ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΚΡΙΣΕΩΝ

Πόσες και πόσες φορές δεν έχουμε φτάσει στο σημείο να μην… αναγνωρίζουμε τον ίδιο μας τον εαυτό, προσπαθώντας να επιβάλλουμε την τάξη στο παιδί μας; Είναι στιγμές που, ουρλιάζοντας, του λέμε… να μη φωνάζει. Είναι στιγμές που, κλαίγοντας απ’ τα νεύρα μας, του λέμε να μην κλαίει. Παράλογος μεν, συνήθης δε αυτός ο τρόπος διαπαιδαγώγησης ενός ανηλίκου σε μια εποχή ανασφάλειας που δεν βοηθά καθόλου στην άσκηση γονεϊκής υπομονής.
Πειθαρχία και αυτοέλεγχος είναι δύο χαρακτηριστικά που εάν τα αποκτήσουν γρήγορα τα παιδιά, αλλά πρωτίστως οι γονείς, τότε ο δρόμος προς την ενηλικίωση… αμφοτέρων γίνεται ευκολότερος. Το Taλκ ζήτησε από την ειδικό Μιρέλλα Βλάσση (ψυχολόγος -ψυχοθεραπεύτρια, οικογενειακή θεραπεύτρια) να μας δείξει τον τρόπο με τον οποίο μπορούμε να αποφύγουμε τη ρήξη με το παιδί μας, όταν νιώθουμε σαν να μιλάμε στον τοίχο, ώστε να μη χάσουμε το δίκιο και τον στόχο μας, στην προσπάθειά μας να βάλουμε κόκκινες γραμμές ανάμεσα στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των παιδιών μας.

Ποια «σκαλοπάτια» πρέπει να ανέβουν οι γονείς ώστε να τιθασεύσουν τον δικό τους θυμό και την απογοήτευση που τους προκαλεί η αναπόφευκτη σύγκρουση της παιδικής-νεανικής ορμής με τη γονεϊκή εμπειρική «σοφία»; Η εμπειρία στην ψυχοθεραπεία οικογένειας δείχνει ότι οι ενήλικοι πέφτουν στα βαθιά με τη γέννηση του παιδιού και χωρίς οι ίδιοι να έχουν προλάβει να καλύψουν τις συναισθηματικές ανάγκες τους, βρίσκονται στη θέση να προσπαθούν να καλύψουν τις συναισθηματικές και πρακτικές ανάγκες του νέου μέλους. Αυτή η νέα συνθήκη από μόνη της μπορεί να δημιουργήσει πίεση και συναισθήματα θυμού τόσο ανάμεσα στο ζευγάρι όσο και απέναντι στο παιδί. Το πόσο συνειδητά επιλέξαμε να γίνουμε γονείς βοηθά κατ’ αρχάς στο να είμαστε επαρκέστεροι και αποτελεσματικότεροι στον ρόλο μας. Κάτι άλλο που είναι σημαντικό είναι να μαθαίνει σταδιακά ο γονιός να αποκωδικοποιεί για ποιο λόγο το παιδί μερικές φορές τον προκαλεί. Εκφράζει μια πραγματική του ανάγκη ή είναι ένα παιχνίδι ελέγχου ανάμεσα σε εκείνο και τον γονιό; Αν είναι το πρώτο, ο γονιός πρέπει να προσπαθήσει να κατανοήσει αυτήν την ανάγκη και να την καλύψει με αγάπη και φροντίδα. Αν είναι όμως το δεύτερο, πρέπει να αναρωτηθεί πόσο σταθερός και επαρκής είναι στον ρόλο του ως γονιός και να επιστρατεύσει όλες του τις δεξιότητες προς την κατεύθυνση αυτήν. Ας μιλήσουμε με παραδείγματα για τον τρόπο με τον οποίο οι γονείς μπορούν να προλάβουν τα ξεσπάσματα θυμού τους, ομαδοποιώντας, ηλικιακά, τα παιδιά.

Προσπαθούμε τα παιδιά μας, ηλικίας 2 έως 4 ετών, να κοιμούνται στο κρεβάτι τους και όχι στο δικό μας, χωρίς αποτέλεσμα. Δύο παράγοντες είναι σημαντικοί σε αυτήν την περίοδο. Ο πρώτος είναι το πόσο είναι διατεθειμένοι οι γονείς να βοηθήσουν με αγάπη το παιδί να αρχίσει να διαχειρίζεται τους φόβους του (σκοτάδι, μοναξιά κ.λπ.), με τους οποίους σε αυτήν την περίοδο αρχίζει να έρχεται αντιμέτωπο. Ο δεύτερος είναι το αν υπάρχει «χώρος» του παιδιού στην προσωπική ζωή του ζευγαριού για να καταλειφθεί συμβολικά και στο κρεβάτι. Έχοντας επίγνωση οι γονείς τού πόσο βοηθούν το παιδί να γίνει ένας ψυχικά υγιής ενήλικας ταυτόχρονα προστατεύουν τη σχέση τους και έτσι σίγουρα θα βρουν το κουράγιο να αντιπαρέλθουν το πέρα-δώθε αυτής της διαδικασίας.

Λέμε και ξαναλέμε στα παιδιά μας, ηλικίας 5 έως 7 ετών, να μαζεύουν τα παιχνίδια τους. Εκείνα αρνούνται, είτε γκρινιάζοντας, είτε αδιαφορώντας, είτε ρίχνοντας το φταίξιμο για την ακαταστασία το ένα παιδί στο άλλο. Η εκπαίδευση του παιδιού στο θέμα της τάξης πρέπει να αρχίζει πολύ πριν από τα 5 χρόνια. Είναι απλώς μία πλευρά της εκπαίδευσης στην ανάληψη ευθύνης. Μην ξεχνάμε ότι το ζήτημα της τάξης είναι σημαντικό να αποτελεί οικογενειακή υπόθεση και ότι το παιδί παίρνει το μήνυμα και το παράδειγμα από όλα τα μέλη της οικογένειας. Οι φωνές δεν αρκούν.

Προσπαθούμε να πείσουμε μάταια τα παιδιά μας, ηλικίας 8 έως 10 ετών, ότι είναι ωφέλιμο για τα ίδια να μάθουν να μελετούν μόνα τους. Η ανάληψη της ευθύνης παίρνει διαφορετική διάσταση σε κάθε ηλικία. Οπωσδήποτε όμως δεν βοηθάει η εικόνα ενός γονιού που έχει ανοιχτή την τηλεόραση και παροτρύνει το παιδί του να διαβάσει. Ένας πατέρας ή μια μητέρα που διαβάζουν ή ασχολούνται σοβαρά με κάτι, την ώρα που το παιδί μελετά, είναι σίγουρα πιο βοηθητικοί.

Τα παιδιά μας ηλικίας 11 έως 14 ετών αρνούνται να απομακρυνθούν από το κομπιούτερ. Ο ψηφιακός αναλφαβητισμός είναι η κύρια αιτία αυτού του προβλήματος. Ο υπολογιστής δεν υπάρχει στο σπίτι μόνο για να παίζουν τα παιδιά παιχνίδια. Ο σωστός χειρισμός του είναι επίσης θέμα παιδείας, που πρέπει να έρθει κυρίως από τον γονέα. Ακόμα όταν ο γονιός επαναπαύεται τις περισσότερες ώρες σε αυτήν την ενασχόληση του παιδιού για να έχει την ησυχία του, δύσκολα μετά θα επιτύχει να βάλει όρια. Όταν διαθέτουμε στο παιδί ουσιαστικό χρόνο από νωρίς στη ζωή του, δύσκολα θα προτιμήσει τον υπολογιστή ακόμα και σε αυτήν την ηλικία.

Τα παιδιά μας, από 15 ετών και πάνω, θέλουν να ανακαλύψουν μόνα τους τον κόσμο τη νύχτα και συχνά λένε ψέματα για το πού θα διασκεδάσουν. Ο έφηβος δεν έχει λόγο να λέει ψέματα όταν έχει δομήσει με τους γονείς από νωρίς μια σχέση αμοιβαίας εμπιστοσύνης. Αν έχουμε δημιουργήσει με το παιδί μας σχέση βασισμένη στον σεβασμό των αναγκών του, μας εμπιστεύεται για κάθε τι που το απασχολεί. Αν τον έχουμε μάθει να προστατεύει τον εαυτό του και να διαχειρίζεται τους φόβους του, τότε δεν υπάρχει λόγος να μας πει ψέματα.

Leave a Reply