Το να επικρίνει μια Αμερικανίδα blogger, η Kerry Foreman το –σχεδόν– κοινωνικό αξίωμα περί αναγκαιότητας της ενασχόλησης (των αγοριών) με τον αθλητισμό είναι ίσως αναμενόμενο. Το να θέτει τον ίδιο προβληματισμό ένας καταξιωμένος αθλητής, αλλά και ο προπονητής μιας από τις πιο οργανωμένες ακαδημίες μπάσκετ, ο Γιώργος Καλαϊτζής, είναι κάτι που ίσως δεν το περιμένει κανείς. Τελικά, σε ποιον βαθμό η ενασχόληση των παιδιών μας με τον αθλητισμό είναι πραγματικά δική τους και όχι δική μας επιθυμία;
Αφορμή για τις σελίδες που διαβάζετε στάθηκαν δυο –φαινομενικά‒ ασύνδετα κείμενα που έτυχε να δω πριν από λίγες εβδομάδες. Το ένα ήταν της Kerry Foreman, ψυχοθεραπεύτριας, που τα έβαλε με την κραταιά κουλτούρα του παιδικού αθλητισμού. Έγραψε ότι μια επίσκεψη στον γιατρό, στον οδοντίατρο, στο σχολείο, θα μας κάνει να καταλάβουμε ότι είναι πολύ δύσκολο για κάποιον να ξεκινήσει κουβέντα με ένα αγόρι αν αυτό δεν ασχολείται με κάποιο άθλημα. Μοιάζει σαν να μη βρίσκει κανείς κάτι να του πει, λες και η ζωή των αγοριών πρέπει να περιστρέφεται γύρω από το μπάσκετ ή το ποδόσφαιρο. Όπως γλαφυρά λέει η Foreman, «ο γιος μου διαθέτει μια ισχυρή ενσυναίσθηση, ο γιος μου έχει κριτική σκέψη, ο γιος μου συνεχώς αναρωτιέται και αμφισβητεί, ο γιος μου έχει μια άσβεστη δίψα για όλα όσα αφορούν το Διάστημα, ο γιος μου θέλει να αλλάξει τον κόσμο. Αλλά ο κόσμος αυτός δεν έχει καμία ερώτηση να του κάνει παρά… “Λοιπόν, για πες μου, παίζεις μπάσκετ;”» Η Foreman μας παρακινεί να σκεφτούμε πόσο η ενασχόληση της κόρης μας ή του γιου μας με τον αθλητισμό παρακινείται από το δικό τους αληθινό πάθος.
Το άλλο κείμενο-αφορμή για σκέψη ήταν “Ο προπονητής του αυτοκινήτου” που διάβασα στο blog της ΕΣΚΑ (Ένωση Σωματείων Καλαθοσφαίρισης Αττικής), διά χειρός Γιώργου Καλαϊτζή. Για τους μη μυημένους, Γιώργος Καλαϊτζής εστί πρώην επαγγελματίας αθλητής του μπάσκετ με πλούσια μπασκετική καριέρα, γεμάτη διακρίσεις. Ο Γιώργος Καλαϊτζής αγωνίστηκε σε όλες τις ηλικιακές κατηγορίες της Εθνικής μας ομάδας, ενώ έχει κατακτήσει δύο Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα, και έχει στεφθεί οκτώ φορές πρωταθλητής Ελλάδας.
Σήμερα, ο Γιώργος Καλαϊτζής εκτός από πατέρας τριών κοριτσιών είναι και προπονητής αγοριών του Αναπτυξιακού προγράμματος της ΕΣΚΑ, στο blog της οποίας ενίοτε αρθρογραφεί. Το τελευταίο του post ήταν η αφορμή για μια πολύ παραγωγική συνάντηση και κουβέντα μαζί του.
Αν και υποψιάζομαι την απάντησή σου, ποιος είναι τελικά ο προπονητής αυτοκινήτου για τον οποίο έγραψες;
Δεν νομίζω ότι είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς… Είναι μια φανταστική ύπαρξη στην οποία όλοι οι γονείς με παιδιά που αθλούνται συστηματικά βλέπουν τον εαυτό τους. Είναι ο πατέρας που παρακολουθεί τις προπονήσεις του γιου του και παρεμβαίνει με σχόλια και υποδείξεις από τις κερκίδες, είναι ο πατέρας που περιμένει να τελειώσει ο αγώνας για να βγάλει από μέσα του τον… Ομπράντοβιτς, να κρίνει, να απαξιώσει, να μαλώσει και τελικά να βάλει τον πήχη ακόμη πιο ψηλά, εκεί που το παιδί του δεν μπορεί –και ίσως δεν θέλει‒ να φτάσει.
Δηλαδή τελικά τον πήχη τον βάζουν οι γονείς και όχι οι προπονητές;
Δυστυχώς στην Ελλάδα, σε μεγάλο βαθμό, ναι. Βέβαια αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό. Στη ζωή ενός αθλητή οι γονείς είναι το Α και το Ω. Και η πρωτοκαθεδρία τους αυτή ορίζεται από τον βαθμό στον οποίον επιλέγουν να εκθέσουν τα παιδιά τους στο λάθος, στην ευθύνη, στην απόφαση. Δυστυχώς οι Έλληνες γονείς ‒από καλή πρόθεση φυσικά‒ το κάνουν σπανίως. Είναι υπερπροστατευτικοί, αποφασίζουν για εκείνα χωρίς εκείνα, δεν τα αφήνουν να επιλέξουν, να δοκιμάσουν, να κάνουν λάθος. Αυτό που θα έπρεπε να κάνουν οι γονείς είναι να χτίζουν αυτόνομους και δυνατούς χαρακτήρες, να αφήσουν τα παιδιά ελεύθερα να χτυπήσουν, να απογοητευτούν, να μαλώσουν, να τα βρουν. Να αποτελούν ένα περιβάλλον αποδοχής και άρα ασφάλειας. Και με τον τρόπο αυτόν, φυσικά και αβίαστα, να δημιουργήσουν χαρακτήρες αθλητή.
Άρα επιβεβαιώνεις την υποψία μου ότι τα παιδιά μας δεν έχουν μάθει να χάνουν, ή τέλος πάντων να αποδέχονται την ήττα τους…
Ή, ακόμα χειρότερα, δεν έχουν μάθει να παίζουν. Έχουν μάθει να κερδίζουν. Είναι σύνηθες για κάποιον που έχει μια στοιχειώδη σχέση με το άθλημα που παρακολουθεί, να αντιλαμβάνεται ότι κάποιοι προπονητές παιδικών ομάδων πιέζουν εφαρμόζοντας συστήματα και στρατηγικές λες και έχουν να κάνουν με ομάδες πρώτης κατηγορίας. Για μένα το πιο βασικό είναι τα παιδιά να εκτονωθούν, να έρθουν σε επαφή με το άθλημα, να το ευχαριστηθούν. Αν συμβούν όλα αυτά, η νίκη δεν θα αργήσει να έρθει.
Από τα «χέρια» σας περνούν πολλά παιδιά. Πιθανώς μοιράζονται μαζί σας τις αγωνίες και τα άγχη τους σε σχέση με τις σχολικές και εξωσχολικές τους δραστηριότητες. Έχουν τα παιδιά τον απαραίτητο χρόνο να ασχοληθούν με ένα άθλημα στο οποίο ενδεχομένως τα καταφέρνουν πολύ καλά;
Αυτή είναι άλλη μια πονεμένη ιστορία και ένα ακόμη ελληνικό παράδοξο. Στη χώρα μας η ενασχόληση με τον αθλητισμό γίνεται ένα ακόμη όχημα για την εισαγωγή στο πανεπιστήμιο. Πλάι στις αμέτρητες ώρες σχολείου και φροντιστηρίου, η συλλογή μορίων μοιάζει σανίδα σωτηρίας. Τα παιδιά γίνονται αθλητές για να γίνουν μετά επιστήμονες. Στο εξωτερικό τα παιδιά γίνονται αθλητές στο πλαίσιο όμως της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Υπάρχουν αθλητικά σχολεία δηλαδή που παράγουν αθλητές και φέρνουν τη μόρφωση στα δικά τους μέτρα. Οι δικοί μας αθλητές είναι βασικά μαθητές και θέλουν να γίνουν γιατροί και δικηγόροι, με αποτέλεσμα εκεί κοντά στα 18 να εγκαταλείπουν τον αθλητισμό. Στον αντίποδα, έχουμε και παιδιά που θέλουν να γίνουν ποδοσφαιριστές και μπασκετμπολίστες και κολυμβητές και εγκαταλείπουν την ίδια τη μάθηση. Πόσο πιο εύκολα θα μπορούσε κανείς να εξηγήσει κανόνες φυσικής σε αθλητές, όταν αυτοί είναι προσαρμοσμένοι στο άθλημά τους; Γιατί πρέπει τα παιδιά που επιλέγουν τη συστηματική ενασχόληση με τον αθλητισμό να μην μπορούν τελικά να μορφωθούν; Είμαστε πολύ πίσω σε εκπαιδευτικούς θεσμούς και δομές που θα συνδέσουν σωστά τον αθλητισμό με την παιδεία.
Είσαι πατέρας τριών κοριτσιών. Ασχολούνται οι κόρες σου με τον αθλητισμό; Πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι για τα παιδιά των καταξιωμένων αθλητών να ακολουθήσουν το ίδιο μονοπάτι με τους γονείς τους;
Ναι, ασχολούνται, όχι βέβαια σε επίπεδο πρωταθλητισμού, δεν επιδιώκουμε κάτι τέτοιο. Παίζουν τένις, κάνουν στίβο και χορό και το χαίρονται πραγματικά, τους αρέσει, περνάνε καλά. Φυσικά και τα παιδιά καταξιωμένων αθλητών κουβαλούν ένα ειδικό βάρος στις πλάτες τους και δεν είναι καθόλου εύκολο να λειτουργήσουν μακριά από συγκρίσεις. Ευτυχώς, τα περισσότερα παιδιά αθλητών που προσωπικά γνωρίζω είναι τυχερά γιατί έχουν γονείς που αντιλαμβάνονται την απόσταση που πρέπει να κρατήσουν, με αποτέλεσμα να λειτουργούν εξισορροπητικά σε σχέση με την πίεση που ίσως δέχονται τα παιδιά τους. Και πάλι, όμως, είναι δύσκολο.