Τα σχολεία ξεκινούν και εγώ πρέπει να γράψω κάτι φωτεινό και όμορφο και αισιόδοξο για όλα όσα φέρνει στο μυαλό μου η εικόνα ενός μικροσκοπικού και ατσούμπαλου κορμιού που κουβαλά μια υπερμεγέθη σάκα γεμάτη απορίες, γράμματα, αριθμούς, ιστορίες, γεωγραφίες, θεούς και δαίμονες…
Αλλά δεν μπορώ, δεν μου βγαίνει. Ή, για να το πω καλύτερα, αυτό που μου βγαίνει δεν είναι ούτε όμορφο, ούτε αισιόδοξο. Είναι φωτεινό, ναι, αλλά έχει μια φωτεινότητα οθόνης, ψηφιακή, αυτήν που στεφάνωνε τα παιδικά ματάκια των παιδιών μου, των παιδιών σου, όλο το καλοκαίρι. Είναι θλιβερό, όσο και αν προσπαθούμε εμείς οι γονείς να πείσουμε εαυτούς και αλλήλους ότι ο ηλεκτρονικός χρόνος στο σπίτι μας είναι σαφώς οριοθετημένος, ότι «του πήρα τάμπλετ γιατί έχουν όλοι οι συμμαθητές του», ότι και αυτό είναι ένα κομματάκι του παζλ της απαραίτητης πλέον ψηφιακής κατάρτισης του αυριανού μας επιστήμονα.
Και το κακό είναι ότι όλοι οι γονείς το βρίσκουμε θλιβερό αυτό το σκηνικό μιας μικρής συμμορίας παιδιών-των δικών μας-που βουλιάζουν στους καναπέδες το ένα δίπλα στο άλλο και λένε κάτι ακαταλαβίστικα τύπου «σου έκανα χακ», αλλά δεν λέμε τίποτα γιατί μας βολεύει που για την επόμενη ώρα-μέρα-ζωή, δεν θα μας πολυσκοτίσουν και τελικά το εξωραΐζουμε ονομάζοντάς το ευφυΐα ή σημάδι των καιρών.
Αυτό δεν είναι εξάλλου το νέο δυνατό χαρτί στο τραπέζι όλων των οικογενειακών διαπραγματεύσεων; «Αν συνεχίσεις θα σ’ το πετάξω από το παράθυρο (το ρημάδι), αν είσαι ήσυχη θα σε αφήσω να παίξεις με το κινητό μου…» Όταν δεν παίζω εγώ φυσικά. Όταν εγώ η μαμά σου δεν είμαι στο facebook και στο instagram, όταν εγώ ο μπαμπάς σου δεν χαζεύω ανούσιες ειδήσεις, χρηματοοικονομικούς δείκτες και προγνωστικά αγώνων αγγλικού πρωταθλήματος.
Καμιά φορά μας λυπάμαι εμάς τους γονείς που με μάτια ορθάνοιχτα από έκπληξη κοιτάμε τα παιδιά μας να παίζουν κρυφτό, ή «πόλεμο», ή «σχολείο» και να νομίζουμε ότι ξαναανακαλύπτουν την Αμερική. Να κοιτιούνται μες στα μάτια, να γελούν με αστεία, ακόμη και να ανταλλάσσουν σφαλιάρες κανονικές- ξέρετε, από αυτές που κάνουν «πλατς», όχι ηλεκτρονικές. Μέχρι την επόμενη επίσκεψη σε έναν γιατρό, την αναμονή σε μια ουρά, την κυριακάτικη έξοδο στην οικογενειακή ταβέρνα όπου οι ψηφιακές νταντάδες θα αναλάβουν και πάλι καθήκοντα.
Και θα ξεκινήσει λοιπόν η σχολική χρονιά και το πρώτο πράγμα που θα μας πει ο δάσκαλος στην πρώτη συνάντησή του με τους γονείς θα είναι: Όχι άλλα τάμπλετ και κινητά. Διαβάστε βιβλία, παίξτε επιτραπέζια. Και, ναι, δάσκαλε εμείς οι γονείς ηττηθήκαμε κατά κράτος. Εσύ πώς κάνεις τα παιδιά μου να αγαπούν να μαθαίνουν εντός και ΕΚΤΟΣ τάξης; Εσύ πώς παθιάζεις τα παιδιά μου με ένα βιβλίο, με τη φύση, με μια βόλτα, με ένα τραγούδι; Πώς τους μιλάς για το σύμπαν και τους αριθμούς;
Αν ο κόσμος που εμείς τους δείχνουμε τους φαίνεται λίγος και μικρός και βαρετός, τότε θα φτιάξουν τον δικό τους…