Με αφορμή την κυκλοφορία του νέου του βιβλίου “Bullying: Και όμως νικιέται”, ο Ψυχίατρος-Ψυχαναλυτής-Συγγραφέας Νίκος Σιδέρης μιλάει στο Τaλκ για το φαινόμενο που απασχολεί ολοένα και περισσότερο γονείς, μαθητές και εκπαιδευτικούς.
Τα τελευταία χρόνια, έχουν γραφτεί και ειπωθεί πάρα πολλά για τον σχολικό εκφοβισμό. Πιστεύετε ότι όλα αυτά φέρνουν κάποιο αποτέλεσμα στην πράξη;
Έχουν δοκιμαστεί πολλές μέθοδοι και εφαρμοστεί πλήθος προγράμματα. Κατά κανόνα, έχουν αποτέλεσμα. Συνολικά ωστόσο, η αποτελεσματικότητα των μέχρι τώρα προσεγγίσεων είναι άνιση, κυμαινόμενη και περιορισμένη.
Τι καινούριο έχει να μας δώσει το νέο σας βιβλίο “Bullying: Και όμως νικιέται”, που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο;
Παρά τις πολύπλευρες παρεμβάσεις, τα μέχρι τώρα προγράμματα αντι-bullying έχουν άνιση και περιορισμένη αποτελεσματικότητα. Ο στοχασμός πάνω στους λόγους αυτής της μερικής απόδοσης αναδεικνύει την ανάγκη στρατηγικής πλαισίωσης της καταπολέμησης του bullying με όρους προληπτικού πολέμου. Το βιβλίο αναλύει τη λογική και περιγράφει επιχειρησιακά αυτή τη στρατηγική διάσταση με όρους συγκεκριμένων ψυχολογικών παρεμβάσεων σε σχολικό και κοινωνικό επίπεδο. Επίσης φέρνει ένα νέο όνομα: Για λόγους που εκτίθενται αναλυτικά, αντί του όρου «εκφοβισμός», που τοποθετεί τον δράστη σε θέση ισχύος και πρωτοβουλίας, προτείνεται ο όρος «ψευτονταηλίκι», που αναδεικνύει τη θρασυδειλία, τη γελοιότητα και το κόμπλεξ που χαρακτηρίζουν τη συμπεριφορά του ψευτονταή.
Επιλέγετε να ορίσετε το bullying ως ψευτονταηλίκι. Παρακαλώ, εξηγήστε μας το γιατί.
Οι συνήθεις όροι «εκφοβισμός» ή «νταηλίκι» δεν αποδίδουν την πραγματικότητα του φαινομένου. Πρώτον, επειδή το bullying είναι πολύ ευρύτερο από τον εκφοβισμό. Δεύτερον, επειδή αναπαράγουν τη μυθολογία του επιτιθέμενου. Ότι δηλαδή βρίσκεται αναμφισβήτητα σε θέση ισχύος, είναι άτρωτος, έχει την πρωτοβουλία και αυτονόητα επιτίθεται. Που σημαίνει ότι η μόνη στάση απέναντί του είναι η άμυνα σε ατμόσφαιρα φόβου (αυτό σημαίνει «εκφοβισμός»).
Όμως η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Η συμπεριφορά του επιτιθέμενου με κανένα τρόπο δεν δηλώνει παλικαριά ή γενναιότητα. Αλλά χαρακτηρίζεται από τα εξής:
- Θρασυδειλία: αφού επιτίθεται (και μάλιστα, κατά κανόνα, όχι μόνος) εναντίον κάποιου που είναι πιο αδύναμος.
- Γελοιότητα: αφού θέλει μεν ν’ αποδείξει ότι είναι ισχυρός και κυρίαρχος, αλλά δεν τα βάζει με κάποιον που να μπορεί να τον αντιπαλέψει. Άρα, αυτό που αποδεικνύει δεν είναι η δύναμή του, αλλά η γελοιότητα της στάσης του.
- Κόμπλεξ: αφού προσπαθεί να καλύψει δικές του ανασφάλειες αναζητώντας επιβεβαίωση μέσα από την ταπείνωση του αδυνάτου.
Γι’ αυτούς τους λόγους, η πιο κατάλληλη λέξη γι’ αυτή τη συμπεριφορά είναι «ψευτονταηλίκι».
Συσχετίζετε το bullying με τον σαδισμό, καθώς προκαλεί απόλαυση στον θύτη. Μπορεί πράγματι ένα μικρό παιδί να έχει σαδισμό;
Όλα τα παιδιά, στις πρώτες φάσεις της ζωής τους, έχουν στον ψυχικό τους κόσμο σαδιστικές ορμές και φαντασιώσεις – για παράδειγμα «Μου αρέσεις, θα σε φάω» (κάτι που λέγεται και από μεγάλους, π.χ. ως προς την ερωτική απόλαυση). Το ζήτημα δεν είναι αν υφίστανται σαδιστικές ροπές σε κάθε ψυχή – παιδική ή ενήλικη. Την απάντηση τη δίνει η κοινή αίσθηση και γνώση που εκφράζει ο κοινός τόπος στην κουβέντα «Το ξέρουμε όλοι πόσο σκληρά είναι τα παιδιά…». Άρα το ζήτημα είναι πώς αυτές οι ροπές πλαισιώνονται, υφίστανται επεξεργασία και αναχαιτίζονται ή μετουσιώνονται σε κάτι που δεν πληγώνει τον άλλον (όπως πληγώνει το ψευτονταηλίκι).
Ποιοι κατά τη γνώμη σας είναι οι βασικοί λόγοι που είναι τόσο έντονα τα φαινόμενα του εκφοβισμού στα σχολεία;
Στις δυτικές κοινωνίες, το ιστορικό φαινόμενο της ανάδυσης και κραταίωσης του καταναλωτικού ναρκισσισμού («Καμαρώνω επειδή καταναλώσω»), που προωθείται ως κυρίαρχο υπόδειγμα βίου και κλειστός ορίζοντας της ύπαρξης, τροφοδοτεί τον εγωκεντρισμό και τον φαντασιακό ανταγωνισμό των υπερτροφικών Εγώ. Κάθε τέτοιο Εγώ λειτουργεί ως υπερ-νάρκισσος με βάση τη φαντασίωση «Βασιλόπουλο ή Πριγκίπισσα που γαμεί και δέρνει επειδή έτσι του αρέσει»: Δηλαδή τροφοδοτεί τον φαντασιακό πυρήνα του ψευτονταηλικιού.
Είναι ο Έλληνας εκπαιδευτικός σωστά καταρτισμένος, ώστε να βοηθήσει στην καταπολέμηση του φαινομένου; Γιατί πολλές φορές δάσκαλοι όλων των βαθμίδων επιλέγουν να κλείσουν τα μάτια μπροστά σε φαινόμενα βίας στο σχολείο τους;
Όλες οι έρευνες οδηγούν στο πόρισμα ότι ο εξοπλισμός των εκπαιδευτικών ως προς το ψευτονταηλίκι είναι ανεπαρκής. Αυτή η άγνοια είναι ο κύριος λόγος που κάνει τους εκπαιδευτικούς να αρνούνται κάποιες όψεις της πραγματικότητας, τις οποίες δεν μπορούν ν’ αντιμετωπίσουν.
Ποιος ο ρόλος των γονέων των θυτών, αλλά και των θυμάτων; Τι συμπεράσματα έχετε βγάλει για αυτούς;
Ο φαντασιακός ορίζοντας της ανατροφής αυτών των παιδιών ορίζεται από τη φαντασίωση των γονέων-υπηκόων του καταναλωτικού ναρκισσισμού «Ό,τι ήμουν εγώ και ό,τι δεν ήμουν εγώ θα είσαι εσύ στον κύβο!». Κατά μοιραία συνεπαγωγή, το πλάσμα που διαπλάθει αυτή η φαντασίωση ως ιδεώδες παιδί είναι ένας υπερ-νάρκισσος εντελώς χαμένος σε ανάλογες φαντασιώσεις: Η πριγκίπισσα και/ή το βασιλόπουλο που γαμεί και δέρνει γιατί έτσι της/του αρέσει. Η διαμόρφωση τέτοιων παιδιών τροφοδοτεί το ψευτονταηλίκι. Από τη μία, εξωραΐζει τη βαρβαρότητά του και ακυρώνει πιθανούς χαλινούς που θα συγκρατούσαν τους επιτιθέμενους. Από την άλλη, μυθοποιώντας τον ψευτονταή ευνοεί τη σαγήνη που ασκεί το ψευτονταηλίκι ακόμη και στα θύματά του. Όπως βλέπουμε δεν είναι θέμα προσωπικής ενοχοποίησης του Τάδε ή της Δείνα γονιού, αλλά προβληματική και επιβλαβής πολιτισμική πλαισίωση της κοινωνικής εικόνας και ειδικότερα της γονεϊκής λειτουργίας.
Η οικονομική κρίση των τελευταίων ετών έχει παίξει τον δικό της ρόλο στο σχολικό προαύλιο; Και αν ναι, πώς;
Η περιρρέουσα βαρβαρότητα των ισχυρών και οι εμπειρίες στέρησης, απώλειας, αγωνίας, έντασης και ματαίωσης που γεννά η κρίση αγριεύουν τους ανθρώπους: την κοινωνία, τις οικογένειες, τα παιδιά. Η λογική που καλλιεργούν οι κυρίαρχοι «Μισείτε αλλήλους» υπηρετεί το «Διαίρει και βασίλευε» και εξωθεί τους ανθρώπους στο κατά Διαβόλου ευαγγέλιο: « όλοι εναντίον όλων· φά’ τους να μη σε φάνε· ο άνθρωπος για τον άνθρωπο λύκος». Γονείς και παιδαγωγοί δεν καταφέρνουν πάντοτε ούτε να διατηρήσουν την ισορροπία τους ούτε να μιλήσουν με τα παιδιά για την κρίση, παρέχοντάς τους προστασία και νόημα. Αποτέλεσμα: Και τα παιδιά τα ίδια επιβαρύνονται, αισθάνονται απειλή και απουσία μέλλοντος – και αγριεύονται.
Ποιο είναι το νέο εργαλείο, η νέα στρατηγική, που προτείνετε σε παιδιά, γονείς και εκπαιδευτικούς, ώστε να αντιμετωπίσουν την ενδοσχολική, ψυχική, λεκτική και σωματική, βία;
Ο πόλεμος ενάντια στο bullying είναι μια μάχη για το φαντασιακό των παιδιών (και όχι μόνο). Πρώτα απ’ όλα, μια μάχη για τις λέξεις. Και είδαμε ποιοι είναι οι λόγοι ώστε το «bullying» να αποδίδεται ως «ψευτονταηλίκι». Κύριος στρατηγικός σκοπός αυτού του πολέμου είναι η αποδόμηση της φαντασιακής αίγλης που περιβάλλει το ψευτονταηλίκι και, μ’ αυτό τον τρόπο, η εξουδετέρωση της νοσηρής σαγήνης που ασκεί στην παιδική ψυχή. Κύριο μέσο για την επίτευξη αυτού του σκοπού είναι η γελοιοποίηση του ψευτονταηλικιού. Ώστε, όσοι αισθάνονται τον πειρασμό να κάνουν ψευτονταηλίκια να αντιλαμβάνονται ότι δεν τους παίρνει. Επειδή το γελοίο σκοτώνει το ψευτονταηλίκι, ακόμη και σαν σκέψη.
Εν τέλει, πιστεύετε ότι, όντως, το bullying μπορεί να νικηθεί; Είναι εφικτές οι μαθητικές κοινότητες στις οποίες θα συνυπάρχουν ειρηνικά τα παιδιά; Και τέτοιες, υποθετικές προς το παρόν, κοινότητες, θα μπορούσαν να οδηγήσουν και σε καλύτερες, πιο υγιείς, λιγότερο ανταγωνιστικές κοινωνίες ενηλίκων;
Το ψευτονταηλίκι ούτε υπήρχε πάντοτε ούτε εμφανίστηκε ανεξάρτητα από ιστορικές, κοινωνικές, πολιτισμικές και ψυχολογικές συνθήκες. Τροποποιώντας τις συνθήκες μπορούμε να προκαλέσουμε ναρκισσιστική ασιτία και φαντασιακή απαξίωση στον ψευτονταή και να κατανικήσουμε το ψευτονταηλίκι. Με τέτοια παιδιά σαν υλικό, προφανώς και η ποιότητα της κοινωνίας των ενηλίκων θα μπορούσε να είναι αλλιώτικη.