Η χαμένη ευθύνη των παιδιών μας

ευθύνηΠαρατηρώντας με αγωνία αυτά που συμβαίνουν γύρω μας και αφορούν τα παιδιά –τα παιδιά ως θύματα και τα παιδιά ως θύτες– και συζητώντας με εκπαιδευτικούς από διάφορα σχολεία, συμπεραίνω πως τα παιδιά μεγαλώνουν σε συνθήκες από τις οποίες απουσιάζει η ευθύνη.

Η πεποίθηση που δημιουργείται σε αυτά από τη στιγμή που καταλαβαίνουν τον κόσμο, είναι ότι πάντα φταίει κάποιος άλλος. Στην αρχή φταίει το τραπέζι, η καρέκλα, το ντουλάπι, πάνω στα οποία χτυπάει στην προσπάθεια του να εξερευνήσει τον κόσμο γύρω του, αφού τότε εμείς οι… σοβαροί ενήλικοι γύρω του κάνουμε «ντα» τα κομμάτια της προαναφερθείσας επίπλωσης.

Μετά, στην πορεία της ανάπτυξης τους, φταίει ο φίλος για μια διένεξη που θα ξεσπάσει, αργότερα φταίει ο δάσκαλος, φταίει το σχολείο, η κοινωνία και στο τέλος η τηλεόραση και το διαδίκτυο (το ακούμε αρκετά τελευταία).

Πριν από λίγο καιρό, βρέθηκα να μιλάω σε δεκαεφτάχρονα παιδιά, που θέλουν να γίνουν παιδαγωγοί, για την ευθύνη της εκπαίδευσης ενός ανθρώπου. Θέλοντας, λοιπόν, να τονίσω τη σημασία που έχει να εκπαιδεύσουμε ένα παιδί στο να έχει επίγνωση του τι κάνει και τι επιλέγει να κάνει, ανέφερα ένα περιστατικό που συνέβη πριν χρόνια στην αυλή ενός δημοτικού σχολείου: ένας μαθητής πήρε ένα ξύλο που έπεσε από ένα δέντρο και με αυτό χτύπησε έναν συμμαθητή του. Ήρθαν, λοιπόν, οι γονείς του παιδιού που χτυπήθηκε για να ζητήσουν τον λόγο και ήρθε και ο γονιός του παιδιού που χτύπησε για να ζητήσει και αυτός τον λόγο από τον διευθυντή του σχολείου. «Πώς βρέθηκε το ξύλο στην αυλή;» Έφταιγε, λοιπόν, το ξύλο που βρέθηκε εκεί.

Και την ώρα που το αναφέρω στους μαθητευόμενους ως τραγικό παράδειγμα αποποίησης της ευθύνης, σηκώνει το χέρι ένα παιδί και λέει: «Ε, ναι, κυρία, πώς βρέθηκε το ξύλο στην αυλή;» Και μένω έκπληκτη, γιατί ο δεκαεφτάχρονος (έχει σημασία η ηλικία) το έλεγε πολύ σοβαρά και τότε αντιλήφθηκα ότι δεν μπορούσε να σκεφτεί διαφορετικά. Γιατί και αυτό το παιδί προφανώς έτσι μεγάλωσε.

Πώς θα ζήσουν αυτά τα παιδιά και τι κοινωνία θα δημιουργήσουν, όταν δεν έχουν συνείδηση του τι κάνουν; Όταν όλα τα βλέπουν ως παιχνίδι, γιατί από μικρά όταν κάνουν κάτι που αντίκειται στις νόρμες της κοινωνίας εμείς τα δικαιολογούμε λέγοντας «παιδιά είναι», «θα μεγαλώσουν και θα μάθουν». Μα από πού και από ποιον θα μάθουν;

Επιλέγουν πάντα τους εύκολους δρόμους, διώχνοντας την ευθύνη από πάνω τους. Και η κοινωνία τα δικαιολογεί. Στην ταβέρνα που ξεσηκώνουν τον κόσμο, στην εκκλησία που μαθαίνουν να μη σέβονται (δεν σε υποχρεώνει κανείς να πας εάν δεν θέλεις), στο θέατρο που το κάνουν φαγάδικο, στα μαγαζιά που κυλιούνται κάτω διεκδικώντας κάτι που μόλις το πιάσουν στα χέρια τους σε ένα λεπτό το έχουν αποδομήσει. Και ό,τι και να γίνει, έρχεται η επωδός: «Έλα μωρέ, δεν πειράζει».

Όταν τα παιδιά κάνουν κάτι που βλάπτει τα ίδια ή τους άλλους ή το περιβάλλον τους, πρέπει να το αντιμετωπίσουμε δημιουργώντας μια βιωματική εμπειρία που θα τα βάλει στη διαδικασία να συνειδητοποιήσουν τι έχουν κάνει και μετά να προσπαθήσουμε να εκπαιδεύσουμε συμπεριφορικά. Αν το παιδί δεν βιώσει, δεν μπορεί να καταλάβει αν φταίει. Στην ουσία δεν θα φταίει ποτέ. Και αν δεν φταίει αυτό, ποιος φταίει; Έλα μου ντε…Όχι εκείνο πάντως. Το ξύλο, το δέντρο, το διαδίκτυο. Ποιος αφήνει τα παιδιά όλη μέρα στα κινητά και στα τάμπλετ; Ποιος αγοράζει στα παιδιά smartphones από το δημοτικό; Ποιος μαθαίνει στο παιδί να ετεροπροσδιορίζεται;

Παρκάραμε τα παιδιά στις οθόνες –στο σπίτι, στο αυτοκίνητο, στην ταβέρνα– για να έχουμε την ησυχία μας, ξεχνώντας ότι δημιουργούμε πολίτες που θα ζουν στην εικονική πραγματικότητα και δεν θα μπορούν να συνδεθούν με την αληθινή ζωή. Και ποιος τολμάει να μιλήσει, αφού οι περισσότεροι έχουν επιλέξει τον ρόλο του «αρεστού», εκείνου που αγαπάει το παιδί και το κατανοεί. Που του παίρνει τις ευθύνες από μπροστά του, που το παρηγορεί όταν ματαιώνεται, που του λέει ότι αυτό τα κάνει όλα καλά, του λέει ότι είναι το καλύτερο παιδί στον κόσμο (λες και το έχει ανάγκη αυτό), του κουβαλάει την τσάντα για το σχολείο ή τις αθλητικές του δραστηριότητες, του κάνει τα μαθήματα, λύνει για εκείνο τις διαφορές του.

Τα ξενοδοχεία στα οποία διαμένουμε στις εκδρομές, αυτά που δέχονται μαθητές (γιατί ξέρετε πολύ καλά ότι τα περισσότερα δεν δέχονται), έχουν άλλα δωμάτια και ορόφους για τα παιδιά, γιατί είναι σίγουρο εκ προοιμίου ότι θα τα καταστρέψουν. Και έλα εσύ τώρα, ο δάσκαλος, ο γείτονας, ο φίλος ενήλικος να αρθρώσεις λόγο και να πεις ότι με όλα αυτά καταστρέφουμε το παιδί, τον άνθρωπο δηλαδή. Βγες να πεις ότι η ανάγκη του παιδιού δεν είναι το βόλεμα, αλλά το ξεβόλεμα, η εμπειρία που θα το ενδυναμώσει και θα το ετοιμάσει για τη ζωή. Η εμπειρία που θα το κάνει να νιώσει αξιοσέβαστο και όχι αδύναμο, γκρινιάρικο και μίζερο, κάποιο που χάνει τη ζωή του στα παζάρια.

Πόσο τα αδικούμε τα παιδιά. Πόσο τα χαμηλώνουμε, γιατί δεν απαιτούμε να σταθούν ψηλά. Που μπορούν. Που το έχουν ανάγκη. Να νιώσουν ότι αξίζουν. Επιτέλους, ας προστατέψουμε το παιδιά. Ας τους δώσουμε πίσω την αξιοπρέπειά τους.

Η Βέτα Γεωργιάδου είναι παιδαγωγός στο Σχολειό της Φύσης – Big Bang School

Leave a Reply