ΛΙΛΗ ΛΑΜΠΡΕΛΛΗ| Η ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΑΦΗΓΗΣΗΣ

Μια φορά κι έναν καιρό τα παραμύθια τα λέγανε παραδοσιακές γιαγιάδες μπροστά στο τζάκι ή γέροντες, απομονωμένοι από τα προβλήματα του σύγχρονου κόσμου. Όχι πια. Τελειώνοντας ο 20ός αιώνας όλο και περισσότεροι νέοι άνθρωποι άρχισαν να ασχολούνται, συχνά επαγγελματικά, με την τέχνη της αφήγησης. Οι σύγχρονοι παραμυθάδες είναι μορφωμένοι, μοντέρνοι, Ευρωπαίοι. Είναι εκατοντάδες –ειδικά στη Γαλλία και στο Βέλγιο– και αυξάνονται συνεχώς και στην Ελλάδα. Συγκεντρώνονται σε τακτά διαστήματα σε ξέφωτα, φεγγαρόλουστες παραλίες, αλλά και σε πολλές αίθουσες και θέατρα των πιο εξελιγμένων πόλεων του κόσμου, αναβιώνοντας μια τέχνη παλιά όσο οι φόβοι του ανθρώπου. Μια σύγχρονη παραμυθού –και βραβευμένη συγγραφέας πολλών παιδικών βιβλίων– είναι και η Λιλή Λαμπρέλλη, που μιλά στο Τaλκ:

Είστε νομικός και εργάζεστε στην Κομισιόν. Το παραμύθι πώς μπήκε στη ζωή σας;
Μια σειρά από συμπτώσεις με οδήγησαν στο εργαστήρι αφήγησης του Ανρί Γκουγκό, που είναι ένας από τους μεγαλύτερους Γάλλους παραμυθάδες. Βούτηξα στα βαθιά των παραμυθιών και, δεκατέσσερα χρόνια μετά, ακόμα βρίσκομαι εκεί κάτω.
Το σεμινάριο είναι απαραίτητο για να γίνει κάποιος αφηγητής; Τι πήρατε από τους δασκάλους σας;
Παρότι είχα την τύχη να μαθητεύσω σε σπουδαίους παραμυθάδες και να μοιράζομαι αυτήν την εμπειρία με όσους έρχονται στα σεμινάριά μου, θεωρώ ότι η μαθητεία σε «δάσκαλο» της αφήγησης όχι μόνο δεν είναι απαραίτητη, αλλά μερικές φορές μπορεί να είναι και επικίνδυνη. Αυτό δεν σημαίνει ότι οποιοσδήποτε μπορεί να αφηγηθεί ανά πάσα στιγμή. Η μαθητεία είναι αναγκαία, αλλά σαν προσωπική πορεία αναζήτησης. Ως προς τους δασκάλους μου, από τους δύο πιο σημαντικούς, τον Ανρί Γκουγκό και τον Μισέλ Ίντενοκ, πήρα το πάθος τους γι’ αυτόν τον, φαινομενικά ανώδυνο, λόγο σοφίας. Τους ευγνωμονώ, γιατί μου δίδαξαν να είμαι σε συνεχή αναζήτηση και αμφισβήτηση.
Στη σημερινή Ευρώπη υπάρχει χώρος για παραμύθια;
Το παραμύθι, στη γραπτή μορφή του, από την εποχή των Γκριμ και μετά, ζει και βασιλεύει παντού. Όσο για την αφήγηση λαϊκών παραμυθιών, εγώ γνωρίζω καλά μόνον τον γαλλόφωνο χώρο, όπου ζω, κι εκεί η άνθηση είναι μεγάλη. Στην Ελλάδα το φαινόμενο της αφήγησης παραμυθιών σε δημόσιους χώρους είναι πιο περιορισμένο, αλλά επεκτείνεται συνεχώς. Ελπίζω να απλωθεί κι άλλο, αλλά αυθόρμητα – χωρίς χειραγωγία.
Τί είναι αυτό που μας καθηλώνει σε μια αφήγηση;
Οι απαντήσεις σ’ αυτό είναι πολλές και απολύτως προσωπικές. Εμένα με συγκινούν οι αφηγήσεις με το «ντουέντε» του Λόρκα, οι στιγμές που ο παραμυθάς είναι «αλλοπαρμένος». Μόνον τότε είναι «μέσα» στο παραμύθι που μιλάει για έναν κόσμο «άλλον». Δεν καθηλώνομαι ποτέ από μία ευπρεπή, καλοδουλεμένη αφήγηση.
Στα σεμινάριά σας ασχολείστε κυρίως με τον συμβολισμό στα παραμύθια. Μπορείτε να μας μιλήσετε για αυτό;
Το θέμα είναι τεράστιο και χαώδες, αλλά με μια φράση (της ανθρωπολόγου Νικόλ Μπελμόν) συνοψίζεται στο ότι «το παραμύθι δεν λέει αυτό που θέλει να μας πει», που σημαίνει ότι ο λόγος του παραμυθιού είναι συμβολικός. Για παράδειγμα, η σύγκρουση της Χιονάτης με την κακιά μητριά θα μπορούσε να ερμηνευτεί ως σύγκρουση με τη σκοτεινή πλευρά της μάνας – την πλευρά που δεν αποδέχεται το ότι μεγαλώνουμε ή μεγαλώσαμε και μπορούμε να γίνουμε βασίλισσες (δηλαδή αυτόνομες – εκτός της δικής της κυριαρχίας και εκτός οποιασδήποτε ιεραρχίας).
Στα παιδιά είναι ωφέλιμο να μιλάμε για συμβολισμό όταν τους αφηγούμαστε παραμύθια;
Η απάντηση των ειδικών είναι όχι. Η συμβολική προσέγγιση γίνεται μόνο με συναινούντες ενήλικες, πάντα χωρίς δογματισμό και σε καμιά περίπτωση με πρόθεση θεραπείας. Όσο για τα παιδιά: τα ξέρουν όλα. Πριν καταφέρουμε να τα ξεμάθουμε «όλα» αυτά που ξέρουν με την αθωότητά τους, είναι πραγματικοί σοφοί. Δεν ξαφνιάζονται όταν μιλάει ένα δέντρο, γιατί νιώθουν ότι η φύση «μιλάει», αρκεί να θέλεις ν’ αφουγκραστείς. Οι μεγάλοι σωρεύσαμε γνώση (συχνά περιττή) και ξεχάσαμε τη σοφία των πραγμάτων – τα προσεγγίζουμε εγκεφαλικά. Σε κάθε περίπτωση, η συμβολική προσέγγιση δεν γίνεται ποτέ σε πλαίσιο αφήγησης. Ο παραμυθάς λέει το παραμύθι και αυτοί που ακούνε παίρνουν από τον συμβολικό του λόγο ό,τι μπορούν ή ό,τι αντέχουν.
Σήμερα πόση σημασία έχει για τον άνθρωπο η προφορικότητα;
Κατά τη γνώμη μου, σήμερα περισσότερο από ποτέ, η προφορικότητα έχει δύναμη, γιατί χάρη στην τεχνολογία έχει αναπτυχθεί μια δευτερογενής προφορικότητα. Ακόμα και ένα μοναχικό ή απομονωμένο άτομο μπορεί να ακούει συνεχώς ραδιόφωνο, τηλεόραση, ομιλίες και απαγγελίες από όλα τα μέσα που προσφέρει η τεχνολογία. Το πρόβλημα είναι η ποιότητα της προφορικότητας – αυτή πάσχει. Τα παραμύθια προφορικής παράδοσης είναι η ανώτερη δυνατή μορφή προφορικότητας. Αν τη σεβαστούμε, μας χαρίζει αναπάντεχα δώρα.
Ποια είναι η διαφορά τού να γράψεις ένα νέο παραμύθι από το να αφηγηθείς ένα κλασικό;
Αυτός που γράφει ένα (λογοτεχνικό) παραμύθι είναι αφέντης του λόγου – του δικού του λόγου. Αυτός που αφηγείται ένα (λαϊκό) παραμύθι είναι υπηρέτης του λόγου – του λόγου των πολλών ανθρώπων που διέσχισε τόπους και καιρούς για να φτάσει ως εμάς ολοζώντανος και ζωογόνος. Περιττό να σας πω ποιον λόγο θεωρώ σημαντικότερο.

Leave a Reply