Περί ομοφυλοφιλίας: Ακόμα και η επιστήμη προπηλακίζεται (και στα ΜΜΕ..)

ομοφυλοφιλίαΜε σταμάτησε μία μητέρα στο δρόμο προχθές κοντά στην Πλατεία Συντάγματος να με ευχαριστήσει γιατί, όπως μου είπε, η δημόσια τοποθέτησή μου στο διάλογο που άνοιξε από τα fake news σχετικά με βίντεο που προβλήθηκε σε μαθητές δημοτικού (ως δήθεν πορνογραφική ταινία ακατάλληλη για ανηλίκους), βοήθησε τη συζήτηση που έχει στο σπίτι της με το σύζυγό της μετά την πρόσφατη εκμυστήρευση του παιδιού τους ότι είναι γκέι.
Το ζήτημα αποδοχής της διαφορετικότητας έχει πραγματικά μεγάλη κοινωνική διάσταση. Αυτό, αγαπητέ αναγνώστη, έχεις ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ να το συνειδητοποιήσεις καλά, ανεξάρτητα από την ιδεολογία σου.
Φέτος συμπληρώνονται ακριβώς 50 ΧΡΟΝΙΑ από τη στιγμή που η ψυχιατρική κοινότητα αφαίρεσε την ομοφυλοφιλία από τις ψυχικές διαταραχές, γυρίζοντας οριστικά αυτή τη μαύρη σελίδα περιθωριοποιήσεων και “θεραπευτικών” βασανιστηρίων. Τότε και έκτοτε η επιστήμη μας καταλήγει ξανά και ξανά μέσω της έρευνας σε ορισμένα πολύ χρήσιμα συμπεράσματα που ανακουφίζουν τον ατελείωτο πόνο αναρίθμητων οικογενειών και ανθρώπων (ή τουλάχιστον αυτό θα έπρεπε να συμβαίνει) που δεν κατανοούν ή βρίσκονται σε σύγχυση:
Όχι, τα παιδιά δεν είναι επιρρεπή στην επιλογή του σεξουαλικού τους προσανατολισμού. Ο σεξουαλικός προσανατολισμός είναι μια θεμελιώδης πτυχή της ανθρώπινης ταυτότητας και δεν υπάρχουν αξιόπιστα επιστημονικά στοιχεία που να υποστηρίζουν την ιδέα ότι μπορεί να αλλάξει ή ότι η ομοφυλοφιλία είναι ψυχική διαταραχή. Για αυτό και οι θεραπείες μεταστροφής απαγορεύτηκαν προοδευτικά σε όλες τις σοβαρές χώρες (και εδώ).
Αρκετές μελέτες υποστηρίζουν ακόμη ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι η έκθεση στα μέσα ενημέρωσης ή η ανατροφή έχουν σημαντικό αντίκτυπο στον σεξουαλικό προσανατολισμό ενός ανθρώπου (J. Michael Bailey et al 2016). Αντίθετα, η έρευνα έχει διαπιστώσει ότι ο σεξουαλικός προσανατολισμός καθορίζεται πιθανότατα από έναν συνδυασμό γενετικών και περιβαλλοντικών παραγόντων (Långström N, 2010). Εύλογα, αν τα πρότυπα είχαν κάποια επίδραση, δεν θα αναμέναμε ομοφυλόφιλα παιδιά από ετεροφυλόφιλους γονείς. Εκτός αν κανείς υποστηρίζει ότι μία ταινία μικρού μήκους ή μία διαφήμιση στην τηλεόραση ξεπερνάει σε επίδραση τα έτη συνύπαρξης με τους γονείς.
Η δε συσχέτιση μεταξύ των πολιτικών και ιδεολογικών στάσεων για την ομοφυλοφιλία και των πεποιθήσεων περί των αιτιών του σεξουαλικού προσανατολισμού είναι άστοχη (Greenberg & Bailey, 1993) γιατί βασίζεται σε εσφαλμένη συλλογιστική σχετικά με την αιτιώδη συνάφεια και τη σημασία της αιτιώδους συνάφειας για τις ηθικές κρίσεις. Απλώς πυροδοτεί κοινωνικές αντιπαραθέσεις που επηρεάζουν τη ζωή των ομοφυλόφιλων και αμφιφυλόφιλων ατόμων.
Και για αυτόν τον λόγο μόλις 37% των ΛΟΑΤΚΙ νέων ανθρώπων αναφέρουν στις έρευνες ότι νιώθουν ευτυχισμένοι, όταν το αντίστοιχο ποσοστό στους ετεροφυλόφιλους νέους είναι 67%, ενώ είναι κατά δύο έως τρεις φορές περισσότερο πιθανό ότι θα αποπειραθούν να αυτοκτονήσουν. Ομοίως, η κατάχρηση αλκοόλ και άλλων ψυχοδραστικών ουσιών, συμπεριλαμβανομένων των ηρεμιστικών φαρμάκων, είναι διπλάσια σε σύγκριση με τον ετεροφυλόφιλο πληθυσμό.
Αυτές οι τρομακτικές διαφορές στην ποιότητα ζωής που καταγράφουν οι έρευνες, αποδίδονται το δίχως άλλο στις συνεχιζόμενες διακρίσεις, στον εκφοβισμό και στο στίγμα που ταλαιπωρούν τους ΛΟΑΤΚΙ. Χαρακτηριστικά, αυτοί οι μαθητές και φοιτητές παρενοχλούνται και υπόκεινται σε λεκτική, ψυχολογική ή σωματική βία με διπλάσια συχνότητα σε σχέση με τους υπόλοιπους.
Και σε όλη τη διάρκεια της ζωής τους έχουν να αντεπεξέλθουν στην εχθρότητα ή στην απόρριψη από την οικογένεια και τους φίλους, στο σχολικό εκφοβισμό, στον κίνδυνο της βίας σε δημόσιους χώρους, στην παρενόχληση από γνωστούς και αγνώστους και στις διακρίσεις στην εργασία, ενώ χρειάζεται να μεταβολίζουν καθημερινά τα περιστασιακά ομοφοβικά σχόλια και τα αρνητικά στερεότυπα που προβάλλονται από τα ΜΜΕ είτε ευθέως είτε έμμεσα, καθώς επίσης τις αδόκιμες τοποθετήσεις δογματικών ειδικών και μη ειδικών, αλλά δυστυχώς επιδραστικών ανθρώπων που συχνά – πυκνά αναφέρονται στη διαφορετικότητα με όρους ηθικής εκτροπής ή, ακόμη χειρότερα, ασθένειας.
Ατυχώς προπηλακιζόμαστε και οι επιστήμονες που τοποθετούμαστε με την επιστημονική έρευνα, όπως συνέβη σήμερα σε εμένα στις αξιολογήσεις του ιατρείου μου στην Google, στο Facebook και στο YouTube με ατελείωτο σπαμάρισμα, αλλά και σε μία τηλεοπτική εκπομπή όπου περικόπηκε μαγνητοσκοπημένη δήλωσή μου για να συμπληρωθεί με μία παντελώς αστοιχείωτη τοποθέτηση από κάποια λογοθεραπεύτρια ψυχολόγο – σε ζωντανή σύνδεση – που υποστήριξε ότι τα παιδιά είναι δυνατόν να εκτρέπονται στη μία ή στην άλλη (“κακή”) επιλογή προσανατολισμού όταν εκτίθενται σε “λάθος” μηνύματα.
Για να ικανοποιηθεί ενδεχομένως ένα συντηρητικό τηλεοπτικό κοινό, πόσες μανάδες ή πατεράδες αισθάνονται άραγε μετά από αυτό ότι έκαναν κάτι “λάθος”.. και ζητούν τον λόγο ο ένας από τον άλλο; Πόσα παιδιά θα χρειαστεί να εξηγήσουν ότι δεν είναι ελέφαντες;
Ανεξάρτητα της επιστήμης μας – που έχει αποφανθεί ήδη 50 χρόνια πριν – όλοι οι ορθολογικοί άνθρωποι έχουμε μία ΕΥΘΥΝΗ εδώ και τώρα στη χώρα μας: Να συμβάλλουμε στην ανεκτικότητα και στην αποδοχή όλων των συνανθρώπων. Αν μη τι άλλο, οι “διαφορετικοί” άνθρωποι έχουν ιστορικά αδικηθεί και ταλαιπωρηθεί τόσο αβυσσαλέα, που το λιγότερο που μπορούμε να κάνουμε είναι τουλάχιστον να παραμερίσουμε τις ιδεολογικές αγκυλώσεις μας και να παρέχουμε ένα ασφαλές και υποστηρικτικό περιβάλλον ανοχής και επιείκειας στα παιδιά ώστε να εξερευνούν την ταυτότητά τους και να εκφράζονται χωρίς το φόβο των διακρίσεων ή των κρίσεων του κάθε ξερόλα.

Ο Δημήτρης Παπαδημητριάδης, MD, MSc, είναι ψυχίατρος-ψυχοθεραπευτής. 

Leave a Reply