H πανδημία έχει σχεδόν καταστρέψει το θέατρο και τις παραστατικές τέχνες για παιδιά και φυσικά έχει πλήξει ανεπανόρθωτα τους ανθρώπους του χώρου. Το Τaλκ, σε συνεργασία με την ομάδα ΣΚΗ.Ν.Η.Δρα έχει ανοίξει ήδη από το καλοκαίρι έναν διάλογο με τους καλλιτέχνες που ασχολούνται με το παιδικό θέαμα. Άνθρωποι που αγαπούν τα παιδιά και θέλουν να τα εκπαιδεύσουν και να τα διασκεδάσουν, αλλά δεν μπορούν, εκφράζουν τους προβληματισμούς τους σε σχέση με την υπάρχουσα κατάσταση και με τη στάση του ΥΠ.ΠΟ. και ζητούν από τους γονείς και τους εκπαιδευτικούς να τους ακούσουν και να τους εμπιστευτούν. Σήμερα, κοντά μας η Λήδα Σάμιτα και η Μαριλίζα Χρονέα, από την ομάδα Plan Bee.
- Η ομάδα Plan Bee είμαστε η Λήδα Σάμιτα (ηθοποιός, εκπαιδευτικός, σκηνοθέτις) και η Μαριλίζα Χρονέα (ηθοποιός, performer, παιδαγωγός θεάτρου), με συμμετοχή και άλλων σταθερών συνεργατών -ηθοποιών και μουσικών- στις δουλειές μας, που άλλες φορές απευθύνονται σε νεαρό και άλλες σε ενήλικο κοινό. Πρωτοσυναντηθήκαμε το 2010 για τις ανάγκες ενός έργου σε δραματουργία και σκηνοθεσία της Λήδας Σάμιτα, και έκτοτε αποφασίσαμε να συνυπάρξουμε ως ομάδα, με στόχο τον δημιουργικό διάλογο πάνω στα εργαλεία της θεατρικής αφήγησης. Γι’ αυτό κι έχουμε επιλέξει τη φόρμα της συνάντησης διαφορετικών τρόπων αφήγησης, όπως η θεατρική, η σωματική, η μουσική φόρμα αλλά και το παιχνίδι. Οι ιστορίες μας έχουν στην αφήγησή τους διάδραση, και ως δραματουργία και σε ερμηνευτικό και παραστασιακό επίπεδο, καθώς και επαφή με το θεατή, αφού καλούμε τα παιδιά σε θεατρικό παιχνίδι επί σκηνής. Επιδιώκουμε την επικοινωνία μέσα από το παιχνίδι με τεχνικές σωματικού θεάτρου, τη ζωντανή μουσική, το ζωντανό -συχνά a capella- τραγούδι, τον αυτοσχεδιασμό κατά τις πρόβες αλλά και με ρευστά σημεία αυτοσχεδιασμού στη στημένη παράσταση. Μια τέτοια επικοινωνία επιδιώκουμε και με το ενήλικο κοινό, όχι απαραίτητα προκαλώντας το να αναμειχθεί στην παράσταση, αλλά προτείνοντας στο θεατή την προσωπική του τοποθέτηση σε μια στάση ενεργητικού πομπού και δέκτη, ως ενεργού κοινωνικού όντος.
- Όσον αφορά τα παιδιά, οι παραστάσεις μας είναι μια μίξη θεατρικής σωματοποιημένης αφήγησης και συμμετοχής των παιδιών σε βιωματικά παιχνίδια ρόλων και κινητικούς αυτοσχεδιασμούς. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του τρόπου δουλειάς μας είναι η απουσία -κατά κανόνα- ενός σκηνοθέτη κατά τη διάρκεια των δοκιμών. Όλοι οι συνεργάτες μαζί συσκηνοθετούμε σε επίπεδο ιδεών και προτάσεων και ένας (ως τώρα η Λήδα) αναλαμβάνει την ευθύνη και τη φροντίδα για μια συνολική ματιά. Η “δημοκρατική” κατά κάποιο τρόπο διεργασία είναι διαισθητική και συνθετική σε πολλά επίπεδα ταυτόχρονα και απαιτεί ελευθερία να προτείνεις ή να απορρίπτεις, κάτι που δεν είναι αυτονόητο, αλλά κατακτιέται καθώς η εμπιστοσύνη και η αβίαστη επικοινωνία αναπτύσσονται στην ομάδα συνεργατών. Άλλο χαρακτηριστικό είναι οι πρόβες συχνά με παρουσία παιδιών, σε σπίτια, σε κήπους, κλπ., χωρίς αυτό να αποσυντονίζει τη δημιουργική διαδικασία, αντίθετα δημιουργεί ένα κλίμα διαλόγου με όλα τα στοιχεία και ενσωμάτωσης του περιβάλλοντος σε αυτό που συμβαίνει, και αυτό το κλίμα διαπνέει και τις δουλειές μας. Στόχος, θα λέγαμε, είναι η παιγνιώδης αναζήτηση της συνύπαρξης φόρμας και περιεχομένου και η ανάδειξη θεματολογιών που ακουμπούν σε ένα ευρύτερο κοινό, είτε ενηλίκων είτε παιδιών. Αναπτύξαμε περισσότερο το κοινό εκφραστικό μας λεξιλόγιο με αφορμή την παράσταση για παιδιά “Ανεμί ή μαγειρεύοντας μια ιστορία”, βασισμένη στο παραμύθι για όλες τις ηλικίες «Ο Γάμος της Ανεμί» του Dennis L’ Homme. Οι μακράς διάρκειας πρόβες, άνω του ενάμιση χρόνου για κάθε δουλειά, περιλαμβάνουν το σχηματισμό της αρχικής ιδέας, την εύρεση των σωματικών μέσων και των τεχνικών αυτοσχεδιασμού που θα την υποστηρίξουν, τη συνεχόμενη ενσωμάτωση ιδεών καθώς η διαδικασία ωριμάζει, και την αποκάλυψη τελικά του συνδετικού κρίκου που ενοποιεί και ολοκληρώνει την κάθε ιδέα.
- Και η Λήδα και η Μαριλίζα δουλεύουμε -ήδη δύο δεκαετίες- με παιδιά, είτε σε παραστάσεις για παιδιά, είτε στη διαμόρφωση παραστάσεων με παιδιά, είτε στον τομέα της εμψύχωσης θεατρικού παιχνιδιού, συνεργαζόμενες με σχολεία και με άλλες ομάδες θεάτρου για παιδιά, που κατά περίπτωση, ενσωματώνουν στις δουλειές τους το θεατρικό παιχνίδι και τη μουσική ή και όχι. Η Λήδα εργάζεται παράλληλα, τις τελευταίες δύο δεκαετίες, ως εκπαιδευτικός σε δημοτικά σχολεία ενσωματώνοντας το παιχνίδι και το θέατρο στη διδασκαλία της αγγλικής γλώσσας. Επιλέξαμε την ενασχόληση -μέσω του θεάτρου- με τα παιδιά, επειδή η απεύθυνση μέσω του θεατρικού υλικού και με αποδέκτη ένα νεανικό κοινό είναι μία συνεχόμενη εξερεύνηση (θεματολογιών και αντικειμένων ενδιαφέροντος), μία πρόκληση (εύρεσης προσωπικών και συλλογικών εκφραστικών μέσων, ανάγνωσης των αναγκών του παιδιού) και μια συνεχόμενη -με ροή- δράση που στόχο έχει την καλλιέργεια, την επικοινωνία, την ανταλλαγή, την έμπνευση και τελικά τη διαμόρφωση χαρακτήρων. Είναι ένα γοητευτικό πεδίο που κρατά τον θεατρικό δημιουργό πάντα σε επαγρύπνηση, αλλά και σε επαφή με το πεδίο του μύθου, του συμβόλου, του αρχέτυπου και καθιστά όλους μας -δημιουργούς και αποδέκτες του θεατρικού συμβάντος- αφηγητές της ιστορίας μας, των ζωών, των ονείρων και των επιθυμιών μας. Η στάση του αφηγητή δεν είναι παθητική, αλλά είναι απαραίτητη θεώρηση για τη δημιουργία ενεργών κοινωνικά πολιτών και ανθρώπινων όντων που διαπαιδαγωγούνται έτσι ώστε να είναι σε θέση να ορίζουν τη βούλησή τους, και να μαθαίνουν να συνυπάρχουν με συλλογικούς όρους. Γι΄ αυτό και θεωρούμε απαραίτητη τη θεατρική παιδεία στα σχολεία, όχι μόνο ως εργαλείο (ψυχαγωγίας ή εκπαίδευσης), αλλά και ως το ίδιο το μέσο που φέρει το πνεύμα της επικοινωνίας και της συνύπαρξης.
- Η υποβάθμιση των καλλιτεχνικών μαθημάτων στα σχολεία είναι ανησυχητική, καθώς αυτά τα μαθήματα δίναν έστω αμυδρά στους μαθητές ένα πλαίσιο ελευθερίας και έκφρασης. Αυτή η υποβάθμιση, δυστυχώς, είναι αποτέλεσμα μιας συνολικότερης υποβάθμισης στο σχολικό σύστημα της κριτικής σκέψης, της αυτενέργειας του μαθητή και της ενθάρρυνσης να τολμά να σκέφτεται και να δρα με πρωτότυπους, νέους και συλλογικούς τρόπους. Αυτή η μονομέρεια, όσο ανεβαίνουμε και τις βαθμίδες του σχολικού συστήματος, σε συνδυασμό με τον καθιστικό τρόπο ζωής και την επαφή μέσα από οθόνες, καθιστά ακόμα πιο επιτακτική την ανάγκη για την ένταξη στο σχολικό σύστημα μαθημάτων, όχι μόνο καλλιτεχνικών, αλλά και προγραμμάτων σύνδεσης με τη φύση και τη συλλογική δημιουργία, καθώς και την ανάληψη φροντίδας και ευθύνης για τα κοινά ζητήματα. Αυτά τα ζητούμενα υπάρχουν σε παιδαγωγικές προτάσεις του καιρού μας και ζητούν στήριξη από την πολιτεία για να υλοποιηθούν.
- Συγκεκριμένα για τα καλλιτεχνικά μαθήματα, σύμφωνα και με την εμπειρία της Λήδας: «Η ιδιαιτερότητα του παιδικού θεάματος είναι το ότι οφείλει να στοχεύει στο παιδί, να γνωρίζει την ιδιοσυγκρασία και τις ιδιαιτερότητες του, να ψυχαγωγεί με παιδαγωγικό (και όχι διδακτικό) τρόπο, δίνοντας ταυτόχρονα ένα άρτιο αισθητικό αποτέλεσμα. Με άλλα λόγια, στο παιδικό θέαμα συνυπάρχει ο καλλιτέχνης με τον εκπαιδευτικό/παιδαγωγό. Με αυτό το σκεπτικό κρίνω σκόπιμη τη συνεργασία των καλλιτεχνών με τους εκπαιδευτικούς στα σχολεία. Μέσα από μια βιωματική συνεργασία και διάλογο ο ένας θα κερδίσει από τον άλλο και τελικά το μεγαλύτερο κέρδος θα είναι στο ίδιο το παιδί. Σε πρακτικό επίπεδο θα μπορούσαν να μπουν οι καλλιτέχνες στα σχολεία σε ρόλο καθοδηγητή, όπως συνέβη και τη δεκαετία του ‘90 με το Πρόγραμμα Μελίνα. Οι καλλιτέχνες ενώ έχουν εξοβελιστεί από τη Δευτεροβάθμια εκπαίδευση, συνεχίζουν να υπάρχουν σε ειδικότητες αισθητικής αγωγής, με ελλείψεις βέβαια, στο Δημοτικό. Η ύπαρξη ενός εξωτερικού συνεργάτη καλλιτέχνη/συμβούλου στα δημοτικά θα έδινε τη δυνατότητα και στους δασκάλους να αναλάβουν περισσότερες καλλιτεχνικές πρωτοβουλίες με τα παιδιά τους (πολλοί από τους δασκάλους ήδη αναλαμβάνουν τέτοιες πρωτοβουλίες λόγω κάποιων γνώσεων ή απλά από μεράκι). Ο μαθητής θα βελτιώσει την καθημερινότητα του και τις σχέσεις του με τους άλλους μέσα από την αισθητική καλλιέργεια που προσφέρει το παιδικό θέατρο. Εάν όμως έχει και στο σχολείο καθημερινή ενασχόληση με την τέχνη αυτό θα τον εξελίξει σε ένα άλλο επίπεδο. Δεν είναι τυχαίο που στα λιγοστά Καλλιτεχνικά Σχολεία της χώρας ο σχολικός εκφοβισμός υπάρχει σε πολύ μικρά ποσοστά ή είναι έως ανύπαρκτος. Η καλλιτεχνική παιδεία ποτέ δεν ήταν στο φόρτε της στη θεσμοθετημένη εκπαίδευση. Από προσωπική πείρα ως εκπαιδευτικός γνωρίζω καλά την περίοδο που έτρεχε το πρόγραμμα “Θεατρολόγοι στα σχολεία” μέχρι τις αρχές του 2000. Μετά ήρθε η κρίση, τα κονδύλια κόπηκαν, τουλάχιστον μπήκε το μάθημα της θεατρολογίας στο δημοτικό με χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και με μετακίνηση των θεατρολόγων στην Πρωτοβάθμια εκπαίδευση (για να φύγει μετά από την Ε’ και τη Στ’ Δημοτικού αφού οι αριθμοί δεν “έβγαιναν”). Κι έτσι, από το πρόγραμμα “Μελίνα” στη δεκαετία του ‘90, που έφερε για πρώτη φορά κοντά την Εκπαίδευση με τον Πολιτισμό -και που φαινόταν ότι άνοιγε μια πόρτα για την καλλιτεχνική παιδεία σε όλες τις σχολικές βαθμίδες- φτάσαμε τελικά στον εξοβελισμό τη τέχνης από τη Δευτεροβάθμια εκπαίδευση το 2020. Τώρα που είναι πιο αναγκαία από ποτέ. Η Πολιτεία τώρα ακριβώς όφειλε να αναζωογονήσει την καθημερινότητα του δημόσιου σχολείου και να ενισχύσει τους καλλιτέχνες ηθικά και οικονομικά τοποθετώντας τους ως καλλιτεχνικούς μέντορες των εκπαιδευτικών. Έστω στα σχολεία της Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, σε μια περίοδο που η χρήση της οθόνης έχει γίνει πανάκεια για την απασχόληση των μικρών παιδιών. Θεωρώ πολύ σημαντικό στη δύσκολη συγκυρία της πανδημίας που διανύουμε, να εμπιστευτεί ο εκπαιδευτικός τον καλλιτέχνη και ο καλλιτέχνης τον εκπαιδευτικό. Στην πραγματικότητα, ο εκπαιδευτικός του σχολείου γνωρίζει το παιδί καλύτερα από οποιονδήποτε και ο καλλιτέχνης είναι αυτός που μπορεί να προσφέρει την ιδιοσυγκρασία και την καλλιτεχνική του πνοή σε ένα έργο. Χρειάζονται ο ένας τον άλλο και θα ήταν ευχής έργο να συνεργάζονταν υπό την αιγίδα επίσημου φορέα μέσα στο Σχολείο». Εξάλλου, αυτή η σύμπραξη, έως τώρα, συμβαίνει πολλές φορές άτυπα, με εθελοντικό έργο εκ μέρους γονέων ή φίλων καλλιτεχνών, καθώς οι εκπαιδευτικοί συχνά «αναγκάζονται» να ζητούν βοήθεια για να μπορέσουν να αντεπεξέλθουν σε καλλιτεχνικά projects και παρουσιάσεις του σχολείου, λόγω μη επαρκούς δικής τους γνώσης στον παραστατικό τομέα και ταυτόχρονα παράλληλης απαίτησης του σχολείου για ύπαρξη τέτοιων δράσεων με άρτιο αποτέλεσμα.
- Με την έναρξη της πανδημίας η ομάδα μας ήταν στο τέλος ενός κύκλου παραστάσεων, χάσαμε τις τελευταίες δύο παραστάσεις… Ταυτόχρονα, ήμασταν στο ξεκίνημα μελέτης και προβών για το επόμενό μας project, που έχει να κάνει με τη μεταφορά κάποιων έργων του Σαίξπηρ και τη σύνδεσή τους με ένα παραμύθι για παιδιά. Η μελέτη μας σε συνθήκες πανδημίας προχωρά, η ομάδα μας εξάλλου εξαρχής δούλευε με αραιούς ρυθμούς, καθώς οι δραστηριότητες του κάθε μέλους δεν εξαντλούνταν στα όρια της ομάδας, αλλά κυμαίνονταν σε πλήθος άλλων συστηματικών υποχρεώσεων, πάντα σε σχέση με το θέατρο, την τέχνη και την παιδαγωγική της και με παιδιά διαφόρων ηλικιών. Η έλλειψη όμως δυνατότητας για φυσική επαφή οπωσδήποτε αναστέλλει τη δραστηριότητα της έρευνάς μας επί σκηνής και του αυτοσχεδιασμού. Η αναπλήρωση μέσω της διαδικτυακής επαφής δεν μπορεί να αντικαταστήσει την ουσία της επικοινωνίας του θεάτρου, μπορεί να την αναπληρώσει μερικώς και ίσως μας οδηγήσει να εκτιμήσουμε και κάποιες από τις τεχνολογικές παραμέτρους ως νέα πρόσθετα επίπεδα επικοινωνίας, αυτά όμως δεν θα μπορούν να ισχύουν ως τέτοια αν ξεχαστεί η βάση, που είναι η ανθρώπινη επαφή και η ανταλλαγή ενέργειας. Ο φόβος λοιπόν είναι, κάποια στιγμή να θεωρηθεί ότι το θέατρο μπορεί να αντικατασταθεί από τις live streaming μεταδόσεις του. Αυτές είναι κατάλληλες να μεταδώσουν την πληροφορία, αλλά όχι την εμπειρία του θεάτρου.
- Καθώς η ομάδα μας δεν έχει συμβατικά τυπικά χαρακτηριστικά υπό τη μορφή νομικού προσώπου, η παρουσία μας στη θεατρική σκηνή κάθε φορά είναι υπό τη μορφή συνεργασίας με κάποια εταιρεία παραγωγής. Έτσι, δεν λάβαμε ούτε θα ζητούσαμε αποζημίωση ως ομάδα, αλλά αντίστοιχα όσα μέλη της ομάδας πληρούσαν τις προϋποθέσεις έλαβαν την αποζημίωση ειδικού σκοπού, λόγω αναστολής αυτής καθώς και άλλων εργασιών τους. Από την άλλη, αν η πανδημία μάς είχε βρει στην αρχή των παραστάσεων, θα είχαμε πλήρη ματαίωση της αξίας της εργασίας της ομάδας μας. Το γεγονός ότι δεν έχουμε κατορθώσει έως τώρα να υπάρξουμε με νομική μορφή είναι ακριβώς λόγω των δυσβάσταχτων υποχρεώσεων που αυτό θα δημιουργούσε, υπό του πλέγματος και άλλων επαγγελματικών φορτίων, δηλαδή οι συνθήκες ήδη και προ κορονοϊού δεν ήταν ευνοϊκές για την προώθηση αυτής μας της δραστηριότητας. Όμως, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θιγόμαστε κατ’ ουσίαν, ως ομάδα, από την έκτακτη αυτή κατάσταση. Η δραστηριότητά της ομάδας μας είναι συμπληρωματική στο σύνολο των υπόλοιπων δραστηριοτήτων μας, που ήταν και είναι και αυτές στον τομέα του θεάτρου, της τέχνης και της εκπαίδευσης (κυρίως σχολικής και προσχολικής ηλικίας) και που στο σύνολό τους ανεστάλησαν. Άρα η ζημία είναι σωρευτική στο σύνολο των δραστηριοτήτων και θιγόμαστε και ατομικά ως επαγγελματίες και ως ομάδα από τη συνολική υποβάθμιση της θεατρικής δραστηριότητας, αφού αποκλείεται στο άμεσο μέλλον το εγχείρημα βιοπορισμού από μία τέτοια δραστηριότητα. Η μελέτη, η έρευνα και η πρόβα για οτιδήποτε μελλοντικό, που γίνονται έτσι κι αλλιώς χωρίς χρηματοδότηση, θα συνεχίσουν να γίνονται, και χωρίς πλέον άμεσες προοπτικές για απόσβεση του έργου. Υποστηρίζουμε, λοιπόν, την παρούσα κίνηση της ΣΚΗ.ΝΗ.Δρα για την ανάδειξη της αξίας του θεάτρου για τις νεαρές ηλικίες ως παιδαγωγικού αγαθού και βεβαίως προσυπογράφουμε κάθε αίτημα των δημιουργών αυτής της πολυσχιδούς τέχνης για αναβάθμιση των θεσμών και για αξιοπρεπή αντιμετώπιση του κλάδου, αρχής γενομένης από την αναγνώρισή του ως ιδιαίτερου στην εφαρμογή του και απαιτητικού τομέα του θεάτρου και της τέχνης. (Και αν χρησιμοποιούμε τον όρο θέαμα, δεν είναι με κάποια ευτελή έννοια, αλλά λόγω της συμπερίληψης, κατά περίπτωση, πολλών τεχνών, οπτικών εντυπώσεων και ακόμα τεχνικών ψυχαγωγίας, αλλά και λόγω της διάδρασης και επικοινωνίας με το παιδικό κοινό).
- Αν θεωρήσουμε την πανδημία ως μια ευκαιρία να αλλάξουν τα κακώς κείμενα, αυτό που πρέπει να δούμε είναι τις κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες για την ανάπτυξη της οποιασδήποτε μορφής τέχνης, και τους παράγοντες που διαμορφώνουν αυτές τις συνθήκες ήδη και προ κρίσης. Η υπάρχουσα αντιμετώπιση και νοοτροπία θα πρέπει να επανεξετασθεί και να αλλάξει, υπό το φως της ευαλωτότητας της ανθρώπινης φύσης που ανέδειξε η πανδημία, που αποδεικνύει και την ανάγκη του ανθρώπου για πνευματική στήριξη και ενδυνάμωση, για συλλογική φροντίδα και για άντληση ψυχικών -και σωματικών και συναισθηματικών- πόρων, πράγματα που προσφέρει η ενασχόληση με την τέχνη. Θα θέλαμε να δούμε άλλες προτεραιότητες στο παιδαγωγικό σύστημα, στη φροντίδα για τη σωματική και συναισθηματική υγεία των παιδιών, και φυσικά θα θέλαμε να δούμε τη λήξη της απαξίωσης των καλλιτεχνικών θεσμών και της περιθωριοποίησής τους. Ειδικά στις δραστηριότητες εμψύχωσης για παιδιά, είτε αυτό το πούμε θέατρο, παραστάσεις, εκπαιδευτικές δραστηριότητες, θεατρικά παιχνίδια, υπήρχε μια υποβάθμιση των πόρων και μη αναγνώριση του απαιτούμενου κόπου προετοιμασίας, σε κάθε επίπεδο, λόγω ίσως της εφήμερης και ευέλικτης φύσης του παιδικού θεάματος που καλείται να προσαρμοστεί σε οποιεσδήποτε συνθήκες και περιβάλλοντα. Αντίθετα, για τη σωστή εκτίμηση του έργου των καλλιτεχνών, θα έπρεπε κανείς να αναλογιστεί την ανάγκη για διαρκή μελέτη, για όξυνση των τεχνικών μέσων, για επαγρύπνηση, που δίνουν μια σταθερή βάση αναφοράς στους δημιουργούς αυτού του είδους, ώστε να μπορούν να έχουν αυτή την ευελιξία και την προσαρμοστικότητα, διατηρώντας παράλληλα και μία ποιότητα και ουσία σε αυτό που κάνουν. Έτσι κι αλλιώς υπήρχε η τάση για συσσώρευση των, μειούμενων κατά τ’ άλλα, χρηματοδοτήσεων και της στήριξης σε μεγάλους οργανισμούς, που σημαίνει ότι όλοι οι μικρότεροι χώροι παραγωγής καλλιτεχνικού έργου, εργαστήρια, μικρές ομάδες, συλλογικότητες δημιουργών, κινδυνεύουν τώρα με εξαφάνιση. Ομάδες ή δράσεις που ξεκινούσαν με την πρωτοβουλία ενός και συντηρούσαν τη δραστηριότητα και ενός περιορισμένου πλήθους άλλων ατόμων, αυτή τη στιγμή λόγω της πανδημίας δεν έχουν τη δυνατότητα να υπάρξουν και πολλοί χώροι που στέγαζαν τέτοιες πρωτοβουλίες είναι στα όρια να κλείσουν οριστικά.
- Αν η πανδημία δώσει την ευκαιρία για επανεξέταση, σε προσωπικό επίπεδο, κάποιων αξιών, ας μεταφράσουμε αυτές τις συνειδητοποιήσεις σε αλλαγή του τρόπου που διαμορφώνουμε κοινωνικές δομές για να συνυπάρχουμε. Ο τρόπος που στηρίζεται η τέχνη εξαρτάται από αυτές τις δομές, αλλά και η τέχνη σε κάθε εποχή είναι καθρέφτης και φορέας της κοινωνικής αλλαγής, ένα δυναμικό μέσο για να δούμε διαφορετικά τις ανθρώπινες σχέσεις. Οπότε ας αξιοποιήσουμε αυτό το μέσο, με όλες μας τις δυνάμεις. Αυτό το μήνυμα θα θέλαμε να δώσουμε στους γονείς και στους εκπαιδευτικούς, ώστε να δώσουμε προτεραιότητα στα πράγματα που πραγματικά θα μας πάνε μπροστά ως ανθρώπινο είδος, σε ισορροπία με ό,τι άλλο υπάρχει μέσα σε αυτόν τον πλανήτη.