O “ΘΕΙΟΣ” ΜΙΚΗΣ ΤΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ

Μίκης

Ο Μίκης Θεοδωράκης και η κόρη του Μαργαρίτα, το 1961, στο παράθυρο του σπιτιού τους στη Νέα Σμύρνη. Πηγή φωτογραφίας: http://www.mikistheodorakis.gr/

Αγαπημένα μου παιδιά, σήμερα θα σας αφηγηθώ μια ιστορία αλλιώτικη απ’ τις άλλες. Δεν έχει βασιλιάδες και δράκους μυθικούς. Μα έχει έναν ήρωα που για όπλο του είχε τη μουσική. Ας αρχίσουμε, λοιπόν! Πριν από σχεδόν 100 χρόνια, στο όμορφο νησί της Χίου ένα αγαπημένο ζευγάρι έφερε στον κόσμο ένα αγοράκι. Το όνομα αυτού Μίκης. Το όμορφο παιδάκι μεγάλωνε με τους γονείς του και γυρνούσε μαζί τους όλη την Ελλάδα. Βλέπετε, η δουλειά του μπαμπά του τους ανάγκαζε να αλλάζουν συνεχώς μέρη. O καλός μας ο Μίκης ήταν αποφασισμένος πως ό,τι βλέπει κι ό,τι ακούει θα το ρουφάει. Πώς ρουφάει το σφουγγάρι το νερό; Έτσι κι εκείνος!
Και τώρα εσείς, με το δίκιο σας, θα με ρωτήσετε τι είδε και τι άκουσε. Πρώτα πρώτα ήρθε στην Αθήνα και είδε την Ακρόπολη! Και όλες αυτές οι κολόνες, που έστεκαν ίσιες και σε γραμμή σαν παιδιά στην παρέλαση, του φάνηκαν εκπληκτικές. «Μα πόση αρμονία;» σκέφτηκε χωρίς να ξέρει τι ακριβώς θα πει η λέξη αυτή∙ μα έτσι είχε ακούσει τους μεγάλους να τη χρησιμοποιούν.
Η οικογένεια του Μίκη σχεδόν κάθε χρόνο άλλαζε τόπο. Μυτιλήνη, Γιάννενα, Αργοστόλι και πάλι Γιάννενα και πάλι Αργοστόλι, Πάτρα, Πύργος, Τρίπολη… Ο έφηβος πλέον Μίκης σε κάθε νέο τόπο όπου βρισκόταν άκουγε τις μουσικές του και τις ρουφούσε. Γιατί ξέρετε, παιδιά; Τότε δεν υπήρχε διαδίκτυο, υπολογιστής και τηλεόραση. Μόνο ραδιόφωνο είχαν κάποιοι άνθρωποι. Έτσι, για να ακούσεις τη μουσική της κάθε περιοχής έπρεπε να πας εκεί. Να πας και να την ακούσεις να παίζεται από τους μουσικούς της.
Έτσι έγινε, λοιπόν, κι ο Μίκης άρχισε να καταλαβαίνει ότι η μουσική τον δυνάμωνε, τον έκανε καλύτερο άνθρωπο, τον έκανε να επιθυμεί κάτι καλύτερο και για τον κόσμο. Άρχισε να παίζει φυσαρμόνικα και να μαζεύεται με τους φίλους του για να διαβάσουν ποιήματα! Μια άλλη αρμονία της ζωής η ποίηση και ο ήρωάς μας δεν ήταν διατεθειμένος να τη χάσει. Πάνω, όμως, που κατάλαβε ότι αρμονία και μουσική είναι λέξεις ταιριαστές, τότε άρχισε να βασιλεύει το χάος στην Ελλάδα.

Βρισκόμαστε πια στο 1940. Οι Ιταλοί μόλις είχαν μπει στη χώρα μας, μα τότε ήταν η αρχή της απόλυτης ελευθερίας για τον ίδιο… Ο Μίκης ήταν κιόλας δεκαπέντε χρονών, άξιος πια για να αντισταθεί και έτοιμος να μάθει σε βάθος την τέχνη του. Άρχισε να παίρνει τα πρώτα του μαθήματα στο πιάνο και στη θεωρία της μουσικής, που του χάριζε αυτήν την ανίκητη δύναμη της ελευθερίας. Άδραξε, λοιπόν, την ευκαιρία, δύο χρόνια μετά, και σε μια διαδήλωση στις 25 Μαρτίου, «τα έβαλε» με έναν Ιταλό στρατιώτη κατακτητή και φυλακίστηκε. Αυτό ήταν! Αποφάσισε πια ότι για κανέναν λόγο δεν θα επέτρεπε σε κανέναν να μη ζει ελεύθερος, ακόμα και μέσα στη φυλακή. Και έτσι κι έκανε! Ίσως τώρα θα με ρωτήσετε «Πώς;» Μα να… ήταν ελεύθερο το πνεύμα, το μυαλό και η ψυχή του… Υπάρχει μεγαλύτερη ελευθερία από αυτό;
Τα χρόνια που ακολούθησαν ήταν γεμάτα από όλων των λογιών τις εμπειρίες και τα συναισθήματα… Σπουδές, εξορίες, γνωριμίες με σπουδαίους καλλιτέχνες. Αποκτά τα μουσικά πτυχία του, γνωρίζει προσωπικότητες όπως ο Μάνος Χατζηδάκης και ο Οδυσσέας Ελύτης,  εξορίζεται στην Ικαρία και στη Μακρόνησο. Όλες αυτές οι εμπειρίες έγιναν ακόμα σπουδαιότερες, γιατί ήδη είχε γνωρίσει την αγάπη της ζωής του. Τη Μυρτώ του, που έγινε γυναίκα του, έκανε μαζί του δυο παιδιά και έμεινε στο πλάι του για πάντα… Ο ήρωάς μας όπου κι αν ήταν έγραφε μουσική και γέμιζε με τραγούδια το μικρό του κασελάκι. Μα σαν να ήθελε ο αέρας να σκορπίσει τις νότες σε όλη την Ελλάδα, σαν να ήθελε η πλάση όλη να μοιραστεί την ελευθερία του Μίκη, το κασελάκι άνοιξε. Άνοιξε δυο φορές, μια στην Ικαρία και μια στη Μακρόνησο, και τα εκατοντάδες χαρτιά που περιείχε, σκόρπισαν σαν θαλασσοπούλια κι έκατσαν στα νερά του Αιγαίου. Τα χαρτιά έλιωσαν κι οι νότες χάθηκαν. Έγιναν μαύρα μικρά ψαράκια. Ο Μίκης άρχισε να γίνεται κομμάτι όλης της χώρας!
Μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας, αφοσιώθηκε σε αυτό που αγαπούσε περισσότερο, στη μουσική του. Τα χρόνια που ακολούθησαν έγραψε πολύ και ταξίδεψε ως το Παρίσι μαζί με τη Μυρτώ του. Έμεινε στην πόλη του φωτός και σπούδασε πάλι μουσική, γράφοντας ταυτόχρονα όμορφες μελωδίες, δημιουργώντας όμορφες αρμονικές ελευθερίες! Και ενώ όλα έδειχναν να πηγαίνουν καλά, κι ενώ ο Μίκης περνούσε χρόνο πολύ στη χώρα μας δημιουργώντας, έγινε πάλι κάτι που έφερε τα πάνω κάτω.

Ήταν 21 Απριλίου του 1967, όταν στην Ελλάδα έγινε χούντα. Η ελευθερία, που ο ήρωάς μας τόσο αγαπούσε, χάθηκε. Οι άνθρωποι της χούντας αποφάσιζαν εκείνοι αντί για σένα πού μπορούσες να πας, τι μουσική μπορούσες να ακούσεις, τι βιβλία μπορούσες να διαβάσεις, ποιον μπορούσες να κάνεις παρέα, τι ώρα μπορούσες να κυκλοφορήσεις στον δρόμο, ακόμα και πώς μπορούσες να ντυθείς. Ο Μίκης ήταν αποφασισμένος να μην το επιτρέψει αυτό, από την πρώτη κιόλας μέρα. Σε λίγο καιρό, οι χουντικοί απαγόρευσαν να παίζεται η μουσική του. Όποιος άκουγε Θεοδωράκη μπορούσε ακόμα και να μπει φυλακή. Το πιστεύεις; Μάλιστα δεν άργησε να έρθει ο καιρός που τον φυλάκισαν κι εκείνον. Και μετά πάλι εξορία. Όμως, ο Μίκης συνέχισε να γράφει, πάντα ελεύθερος στον νου και στην καρδιά, όμορφες μελωδίες.
Ένα πρόβλημα υγείας τού χάρισε την προσωρινή του ελευθερία και κατάφερε με τη βοήθεια των φίλων του, από όλον τον κόσμο, να φτάσει ξανά στο Παρίσι για να συνεχίσει από εκεί να αγωνίζεται. Ταξιδεύει για συναυλίες σε πολλές χώρες: Ιταλία, Γαλλία, Αγγλία, Γερμανία, Βέλγιο, Ολλανδία, Σουηδία, Φιλανδία, Λίβανος, Ισραήλ, Αυστραλία, Μεξικό, Βενεζουέλα, Αργεντινή, Περού, ΗΠΑ, Καναδάς… Επτά ολόκληρα χρόνια κράτησε η χούντα και, ευτυχώς, οι άλλοι σπουδαίοι ήρωες της εποχής, οι φοιτητές και οι μαθητές, κατάφεραν και τη νίκησαν. Και ο Μίκης επέστρεψε.
Έγινε τότε ο Μίκης όλης της Ελλάδας και πάντα με τις μουσικές του έκανε τον κόσμο να νιώθει ότι η δύναμή του μεγαλώνει. Έγινε ο Μίκης όλης της Ελλάδας που γνώρισε την ποίηση σε όλους. Ακόμα και στους παππούδες των παππούδων μας που δεν ήξεραν να διαβάζουν. Έγινε ο Μίκης όλου του κόσμου∙ με  δυο μονάχα νότες του οι άνθρωποι χορεύουν συρτάκι. Και πριν από λίγες μέρες έγινε ο «θείος» Μίκης της μουσικής, μια κι έφυγε πια από τη ζωή. Ξέρεις πως κάποιοι λένε ότι όταν ένας άνθρωπος φύγει ίσως γίνεται αστεράκι στον ουρανό. Ο Μίκης μας, όμως, έγινε μια τόση δα μικρή νότα που υπάρχει σε κάθε χτύπο της καρδιάς μας.
Αντίο, μουσικέ ήρωά μας, Μίκη Θεοδωράκη. Θα σε τραγουδάμε για πάντα.

Η Μυρτώ Χρυσανθοπούλου είναι ηθοποιός-μουσικός-μουσικοθεατροπαιδαγωγός. 

Leave a Reply