Ο συνθέτης και μαέστρος Χρήστος Δρούζας παρουσιάζει στο θέατρο Βικτώρια τη μουσική του από την «Κούκλα που είχε δύο μαμάδες», που την ακολουθούν οι πλέον κολακευτικές κριτικές από… παιδιά και γονείς, απόρροια της συνεργασίας του με την ομάδα Vivido και τον σκηνοθέτη Ακίνδυνο Γκίκα.
Το μελωδικό και διαδραστικό αυτό ταξίδι ακολουθεί ένα μουσικό σύμπαν ζωντανό και πολύχρωμο, μέσα από το οποίο αναδύονται 11 μελοποιημένα τραγούδια μεταφρασμένα από την «Χαμένη Κούκλα» του Αλφόνσο Σάστρε, με επιρροές από τον «Κύκλο με την κιμωλία» του Μπέρτολτ Μπρεχτ, όπου μαζί με σκηνοθέτη Ακίνδυνο Γκίκα περιπλανήθηκαν στους δρόμους του διδακτικού, ανθρωπιστικού και επικού θεάτρου σε συνδυασμό με την παιδική αθωότητα και το συναίσθημα. Ας δούμε τι είπε στο Τaλκ για τη δουλειά του.
– Πως ξεκίνησε για σένα η περιπέτεια της μουσικής; Όταν ήμουν πιτσιρίκι πήγα…κατά λάθος στο μάθημα μουσικής προπαιδείας, από εκείνη τη μέρα αναζητώ την μουσική σε όλες τις πτυχές της ζωής μου.
-Από πού αντλείς την έμπνευσή σου; Αντλώ την έμπνευσή μου συνήθως από καθημερινά εξω-μουσικά γεγονότα όπως η φιγούρα ενός περαστικού ή μία ιστορία που διάβασα κάπου. Στο θέατρο συνήθως παρακολουθώ τους αυτοσχεδιασμούς των ηθοποιών και το περιβάλλον της παράστασης. Σχεδόν πάντα στην μελοποίηση του κειμένου οδηγούμαι από την ατμόσφαιρα, τον ρυθμό και τους τονισμούς ενώ αρκετές φορές καταγράφω τις χρονικές αξίες με τις οποίες μιλούν οι άνθρωποι.
-Ποιος ο ρόλος της τέχνης για σένα σήμερα; Η τέχνη σήμερα είναι παράθεση/σύνθεση πραγμάτων (χρώματα, σχήματα, νοήματα, συνηχήσεις) που σκοπό έχουν να ομορφύνουν και να ελαφρύνουν την δύσκολη καθημερινότητα που ζούμε. Η τέχνη σήμερα θα έπρεπε να είναι το μέσο ιδεών και των ερωτήσεων με τις οποίες θα αλλάξουμε την ζωή μας.
-Ποιο είναι εκείνο το στοιχείο που καθιστά έναν καλλιτέχνη ικανό για σύνθεση; Πιστεύω πως γενικά όποιος θέλει, μπορεί να γίνει καλλιτέχνης. Η δημιουργικότητα είναι μία από τις εκφάνσεις της ανθρώπινης φύσης. Από εκεί και πέρα το μόνο πραγματικό εμπόδιο είναι στο περιεχόμενο. Αν έχεις κάτι να πεις, τότε το να ανακαλύψεις την φωνή σου και να το πεις είναι μόνο θέμα δουλειάς και χρόνου.
– Μίλησε μας για την «Κούκλα που είχε δύο μαμάδες» και τους συνεργάτες σου. Τι σε συγκίνησε στο συγκεκριμένο έργο και αποφάσισες να γράψεις μουσική; “Τα πράγμα δεν ανήκουν σε όποιον λάχει αλλά σ’ αυτόν που γνοιάζεται και χαίρεται που τα ‘χει”. Ένα κείμενο με περιεχόμενο και μία ομάδα με την οποία αισθάνθηκα από την πρώτη στιγμή ότι μπορώ να συνεργαστώ ήταν οι λόγοι που χωρίς δεύτερη σκέψη αποφάσισα να γράψω τη μουσική για αυτή την παράσταση. Και τα δύο είναι τόσο δυσεύρετα που αισθάνομαι πολύ τυχερός για αυτή την συνεργασία. Η ομάδα ήταν πολύ ζεστή από την πρώτη συνάντηση, όλοι ενθουσιασμένοι με το έργο όσο και με το γενικό εγχείρημα. Είναι πραγματικά σπάνιο να βλέπεις μια τόσο ετερόκλιτη ομάδα (από ένα σκηνοθέτη με τέτοια εμπειρία μέχρι ηθοποιούς που έκαναν την πρώτη τους δουλειά και μουσικούς που δεν είχαν ξαναδουλέψει στο θέατρο) να διακρίνονται από τέτοια θέληση και ενθουσιασμό. Το καλύτερο και ιδανικότερο περιβάλλον για να δουλέψεις και εμπνευστείς.
– Τι ιδιαιτερότητες είχε το συγκεκριμένο μουσικό έργο για την παιδική παράσταση «Η κούκλα που είχε δύο μαμάδες»; πόσο ικανοποιημένος είσαι με το τελικό αποτέλεσμα; Αυτή η παράσταση ήταν η πιο ιδιαίτερη – μουσικά – παράσταση που έχω κάνει ποτέ και ταυτόχρονα είναι κάτι που πάντα ήθελα να κάνω! Τέσσερις ηθοποιοί και δυο μουσικοί να ενσαρκώνουν όλους τους ρόλους και να παίζουν όλη την μουσική. Δώδεκα μουσικά όργανα «εκτεθειμένα» όλη την ώρα επί σκηνής. Να φτιάξεις μουσική ενδιαφέρουσα, λειτουργική και εκτελέσιμη ανάλογα με το ποιους ηθοποιούς έχεις ελεύθερους σε κάθε σκηνή και το τι μπορούν να κάνουν. Να μαθαίνεις στους ηθοποιούς να τραγουδάνε, στους μουσικούς ένα καινούργιο όργανο και σε ανθρώπους που δεν έχουν τις απαιτούμενες μουσικές γνώσεις πως να παίξουν ένα όργανο πάνω στην σκηνή. Έπειτα να τα δοκιμάζεις όλα αυτά στη σκηνή συγχρονίζοντάς τα και δημιουργώντας ροή μαζί με τους υπόλοιπους συντελεστές, να κάνεις αλλαγές και πάλι από την αρχή μέχρι να δημιουργηθεί μία τελείως οργανική παράσταση.
– Θυμάσαι τον εαυτό σου όταν ήσουν παιδί; Πως αυτό επηρέασε την μουσική της παράστασης; Δεν θα έλεγα ότι θυμάμαι πολύ καλά τον εαυτό μου σαν παιδί αλλά σίγουρα θυμάμαι τις πρώτες μου εντυπώσεις από τα μουσικά όργανα! Στο τμήμα της μουσικής προπαιδείας είχαμε ένα σωρό ξυλόφωνα, μεταλλόφωνα, μαράκες, πολύχρωμους μουσικούς σωλήνες και άλλα όργανα Orff. Όλα αυτά τα όργανα δεν λείπουν φυσικά από την θεατρική παράσταση. Θα μπορούσα να πω μάλιστα ότι προσπάθησα στο βαθμό του δυνατού να τα αξιοποιήσω όσο περισσότερο και να δημιουργήσω έναν ήχο που θυμίζει την μουσική που θα έπαιζε ένα τμήμα μουσικής προπαιδείας.
– Γράφεις μουσική. Πόσο σημαντική είναι για σένα η δουλειά του συνθέτη; Δεν θα έλεγα ότι είμαι συνθέτης, θα έλεγα ότι η δουλειά μου είναι η μουσική στο θέατρο. Αυτό περιλαμβάνει διδασκαλία των ηθοποιών και της ορχήστρας, ενορχήστρωση, κάποιες φορές συμμετοχή στην παράσταση και ένα μέρος της ναι είναι η σύνθεση. Όλα αυτά όμως δεν μπορώ να τα δω αποκομμένα. Για μένα είναι κάτι ενιαίο. Η μουσική στο θέατρο είναι μια πολύπλευρη διαδικασία που καλύπτει πολλά από όσα μου αρέσουν: η ανάλυση του κειμένου, η επιλογή του ύφους, το ταξίδι σε μια άλλη εποχή, η μουσική σύνθεση με ένα σκοπό, η ενορχήστρωση και η διδασκαλία, το να είσαι μέρος μιας ομάδας και μιας παράστασης.
-Τι σε χαρακτηρίζει ως άνθρωπο και ως καλλιτέχνη; Μια μανία να επιστρέψω στον παλιό καθολικό μουσικό και όχι μόνο στον συνθέτη, ερμηνευτή, διασκεδαστή, αναλυτή ή τον δάσκαλο.
– Ποιες άλλες δουλειές σε έχουν σημαδέψει; Ποια συνεργασία έχει χαραχθεί περισσότερο στη μουσική σου μνήμη; Η πρώτη μου παράσταση με τον μουσικό Τάσο Καρακατσάνη στην παράσταση για τα 50 χρόνια από τον θάνατο του Μπρέχτ της Νάντιας Βαλαβάνη. Εκεί γνώρισα το θέατρο. Αν ξεχώριζα άλλη μία παράσταση θα ήταν το MusicalRENT όπου έκανα για πρώτη φορά “σεζόν” στην ορχήστρα του θεάτρου και κατάλαβα ότι ήθελα να ζω σε αυτούς τους ρυθμούς.
-Ποια είναι τα μελλοντικά σου σχέδια; Σπουδάζω στο Παρίσι διεύθυνση ορχήστρας από τον φετινό Σεπτέμβριο. Παράλληλα ετοιμάζω κάποιες συνεργασίες για μία παράσταση για τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, συνεργασία του πανεπιστημείου Paris 8 και του θεάτρου Odeon και μία παράσταση για το φεστιβάλ της Avignion. Φυσικά και η επόμενη δουλειά της ομάδας Vivido! Για να δούμε…
– Ποια είναι χαρακτηριστικά γνωρίσματα της μουσικής επένδυσης για θέατρο και για ορχήστρα; Τι είναι αυτό που τη διαφοροποιεί από τη δομή των τραγουδιών; Πολύ γενικά και σύντομα θα έλεγα ότι στο θέατρο η μουσική έρχεται να υπηρετήσει όσο καλύτερα μπορεί τον σκοπό της παράστασης. Αντιθέτως όταν υπάρχει μόνη της, θέτει τους δικούς της στόχους και προσπαθεί να τους εκπληρώσει.
– Ποιο είναι το πιο τρελό σου όνειρο; Να συνεχίσω να ζω από αυτό που κάνω…
Η κούκλα που είχε δυο μαμάδες παίζεται κάθε Κυριακή στις 11:30 στο Θέατρο Βικτώρια, σε σκηνοθεσία Ακίνδυνου Γκίκα. Τo CD με τη μουσική του Χρήστου Δρούζα για την παράσταση θα είναι σύντομα διαθέσιμο στο θέατρο!