ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΕΞΟΥΣΙΑΣ

Έχω τέσσερα παιδιά: η μεγάλη μου κόρη τελειώνει το λύκειο, οι δίδυμες κόρες μου τελειώνουν το δημοτικό, ο γιος μου πάει τρίτη δημοτικού.Π.Κ. –δηλαδή Προ Κρίσεως– δούλευα πυρετωδώς. Τώρα που ήρθε η εποχή Μ.Κ. –καταλαβαίνετε–βρέθηκα με τη βασική μου εργασία («πάλι καλά»…) και κάπως περισσότερο ελεύθερο χρόνο: προσωπικό, του ζεύγους, των παιδιών. Επιστρέφοντας στον πλανήτη της οικογένειας, διαπίστωσα ότι «παίζει» πολύ παραμύθι στα παιδιά. Όχι σαν εκείνα που έλεγε ο αφηγητής του χωριού στην πλατεία το καλοκαίρι. Παραμύθι βιομηχανοποιημένο, ψυχολογικά μελετημένο, οικονομικά επικερδές, τόσο ψηφιακό όσο και από πλαστικό.
Πάρτε για παράδειγμα τον οκτάχρονο γιο μου. Η μητέρα του κι εγώ δεν τον αφήνουμε αχαλίνωτο μπροστά σε οθόνες και γκατζετάκια, του έχουμε εμφυσήσει την αγάπη μας για τη μουσική, το διάβασμα και την τετ α τετ επικοινωνία με τους ανθρώπους. Κι όμως, αυτό το παιδί «κόλλησε» κάποια στιγμή με τα Ninjago, τα πλαστικά ανθρωπάκια της Lego που «είναι», λέει, μικρογραφία των Νίντζα της Ιαπωνίας. Κάθε πρωί στον δρόμο για το σχολείο μού μιλούσε με ενθουσιασμό για το «σπαθί της φωτιάς», για τα «τέσσερα χρυσά όπλα», για το κάθε Ninjago, τα χαρακτηριστικά του, ποιος συμμαθητής έχει «το σπάνιο» κ.λπ.
Ένα σαββατιάτικο απόγευμα βρεθήκαμε οι δυο μας στο σπίτι. Ξανάρχισε η διάλεξη περί Ninjago. Δεν άντεξα. Αυτοσχεδιάζοντας (το… γονεϊλίκι είναι μια ζόρικη δουλειά που μαθαίνεται στην πράξη, όπως θα γνωρίζετε) τον κάλεσα να ψάξουμε στο Ίντερνετ τι στο διάολο πραγματικά ήταν οι Νίντζα. Μάθαινε κι αυτός, μάθαινα κι εγώ. Φτωχοί αλλά αδίστακτοι φονιάδες ήταν. Καμία σχέση με τους αριστοκράτες «σαμουράι», το ιαπωνικό αντίστοιχο των ιπποτών της Δύσης. Εκτελούσαν συμβόλαια θανάτου για λογαριασμό γαιοκτημόνων: γλιστρούσαν σαν τις σκιές στα παλάτια των αντιπάλων φεουδαρχών, κατόπτευαν, έφευγαν, ξανάρχονταν, σκότωναν και συχνά φεύγοντας έβαζαν φωτιά αφήνοντας πίσω στάχτη και μπούλμπερη. Ήταν άσοι στα δηλητήρια, όπου βουτούσαν τις αιχμές των όπλων τους. Είχαν αυστηρό κώδικα συμπεριφοράς και τιμής. Γυμνάζονταν συνεχώς, διατρέφονταν προσεκτικά, ήταν βαθύτατα δεισιδαίμονες, άφηναν να πλανώνται φήμες ότι περνάνε μέσα από τοίχους ή ότι βαδίζουν πάνω στο νερό με «μαγικό» τρόπο. Και κληροδοτούσαν τη σκοτεινή τέχνη τους από πατέρα σε γιο.
Αποκάλυψη: μια ζωή με σιωπηλά λουτρά αίματος. Φοβερά πράγματα. Ανταλλάξαμε ένα αστραφτερό βλέμμα. «Αγόρι μου, άλλο τα πλαστικά Ninjago που σας πουλάνε κι άλλο οι φονιάδες Νίντζα!» είπα στον γιο μου. «Εσύ τα ’ξερες αυτά;» με ρώτησε. «Όχι. Αλλά την επόμενη φορά θα σου πω εγώ τι άθλια ζωή ζούσανε στην πραγματικότητα εκείνα τα άλλα ελεεινά καθάρματα που γουστάρεις, οι βρομιάρηδες, οι πειρατές…»

Leave a Reply