Δύο τεράστια μάτια με σχεδόν αυστηρό βλέμμα είχαν καρφωθεί πάνω στη Δανάη. Ήταν μόλις τρεισήμισι χρόνων, αλλά δεν σήκωνε «πολλά πολλά». «Εγώ δεν είμαι μικρόθ!» δήλωσε. «Όχι, εσύ είσαι τεράστιος», του είπε η Δανάη και τότε εκείνος όρθωσε το λυγερό κορμάκι του με στιλ «μεγάλου άντρα» και έγειρε προς το μέρος της. Ο ένας είχε επιλέξει τον άλλον. «Είχα θυμώσει πολύ, είχα σχεδόν εξοργιστεί όταν μου είπαν ότι ο Γ. ήταν στα… αζήτητα», μας εξηγεί η Δανάη. Γι’ αυτό αποδέχθηκε αμέσως τη διαδικασία που της πρότειναν, παρότι θεωρεί ακατανόητο να προτείνουν προς υιοθεσία στους ανύπαντρους παιδιά από αυτά που συνήθως «περισσεύουν». Η Δανάη επέλεξε να υιοθετήσει γιατί δεν είχε σταθερή σχέση και δεν ήθελε να κάνει ένα παιδί εκτός γάμου: «Θα του φόρτωνα το τραύμα της έλλειψης του πατέρα καθώς ένα παιδί χρειάζεται και τους δύο γονείς. Έτσι αποφάσισα να γίνω η μαμά ενός παιδιού που δεν είχε ούτε τον έναν ούτε τον άλλον γονέα και να βρεθούμε κάπου στη μέση. Διάλεξα ένα παιδί από αυτά που συνήθως κανένας δεν θέλει. Τώρα που το έχω κάνει μπορώ να πω πως είναι ό,τι καλύτερο μου έχει συμβεί».
Η σχέση της με τον Γ. μετράει ήδη τριάμισι χρόνια. Έχει περάσει πολύ δύσκολες στιγμές και ένα χειρουργείο και ακόμη έχει τεράστιες αγωνίες. Ο Γ. είναι ένα παιδάκι που έχει τραυματιστεί έντονα ψυχολογικά τόσο από την εγκατάλειψη των φυσικών γονιών του και τον «ιδρυματισμό» όσο και από το βαρύτατο ιατρικό του ιστορικό. Χρειάζεται ειδική αντιμετώπιση. Γι’ αυτό είναι πολύ σημαντική υπόθεση η υιοθεσία του αλλά και η υιοθεσία ή η αναδοχή κι άλλων παιδιών σαν εκείνον. «Όσο πιο γρήγορα βρεθούν σε οικογενειακό περιβάλλον τόσο πιο γρήγορα εξωτερικεύεται το πρόβλημά τους», τονίζει η Δανάη. «Δεν καταλαβαίνω τα ζευγάρια που έχουν πρόβλημα τεκνοποίησης. Γιατί δεν ενδιαφέρονται γι’ αυτά τα παιδιά που πραγματικά τους έχουν ανάγκη και επιμένουν τόσο πολύ στις διάφορες μεθόδους τεχνητής γονιμοποίησης βάζοντας διάφορα χημικά στο σώμα τους μόνο και μόνο γιατί θέλουν να φτιάξουν το καλούπι τους;»
Τριών ετών μόνος
Ο 7,5χρονος σήμερα Γ., πριν καν ξεκινήσει η διαδικασία υιοθέτησής του, είχε υποβληθεί σε σοβαρή επέμβαση, «από αυτές με την αμφίβολη έκβαση», και είχε παραμείνει εντελώς μόνος του, σε ηλικία 3 ετών, στην εντατική με συντροφιά μια εθελόντρια από το Μητέρα που οικειοθελώς ταξίδευε καθημερινά δύο ώρες για να του κρατάει το χέρι τα βράδια. Αυτό το γεγονός αλλά και όλη η αντιμετώπιση των ανθρώπων του Μητέρα έκαναν τη Δανάη να θέλει να υιοθετήσει ένα παιδί από εκεί. «Βρήκα ανθρώπους που δουλεύουν υπό αντίξοες συνθήκες, ακόμη και εθελοντικά, δίνοντας πολλά στα παιδιά». Η 46χρονη έχει να αντιμετωπίσει ακόμη πολλά θέματα. Κατ’ αρχάς, ζει με τον κίνδυνο μήπως χάσει τον Γ. είτε λόγω της ευαίσθητης υγείας του είτε αν τον διεκδικήσουν πίσω οι φυσικοί γονείς του, αν και, όπως λέει, το δεύτερο είναι πρακτικά αδύνατο. Όσο για την ευαίσθητη υγεία του, μας εξηγεί πως αν συνέβαινε κάτι στο παιδί, η ίδια θα διαλυόταν. Αντίθετα από τους φυσικούς γονείς του, οι οποίοι τον εγκατέλειψαν ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο. Και όσο κι αν ακούγεται, όπως λέει και η ίδια, ακραίο και «βάρβαρο»: «Πολλές φορές αυτά τα παιδιά είναι προτιμότερο να μη μεγαλώσουν με τους φυσικούς τους γονείς, γιατί δεν τους αξίζουν».
Μ’ αγαπάς; Απόδειξη!
Από τότε που μπήκε στη ζωή της ο Γ. άλλαξε η φιλοσοφία της ζωής της: «Λέω πως δεν με νοιάζει πια αν και πότε θα πεθάνει κάποιος, αλλά πώς έζησε ως εκείνη τη στιγμή. Κι εμένα με ενδιαφέρει πώς θα είναι η ζωή του Γ. ως τότε». Η αγάπη και η φροντίδα της Δανάης «έχει να κάνει με έναν βαθύτατα τραυματισμένο άνθρωπο, πληγωμένο στην αρχή της ύπαρξής του. Τα εγκαταλελειμμένα παιδιά έχουν πάνω πάνω μια γερή στρώση ανασφάλειας, από κάτω πολλή οργή και πιο κάτω βαθιά λύπη. Ένα παιδί δεν μπορεί ποτέ να καταλάβει τι οδηγεί τους γονείς του να το εγκαταλείψουν. Νομίζει ότι εκείνο φταίει, ότι δεν αξίζει, ότι όλοι θα το αφήσουν αργά ή γρήγορα, και ότι όλος ο κόσμος είναι ένα εχθρικό μέρος στο οποίο καλείται να επιβιώσει. Όταν βρεθεί λοιπόν σε οικογένεια, για να κερδίσει τη σιγουριά ότι το θέλουν προσπαθεί να φέρει τους νέους γονείς του στα άκρα και αν δεν το εγκαταλείψουν, τότε αρχίζει να αισθάνεται ότι μπορεί και να το αγαπάνε. Ο δικός μου στην αρχή ό,τι του έδινα το κατέστρεφε μέσα σε πέντε λεπτά και μετά από λίγο με ρωτούσε ‘‘με αγαπάς;’’ Και άλλα πολλά έκανε για να με δοκιμάζει. Η πρώτη περίοδος είναι για γερά νεύρα, αλλά τα πράγματα καλυτερεύουν στη συνέχεια. Τίποτα δεν είναι εύκολο, αλλά όλα είναι στην ουσία τους απόλυτα απλά. Η αγάπη είναι η βάση για όλα».
Στην ίδια κατάσταση περίπου, αναρωτιόμουν, πόσο εύκολα είναι η υιοθεσία τελικά στην Ελλάδα?