10 ΧΡΟΝΙΑ ΤΑΛΚ

Πριν από ακριβώς 10 χρόνια, λίγους μήνες αφότου είχα κλείσει με βρόντο την πόρτα στην πανεπιστημιακή καριέρα που πάντα ονειρευόμουν και εργαζόμουν ως ανεξάρτητη ερευνήτρια σε θέματα επικοινωνίας και ΜΜΕ, με ένα βρέφος 11 μηνών και ένα νήπιο 3,5 ετών, έψαχνα έναν τρόπο, μια δουλειά, που θα μου επέτρεπε να βιοπορίζομαι, προφανώς όχι πλουσιοπάροχα, άλλωστε η κρίση ήταν ήδη παρούσα, αλλά με μια σχετική αξιοπρέπεια. Τότε δέχτηκα ένα μήνυμα στο inbox του Facebook από μια παλιά μου συμφοιτήτρια, τη Μαρκέλλα, που είχε έναν γιο στα 5, έναν άλλον στην ηλικία του δικού μου κι ένα μωρό κοριτσάκι, για τη γέννηση του οποίου, μάλιστα, της είχα ευχηθεί διαδικτυακά λίγες ημέρες πριν.

Με τη Μαρκέλλα δεν κάναμε ποτέ κολλητή παρέα μέχρι τότε –σήμερα είναι πια μια από τις στενότερες φίλες μου που ξέρει τα πάντα για μένα– αλλά, νομίζω, πως είχαμε μια αλληλοεκτίμηση που δεν είχε μπορέσει να εξελιχθεί στα φοιτητικά και στα επόμενα χρόνια μας, όταν ήμαστε κι οι δυο υποψήφιες διδακτόρισσες στο ίδιο τμήμα (καμιά μας δεν ολοκλήρωσε το διδακτορικό της, αλλά κάναμε άλλες σπουδές μετά), γιατί ήμαστε σε εντελώς διαφορετικές φάσεις ζωής. Τώρα αφήστε το, συνεννοούμαστε με μια ματιά, με ένα meme, με μία λέξη, πίνουμε καφέδες και ποτά, βλέπουμε σειρές και ταινίες, ανταλλάσσουμε βιβλία, μοιραζόμαστε τους πόνους μας και επουλώνουμε τα τραύματά μας με υπερτεράστιες καφρίλες! Και είμαστε και κουτσομπόλες. Αλλά μη φοβάστε, δεν θάβουμε ποτέ εσάς.

Μου έγραψε, λοιπόν, η Μαρκέλλα το εξής: «Ετοιμάζω κάτι πολύ καλό. Ένα Free Press για γονείς. Ψάχνω έναν άνθρωπο να αναλάβει αρχικά τη σελίδα του στο Facebook και έπειτα το site που ετοιμάζεται. Θα σε ενδιέφερε;» «Ναι», απάντησα μονομιάς, πες από ανάγκη, πες από ένστικτο, πες από περιέργεια. «Θέλω πρώτα να το δεις το έντυπο. Θα πας το Σάββατο το μεσημέρι στο Σύμβολο, στο βιβλιοπωλείο στην Καισαριανή, θα πάρεις την εφημερίδα, θα τη διαβάσεις κι έλα τη Δευτέρα το πρωί στο γραφείο μας, στο Χαλάνδρι, να μου πεις γνώμη και να συζητήσουμε». Όπερ και εγένετο!

Πήγα, λοιπόν, τη Δευτέρα το πρωί στην Αγίας Βαρβάρας 65 και Λυκούργου, πάνω από την ΑΒΑΝΑ, στον πρώτο όροφο ενός παλιού δίπατου οικήματος, χαιρέτησα δειλά 3-4 ανθρώπους που δεν γνώριζα και φορούσαν μπουφάν (μεγάλο πρόβλημα η θέρμανση στο πρώτο γραφείο, αγαπητοί αναγνώστες) και βρήκα την παλιά μου συμφοιτήτρια να θηλάζει τη 40 ημερών Ιωάννα. Μιλήσαμε και δώσαμε τα χέρια. Ανέλαβα αμέσως το digital κομμάτι και δυο τρία άρθρα τον μήνα στο έντυπο. Οι συνθήκες τότε, πέραν του κρύου, δεν ήταν και οι καλύτερες, για διάφορους λόγους που έχουν πια ξεπεραστεί, επομένως τις κρατώ βαθιά στην καρδιά μου ως μαθήματα ζωής. Σε κάθε περίπτωση και η Μαρκέλλα και εγώ ήμαστε δυο θεωρητικοί της επικοινωνίας και ουδεμία σχέση είχαμε με την ελεύθερη αγορά στην πράξη, έχοντας ως τότε εργαστεί σε προστατευμένα περιβάλλοντα.

Από τότε, αλλάξαμε τρία γραφεία, δεκάδες συνεργάτες, άλλους πολύ καλούς, άλλους καλούς, άλλους μέτριους κι άλλους χάλια, κι ενώ όλοι έφευγαν, εγώ επέμενα και έμενα. Έμεινα γιατί αγάπησα το Τaλκ και το όραμα της Μαρκέλλας από τη στιγμή που έπιασα το πρώτο φύλλο στα χέρια μου, έμεινα γιατί μου δόθηκε σταδιακά χώρος και χρόνος να (ξε)φύγω από τα 13 χρόνια στο Πανεπιστήμιο και τα 9 στην εκπαίδευση ενηλίκων, χώρους βαθιά προβληματικούς, έμεινα γιατί το Τaλκ πρόσφερε σε μια νέα, τότε, μαμά την ευελιξία που χρειαζόταν για να επιβιώσει, έμεινα γιατί βρήκα ένα πεδίο έκφρασης των προβληματισμών μου για τη σύγχρονη γονεϊκότητα, έμεινα γιατί η δουλειά μου μου επέτρεπε να ανοίξω δεκάδες δρόμους στα παιδιά μου, έμεινα γιατί μάθαινα καθημερινά κι ακόμα μαθαίνω, έμεινα γιατί γνώρισα και συνεχίζω να γνωρίζω ένα σωρό ενδιαφέροντες ανθρώπους που μοιράζονται μαζί μας το όραμα για μια αλλαγή των παθογενειών της ελληνικής οικογένειας και κοινωνίας, έμεινα γιατί καθημερινά μπορώ και βάζω το λιθαράκι μου σε αυτό που ονειρεύομαι πως θα είναι η εκπαίδευση, ο πολιτισμός, η υγεία, η οικογένεια, ο ελεύθερος χρόνος στο άμεσο μέλλον: Κάτι πολύ καλύτερο από αυτά που είναι σήμερα, κάτι που θα διέπεται από τις αρχές της ποιότητας, της επιστήμης, της λογικής, της ουσιαστικής διασκέδασης, του ευ ζην.

Δεν σκέφτηκα ποτέ να εγκαταλείψω το καράβι; Ναι, αρκετές φορές στο παρελθόν, αλλά μέσα μου ήμουν σίγουρη πως δεν θα το έκανα. Στην πορεία των ετών απέρριψα δελεαστικότερες οικονομικά προτάσεις, γιατί η κουλτούρα του Τaλκ, παρά τις δυσκολίες, δεν θα υπήρχε πουθενά αλλού. Γιατί σταδιακά εξελίχθηκε σε κομμάτι της οικογένειάς μου, γιατί έκανα φίλες, γιατί έπαθα και έμαθα, κυρίως έμαθα, γιατί ανοίχτηκαν μπροστά μου δρόμοι πολλοί, με επίκεντρο τον γονιό και το παιδί, που με έκαναν καλύτερη μάνα και καλύτερο άνθρωπο, γιατί κατάλαβα πως η δουλειά μου αναγνωρίστηκε από σχεδόν όλους τους συνεργάτες μου, γιατί εργάζομαι διασκεδάζοντας, ακόμα κι αν αυτό απαιτεί συχνά χρόνο πολύ περισσότερο από το τυπικό οχτάωρο. Να, π.χ. αυτό το κείμενο το γράφω στη μιάμιση το πρωί.

Η διαχείριση του Facebook, τα δυο τρία άρθρα τον μήνα, και η ανάρτησή τους ηλεκτρονικά εξελίχθηκαν σε πολλά περισσότερα. Γράφω, και ανεβάζω, πια σχεδόν για τα πάντα: Καταρχάς για βιβλία, τη μεγάλη μου αγάπη, για πολιτισμό, για ψυχολογία, για εκπαίδευση, για θέματα κοινωνικού περιεχομένου, για εγκυμοσύνη, για ιατρική, για μαγειρική, για ταξίδια, για αγορές, για ό,τι απασχολεί, δηλαδή έναν «ψαγμένο» γονιό ή εκπαιδευτικό. Και έχω ιδέες. Ιδέες αστείρευτες που δεν έχω προλάβει να υλοποιήσω. Και στήνω και διαγωνισμούς και δίνω χαρά σε ανθρώπους με κληρώσεις δώρων και κάνω και διόρθωση και επιμέλεια (οι άλλες σπουδές που προανέφερα –η Μαρκ κάνει Ιστορία, είναι πιο μαζόχα…) και αναζητώ νέους συνεργάτες και κάνω και εμπορικές προτάσεις και πιάνω την κουβέντα στο τηλέφωνο με συμπαθείς αναγνώστες που ζητούν επιπλέον πληροφορίες και απ’ όλα. Γιατί για μένα πια η κάθε «υποχρέωση» στο Τaλκ δεν μπορεί να μην είναι αλληλένδετη με την οποιαδήποτε άλλη. Είναι ένας ζωντανός οργανισμός, που –να ξέρετε– άντεξε μέσα από σαράντα κύματα και του αξίζει να πάει μπροστά. Πολύ μπροστά. Θα το «σπρώχνω» με όλη μου τη δύναμη, όσο αντέχω και θέλω να ελπίζω πως, υγιέστατο πια, θα φτάσει στην κορυφή, εκεί που του αξίζει, και θα εμφανίζεται καθημερινά στις οθόνες και στα χέρια όλο και περισσότερων γονέων και εκπαιδευτικών, που θέλουν με την ψυχή τους ένα καλύτερο μέλλον για τα παιδιά τους.

Δέκα χρόνια Τaλκ, λοιπόν. Δέκα χρόνια γεμάτα χαρές και λύπες, μα πιο πολλές χαρές, δέκα χρόνια γεμάτα γέλια και κλάματα, μα πιο πολλά γέλια, δέκα χρόνια γεμάτα επιτυχίες και αποτυχίες, μα πιο πολλές επιτυχίες, δέκα χρόνια γεμάτα απογοητεύσεις και χαρές, μα πιο πολλές χαρές, δέκα χρόνια που γεμίζουν καθημερινά (κυριολεκτικά, δεν έχει υπάρχει ούτε μια μέρα που να μην έχω ασχοληθεί έστω και 10 λεπτά με κάτι ταλκίσιο, Κυριακές, Αργίες, Χριστούγεννα, Πάσχα, καλοκαίρι, ακόμα και μετά από ένα πολύωρο χειρουργείο, μέσα στη μαστούρα της νάρκωσης φώναζα: «Φέρτε μου το λάπτοπ μου» και μου λέγανε οι αδελφές πως μιλάει η μορφίνη, αλλά, όχι, μιλούσε η Πελιώ…)

Εύχομαι ολόψυχα να σας αρέσει το αποτέλεσμα. Το Τaλκ δεν είναι ένα μέσο που χαϊδεύει αυτιά, δεν απευθύνεται σε «μανούλες», δεν είναι ροζ, δεν είναι γαλάζιο, δεν έχει μικρά, ευκολοδιάβαστα κείμενα, σαν αυτά που αναπαράγονται καθημερινά γεμάτα λάθη και ανακρίβειες στο διαδίκτυο. Το Τaλκ ερευνά, ψάχνει, ψάχνεται και λέει αλήθειες, ακόμα κι αν είναι σκληρές.

Όλο αυτό έχει, φυσικά, οικονομικό κόστος, γιατί η αγορά ψάχνει εύπεπτους διαύλους να επικοινωνήσει τα προϊόντα της. Πιθανότατα αν έγραφα «10+1 τρόπους να νανουρίσετε τον πρίγκιπά σας» ή «Ποια ρούχα να διαλέξετε ανάλογα με το ζώδιο του παιδιού σας» ή «Δείτε πόσα κιλά έχασε μετά την εγκυμοσύνη της η Χριστίνα Μπόμπα», αν σας τάραζα στα κλικμπέιτς, αν έβαζα στο γκουγκλ τρανσλέιτ ξένα άρθρα που δεν θα έβγαζαν το παραμικρό νόημα στα ελληνικά, αν σας έλεγα γλαφυρά ψέματα, θα είχα λογικά έναν πολύ καλύτερο μισθό, θα σύχναζα σε πιαρτζίδικα ιβέντς που σκορπάνε λεφτά για το τίποτα, θα φωτογραφιζόμουν στον Ίακχο (καλά, στη Χριστίνα Πολίτη, δεν είμαι τόσο μεγάλη, μόλις πάτησα τα σαράντα), ενώ μέσα μου θα σιχτίριζα, θα έχανα την πολιτική και επιστημονική υπόστασή μου, θα πήγαιναν στράφι τόσες σπουδές, θα ήμουν ινφλουένσερ, θα έγλειφα ανθυποσελέμπριτις και θα συνέχιζα να παρουσιάζω τη γονεϊκότητα όπως ακριβώς ΔΕΝ είναι: Ως μια υπεργαμάτη κατάσταση, έναν ανθρώπινο, βιολογικό προορισμό για κάθε γυναίκα (προσοχή, προσοχή, όχι για κάθε άντρα) με κάθε κόστος, που ισοδυναμεί με την απόλυτη ευτυχία.

Όμως, η αρχή της Μαρκέλλας, την οποία υιοθετώ μέχρι τελευταίας τελείας, είναι η ποιότητα και όχι τα νούμερα (#diplis). Αυτό σημαίνει αυτόματα πως κάθε μήνα παίζει «μεροδούλι μεροφάι», αλλά σημαίνει επίσης και αξιοπρέπεια. Και η στάση μας αυτή έχει αναγνωριστεί από τους συνεργάτες που θέλουμε να έχουμε, από ανθρώπους που εδώ και 98 τεύχη πορεύονται μαζί μας.

Μαρκ, σε ευχαριστώ για την ευκαιρία που μου έδωσες. Πάμε χέρι χέρι να κάνουμε τα δέκα χρόνια είκοσι, άντε είκοσι πέντε. Μετά, ας πάρουμε σύνταξη και ας αναλογιστούμε τι καταφέραμε, over drinks, αραγμένες σε μια παραλία στην Ανάφη, να χαζεύουμε τουίτερ και ίνσταγκραμ, με μια στοίβα βιβλία στο πλάι μας. Κι αν μας τηλεφωνήσουν τα παιδιά μας, ζητώντας εναγωνίως baby-sitting, βλέπουμε. Καλύτερα, πάντως, να τους προτείνουμε summer camps.

One Response

  1. Κατερινα Αραβανοπούλου 24 Οκτωβρίου, 2021

Leave a Reply