ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΡΙΣΙ: ΗΛΕΚΤΡΑ ΣΑΜΟΪΛΗ

Ηλέκτρα ΣαμοΐληΤο Τaλκ παρουσιάζει μια σειρά από μαρτυρίες για τη ζωή των Ελλήνων γονέων στο εξωτερικό, την εποχή του Κορονοϊού. Φιλοξενούμενή μας η Ηλέκτρα Σαμοΐλη, διερμηνέας, που ζει στο Παρίσι, μαζί με τον σύζυγό της Julian και τα δύο τους παιδιά, Nikita,  7 και James, 2 ετών.

  • Είναι Κυριακή, 22 Μαρτίου. Σας γράφω από τη Γαλλία, όπου ο αριθμός των κρουσμάτων ανέρχεται σε 14.459 άτομα. Έχουν ήδη χάσει τη ζωή τους 562 άνθρωποι και 1,525 βρίσκονται σε κρίσιμη κατάσταση -μέχρι αυτή τη στιγμή, 1:40 το μεσημέρι. Η Γαλλία είναι από τις τελευταίες χώρες που ενημερώνουν για τον ημερήσιο αριθμό κρουσμάτων τους. Ποιος ξέρει τι θαύμα περιμένουν μέχρι τις 7:30-8 το βράδυ… Ο αριθμός των κρουσμάτων εδώ αυξάνει εντυπωσιακά (εχθές αν δεν κάνω λάθος προστέθηκαν άλλα 1800 άτομα στη λίστα), ακόμα κι αν η Ισπανία, η Γερμανία και οι ΗΠΑ μας έχουν αφήσει πίσω. Ζούμε στο Παρίσι, στο κέντρο της πόλης. Για την ακρίβεια τα παράθυρά μας βλέπουν ακριβώς απέναντι στην πλατεία του δημαρχείου του Παρισιού (του Hotel de Ville), τον Σηκουάνα και (ό,τι έχει απομείνει από) την Παναγία των Παρισίων. Τα μαγαζιά που παραμένουν ανοιχτά είναι τα φαρμακεία, τα σούπερ μάρκετ και τα μικρά περίπτερα-καπνοπωλεία. Και οι φούρνοι -οι Γάλλοι μπορούν να αντέξουν πολλά αλλά η ζωή χωρίς φρέσκες μπαγκέτες δε νοείται. Ψωνίζουμε με δόσεις, καθημερινά. Έχουμε λίγα παραπάνω πακέτα μακαρόνια από το κανονικό στα ντουλάπια και καμιά κονσέρβα παραπάνω αλλά κατά τα άλλα επιμένουμε στον καθημερινό ανεφοδιασμό. Τι να πω, δεν είμαστε οικογένεια που καταψύχει, κοτόπουλα και κιμάδες στην κατάψυξή μας είχαν πάντα άδοξο τέλος. Τα καθημερινά ψώνια είναι κι αυτά ένας τρόπος να διατηρήσουμε μια κάποια κανονικότητα.
  • Τα ΜΜΜ δεν ξέρω πώς ακριβώς λειτουργούν, τα χρησιμοποιούσαμε σπανιότατα και προ περιοριστικών μέτρων. Φαντάζομαι τα δρομολόγιά τους έχουν αραιώσει δραματικά. Αυτό που ξέρω από πρώτο χέρι, γιατί τα βλέπω, είναι ότι τα λεωφορεία πηγαινοέρχονται άδεια. Δεν επιταχύνουν, παρόλο που οι δρόμοι είναι άδειοι, οι στάσεις άδειες από κόσμο και οι επιβάτες δεν ξεπερνούν τους 2-3. Ποιος ξέρει, μπορεί οι οδηγοί τους να διατηρούν την ίδια ταχύτητα που είχαν και στις μέρες της απίστευτης κίνησης του Παρισιού για να έχουν κι αυτοί μια αίσθηση κανονικότητας… Από το παράθυρό μας, με ό,τι παρατηρούμε νομίζω πως σταδιακά η καραντίνα αρχίζει και λειτουργεί, αργά αλλά σταθερά. Την πρώτη ημέρα οι αστυνομικοί ήταν αμήχανοι και γέλαγαν -διστακτικά πλησίαζαν τις παρέες που είχαν βγει για τρέξιμο δυο δυο και τρεις τρεις και τους ζητούσαν να τηρούν τις αποστάσεις ασφαλείας. Την επόμενη μέρα ήταν λίγο πιο αυστηροί. Εχθές (μετά από 6 μέρες καραντίνας) απλώς κατευθύνθηκαν προς το μέρος τριών ατόμων που έτρωγαν παρέα σε ένα παγκάκι της πλατείας κι η παρέα διαλύθηκε ησύχως, χωρίς να χρειαστεί να τους πουν κάτι. Εδώ όλοι βγαίνουμε με την υπεύθυνη δήλωσή μας στο χέρι. Δηλώνουμε για ποιο σκοπό είμαστε έξω (ψώνια, γιατρούς, βόλτα τα κατοικίδια, σπορ να ξεπιαστούμε εμείς και τα παιδιά μας). Όσοι απο μας δεν έχουμε εκτυπωτή πρέπει κάθε μέρα να αντιγράφουμε σε ένα χαρτί τη δήλωση και να την υπογράφουμε -η ηλεκτρονική μορφή της στο smart phone δεν αρκεί. Η όλη διαδικασία είναι σαν τις τιμωρίες που γράφαμε στο δημοτικό όταν ήμασταν άτακτοι. Αντί για attestation de déplacement dérogatoire κι όλο το υπόλοιπο κατεβατό θα μπορούσα να γράφω 100 φορές “Δεν θα βγαίνω έξω με κίνδυνο το σώμα μου να γίνει όχημα μετάδοσης του κορονοϊού εκτός κι αν υπάρχει απόλυτη ανάγκη”…
  • Η Γαλλία, μητέρα του Διαφωτισμού, κατά την ταπεινή μου γνώμη δεν λειτούργησε και πολύ πεφωτισμένα σε ό, τι αφορά τα σχολεία. Έκλεισαν στις 16 Μαρτίου, πολύ αργά· η χώρα ήδη μετρούσε περισσότερα από 6.000 κρούσματα μέχρι τότε. Γενικά η στρατηγική τους ήταν κάπως αλλοπρόσαλλη: αμέσως μετά τις χειμερινές διακοπές, οι μαθητές πήγαν σχολείο τη Δευτέρα 24 Φεβρουαρίου. Φιλήθηκαν, αγκαλιάστηκαν και με το πέρας της σχολικής μέρα το ίδιο απόγευμα αποφάσισαν να βάλουν σε καραντίνα παιδιά και δασκάλους που γύριζαν από τις κόκκινες ζώνες, συμπεριλαμβανομένης και της βόρειας Ιταλίας. Λεπτομέρεια: οι Γάλλοι παραδοσιακά περνούν οικογενειακά τις διακοπές του Φεβρουαρίου στα διάφορα σκι resorts των Ιταλικών Άλπεων κι οι δάσκαλοι που δεν έχουν οικογένειες κάνουν ντόλτσε βίτα στη Βενετία. Μία εβδομάδα μετά, αποφάσισαν ότι αρκετά με την καραντίνα κι οι μαθητές μπορούν να επιστρέψουν. Μάλλον θα σκέφτηκαν πως το Παρίσι είναι έτσι κι αλλιώς στο στόχαστρο του κορονοϊού, με δεδομένο ότι σύσσωμος ο κόσμος της μόδας είχε μεταφερθεί από το Μιλάνο στο Παρίσι για την εβδομάδα μόδας (την οποία δεν τους πέρασε από το μυαλό να ακυρώσουν/αναβάλουν). Μέχρι και τις 15 Μαρτίου, μία μέρα δηλαδή πριν ο Εμανουέλ Μακρόν αναγγείλει το κλείσιμο των σχολείων και τα περιοριστικά μέτρα, το σχολείο της Νικίτας διοργάνωνε “gouter gourmands”, όπου οι γονείς φέρνουν από το σπίτι γλυκά κι οι δάσκαλοι και τα παιδιά τα πουλάνε για να μαζέψουν χρήματα. Δηλαδή στην είσοδο του σχολείου συνωστίζονται ουρές από γονείς κι οι δάσκαλοι πίσω από ένα τραπέζι πιάνουν τα κομμάτια κέικ με τα γυμνά τους χεράκια και οι μαμάδες και οι μπαμπάδες τα παίρνουν και τα τρώνε κι αυτοί με τα γυμνά τους χεράκια. Και την προ-προηγούμενη της αναγγελίας των μέτρων πάλι στην είσοδο του σχολείου είχαν διοργανώσει την έκθεση με τις ζωγραφιές των μαθητών του νηπιαγωγείου. Πάλι οι γονείς στριμώχτηκαν ο ένας πάνω στον άλλον για να θαυμάσουν.
  • Απ’όσο ξέρω τώρα τα σχολεία παραμένουν ανοιχτά μόνο για τα άτομα που ανήκουν στους επαγγελματίες που σχετίζονται με την κρίση (γιατρούς, νοσηλευτές, συγκεκριμένους διοικητικούς υπάλληλους κτλ). Η Νικίτα δεν έχει εξετάσεις (πηγαίνει στην πρώτη δημοτικού) κι ο Τζέημς είναι 2 χρονών ακόμα οπότε δεν ξέρω τι ακριβώς συμβαίνει με το θέμα της εξ αποστάσεως διδασκαλίας. Σίγουρα όμως η χρονιά θα πάρει παράταση, αν δεν χαθεί ολόκληρη δηλαδή. Η τηλε-διδασκαλία επίσης δεν είναι το φόρτε των Γάλλων. Βέβαια, για να λέμε και την αλήθεια, όλοι μας μαθαίνουμε πώς μπορεί να λειτουργεί η τηλε-διδασκαλία. Ξεκινήσαμε την προηγούμενη Δευτέρα με μία ατέλειωτη λίστα από πράγματα που έπρεπε να κάνουμε για να καταλήξουμε την Παρασκευή σε ατομικά μέιλ από τη δασκάλα, με προσωπικά μηνύματα προς τη Νικίτα και οδηγίες για μας. Από την Δευτέρα που μας έρχεται θα ξεκινήσει κι ένα τηλεοπτικό ωριαίο πρόγραμμα για τα παιδιά της πρώτης δημοτικού, θα δούμε πως θα πάει κι αυτό.
  • Ο Τζούλιαν κι εγώ είμαστε από τους τυχερούς-άτυχους. Τυχεροί γιατί κανένας από τους δυο μας δεν εργάζεται, άτυχοι γιατί είμαστε υποχρεωμένοι να υπολογίσουμε τη ζωή μας χωρίς εισοδήματα για απροσδιόριστο χρόνο. Ο Τζούλιαν είναι πιανίστας -η δουλειά του προϋποθέτει τη συγκέντρωση πολλών ατόμων σε κλειστούς χώρους, κάτι το οποίο δεν ευνοούν οι παρούσες συνθήκες. Εγώ είμαι διερμηνέας συνεδρίων -δεν είναι η καλύτερη περίοδος για συνέδρια η παρούσα. Δεν έχουμε να λύσουμε εξισώσεις τύπου πού θα αφήσουμε τα παιδιά, πώς θα καταφέρουμε να δουλέψουμε από το σπίτι κτλ. Από την άλλη, ο παραμικρός χρόνος που επιδιώκουμε ο καθένας για τον εαυτό του είναι κλεμμένος χρόνος. Δεν ξοδεύεται προς όφελος του κοινού οικογενειακού ταμείου άρα πάντα διεκδικείται παρέα με λίγες τύψεις, ότι σπαταλήθηκε σε  βάρος του άλλου.
  • Το να απασχολούμε τα παιδιά μέχρι στιγμής αποδεικνύεται το δυσκολότερο κομμάτι της υπόθεσης. Προσπαθούμε να έχουμε ένα πρόγραμμα. Να ξυπνάνε μία συγκεκριμένη ώρα, να πλένουν τα δόντια τους και να ντύνονται, να διαβάζουν, να παίζουν, να μαζεύουν. Βγαίνουν έξω 20-30 λεπτά την ημέρα μέχρι απέναντι στην πλατεία ή στην αυλή του κτιρίου που μένουμε. Εκτός από τη φοβερή τύχη που έχουμε να μένουμε σε ένα διαμέρισμα με τόσο ανοιχτή θέα έχουμε και μία φανταστική γειτόνισσα που έχει μετακομίσει στην Ελβετία και μας έχει αφήσει τα κλειδιά του διαμερίσματός της, ακριβώς πάνω από το δικό μας.  Το σπίτι της είναι γεμάτο παιχνίδια, έχει κι εκείνη δύο μικρά παιδιά και μας έχει δώσει το ελεύθερο να ανεβαίνουμε εκεί για διάλειμμα. Η Νικίτα έχει καθημερινές τηλεδιασκέψεις με τις δύο κολλητές φιλενάδες της και εχθές για πρώτη φορά έφτιαξαν πίτσα όλες μαζί, μέσω WhatsApp. Ακόμα νομίζω τα παιδιά δεν έχουν συνειδητοποιήσει τι ακριβώς συμβαίνει. Ακούω στα κλεφτά την κόρη μου να παίζει σούπερ-ηρωίδα που κλοτσάει τον κορονοϊό και τον σκοτώνει αλλά πέρα από αυτό δεν ξέρω σε ποιο βαθμό κατανοεί τη σοβαρότητα της κατάστασης. Είναι δύσκολη η ισορροπία τού να εξηγήσεις χωρίς να τρομοκρατήσεις. Ξέρουν ότι πρέπει να πλένουν τα χέρια τους πιο σχολαστικά από πριν και να βγάζουν τα παπούτσια τους αμέσως μόλις μπαίνουν στο σπίτι. Αλλά νομίζω πως -προς το παρόν- αντιμετωπίζουν την κατάσταση σαν περιπέτεια, καμιά φορά ενοχλητική πάντως όχι ιδιαίτερα τρομακτική.
  • Άλλωστε πώς μπορούν τα παιδιά να έχουν μία σταθερή αίσθηση του τι συμβαίνει όταν κι εμείς οι γονείς αλλάζουμε διαθέσεις εκατό φορές μέσα στη μέρα. Με τη δική μας οικογένεια συμβαίνει το εξής παράδοξο: είμαστε πραγματικά σκορπισμένοι σε όλο τον κόσμο. Οι γονείς του Τζούλιαν ζουν στη Βερόνα (επαρχία Βένετο στη βόρεια Ιταλία, κατακόκκινη ζώνη), οι δικοί μου μαζί με όλους μου τους φίλους στην Αθήνα, η αδελφή του Τζούλιαν μαζί με την οικογένειά της στη Σιγκαπούρη, ο αδελφός του μαζί με τη δική του στο Λονδίνο, φίλοι αγαπημένοι στη Νέα Υόρκη κι αλλού στην Αμερική. Η ψυχολογία μας, επομένως, εξαρτάται από πολλούς αριθμούς και πολλά δεδομένα: πόσα νέα κρούσματα στην Ασία, τι γίνεται στην Αμερική, πού θα πάει η κατάσταση στην Ιταλία, στο Ηνωμένο Βασίλειο θα σοβαρευτούν ποτέ; Τρενάκι τρόμου. Είναι ώρες που ένα τηλέφωνο στη μαμά μου και στις παιδικές μου φίλες φτάνει να με παρηγορήσει, μια καλή ταινία στο Νέτφλιξ αφού κοιμηθούν τα παιδιά (αυτή η άγια ώρα ίδια κι απαράλλαχτη, με ή χωρίς πανδημία!) αρκεί να μου αποσπάσει την προσοχή. Κι άλλες φορές που είναι όλα απελπισία. Το ίδιο το συναίσθημα ότι είμαστε όλοι στην ίδια βάρκα γυρίζει σαν μπούμερανγκ, κανείς δεν ξέρει, καμία κυβέρνηση και κανένας “ενήλικος” δεν έχει τις λύσεις. Στην καλύτερη περίπτωση θα βγούμε τραυματισμένοι από αυτήν την περιπέτεια. Αν θα ήθελα να ήμουν στην Ελλάδα; Στην Ελλάδα θα ένιωθα πιο κοντά στους δικούς μου, αλλά από την άλλη θα υπήρχε πάντα ο πειρασμός να τους δω από κοντά, να τους αφήσω τα παιδιά για μία ωρίτσα μόνο. Τώρα κάνουν babysitting στο facetime κι είμαστε όλοι ευχαριστημένοι.
  • Δεν ανήκω στη μερίδα των ανθρώπων που πιστεύουν πως το αναγκαστικό αυτό διάλειμμα από τη ζωή μας όπως την ξέραμε, η επιβράδυνση των ρυθμών μας, είναι κάτι το θετικό. Δεν μπορώ να διανοηθώ κάτι ως θετικό όταν κοστίζει ανθρώπινες ζωές και γίνεται χωρίς επιλογή. Από την άλλη, όμως, βρίσκομαι για πρώτη φορά μαζί με τον άντρα μου και τα παιδιά μου στο ίδιο σπίτι χωρίς να πρέπει κάποιος να φύγει για δουλειά, για 2-3 μέρες στις Βρυξέλλες ή για περιοδεία δύο εβδομάδων σε άλλη ήπειρο -κι αυτό είναι θετικό. Τα παιδιά μου δεν έχουν περάσει ποτέ τόσες ώρες μαζί, η Νικίτα που δεν καταδεχόταν να παίξει για 10 λεπτά με τον Τζέημς -4 1/2 χρόνια διαφορά είναι πολλά, δε λέω- τώρα ασχολείται με τις ώρες μαζί του. Από βαρεμάρα, από ανάγκη, δεν ξέρω, αλλά για έναν γονιό το να βλέπει τα παιδιά του να παίζουν μαζί, να συνωμοτούν, να γελάνε, να καταστρώνουν πονηριές παρέα είναι σίγουρα μόνο θετικό.
  • Τώρα που κοιτάζω το τεράστιο αυτό σεντόνι που έγραψα σκέφτομαι ότι μάλλον είχα πολλά να πω! Πάλι καλά που με ρωτήσατε δηλαδή μπας και καταγράψουμε όλοι μαζί κάπου αυτόν τον σουρρεαλισμό που βιώνουμε, για να τον θυμόμαστε στο μέλλον, όσο γρήγορα ή αργά έρθει αυτό το μέλλον. Σας εύχομαι υγεία και καλή δύναμη.
  • Υ.Γ. Για τη Γαλλία πολλά παραπάνω δε σκέφτομαι να πω πέρα από το ότι η αργή τους αντίδραση ήταν το λιγότερο ριψοκίνδυνη. Τα μέτρα που εφαρμόστηκαν στην Ελλάδα με το 1/4 των κρουσμάτων ξεκίνησαν πολύ αργότερα στη Γαλλία. Ο “στρατηγός” Μακρόν στις τηλεοπτικές του ανακοινώσεις μας επαναλαμβάνει ότι βρισκόμαστε σε πόλεμο (νομίζω την ίδια έκφραση χρησιμοποιεί και ο ‘Ελληνας πρωθυπουργός). Στην πραγματικότητα όμως καθόλου δεν είμαστε σε πόλεμο. Είμαστε σε πανδημία. Αλίμονο αν νιώσουμε ότι πρέπει να πάρουμε τα όπλα εναντίον όποιου βήχει ή φταρνίζεται. Αλληλεγγύη μας χρειάζεται κι αγάπη. Και bisous du coudre (φιλιά με τον αγκώνα).

Αν είστε Έλληνας γονιός που ζει στο εξωτερικό και θέλει να μοιραστεί μαζί μας τη νέα του καθημερινότητα, στείλτε email στο ppapadia@talcmag.gr. 

Leave a Reply