ΛΙΓΟ ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΧΟΡΟ-ΙΟΥΛΙΟΣ

Το σκηνικό για χρόνια ήταν το ίδιο. Ο χωματόδρομος, τα χωράφια, τα κατσίκια, το πέτρινο σπίτι, η θάλασσα πιο πέρα και δύο αυτοκίνητα να φτάνουν φορτωμένα, σαν… τα αυτοκίνητα που κορόιδευα πριν αποκτήσω παιδί. «Μα, τι κουβαλάνε το σπίτι τους στις διακοπές; Ένα σακίδιο φτάνει». «Ό,τι κοροϊδεύεις το λούζεσαι» έλεγε η γιαγιά μου. Το λούζεσαι και μερικές φορές το καταδιασκεδάζεις.
Άνοιγαν, λοιπόν, οι πόρτες των αυτοκινήτων και άρχιζαν να βγαίνουν: δύο ζευγάρια το καθένα με το αγοράκι τους, κουβαδάκια, φτυαράκια, αυτοκινητάκια, βαρκούλες φουσκωτές, ένα σωρό προμήθειες, καπέλα, καπελάκια, βαλίτσες, βαλιτσάκια, τα βιβλία που οπωσδήποτε θα διαβάσουμε φέτος το καλοκαίρι (μόλις καταφέρουμε να περάσουν λίγα λεπτά στην παραλία χωρίς να ακουστεί «μαμάαα»), πιο μεγάλες βαρκούλες την επόμενη χρονιά, ακόμα πιο μεγάλες μετά, ποδηλατάκια με βοηθητικές, ποδήλατα χωρίς βοηθητικές, και μετά σούπερ ποδήλατα που ξεχνιόνταν μετά τα «δραματικά» ματς μπαμπάδων – γιων στην παραλία (με γκεστ σταρ, ένα καλοκαίρι, ένα κοριτσάκι που τους κατατρόπωσε όλους), το σκυλάκι που ξαφνικά αποφασίστηκε να υιοθετήσουμε, το καναρίνι που δεν καταφέραμε να φιλοξενήσει η γιαγιά, το φαρμακείο των διακοπών που κάθε χρόνο αποδεικνυόταν λειψό, οι υπέροχες μελιτζάνες και τα κολοκυθάκια που έκοψε η γειτόνισσα από τον κήπο της μόλις μας είδε («μαμά, πάλι μπριάμ θα φάμε;»), το «υγιεινό και ιδανικό για τα παιδιά κατσικίσιο γάλα» όπως τόνιζε ο παππούς, που το κουβαλούσε κάθε μέρα (σπέρνοντας τον πανικό σε μικρούς και μεγάλους) και, τελικά, ηλεκτρική κιθάρα και ντραμς που εγκαταστάθηκαν στο δωμάτιο με θέα έναν κάτασπρο τράγο ονόματι Φλώρο.
Και μόλις εγκαταστάθηκαν και τα μουσικά όργανα και η εφηβεία, πάνω που άρχισε κι ο Φλώρος να συνηθίζει τους Μετάλικα και ξεκίνησαν τα «τιιιι, εδώ θα περάσουμε το βράδυ;» και οι κάθοδοι στο Μπατσί και τη Χώρα (σε απόσταση, όμως, οι γονείς-σοφέρ και τα αγοράκια για να μην τους δουν τα κοριτσάκια συνοδευόμενα), πάνω που έγιναν όλα αυτά οι κατά καιρούς επισκέπτες του καλοκαιριού, συμφοιτήτριες, συμμαθητές, φίλοι, σαν συνεννοημένοι, απέκτησαν μωρά. Πάλι, στο ίδιο σκηνικό, καροτσάκια, πάνες, μπιμπερό, κουβαδάκια, ποδηλατάκια και εμείς, ευχαρίστως αλλά για λίγο, να προσέχουμε μωρά (σε απόσταση όμως ήδη από όλα αυτά). Και κάπου εκεί ολοκληρώθηκαν οι οικογενειακές διακοπές. Τα δύο αγόρια φεύγουν πια ο καθένας με τους φίλους του. Πριν το κάνουν, όμως, κανονίζουν πάντα να πάνε, οι δυο τους μόνο, λίγες μέρες στην Άνδρο. Σαν να θέλουν να πάρουν φόρα για να σαλπάρουν για όποια και όσα νησιά θέλουν.

Leave a Reply