ΠΑΙΔΙ ΚΑΙ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΗ ΚΑΚΟΠΟΙΗΣΗ

σεξουαλική κακοποίησηΤο 1999, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) όρισε την παιδική σεξουαλική κακοποίηση ως «την εμπλοκή ενός παιδιού σε σεξουαλική δραστηριότητα την οποία δεν μπορεί να αντιληφθεί πλήρως, για την οποία είναι ανίκανο να δώσει συγκατάθεση ή για την οποία δεν είναι έτοιμο αναπτυξιακά και δεν μπορεί να συναινέσει και η οποία παραβιάζει τους νόμους και τα ταμπού της κοινωνίας. Η παιδική σεξουαλική κακοποίηση αποδεικνύεται από τη δραστηριότητα ανάμεσα σε ένα παιδί και έναν ενήλικα ή ένα άλλο παιδί, που εξαιτίας της ηλικίας του και του αναπτυξιακού του επιπέδου υφίσταται ανάμεσά τους σχέση ευθύνης, εμπιστοσύνης ή εξουσίας, και έχει ως στόχο την ευχαρίστηση ή την ικανοποίηση των αναγκών του άλλου προσώπου». Οι πράξεις αυτές περιλαμβάνουν την παρότρυνση ή τον εξαναγκασμό του παιδιού να εμπλακεί σε παράνομη σεξουαλική δραστηριότητα, την εκμετάλλευση του παιδιού μέσω της πορνείας ή άλλων παράνομων πρακτικών ή την εκμετάλλευση παιδιών μέσω πορνογραφικού υλικού.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που δίνει ο ΠΟΥ υπολογίζεται ότι στο μέλλον 1 στα 5 κορίτσια και 1 στα 10 αγόρια θα πέσουν θύματα σεξουαλικής κακοποίησης. Ωστόσο, μόνο 1 στις 3 περιπτώσεις θα αναφερθεί ή θα γίνει αντιληπτή από τους γονείς ή τους εκπαιδευτικούς.  Αξίζει να τονίσουμε ότι σεξουαλική κακοποίηση καθιστούν τόσο συμπεριφορές που περιλαμβάνουν σωματική επαφή, αγγίγματα στο σώμα του παιδιού, ερωτική πράξη, όσο και υπονοούμενα, ηδονοβλεψία, παιδοφιλία, λήψη, χρήση και μετάδοση πορνογραφικού υλικού.

Περιστατικά σεξουαλικής κακοποίησης μπορούν να συμβούν τόσο στο οικογενειακό όσο και στο εξωοικογενειακό πλαίσιο. Επικρατεί λανθασμένα η άποψη ότι σε περιστατικά που σχετίζονται τόσο με παρενόχληση όσο και κακοποίηση εμπλέκονται άτομα άγνωστα στο παιδί. Μελέτες περιστατικών αποδεικνύουν ότι πρόκειται περισσότερο για άτομα με τα οποία τα παιδιά έχουν ήδη μια κοινωνική επαφή, νιώθουν ασφαλή, μπαίνουν στο σπίτι τους: φίλοι των γονιών τους, ένας έμπιστος γείτονας, ο προπονητής, ο εκπαιδευτικός, ένα συγγενικό πρόσωπο, άντρας ή γυναίκα, ένας συμμαθητής ή μια συμμαθήτρια. Είναι ακόμα σημαντικό να τονίσουμε ότι σε κάθε περίπτωση ο δράστης έχει ένα βαθμό εξουσίας πάνω στο παιδί, το αναγκάζει να προβεί σε πράξεις που προσβάλλουν την αξιοπρέπεια και την υγεία του, ψυχική και σωματική.

Πέρα από σωματική ωστόσο πράξη, η σεξουαλική κακοποίηση ενός παιδιού αποτελεί μια τραυματική ψυχολογική εμπειρία. Το παιδί που έχει κακοποιηθεί –ακόμα και παρενοχληθεί– σεξουαλικά βιώνει συναισθήματα φόβου και αβοηθητότητας, ντροπής, προδοσίας, ενοχής και θυμού. Φοβάται ότι το επεισόδιο θα επαναληφθεί, ότι δεν θα ξεφύγει ποτέ από τον εφιάλτη αυτό. Νιώθει ντροπή καθώς θεωρεί ότι συμβαίνει μόνο στο ίδιο, εγκλωβίζεται στις ενοχές και θυμώνει με τον εαυτό που δεν αντιδρά. Ο θυμός συχνά λειτουργεί σαν μέσο κάλυψης του φόβου γι’ αυτό και συχνά το παιδί ξεσπά φαινομενικά αναίτια. Χαμηλές επιδόσεις, ξεσπάσματα θυμού ή κλάματα, παθητικότητα και υπερκινητικότητα, προβλήματα στον ύπνο και νυχτερινή ενούρηση θεωρούνται ως τα πλέον συνήθη συμπτώματα μιας τέτοιας εμπειρίας.

Έρευνες σε ενήλικες συνδέουν άμεσα τη συμπτωματολογία Διαταραχής Μετατραυματικού Στρες, την κατάθλιψη, τις διατροφικές διαταραχές, τις συναισθηματικές δυσκολίες, τη χαμηλή αυτοεκτίμηση, την αυτοκτονικότητα, τις σεξουαλικές φοβίες και δυσλειτουργίες, τις διαταραχές φύλου με την εμπειρία σεξουαλικής κακοποίησης κατά την παιδική και εφηβική ηλικία.

Η πραγματικότητα

Είμαστε μια συντηρητική κοινωνία, αρνούμαστε να ασχοληθούμε με ζητήματα που μας δυσκολεύουν, μας στεναχωρούν ή ακόμα χειρότερο αρνούμαστε να δούμε, να ακούσουμε τις φωνές και τα σημάδια. Και τότε έρχεται η ίδια η πραγματικότητα και μας ξυπνά. Μια καταγγελία, δεύτερη, τρίτη και μετά ένας χείμαρρος από διαφορετικές πηγές, από αθλητικούς συλλόγους, κουίντες και καμαρίνια του θεάτρου, ιατρεία, πανεπιστήμια, χώρους εργασίας, εκκλησία… Και τότε, ίσως κάτι ακούσουμε. Αλλά τότε είναι αργά να κοιτάξουμε ως κοινωνία στα μάτια το θύμα, τον μικρό αθλητή, τη χορεύτρια, τη φοιτήτρια που πάλευε να πάρει το πτυχίο της, τον νεαρό που είχε ανάγκη την πρακτική στο ιατρείο. Εμείς λοιπόν, η κατά τα λοιπά σύγχρονη κοινωνία, φοβόμαστε να μιλήσουμε για σεξουαλική εκπαίδευση, κι ας αποτελεί την κατά κύριο λόγο πρόληψη τέτοιων φαινομένων. Προσκρούουμε σε στερεότυπα, στις αντιλήψεις ότι η ελληνική κοινωνία είναι υγιής, ότι άνθρωποι υπεράνω υποψίας δεν είναι δυνατό να εμπλέκονται σε τέτοιες πράξεις. Είναι σημαντικό να έχουμε στον νου μας ότι η δική μας η προσωπική στάση απέναντι στη σεξουαλική εκπαίδευση θα καθορίσει και τον τρόπο με τον οποίο θα μιλήσουμε στα παιδιά μας για να τα προστατεύσουμε για το μέλλον.

Σεξουαλική κακοποίηση: Η αξία της πρόληψης

Από τη γέννηση και το πρώτο ξύπνημα των αισθήσεων έως την ανακάλυψη της διαφοράς μεταξύ των φύλων, η σεξουαλική συμπεριφορά αποτελεί μέρος της φυσιολογικής ανάπτυξης των μικρών παιδιών. Έτσι, από την ηλικία των 2-2,5 ετών ως γονείς οφείλουμε να ακούσουμε τις πρώτες τους ερωτήσεις και να ξεκινήσουμε την πρώτη του σεξουαλική διαπαιδαγώγηση μέσα από ένα ανοιχτό διάλογο μαζί τους. Με τον τρόπο αυτόν θα τα ενημερώσουμε σχετικά με το σώμα τους, τη διαφορά των φύλων, την υγιεινή. Αργότερα, και με οδηγό τις δικές τους ανησυχίες και προβληματισμούς, θα μπορέσουμε να μιλήσουμε για τις βιολογικές λειτουργίες και την αναπαραγωγή. Όσο περνά ο καιρός – ακόμα κι αν δεν έρχονται ερωτήσεις από το παιδί μας – καλό είναι να «προκαλούμε» σχετικές συζητήσεις που θα μας βοηθήσουν να αντιληφθούμε τι γνωρίζει και αν η γνώση του είναι ορθή.

Πώς να ξεκινήσω;

Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, είναι σημαντικό να σκεφτούμε αν εμείς οι ίδιοι ως γονείς είμαστε προετοιμασμένοι και αρκετά ψύχραιμοι να κάνουμε μια τέτοια συζήτηση με το παιδί μας. Καλό θα ήταν να μοιραστούμε τις σκέψεις μας με τον σύντροφο μας, να ενημερωθούμε και να προσεγγίσουμε το παιδί μας με τρόπο που να αισθανθεί ασφαλές και ελεύθερο να μιλήσει χωρίς ντροπή ή ενοχή. Παράλληλα, οφείλουμε να είμαστε προσεκτικοί σε κάθε μικρή αλλαγή της συμπεριφοράς του παιδιού καθώς έτσι μπορούμε να εντοπίσουμε και την αιτία. Η συχνή και ουσιαστική επικοινωνία με τον εκπαιδευτικό του παιδιού μπορεί να μας δώσει πληροφορία σχετικά με τη συμπεριφορά του στο σχολικό περιβάλλον.

Μπορείτε να ξεκινήσετε ξεφυλλίζοντας ένα βιβλίο ανάλογα με την ηλικία του, ή κατά τη διάρκεια του μπάνιου ώστε να ονομάσετε και τα σημεία του σώματος του παιδιού που πρέπει να κρατά μακριά από αγγίγματα ατόμων άλλων από τους γονείς. Βεβαιωθείτε μέσα από παιχνίδια με μια κούκλα ή τη ζωγραφική ότι κατανόησε το μήνυμα. Καλό θα ήταν να μιλάτε για σεξουαλική βία στο πλαίσιο της γενικότερης βίας ώστε να μην υπάρξει σύγχυση με τη σεξουαλική πράξη, η οποία στην πραγματικότητα είναι μια πράξη αγάπης και προϋποθέτει αυστηρά τη συγκατάθεση των συντρόφων. Υπάρχουν πολλά βιβλία και βίντεο που ενημερώνουν τα παιδιά για τον κανόνα του εσωρούχου και την προστασία του σώματος τους (https://rm.coe.int/16806b073c)

Διδάξτε στο παιδί ότι είναι μοναδικό και πολύτιμο. Εξηγείστε του ότι το σώμα του δεν ανήκει σε κανέναν παρά μονάχα στο ίδιο, ότι κανείς δεν έχει το δικαίωμα να το αγγίξει χωρίς τη ρητή συγκατάθεσή του και χωρίς να γνωρίζει τον λόγο. Οι επαγγελματίες υγείας που θα χρειαστεί να εξετάσουν το παιδί θα πρέπει να του εξηγήσουν τον λόγο που το κάνουν και φυσικά η εξέταση ή η ιατρική πράξη θα γίνει με την παρουσία των γονέα.

Πείτε στο μικρό σας ότι έχει το δικαίωμα να αρνηθεί αγκαλιές και φιλιά και ότι, αν νιώσει άσχημα, πρέπει να αντισταθεί και να μιλήσει χωρίς ντροπή και φόβο σε ένα άτομο εμπιστοσύνης (τον γονέα ή τον δάσκαλο). Επίσης, θα πρέπει να του υπενθυμίζουμε ότι ούτε το ίδιο έχει δικαίωμα να αγγίζει άλλα παιδιά. Συχνά, ένα παιδί φοβάται να αντιμιλήσει από φόβο σε έναν ενήλικο. Πείτε του ότι, εάν νιώσει ότι κάτι μη φυσιολογικό συμβαίνει, έχει το δικαίωμα να εναντιωθεί ακόμα κι αν πρόκειται για γονέα, δάσκαλο ή προπονητή.  Υπενθυμίστε του ότι δεν είναι υπεύθυνο για ό,τι συνέβη.

Έτσι λοιπόν η προστασία των παιδιών από τη σεξουαλική κακοποίηση αποτελεί καθήκον κάθε ενήλικου. Η ενημέρωση μέσα από δράσεις σε όλα τα επίπεδα και μέσα που θα προάγουν το θέμα της πρόληψης είναι περισσότερο από ποτέ αναγκαία και επιτακτική. Η κοινωνία δεν μπορεί πλέον να κλείνει τα μάτια μπροστά σε να κοινωνικό φαινόμενο που «ακουμπά» τα σώματα και τις ψυχές των μικρών παιδιών.  Ενημερώνοντας την κοινωνία, δίνουμε ένταση στη φοβισμένη φωνή των παιδιών και των εφήβων, αργότερα των γυναικών και αντρών που πέφτουν θύματα κακοποίησης σε όλες τις μορφές. Με τον τρόπο αυτό μειώνουμε την ανάπτυξη  διαταραχών που θα έχουν σοβαρές συνέπειες στη μελλοντική τους ζωή, την υγεία, την κοινωνικοποίηση και τη δημόσια υγεία. Βάζουμε τέλος στη βία.

Η γνώση είναι δύναμη, άρα η ενημέρωση και η εκπαίδευση των επαγγελματιών υγείας χρειάζεται να τεθεί στην υπηρεσία αυτού του σκοπού. Τέλος, η πολιτεία οφείλει να λάβει δραστικά μέτρα για την καταπολέμηση του φαινομένου τιμωρώντας παραδειγματικά όσους στο όνομα μια επιτυχίας, ενός ρεκόρ, ενός Όσκαρ, ή απλώς (!) μιας στενής γνωριμίας πληγώνουν ψυχές και σώματα.

Βιβλιογραφία 

  1. Cohen, J. A., Deblinger, E., Mannarino, A. P. and Knudsen, K. (2005). Treating sexually abused children: 1 year follow-up of a randomized controlled trial. Child Abuse and Neglect, 29(2) : 135-145.
  2. Crosson- Tower, C. (1999). Understanding Child Abuse and Neglect. USA: Allyn & Bacon.
  3. Finkelhor, D. and Browne, A. (1985). The traumatic impact of child sexual abuse: A conceptualization. American Journal of Orthopsychiatry, 55(4) : 530-541.
  4. Saunders, B.E., Berliner, L. and Hanson, R.F. (Eds.). (2004). Child Physical and Sexual Abuse: Guidelines for Treatment. Charleston, SC: National Crime Victims Research and Treatment Center

Η κ. Κατερίνα Χοτζόγλου είναι Κλινική Ψυχολόγος ΜΑ – Παιδοψυχολόγος MSc – Ψυχοθεραπεύτρια και Ψυχολόγος των Εκπαιδευτηρίων Καίσαρη. 

Leave a Reply