Εσύ να με φωνάζεις Εμπενίζερ. Μια σύγχρονη χριστουγεννιάτικη ιστορία

Μέσα στην πρώτη δεκάδα των βιβλίων που αγαπώ διαχρονικά βρίσκεται η Χριστουγεννιάτικη Ιστορία (A Christmas Carol), του Ντίκενς. Παιδί, τη διάβασα ως κλασικό εικονογραφημένο και αμέσως με μάγεψε. Μεγαλώνοντας λίγο, διάβασα τη νουβέλα, πρώτα στα ελληνικά και έπειτα στα αγγλικά, ενώ αγάπησα και κάθε προϊόν της ποπ κουλτούρας που πάτησε πάνω της. Από την ταινία της Disney, με πρωταγωνιστή τον Μίκυ Μάους, και κάθε άλλη κινηματογραφική μεταφορά της, μέχρι τις κάμποσες διασκευές της για παιδιά, τα κόμικ, τα βιβλία που άντλησαν έμπνευση από τον Εμπενίζερ Σκρουτζ και βέβαια τις θεατρικές παραστάσεις που την έθεσαν ποικιλοτρόπως επί σκηνής.
Δεν είμαι σίγουρη τι ακριβώς μου ασκεί τόσο μεγάλη έλξη, εδώ και τόσα χρόνια. Σίγουρα, πάντως, όχι μόνο το ντικενσιανό κείμενο, με την απαράμιλλη λογοτεχνικότητά του –αλλιώς θα έμενα αποκλειστικά σε αυτό. Η μάχη του καλού με το κακό, της ζωής με τον θάνατο, και η τελική νίκη του φωτός; Τα φαντάσματα, που με γοητεύουν παιδιόθεν; Ή μήπως ο τρόπος με τον οποίον αποτυπώνεται η γιορτή των Χριστουγέννων, αυτός που, όπως λέγεται, ενέπνευσε τον τρόπο εορτασμού τους έως σήμερα; Υποθέτω ένας συνδυασμός των παραπάνω, μπλεγμένος με προσωπικά βιώματα.
Όταν ήρθε στα χέρια μου το παραμύθι του Βαγγέλη Ηλιόπουλου Εσύ να με φωνάζεις Εμπενίζερ, εικονογραφημένο από την Ντανιέλα Σταματιάδη, έσπευσα να ανακαλύψω τη δική τους ματιά πάνω στην πιο κλασική χριστουγεννιάτικη αφήγηση και πρόσθεσα στη συλλογή μου άλλο ένα αξέχαστο βιβλίο, εμπνευσμένο από ένα κείμενο που γράφτηκε 180 χρόνια πριν. Μόνο που εδώ ο δύστροπος πρωταγωνιστής δεν είναι ηλικιωμένος. Είναι ένας έφηβος με άρνηση εορτασμού των Χριστουγέννων – και μάλλον άρνηση της ίδιας της ζωής· μόνο η γάτα του κάπως τον πλησιάζει. Γιατί άραγε;Αμέσως το αγόρι αυτό με πήγε πίσω, σε χρονιές κακές, που ήμουν σε παρόμοια φάση και μάλιστα δεν είχα, όπως εκείνο, έναν άγνωστο Χ να με προγκάει να μπω με το ζόρι σε χριστουγεννιάτικο κλίμα, αναγνωρίζοντας πόσο καταδικαστικό θα ήταν να σταματήσω να ζω και να χαίρομαι, ό,τι κι αν μου συνέβαινε (είχα, όμως, πάντα μια γάτα). Ο Χ δεν αφήνει το αγόρι σε ησυχία. Εμφανίζεται στη ζωή του μαγικά από το πουθενά, μόλις εκείνο δηλώνει στη μαμά του ότι φέτος δεν θέλει να γιορτάσει και επιμένει: να βγει έξω, να μαζέψει σπασμένα ξύλινα στολίδια, να τα επιδιορθώσει, να τα γιατρέψει, να τα κρεμάσει στο δέντρο… Τα δε στολίδια αυτά δεν είναι σαν τα συνηθισμένα άψυχα, αλλά ολοζώντανα και ιδιαίτερα άτακτα.
Σιγά σιγά, ο Χ καταφέρνει και μαλακώνει την πονεμένη ψυχή του αγοριού που, όπως αποκαλύπτεται αποκλειστικά και μόνο εικονογραφικά, έχει έναν σοβαρό λόγο να αρνείται κάθε χαρά. Χρειάζεται, φυσικά, εκτός από επιμονή, και λίγη μαγεία (και μια γάτα). Μα πού αλλού θα βρει κανείς μαγεία, αν όχι στη γιορτή της γέννησης, της ζωής, της αγάπης. Άλλωστε, ο Χ ξέρει τόσο μοναξιά και πόνο όσο κι από θαύματα. Κάποτε ήταν ο ίδιος γρουσούζης και μονόχνοτος, για τους δικούς του λόγους, μα ένα βράδυ κάποιας παραμονής Χριστουγέννων τού συνέβη κάτι που άλλαξε για πάντα τη ζωή του και τον έβγαλε από τη μιζέρια όπου βρισκόταν εγκλωβισμένος.
Από τότε, σαν ξωτικό, πηγαίνει όπου χρειάζεται, για να βοηθήσει όποιον δυσκολεύεται να νιώσει τη χαρά των Χριστουγέννων και κατά συνέπεια τη χαρά της ζωής, που αξίζει σε όλους ανεξαιρέτως. Δυσκολίες πάντοτε υπάρχουν, πολλές φορές ανυπέρβλητες, μα βίος ανεόρταστος μακρά οδός απανδόκευτος…  Αν ακόμα αναρωτιέστε για την ταυτότητά του, αναζητήστε τον και ρωτήστε «ποιος είσαι;» όπως έκανε τελικά το αγόρι. «Εσύ να με φωνάζεις Εμπενίζερ!» θα σας απαντήσει. Και θα σας βοηθήσει, αν τον χρειάζεστε.

Τι είπαν οι δημιουργοί για το παραμύθι τους

Βαγγέλης Ηλιόπουλος: Το βιβλίο δημιουργεί στον αναγνώστη δυο μεγάλες απορίες. Ποιος είναι ο μυστηριώδης Χ και τι έχει αυτό το παιδί και δεν θέλει να γιορτάσει ούτε να βγει από το σπίτι του; Ποιος είναι ο Χ; Η αλήθεια είναι πως δεν αποχωρίζομαι εύκολα τους λογοτεχνικούς ήρωες που αγαπώ. Από τους ήρωες της χριστουγεννιάτικης μυθοπλασίας αγαπώ το Κοριτσάκι με τα σπίρτα του Άντερσεν, τη Σταχομαζώχτρα του Παπαδιαμάντη και τον Εμπενίζερ Σκρουτζ του Ντίκενς. Ειδικά για τον Σκρουτζ ήθελα πάντα να γράψω, αφού δεν μπορώ να πιστέψω πως δεν θα θέλει να μοιραστεί με άλλους αυτό που ανακάλυψε, μεταφυσικά και βιωματικά. Γι’ αυτό και τον έκανα πνεύμα, τον μυστηριώδη Χ, που επισκέπτεται όποιον δεν έχει ανακαλύψει ότι τα Χριστούγεννα είναι χαρά και είναι για όλους.
Ο άλλος ήρωας του βιβλίου είναι ένα παιδί που έχει κάθε λόγο να μην είναι χαρούμενο και να θεωρεί ότι φέτος δεν είναι γι’ αυτόν οι γιορτές. Νιώθει να καταπατώνται τα δικαιώματά του στην ευημερία και στην αξιοπρέπεια. Ταλαιπωρείται, εμποδίζεται, έχει δυσκολίες πρόσβασης. Ντρέπεται; Φοβάται τις ερωτήσεις και τα αμήχανα γεμάτα οίκτο χαμόγελα; Ο αναγνώστης μπορεί να βάλει με το μυαλό του ό,τι θέλει. Αυτό είναι το μαγικό στη λογοτεχνία. Ο αναγνώστης δίνει εκείνος το νόημα στο κείμενο. Πολλοί μου είπαν: «για εμένα το έγραψες», χωρίς να «βλέπουν» όταν η εικόνα δίνει μιαν εξήγηση. Καλύτερα. Η δική τους εξήγηση τους ταιριάζει περισσότερο.
Καταλυτικό ρόλο παίζουν και τα ξύλινα στολίδια που ζωντανεύουν. Υπάρχουν στο σπίτι μας και τους άξιζε και μια λογοτεχνική ζωή. Είναι ένα οικογενειακό μας έθιμο που ξεκίνησε πριν από είκοσι χρόνια. Από τότε με την Ελεάννα, την κόρη μου, κάθε χρόνο παίζουμε «Νοσοκομείο Ξύλινων Στολιδιών». Επιδιορθώνουμε τα ξύλινα στολίδια μας πριν τα κρεμάσουμε στο χριστουγεννιάτικο δέντρο κι ευχηθούμε «Καλές Γιορτές».

Ντανιέλα Σταματιάδη: Κρατάω τώρα το βιβλίο, χαζεύω τα προσχέδια και ξαναμπαίνω στο κλίμα της εικονογραφικής εμπειρίας –όπως θα φαντάζεστε, από τη στιγμή της εικονογράφησης ενός βιβλίου μέχρι την εκτύπωσή του μεσολαβεί αρκετό διάστημα, άλλα βιβλία, άλλες εμπειρίες. Και διαπιστώνω ότι για άλλη μια φορά τρύπωσε μια γάτα στις εικόνες μου, από την πρώτη κιόλας σελίδα. Και αν το καλοσκεφτώ, αυτή η γάτα παρουσιάζεται πολύ συχνά στα βιβλία που εικονογραφώ. Συμπάσχει, συμμετέχει, έχει άποψη, και άλλες φορές ζει τη δική της παράλληλη ιστορία.
Έτσι και σε τούτο το γλυκό χριστουγεννιάτικο βιβλίο, συντροφεύει το αγόρι στις μοναχικές του στιγμές, ανακαλύπτει μαζί του τη μαγεία που φέρνει ο Χ, παίζει με τα ζωντανά παιχνίδια, το παρακολουθεί να ανοίγεται, να τολμάει, και να κατακτά και πάλι τη χαρά τού να είσαι παιδί. Με δυο λόγια είναι απαραίτητη, και σίγουρα κάπου θα την ξαναδούμε.
Τώρα πάντως είναι δίπλα μου και τσεκάρει τι γράφω.

Διαβάστε: Βαγγέλης Ηλιόπουλος, Εσύ να με φωνάζεις Εμπενίζερ, εικονογράφηση: Ντανιέλα Σταματιάδη, Εκδόσεις Πατάκη.

Leave a Reply