ΣΟΦΙΑ ΔΑΡΤΖΑΛΗ: Ο ΧΡΟΝΟΣ ΚΑΙ Η ΑΓΑΠΗ ΕΙΝΑΙ ΔΥΟ ΕΝΝΟΙΕΣ ΑΥΛΕΣ, ΜΑ ΜΕ ΜΕΓΑΛΟ ΕΙΔΙΚΟ ΒΑΡΟΣ

Τα ρολόγια συνήθως μετρούν τον χρόνο. Αυτή είναι η δουλειά τους. Κάποια ρολόγια κάποτε είχαν μέσα κι έναν κούκο, ένα μηχανικό πουλί που ανακοίνωνε κάθε ώρα που άλλαζε. Ένα τέτοιο ρολόι-κούκο θα χαρίσει ο παππούς στον εγγονό του, κι ο κούκος θα γίνει ο καλύτερός του φίλος. Ο μικρός μεγαλώνει, κι ο κούκος τον παρατηρεί, τον επαινεί, τον συμβουλεύει. Μοιράζεται μαζί του τις χαρές, τις λύπες ‒τις στιγμές του όλες. Μέχρι που καταλαβαίνει τον πραγματικό του ρόλο: να μετρά τον χρόνο. Κι όταν θελήσει να σταματήσει να μετρά, άραγε ο χρόνος θα υπακούσει; Η συγγραφέας Σοφία Δάρτζαλη επιστρέφει με το τρίτο της εικονογραφημένο βιβλίο, με τίτλο Έχεις λίγο χρόνο;, μια ιστορία για παιδιά από 4 ετών, γεμάτη στιγμές, λεπτά, ώρες και χρόνια, πολλά κου-κου, αγάπη, τέλος και αρχή, αλλά κυρίως συνέχεια. Συζητάμε, λοιπόν, με αφορμή το κείμενό της, για τη ζωή, όπως την ορίζουν ο χρόνος, μα και η αγάπη. Και για το πώς μπορούμε να επικοινωνήσουμε τις έννοιες αυτές στα παιδιά μας και βέβαια στους εαυτούς μας.

Καλησπέρα, Σοφία! Έχεις λίγο χρόνο για να συστηθείς στο κοινό του Τaλκ;
Πάντα θα έχω χρόνο για το Τaλκ, για ένα έντυπο που αγαπά το παιδί και το βιβλίο και τα σέβεται και τα δύο. Εξάλλου ποιος δεν έχει χρόνο για μια όμορφη κουβέντα (talk) και για λίγη φροντίδα (ταλκ); (Are you Taλκing to me?) Για να παίξουμε και λίγο με το διπλό σας όνομα!

Στο καινούργιο σου βιβλίο πρωταγωνιστούν ένα αγόρι και ένα ρολόι-κούκος. Πες μας λίγα λόγια για το πώς γεννήθηκαν στο μυαλό σου και πώς τους πάντρεψες σε μια φιλοσοφική, ουσιαστικά, ιστορία για μικρά παιδιά μα και για μεγάλους.
Πάντα με απασχολούσε το θέμα του χρόνου ως έννοια. Επίσης με προβληματίζει πολύ και το πού πηγαίνει η αγάπη που έχεις μοιραστεί με κάποιον όταν φεύγει. Είναι δύο έννοιες άυλες, ο χρόνος και η αγάπη. Που όμως έχουν πολύ μεγάλο ειδικό βάρος. Τον χρόνο βρήκαμε έναν τρόπο να τον μετράμε. Την αγάπη όχι. Λέμε «σ’ αγαπώ» και «σ’ αγαπώ πολύ», όχι «σ’ αγαπώ 5 γραμμάρια» ή «σ’ αγαπώ 7 χιλιόμετρα». Λέμε όμως και «σ’ αγαπώ ως τον ουρανό». Δεν ξέρω αν το βιβλίο ξεκίνησε ως φιλοσοφική ιστορία – καθόλου δεν το είχα έτσι στο νου μου. Ήταν, όπως λες, ο συνδυασμός αυτών των δύο εννοιών. Και κάπου, σκεφτόμουν, στην αγάπη υπάρχει κι ο χρόνος. Ο χρόνος που αφιερώνεις στον άλλον. Κάτι δικό σου, που το χαρίζεις απλόχερα όταν αγαπάς. Τότε ο χρόνος γίνεται πιο πολύτιμος. Κι ίσως και δεν νοείται αν δεν τον μοιραστείς μ’ αυτόν που αγαπάς. Οι δύο ήρωες θα συνδεθούν με την αγάπη που τους ενώνει. Όμως ο ένας είναι πλασμένος να μετρά. Κι ο άλλος να βαδίζει σε μια προδιαγεγραμμένη πορεία, εκείνη που έχουν όλοι οι άνθρωποι. Ο χρόνος-κούκος αγαπά τον άνθρωπό του, ένα μικρό αγόρι που μόλις ήρθε στον κόσμο. Κι ο μικρούλης αγαπά τον κούκο, τον χρόνο του. Εδώ υπάρχει κάτι μετρήσιμο, τα χρόνια ζωής και κάτι μη μετρήσιμο, η αγάπη. Κι αυτό που ουσιαστικά μένει, ή αυτό που εγώ θα ήθελα να μένει, είναι η αγάπη. Που δεν σταματά ποτέ να υπάρχει. Κι ακόμα κι αν ο κύκλος της ζωής σταματά, εκείνη θα συνεχίζει ν’ αγκαλιάζει τη μνήμη εκείνων που μένουν κι εκείνων που θα έρθουν. Αν στο ρολόι οι δείκτες μετρούν και γυρνούν κυκλικά, την ίδια φορά και πορεία έχει κι η αγάπη.Ο κούκος σου δεν είναι ένα απλός, άψυχος μηχανισμός στο ρολόι. Κάνει πολλά παραπάνω. Ποια είναι αυτά; Και πώς τα καταφέρνει;
Ο κούκος την πρώτη φορά που λειτούργησε δεν πρόλαβε να δει ένα «τέλος». Ο παππούς του αγοριού που τον είχε, τον χάρισε στον εγγονό του. Έτσι κι εκείνος, άρχισε να δένεται με το αγόρι. Να το νανουρίζει, να το ξυπνά όταν πρέπει, να του δίνει κουράγιο, να το συμβουλεύει. Χωρίς να το καταλαβαίνει ο ίδιος, πήρε όλα όσα είχε ο παππούς για το αγόρι, όλη την αγάπη. Κι η αγάπη είναι μεταδοτική. Δέθηκε με τον άνθρωπό του. Και τον φρόντιζε. Κυρίως όμως φρόντιζε να του θυμίζει, με τα χαρακτηριστικά του κου-κου, να κρατά τις στιγμές. Τις στιγμές που «μετρούν». Όχι ποσοτικά, αλλά ποιοτικά.

Παρέα με τα τακτικά, αγχολυτικά, ανακουφιστικά, δυναμωτικά κου-κου, το αγόρι, που ξεκίνησε την πορεία του ως μωρό, γίνεται πια, μέσα από εύκολες και δύσκολες στιγμές, γέρος άντρας. Και τότε, ο κούκος αποφασίζει ξαφνικά να σταματήσει να μετρά τον χρόνο. Τι είναι αυτό που φοβήθηκε τόσο, ώστε όχι μόνο να σταματήσει, αλλά να το σκάσει κιόλας;
Για τον κούκο δεν υπήρχε κύκλος ζωής. Είχε δει τον μικρό του φίλο να μεγαλώνει ημέρα με την ημέρα, να γίνεται παιδί, έφηβος, ενήλικος, ηλικιωμένος. Από εκεί που υπήρχε μια κλίμακα που οδηγούσε προοδευτικά στο μεγάλωμα του φίλου του, ξαφνικά εκείνος άρχισε να μικραίνει. Ενδόμυχα, φοβόταν μήπως εξαφανιστεί τελείως. Συνδύασε λοιπόν το γεγονός πως κάθε λεπτό που μετρούσε, ο άνθρωπός του μίκραινε. Τρόμαξε. Ένιωσε ενοχές. Προσπάθησε να σταματήσει. Μα ήταν στη φύση του να μετρά. Δεν γινόταν αλλιώς. Κι έτσι νόμιζε πως ο χρόνος θα σταματούσε, αν εκείνος σταματούσε να τον μετρά. Προσποιήθηκε πως είναι ένα άλλο πουλί, από εκείνα που πετούν ψηλά και δεν έχουν τόσο μεγάλες ευθύνες. Δεν το έκανε για τον εαυτό του. Το έκανε για τον άνθρωπό του. Με πόνο εγκατέλειψε το σπίτι του. Τον άνθρωπό του.

Έπειτα από χρόνια, λοιπόν, ζωντανεύει και βγαίνει έξω στη φύση, μακριά από το ρολόι του. Μα θα ήταν δυνατόν να επιζήσει εκεί, μαθημένος για χρόνια αλλιώς;
Δεν τα κατάφερε και ούτε και θα τα κατάφερνε. Ήταν πλασμένος για άλλα πράγματα. Όμως για λίγο, για μικρά κλάσματα του δευτερολέπτου, μπορεί να είδε και μια άλλη ζωή που θα μπορούσε να έχει. Αλλά χωρίς τον άνθρωπό του, τίποτα δεν είχε αξία. Κατάφερε όμως να πετάξει. Κάτι που κατάφερε κι ο άνθρωπός του, αλλά σε μια άλλη διάσταση. Συναντήθηκαν στο σημείο ακριβώς εκείνο που και οι δύο ξεπέρασαν την ιδιότητά τους. Ο κούκος δεν ήταν πια μόνο μηχανικός κι ο φίλος του δεν ήταν πια μόνο άνθρωπος. Και οι δύο είχαν αλλάξει μορφή. Και οι δύο είχαν ανοίξει φτερά, για άλλο λόγο ο καθένας. Αλλά συναντήθηκαν στα σύννεφα. Έναν τόπο που αλλάζει συνεχώς σχήμα και μορφή και μας δίνει τη δυνατότητα να τον φανταστούμε όπως θέλουμε. Για μένα είναι μια άλλη πολιτεία, μακρινή αλλά εν μέρει ορατή. Κάνει το μάτι μου να σταματήσει κάπου όταν κοιτάζω ψηλά. Δίνει ένα όριο στο απέραντο του ουρανού κι εκεί νοητά έχω τοποθετήσει όλους τους ανθρώπους που αγάπησα, αλλά δεν μπορώ να έχω πια στη ζωή μου.

Ο άνθρωπος ζητά στον κούκο μια χάρη. Να ξαναρχίσει να μετράει τον χρόνο από την αρχή. Κι εκείνος δέχεται! Ποιο μήνυμα θέλεις να περάσεις στους μικρούς αναγνώστες που σε διαβάζουν με αυτήν την τροπή της ιστορίας;
Ότι η αγάπη που υπάρχει μέσα στον χρόνο, εκείνη που δημιουργείται μεταξύ των ανθρώπων, ποτέ δεν τελειώνει. Συνθέτει τον δικό της αέναο κύκλο κι επιστρέφει σαν χάδι σε όσους θυμούνται, σε όσους θέλουν να θυμηθούν.Τι είναι για σένα ο χρόνος; Και πώς μπορούμε να τον εξηγήσουμε στα παιδιά;
Είναι μια έννοια κάπως άχαρη. Ειδικά όταν πρέπει να την εξηγήσεις στα παιδιά. Και ποιος δεν έχει πει «Ξύπνα, θα αργήσεις» στο παιδί του; Εκεί, ο χρόνος γίνεται εχθρός. Δεν θες να τελειώσει ο χρόνος που έχεις για να κοιμηθείς. Τα «5 λεπτά ακόμα» φαίνονται τίποτα. Αντίστροφα, όμως, όταν πας σε μια βαρετή επίσκεψη, παρακαλάς να περάσει γρήγορα ο χρόνος. Το «Σε 5 λεπτά φεύγουμε» γίνεται αιώνας. Δεν ξέρω πώς θα μπορούσαμε να τον εξηγήσουμε καλύτερα στα παιδιά. Αυτό που μπορώ, όμως, να πω είναι πως όταν μεγαλώσουν, δεν θα θυμούνται ποτέ τι ώρα ακριβώς ήταν όταν ερωτεύτηκαν. Ούτε τι ώρα ήταν όταν ένιωσαν ότι μπορούν να καταφέρουν κάτι. Οι στιγμές δεν αποδίδονται με αριθμούς. Μόνο με συναισθήματα. Έτσι, μπορούμε απλώς να κοιτάμε το ρολόι για να καταφέρνουμε να συνεννοούμαστε με τον περίγυρο και την καρδιά μας, όταν θέλουμε να χαρίσουμε ή να μοιραστούμε τον χρόνο μας με όποιον αγαπάμε.

Μπορεί, άραγε, ο άνθρωπος να συμφιλιωθεί με τον χρόνο που κυλά; Όσο εντάξει κι αν δηλώνουμε με την ηλικία μας, νομίζω πως από κάποια στιγμή και πέρα, αρχίζουμε να ανησυχούμε… Και για εμάς και για τους γύρω μας. Τι μπορεί να μας ηρεμήσει;
Δεν ξέρω αν ανησυχώ τόσο για μένα, για τον χρόνο που περνά, όσο για τους ανθρώπους που αγαπώ και φοβάμαι να μη χάσω. Με τη σκέψη, όμως, πως δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα για να σταματήσουμε τον χρόνο έχω συμφιλιωθεί. Έτσι, πολλές φορές τον κάνω να «παγώσει» με άλλο τρόπο, μετατρέποντας τις αγαπημένες μου στιγμές άλλοτε σε εικόνες κι άλλοτε σε λέξεις. Προσωπικά, ηρεμώ όταν βλέπω τα παιδιά μου ή τα παιδιά των φίλων μου να μεγαλώνουν όμορφα, να παίρνουν ό,τι καλύτερο από τον χρόνο που τους χαρίζουμε και να το συνδυάζουν με τις προσωπικές τους επιλογές, που στη συνέχεια χαρίζουν σε εμάς τους μεγαλύτερους αισιοδοξία κι ένα χαμόγελο πως όλα προχωρούν. Ίσως όχι όπως ακριβώς τα είχαμε σχεδιάσει, αλλά προχωρούν καλά!

Τέλος, λίγα λόγια για τη συνεργασία σου με τη Σάντρα Ελευθερίου, που εικονογράφησε εξαιρετικά, συνδυάζοντας ρεαλισμό και μαγεία, την ιστορία σου. Πώς δουλέψατε για να φτάσετε σε αυτό το αποτέλεσμα;
Δεν σου κρύβω πως η Σάντρα ήταν η πρώτη μου επιλογή για αυτό το βιβλίο. Πέρα από το ότι έχει εικονογραφήσει και το πρώτο μου, το Όταν η μαμά μου είπε ψέματα, είχαμε συνεργαστεί αρκετές φορές και για βιβλία άλλων συγγραφέων. Την ξέρω αρκετά καλά, όχι από κοντά, αλλά από μακριά – εξάλλου ζει στην Κύπρο και η επικοινωνία μας είναι ως επί το πλείστον γραπτή. Κι όμως, μέσα σε αυτές τις λέξεις, τις ουσιαστικά άχρωμες, μπορεί να καταλάβει η μία τι ακριβώς αισθάνεται η άλλη με ένα απλό «ναι» ή ένα «εντάξει». Η Σάντρα αισθάνθηκε κάθε πτυχή της ιστορίας. Την αγκάλιασε και την ανέδειξε με ένα χέρι που το φανταζόμουν να χαϊδεύει τις λέξεις, να παρηγορεί τον κούκο, να τρέμει όταν έπρεπε να δείξει το αγόρι γέρο πια. Στην ιστορία, στις εικόνες της Σάντρας, έχω ακούσει το δάκρυ της να πέφτει πάνω σε κάποιο φτερό, πάνω σε κάποιο σύννεφο. Δεν ξέρω αν μπορώ να περιγράψω αυτή την επικοινωνία, μόνο αν την αισθανθεί κάποιος μπορεί να την καταλάβει και ειδικά σε ένα βιβλίο για παιδιά. Ευχαριστώ πολύ για τον χρόνο, το ενδιαφέρον και την αγάπη.Σοφία Δάρτζαλη: «Έχεις λίγο χρόνο;», Εκδόσεις Μεταίχμιο, εικονογράφηση: Σάντρα Ελευθερίου

Leave a Reply