ΓΙΩΤΑ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ: ΤΟ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΟ ΒΙΒΛΙΟ ΕΧΕΙ ΣΗΜΑΙΝΟΥΣΑ ΘΕΣΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Γιώτα ΑλεξάνδρουΗ Γιώτα Αλεξάνδρου είναι συγγραφέας, νηπιαγωγός, ηθοποιός και  εμψυχώτρια. Κοινός παρονομαστής όλων η αγάπη της για τις ιστορίες. Ελπίζει οι ιστορίες της να προσφέρουν στους αναγνώστες παραμυθία και συντροφιά στο προσωπικό τους ταξίδι. Ονειρεύεται ακόμα έναν κόσμο όπου η αλληλεγγύη, ο σεβασμός και η τρυφερότητα θα είναι η μόνη πραγματικότητα. Συζητάμε με αφορμή τα δυο τελευταία βιβλία της, που κυκλοφορούν από την Ελληνοεκδοτική.

Ξεκινάμε με το βιβλίο Μάντρα, Μάντρα, τι μαγειρεύεις; σε εικονογράφηση της Αιμιλίας Κονταίου. Πες μας λίγα λόγια για την πρωταγωνίστριά σου.
Η Μάντρα, που το όνομά της θα ήταν Σάντρα αν δεν παράκουγε η νονά, είναι κόρη της διάσημης κακιάς μάγισσας των κλασικών παραμυθιών. Το σόι της εξίσου διάσημο, θείες της η μητριά της Χιονάτης και η μάγισσα από το παραμύθι του Χάνσελ και της Γκρέτελ και γιαγιά της η μάγισσα από το παραμύθι της Ωραίας Κοιμωμένης. Βαρύ φορτίο τόσο η ένδοξη καταγωγή της όσο και οι προσδοκίες όλων. Εκείνη, όμως, δεν έχει πάρει το ταλέντο και την κακία τους. «Μις Καταστροφή» τη φωνάζουν στη Σχολή Αρχιμαγισσών, γιατί δεν κάνει τίποτα σωστά. Και δεν τη νοιάζει καθόλου. Η Μάντρα είναι το φως ενάντια στο σκότος των συγγενών της. Δεν θέλει να ακολουθήσει τα χνάρια τους. Θέλει να πειραματιστεί με ό,τι της αρέσει, πριν αποφασίσει την επαγγελματική της σταδιοδρομία. Η γνωστή μεγαλομάγισσα μαμά της, όμως, έχει άλλα σχέδια για εκείνη.

Πονεμένη, συχνά, η σχέση μάνας-κόρης, πάνω στην οποία χτίζεις το παραμύθι σου. Θα μπορέσουν, άραγε ποτέ οι κόρες να ξεπεράσουν τις μητρικές προσδοκίες και ταυτόχρονα οι μητέρες να μην καθρεφτίζονται στα κορίτσια τους; Χωρίς εκατέρωθεν λιποθυμίες… Δύσκολη ερώτηση και εξίσου δύσκολη και η απάντηση. Νομίζω ότι αυτό εξαρτάται αφενός από τη διάθεση για ενδοσκόπηση, τον βαθμό αυτογνωσίας και τη συνειδητότητα της μητέρας και αφετέρου από τον βαθμό ταύτισης της κόρης με τη μητέρα.

Ως νηπιαγωγός αντιλαμβάνεσαι γονείς παρεμβατικούς που ήδη από τα πέντε χρόνια των παιδιών τους προσπαθούν να προκαθορίσουν το μέλλον τους; Και αν ναι, πώς τους αντιμετωπίζεις;
Θεωρώ ότι οι παρεμβατικοί γονείς προσπαθούν να ελέγχουν τη ζωή των παιδιών τους από τη στιγμή που γεννιούνται. Με τη στάση τους, κυριαρχική και επικριτική, ορίζουν το κάθε τους βήμα, πνίγοντας κάθε πρωτοβουλία και ελευθερία. Τα παιδιά αυτά ενδέχεται να αποκτήσουν χαμηλή αυτοεκτίμηση και να οδηγηθούν σε επιλογές που δεν τα εκφράζουν, προσπαθώντας να ικανοποιήσουν τις επιθυμίες και τις απαιτήσεις των γονέων. Ο δρόμος, όμως, προς την αυτονομία, την ανεξαρτησία και την προσωπική ευτυχία προϋποθέτει την ελεύθερη επιλογή, τη δυνατότητα να κάνουμε τα δικά μας λάθη και να μαθαίνουμε από αυτά, αλλά και την ευχέρεια να αφουγκραζόμαστε τα θέλω της ψυχής μας.
Στην αρχή κάθε χρονιάς, στην ενημερωτική συνάντηση, αναφέρομαι στο πόσο σημαντική είναι η έννοια του σεβασμού: στον εαυτό, στους άλλους, στο περιβάλλον. Τονίζω ότι το νηπιαγωγείο είναι ένας ασφαλής χώρος όπου ο πειραματισμός και η αυτονομία ενθαρρύνονται, τα λάθη επιτρέπονται και αποτελούν ευκαιρίες για μάθηση και κάθε προσωπική δημιουργία ενισχύεται και επικροτείται. Αν οι συγκεκριμένοι γονείς ζητούσαν τη γνώμη μου, θα τους διάβαζα το γνωστό απόσπασμα από το βιβλίο του Χαλίλ Γκιμπράν Ο κήπος του Προφήτη:
«Τα παιδιά σας δεν είναι παιδιά σας. Είναι οι γιοι και οι κόρες της λαχτάρας της Ζωής για τη ζωή. Έρχονται στη ζωή με τη βοήθειά σας, αλλά όχι από σας.
Και μ’ όλο που είναι μαζί σας, δεν ανήκουν σε σάς.
Μπορείτε να τους δώσετε την αγάπη σας, όχι όμως και τις ιδέες σας,
γιατί αυτά έχουν τις δικές τους ιδέες.
Μπορείτε να στεγάσετε το σώμα τους, όχι όμως και την ψυχή τους
γιατί η ψυχή τους κατοικεί στο σπίτι του αύριο, που εσείς δεν μπορείτε να επισκεφτείτε ούτε στα όνειρά σας.
Μπορείτε να προσπαθήσετε να τους μοιάσετε, αλλά μη γυρεύετε να κάνετε αυτά να σας μοιάσουν,
γιατί η ζωή δεν πηγαίνει προς τα πίσω και δεν σταματά στο χθες…»Περνάμε τώρα στο βιβλίο Μια κόκκινη μύτη, ένα βιολί κι ένα όνειρο, εικονογραφημένο από τη Francesca Cosanti. Εντελώς διαφορετικό από τη Μάντρα, μα με ένα εξίσου, ίσως και περισσότερο, δυνατό μήνυμα. Εδώ ποιος είναι ο πρωταγωνιστής σου και τι κάνει -και ως παιδί και ως μεγάλος; Και ποιοι οι μικροί ήρωες, με τα ιδιαίτερα ονόματα, που παρελαύνουν στις σελίδες του βιβλίου;
Η ιστορία κινείται σε δύο χρονικές διαστάσεις, στο παρελθόν του ήρωα και στο παρόν του. Μέσα από το συνεχές φλασμπάκ διαπιστώνουμε την αναλογία ανάμεσα στις εμπειρίες του Ζήση ως παιδιού και στις εμπειρίες του ως ενήλικου και πώς καθόρισαν ασυνείδητα οι μεν τις δε. Ο Ζήσης μικρός είχε ένα όνειρο. Ήθελε να γίνει βιολιστής, ζογκλέρ και αστείατρος και να έχει το δικό του αστειατόριο. Φτιάχνει λοιπόν μια αυτοσχέδια στολή κι ένα αστειοσκόπιο. Στην πορεία ανακαλύπτουμε ότι έχει νοσηλευτεί, ότι γιόρτασε τα έβδομα γενέθλιά του στο «λευκό κάστρο», και ότι η δύναμή του, όσο παρέμεινε εκεί, ήταν η κόκκινη μύτη και η μουσική. Ο Ζήσης μεγαλώνει, γίνεται γιατρός και εκπληρώνει το όνειρό του. Όταν τελειώνει τη βάρδια στο νοσοκομείο, παίρνει το βιολί, φοράει την κόκκινη μύτη και επισκέπτεται τα δωμάτια των μικρών ασθενών του. Και τότε αρχίζουν οι αστείες περιπέτειες και οι περιπλανήσεις της φαντασίας στον γοητευτικό κόσμο των παραμυθιών. Και ο κύριος Χρόνος γίνεται φίλος τους μέχρι να διασχίσουν το «λευκό δάσος» και να επιστρέψουν –καλώς εχόντων– στο σπίτι τους. Αρωγοί του Ζήση στην προσπάθεια να διώξει τα «μαύρα βέλη» της θλίψης είναι οι γονείς του στα παιδικά του χρόνια και οι συνάδελφοι γιατροί και νοσοκόμοι στην επαγγελματική του ζωή. Αληθινοί υπερήρωες όλοι τους.
Καταλαβαίνεις ότι είναι συνειδητή η επιλογή των συμβολικών ονομάτων των ηρώων, τόσο του αφηγητή-πρωταγωνιστή Ζήση όσο και των μικρών ασθενών, του Σωτήρη, του Νικήτα, της Ελπίδας αλλά και των νοσοκόμων, της Χαράς και της Νίκης. Μέσα από τη χαρά του παιχνιδιού, ο χρόνος της αναγκαστικής παραμονής στο «λευκό δωμάτιο» κυλάει πιο ευχάριστα, με την ελπίδα ότι θα φύγουν γρήγορα όλοι από αυτό. Νικητές.

Ποια ήταν η έμπνευση για αυτήν την ιστορία;
Αφορμή ήταν μια είδηση το πρώτο καλοκαίρι της πανδημίας για μια νοσοκόμα στη Χιλή που, μόλις τελείωνε τη βάρδιά της, έπαιζε βιολί για τους απομονωμένους ασθενείς Covid-19 και για τους εξαντλημένους συναδέλφους της. Με συγκίνησε η εθελοντική της προσφορά, που έβαζε στην άκρη τη δική της κούραση, για να αλαφρύνει τη συναισθηματική πίεση της θλιβερής αυτής κατάστασης και να χαρίσει, έστω και στιγμιαία, χαμόγελα σε όλους. Μου έφερε στον νου μια δική μου συγκλονιστική εμπειρία, όταν, πριν από πολλά χρόνια, είχα κάνει μια ψυχαγωγική εκδήλωση για παιδιά που νοσηλεύονταν, υποδυόμενη τον τύπο του κλόουν. Εργάστηκα για πάνω από δέκα χρόνια ως εμψυχώτρια και θυμάμαι ότι, όσο στεναχωρημένη κι αν ήμουν, με το που φορούσα την κόκκινη μύτη και τη στολή και άρχιζε η διαδραστική παράσταση, έδιωχνα μακριά τα «μαύρα βέλη» της δικής μου θλίψης και ζούσα στο παρόν του παιχνιδιού και της φαντασίας. Και στο τέλος όλα ήταν πιο ανάλαφρα, έπαιρνα το χαμόγελο μαζί μου. Έτσι γεννήθηκε ο ήρωας της ιστορίας, ο Ζήσης, θεραπευτής των ψυχών και των σωμάτων ημών.

Το παραμύθι αυτό το αφιερώνεις στα παιδιά που καλούνται να χορέψουν με τα κύματα και στους φροντιστές τους, που τους κρατούν το χέρι μέχρι να κοπάσει η τρικυμία. Όμως, νομίζω πως πρέπει να το διαβάσει κάθε παιδί…
Η ιστορία απευθύνεται σε μικρούς και μεγάλους, γιατί όλοι κάποιες στιγμές στη ζωή μας καλούμαστε να χορέψουμε με τα δικά μας κύματα, που άλλοτε είναι μικρά και εύκολα προσπελάσιμα κι άλλοτε φαντάζουν άγρια, απειλητικά και αξεπέραστα. Το πώς βιώνει ο καθένας τη δική του θαλασσοταραχή –και δεν αναφέρομαι απαραίτητα στην ασθένεια ή στη νοσηλεία– είναι επίσης προσωπική υπόθεση και εξαρτάται από τις προηγούμενες εμπειρίες και την οπτική τη δική του και των σημαντικών άλλων στη ζωή του. Αν δεν παραιτηθούμε εντελώς, ώστε να μας καταποντίσουν τα κύματα, έχουμε δύο επιλογές: ή να παλέψουμε ή να χορέψουμε μαζί τους. Η ποιότητα προσέγγισης είναι διαφορετική. Αντίδοτο στην οργή και στον πόνο μπορεί να είναι η κόκκινη μύτη μας. Η δική μας και των άλλων. Είναι πολύ θεραπευτική για την ψυχή και το σώμα η δύναμη του γέλιου. Του παιχνιδιού. Της μουσικής. Του μαζί. Του παίζουμε και γελάμε μαζί.

Διαβάζεις τα βιβλία σου στους μαθητές σου πριν εκδοθούν;
Όχι ως τώρα. Για πολλούς λόγους. Με το που θα κυκλοφορήσει, όμως, ένα καινούργιο βιβλίο μου, σπεύδω με ενθουσιασμό να το μοιραστώ μαζί τους. Τους προτρέπω να παρατηρήσουν το εξώφυλλο, να κάνουν υποθέσεις για τον ήρωα ή την ηρωίδα διαβάζοντας τον τίτλο, αλλά και σε συνδυασμό με το εξώφυλλο. Ύστερα, έρχεται η μαγική ώρα της ανάγνωσης της ιστορίας και των εικόνων της. Και κάθε φορά περιμένω σαν μαθητούδι, με αγωνία, τις αντιδράσεις τους.

Εν συντομία, ποιος ο ρόλος του εικονογραφημένου βιβλίου για παιδιά προσχολικής και πρωτοσχολικής ηλικίας μέσα στη σχολική τάξη;
Το εικονογραφημένο βιβλίο έχει σημαίνουσα θέση στην παιδαγωγική διαδικασία, ιδιαίτερα για τα παιδιά προσχολικής ηλικίας που δεν έχουν κατακτήσει ακόμη τον μηχανισμό της ανάγνωσης, αλλά και για τα παιδιά πρωτοσχολικής ηλικίας που εξοικειώνονται με τη διαδικασία, και καθώς και τα μεν και τα δε δεν έχουν κατακτήσει ακόμη την αφηρημένη σκέψη. Επόμενο είναι να προσελκύσει αρχικά το ενδιαφέρον τους η εικόνα –ζούμε άλλωστε στην εποχή της εικόνας. Μπορεί να επιχειρήσουν μόνα τους να «διαβάσουν» το βιβλίο και να μαντέψουν την ιστορία παρατηρώντας τις εικόνες και την αλληλουχία τους. Το καλό εικονογραφημένο βιβλίο τέρπει αισθητικά, ταξιδεύει την ψυχή και τον νου, προκαλεί, γεννά ερωτήματα, εξάπτει τη φαντασία, ενθαρρύνει τη δημιουργική θέαση της πραγματικότητας, παρουσιάζει και διερευνά διαφορετικές οπτικές και στάσεις, ψυχ-αγωγεί και παιδαγωγεί χωρίς να διδάσκει. Πέρα από την πρώτη επαφή με τη λογοτεχνία που είναι ο κύριος ρόλος του, δύναται να αποτελέσει τον κορμό για την προσέγγιση όλων των γνωστικών περιοχών του αναλυτικού προγράμματος.Διαβάστε: Γιώτα Αλεξάνδρου, Μάντρα, Μάντρα, τι μαγειρεύεις;, Ελληνοεκδοτική, εικονογράφηση: Αιμιλία Κονταίου
Διαβάστε: Γιώτα Αλεξάνδρου, Μια κόκκινη μύτη, ένα βιολί κι ένα όνειρο, Ελληνοεκδοτική, εικονογράφηση: Francesca Cosanti

Leave a Reply