσμο θα ζήσουν τα παιδιά μας, άραγε; Θα σκέφτονται για τίποτα ή θα τους τα υπαγορεύουν όλα κάποιες μηχανές;

20.30 Μπάνιο, δόντια, βραδινό, η ελευθερία είναι κοντά. Ένα πράγμα έμεινε, το πιο αγαπημένο μου, το διάβασμα βιβλίων δίπλα δίπλα μέχρι να κοιμηθεί. «Διάλεξε, μωρό μου». Πήγε αργά… Κι άλλο ένα… Κι άλλο ένα… Λιώνω ολοκληρωτικά. Από κούραση, αγάπη κι ευγνωμοσύνη που ήρθε στη ζωή μου αυτό το πλάσμα και με έκανε μαμά.

21.00 Ώρα για εμένα, για εμάς. Κρασάκι, τυριά. «Θα παραγγείλουμε, λες; Θα δούμε κανένα ωραίο ταινιάκι;» Ο καναπές μού κλείνει το μάτι, κουβερτούλα και μόνοι ξανά. «Ακούς, καλέ, ή μιλάω μόνη μου»; Πάει, κοιμήθηκε ο Γιώργος… Εγώ κι εσύ, λοιπόν, Σοφία από τα παλιά… Τι θες να δούμε; Κανένα θριλεράκι; Απαπά. Μεγάλωσες πια…

Μπορείτε να βρείτε τη Σοφία Αλεξίου στο Instagram, στο Facebook και στη στήλη της Mom And The City στο debop.gr. Το παιδικό βιβλίο της «Η Έλλη και ο Ερμής ταξιδεύουν στην Ελλάδα» κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Ψυχογιός. 

Leave a Reply