Αυτό το καλοκαίρι είναι το καλοκαίρι της «στρογγυλής θεάς» και της μεγάλης χαράς του ποδοσφαίρου. Τα σύνορα του αθλήματος -για συμμετέχοντες και θεατές- διευρύνονται συνεχώς. Με αφορμή το Μουντιάλ το Taλκ αναρωτιέται: ο πρώτος σπόρος της κοινωνίας, τα παιδιά, τι σχέση έχουν σήμερα με το κορυφαίο των αθλημάτων και πώς διυλίζεται η σχέση πατέρα-γιου μέσα από το ποδόσφαιρο;
Η ποδοσφαιρική παράδοση που πρέπει να τηρηθεί
Η μπάλα τον συνδέει με τα παιδικά του χρόνια και, ως άντρας που είναι, τα παιδικά του χρόνια τα διατηρεί σε πιο νεανική κατάσταση από τη γυναίκα. Ονειρεύεται έναν γιο για να του μεταδώσει τη μέθεξη του ποδοσφαίρου. Αντ’ αυτού κάνει δύο κόρες. Το όνειρο χάνει κάτι από το αρχικό του μέγεθος, αλλά εξακολουθεί να ισχύει: «Θέλω οι κόρες μου να δουν αυτήν την ατμόσφαιρα πάση θυσία. Είναι εντυπωσιακό πράγμα το γήπεδο. Θέλω να ζήσουν τον παλμό και τη δύναμη αυτής της κατάστασης» μου λέει ο Χρήστος Δαρβίρας, ταγμένος Παναθηναϊκός από μικρός. Στην εφηβεία και στα πρώτα χρόνια της νεανικής του ζωής φλέρταρε έντονα με τη γηπεδίλα, τον φανατισμό, την οπαδοποίηση.
«Αν δεν τους αρέσει δεν θα συνεχίσω να τις πηγαίνω. Αν βέβαια είχα αγόρι θα προσπαθούσα περισσότερο να τον πείσω. Θα μου αρέσει πάντως να τους αρέσει το ‘‘σχολείο’’ του γηπέδου. Να ανοίξει το μάτι τους, να δουν κόσμο, να δουν μέσα στο γήπεδο τον καθρέφτη της κοινωνίας. Θα μου αρέσει να βλέπω μαζί τους μπάλα, να τους φοράω το καπελάκι και το μπλουζάκι της ομάδας. Αν το παιδί μου ήταν αγόρι θα είχα μια χαρά παραπάνω γιατί θα ήταν πιο στενή η παρέα που θα κάναμε με αφορμή την μπάλα, αλλά θα είχα κι έναν φόβο παραπάνω μη γίνει χούλιγκαν. Ο μπαμπάς μου με πήγαινε στο γήπεδο μαζί με τα δύο αδέρφια μου. Την πρώτη φορά που πήγαμε ήταν στα μέσα της δεκαετία του ’80 και στο ματς Παναθηναϊκός-Εθνικός είχαμε χάσει πανηγυρικά. Ο μικρός αδελφός μου έκλαιγε. Είναι αυτονόητο όταν μεγαλώνεις με μια μπάλα στα πόδια να μπαίνεις στο γήπεδο και να μαγεύεσαι. Η αγαπημένη ομάδα ‘‘κληρονομείται’’ επίσης αυτονόητα από τον μπαμπά και σηματοδοτεί την ταύτιση με το πρότυπο του άντρα/πατέρα. Τα τελευταία χρόνια βλέπεις πιο λίγα πιτσιρίκια στο γήπεδο απ’ ό,τι στην εποχή μου – οι γονείς θέλουν τα παιδιά τους να μη γίνονται… μάρτυρες των επεισοδίων, τα οποία είναι πια πολύ πιο βίαια απ’ ό,τι στο παρελθόν, δεν είναι απλά τα γνωστά… καντήλια που ακούς μέσα στο γήπεδο. Ακόμα κι έτσι, το πιο τέλειο, το πιο ονειρεμένο πράγμα για έναν πατέρα είναι να δει τον γιο του μέσα στο γήπεδο να βγάζει λεφτά από αυτό. Δεν θα ήθελα βέβαια τον γιο μου ποδοσφαιριστή – ξύλο απελέκητο. Ούτως ή άλλως, όμως, αυτό το στερεότυπο του αμόρφωτου ποδοσφαιριστή σήμερα δεν ισχύει μιας και η συντριπτική πλειονότητα των παιδιών τελειώνουν το λύκειο κι έχουν αποκτήσει τουλάχιστον τη βασική εκπαίδευση. Όπως όμως γνωρίζουμε καλά όλοι οι ποδοσφαιρόφιλοι, τα πιο πολλά παιδιά-ταλέντα χάνονται. Το κύκλωμα είναι βρόμικο στο ελληνικό ποδόσφαιρο και προωθεί τους δικούς του. Δεν είναι λίγες οι φορές που πρέπει να πληρώσεις αν θες να προωθήσουν το παιδί σου, που βλέπεις τελικά να βρίσκουν μια θέση στο γήπεδο γιοι ποδοσφαιριστών ή άλλων παραγόντων. Επίσης στην Ελλάδα δεν υπάρχουν και οι υποδομές που βλέπεις στο εξωτερικό όπου τα παιδιά που θέλουν να ασχοληθούν επαγγελματικά πηγαίνουν σε ειδικά σχολεία όπου προπονούνται και παράλληλα παρακολουθούν τα μαθήματά τους. Η μεγάλη μάζα των παιδιών που πηγαίνουν στις ελληνικές ακαδημίες δεν προχωρούν, το ξέρουν όλοι».
Πρόσφατα, ο Παναγιώτης Κερμανίδης, πρώην ποδοσφαιριστής του ΠΑΟΚ και ιδιοκτήτης της ακαδημίας «Μπέμπηδες», δήλωσε: «Τα τελευταία χρόνια χάνονται πολύ καλά ταλέντα και ειδικά από τον Άρη, και σε αυτό μπορεί να ευθύνεται και η κακή κατάσταση και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο σύλλογος». Με τη σειρά της, η Δώρα Ιωακειμίδου, δημοσιογράφος (βλ. εφημερίδα Σπορ του Βορρά, Metrosport κ.α.) και δημιουργός του πρώτου site για τα τμήματα υποδομής στην Ελλάδα, Acadimies.gr γράφει: «Η πικρή αλήθεια είναι ότι κάθε προικισμένος ποδοσφαιριστής που χάνεται στη δίνη του… ανθρωποφάγου χώρου είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση και μια ξεχωριστή ιστορία. Και υπάρχουν διάφορες ιστορίες και διάφοροι λόγοι που οδηγούν στην απώλεια του ονείρου του κάθε πιτσιρικά. Συνήθως, οι προικισμένοι παίκτες απαιτούν δύο πράγματα που σπάνια βρίσκουν: ιδιαίτερη μεταχείριση σε προσωπικό επίπεδο από προπονητές-‘‘βράχους’’ και παράλληλα προέδρους με μια ομάδα στα μέτρα τους, ικανή να κερδίσει νίκες αξιοποιώντας το ταλέντο τους. Αυτά στην πατρίδα μας γίνονται δύσκολα: οι προπονητές αρέσκονται στο να δείχνουν ότι αντιμετωπίζουν όλους τους παίκτες με τον ίδιο τρόπο, έχουν τις περισσότερες φορές υπερβολικές απαιτήσεις από 17χρονα παιδιά, κάποιοι δεν είναι ικανοί στον τομέα της ψυχολογίας, μοιράζουν εύκολα κατηγορίες και δύσκολα ‘‘μπράβο’’ και συχνά προτιμούν μια σίγουρη λύση, δηλαδή έναν δοκιμασμένο 30άρη αντί για έναν ανερχόμενο και ελπιδοφόρο πιτσιρικά, που διψάει για διακρίσεις».
Ο μπαμπάς που φορτώνει το παιδικό του όνειρο στο παιδί
Τι θα γινόταν αν ο μπαμπάς Χρήστος είχε αγοράκια αντί για κοριτσάκια και τα έστελνε σε μια μεγάλη ακαδημία ποδοσφαίρου; Ο Άκης Ζήκος, πρώην διεθνής ποδοσφαιριστής και διευθυντής σήμερα της ποδοσφαιρικής ακαδημίας της ΑΕΚ, λέει στο Taλκ: «Το ποδόσφαιρο κατέχει παγκοσμίως υψηλή θέση στο ενδιαφέρον του κόσμου και όχι μόνο των ανδρών, αλλά και των γυναικών και των παιδιών και το ίδιο συμβαίνει και στην Ελλάδα, όπου ως λαός αγαπούμε πολύ το ποδόσφαιρο. Τα τελευταία χρόνια μάλιστα παρατηρούμε ότι αυξάνονται ραγδαία τα τοπικά σωματεία που εισάγουν τα παιδιά στο άθλημα ενώ έχουν αυξηθεί κατακόρυφα και τα γήπεδα 5Χ5 στα οποία παίζουν τα πιτσιρίκια. Παλιά, τα παιδιά ξεχύνονταν στην αλάνα και η κατάσταση ήταν πιο χαλαρή, τώρα η έλλειψη ελεύθερων χώρων έκανε την κατάσταση πιο οργανωμένη. Το πρώτο πράγμα που κάνει ένα αγόρι όταν αρχίσει να κινείται είναι να κλοτσήσει μια μπάλα. Πολλοί μπαμπάδες επιθυμούν ο γιος τους να ασχοληθεί με το ποδόσφαιρο και τον φαντάζονται ως έναν καλό ποδοσφαιριστή. Αυτό όμως που δεν πρέπει να ξεχνούν είναι ότι το παιδί πρέπει να έχει την απαιτούμενη ποιότητα για να προχωρήσει επαγγελματικά, πρέπει να έχει το λεγόμενο ταλέντο.
Δυστυχώς, διαπιστώνω ότι συχνά το ξεχνούν ή δεν δέχονται την πραγματικότητα και σπρώχνουν τα παιδιά προς ένα όνειρο που δεν είναι δικό τους καταπιέζοντάς τα. Δεν είναι λίγοι αυτοί που φέρνουν τα παιδιά τους στις ακαδημίες με την ελπίδα ότι θα αποκτήσουν ένα καλό συμβόλαιο στην εφηβεία τους, χρήματα και φήμη.Αν το παιδί έχει πράγματι ταλέντο, τότε οκ, αλλά αν δεν έχει θα νιώσει άσχημα και θα έχει πρόβλημα ψυχολογικό σε ένα περιβάλλον όπου οι άλλοι είναι ανώτεροι ποιοτικά.Σε μια τέτοια περίπτωση προσπαθώ να βρω τα σωστά λόγια να το πω στον μπαμπά, αλλά κυρίως προσπαθώ να συνεργαστώ μαζί του για να με βοηθήσει να το εξηγήσουμε επίσης με τα κατάλληλα λόγια στο παιδί.
Τα αγόρια έρχονται στις Ακαδημίες από 5 ετών και άνω και σε αυτήν την ηλικία βλέπουν ακόμα το ποδόσφαιρο σαν παιχνίδι κι έτσι πρέπει να είναι, μιας και δεν έχουν αναπτύξει πλήρως ακόμα το νευρομυικό τους σύστημα αλλά και άλλες απαραίτητες δεξιότητες έτσι ώστε να μπορούμε να μιλάμε για επαγγελματικές προοπτικές.Όσο μάλιστα τα παιδιά είναι μικρά δεν υπάρχει μεταξύ τους ανταγωνισμός, αυτό που τα ενδιαφέρει είναι να βάλουν ένα γκολ, το στοίχημα είναι προσωπικό. Το ταλέντο, αν υπάρχει, αρχίζει να φαίνεται από την ηλικία των 9 και μετά και τότε είναι που το παιδί κατ’ αρχάς κι έπειτα οι γονείς θα αποφασίσουν αν θα προχωρήσει στο επόμενο επίπεδο. Σε αυτήν την ηλικία έρχεται και ο ανταγωνισμός κι αρχίζει να καλλιεργείται όταν τα παιδιά σταδιακά αναπτύσσουν όλα τα κομμάτια της τεχνικής εκπαίδευσης. Όσον αφορά το ζήτημα του ποδοσφαιρικού φανατισμού, ο οποίος στην Ελλάδα βρίσκεται σε έξαρση -και εξαιτίας της κρίσης- αυτό που προσπαθούμε να μάθουμε στα παιδιά είναι ότι ο σωστός εαυτός μέσα στο γήπεδο, ο σωστός τρόπος λειτουργίας και η οργάνωση θα είναι τα υγιή όπλα τους στον δρόμο προς τη νίκη. Παρ’ όλα αυτά, ναι, συναντούμε στις ακαδημίες φανατισμένους πιτσιρικάδες που έχουν οπαδοποιηθεί από τους μπαμπάδες τους».
Οι τελευταίοι είναι και οι πιο πιθανοί να πέσουν στα δίχτυα των νεόκοπων εταιρειών που ξεφυτρώνουν σαν τα μανιτάρια και κάνουν ανοίγματα στον χώρο του μάνατζμεντ, τη διαχείριση και τη μετακίνηση εκκολαπτόμενων ποδοσφαιριστών από και προς το εξωτερικό. Και κάπως έτσι καταλήγουν οι… ηθελημένα παραπλανημένοι γονείς να πληρώνουν έως και 2.000 ευρώ τον μήνα για να δοκιμάζεται το βλαστάρι τους σε μεγάλες ακαδημίες του εξωτερικού – και τις περισσότερες φορές το βλαστάρι να επιστρέφει σπίτι άπραγο…
Ο δάσκαλος που βλέπει το ποδόσφαιρο να εκπολιτίζεται
O Κωνσταντίνος Ουρανός, δάσκαλος (εργάζεται στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση εδώ και δεκατρία χρόνια), πραγματοποιεί ένα μικρό πείραμα στην τάξη του (Γ΄ Δημοτικού σε ιδιωτικό σχολείο στα νότια προάστια) για χάρη μου. Μετά από συζήτηση επί του θέματος με τα 14 αγόρια -από τα 27 παιδιά της τάξης- προκύπτουν τα εξής: 8 στους 13 πηγαίνουν ή έχουν πάει με τον μπαμπά τους στο γήπεδο, 10 στα 13 παρακολουθούν αγώνες με τους μπαμπάδες τους, 9 στα 13 είναι ίδια ομάδα με τον μπαμπά, 7 στα 14 ασχολούνται με το ποδόσφαιρο μέσα από ακαδημία ή τοπικό σύλλογο. Πάμε τώρα και στα πιο σοβαρά. Μόνο 4 στους 13 θέλουν να γίνουν ποδοσφαιριστές όταν μεγαλώσουν. Κανένα κορίτσι δεν θέλει να παντρευτεί ποδοσφαιριστή, κανένα αγόρι δεν θεωρεί ότι ο ποδοσφαιριστής είναι ένα σοβαρό επάγγελμα. Με τον δάσκαλο τα βάζουμε κάτω. Μήπως οι απαντήσεις σχετίζονται με το ευκατάστατο προάστιο που βρίσκεται το ιδιωτικό -με ό,τι αυτό συνεπάγεται- σχολείο; Είναι τελικά το ποδόσφαιρο το όπιο του λαού, των μεσαίων τάξεων, των δυτικών προαστίων, του Κόκκινου Λιμανιού του Θρύλου, του Πράσινου Κέντρου της Παναθηναϊκάρας και της Κίτρινης Φιλαδέλφειας της ΑΕΚάρας; Ναι, είναι. Καθηγήτρια, που δούλευε μέχρι πρότινος σε γειτονιές του Πειραιά, μου έλεγε ότι τα μισά παιδιά έρχονταν στο σχολείο με φόρμες του Ολυμπιακού. Ο δάσκαλος έχει τη θεωρία ότι στο Μπουρνάζι πολλά κοριτσάκια θα θέλουν να παντρευτούν τον Ρονάλντο και πολλά αγόρια θα κοιμούνται και θα ξυπνούν με το όνειρο του ποδοσφαιριστή. Υπεροπτικό, λαϊκίστικο, αφελές; Μπορεί και όχι, μιας και η εμπειρία μάς δείχνει ότι όσο πιο λαϊκές και ζωντανές είναι οι γειτονιές (ειδικά αυτές που έχουν γήπεδο ή ιστορικό αθλητικό σύλλογο) τόσο πιο στενή είναι η σχέση με το ποδόσφαιρο. Η πρόσφατη ποδοσφαιροποίηση της πολιτικής έχει πολλά να πει για το θέμα της εκπαίδευσης που δίνουμε στα παιδιά μας γύρω από το λαοφιλές άθλημα. Πρόκειται σαφέστατα για ένα βήμα πίσω που συνδέεται άρρηκτα με την κρίση και τα ακραία συναισθήματα και τον λαϊκισμό που αυτή προκαλεί.
Την ίδια στιγμή όμως γίνονται και βήματα μπροστά. Η «ευλογημένη ταύτιση με την αγέλη» που θα έφερνε για το αγόρι η επαφή με το ποδόσφαιρο δεν είναι κάτι το επιθυμητό πια από τον σύγχρονο ευαίσθητο και ευαισθητοποιημένο σε πολλά θέματα πατέρα. Αυτό που επιθυμεί για το παιδί πάνω απ’ όλα ο σημερινός μπαμπάς είναι η σφαιρική παιδεία. Όσο για το ποδόσφαιρο, είναι ένα ιδανικό μέσω παρέας και συντροφιάς με τον γιο του. Οι σημερινοί γονείς δεν θέλουν τα παιδιά τους φανατισμένους οπαδούς γιατί γνωρίζουν πως αυτό μπορεί να γίνει μια έξοχη αφορμή στα χέρια του σχολικού εκφοβισμού και της βίας. Παράλληλα, η συνεχής άνοδος του επιπέδου της μόρφωσης των γονιών έχει βάλει ένα φρένο στο πρότυπο του θεού ποδοσφαιριστή. Οι ολοένα αυξανόμενες γυναίκες φαν του αθλήματος έχουν «μαλακώσει» την μπρουτάλ πλευρά του αθλήματος. Ο δάσκαλος όμως επισημαίνει και κάτι άλλο: έχουν αλλάξει και τα ίδια τα παιδιά. Το εύρος των πολλαπλών, διαφορετικών ερεθισμάτων που δέχονται κάνει τη σκέψη τους να ωριμάζει πιο γρήγορα, το μυαλό τους να λειτουργεί πιο συνδυαστικά και γρήγορα απ’ ό,τι στο παρελθόν και την κρίση τους να αναπτύσσεται σε πιο μικρές ηλικίες.
Καθόλου άσχημα, έτσι;
Πάμε λοιπόν τώρα να χορέψουμε οικογενειακώς, με αισθήματα χαράς και πολιτισμού στον ρυθμό της στρογγυλής θεάς!
και το παιδί μου ασχολείται με το ποδόσφαιρο κ θα θέλαμε πολύ να το πάμε στο γήπεδο…αλλά δεν γίνεται….πολύ, μα πάρα πολύ βρισίδι κ άπρεπη συμπεριφορά από τους ΄΄φιλάθλους΄΄………. 🙁