1.Είμαστε όντα βαθιά ναρκισσιστικά, είναι γεγονός. Εξάλλου ο Νάρκισσος μαζί με τον Οιδίποδα είναι τα δύο διαμετρικά αντίθετα ορόσημα της ψυχαναλυτικής σκέψης και ως λαός είμαστε τίγκα στο ναρκισσισμό και τα οιδιπόδεια. Θεωρητικά, καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, όπως η πανδημία, θα έπρεπε να μπορούν να καταπραΰνουν τις ναρκισσιστικές εξάρσεις των υπέροχων και μοναδικών εαυτών μας. Και αυτό γιατί η αντιμετώπιση της πανδημίας, αν όχι η αντιμετώπιση έστω η διαχείριση, αν όχι η διαχείριση έστω η προσπάθεια να διατηρηθεί μια αίσθηση και μια πράξη του φυσιολογικού, προϋποθέτει να θέλουμε να προστατεύσουμε όχι μόνο τον εαυτό μας αλλά και τους άλλους. Βασικά τον συσχετισμό μας με τους άλλους. Φυσικά, υπάρχει μια ομάδα ανθρώπων, μεγάλη ευτυχώς, με συγκεκριμένα δημογραφικά χαρακτηριστικά προφανώς, που έβαλε τον Νάρκισσο για λίγο στην ντουλάπα και επέδειξε τη λεγόμενη ενσυναίσθηση, πράττοντας τα αυτονόητα: μάσκα, αποστάσεις, εμβολιασμός με το πρώτο διαθέσιμο εμβόλιο, εμβολιασμός των παιδιών και γενικά μικρές ή μεγάλες αλλαγές και ξεβολέματα από συνήθειες και νοοτροπίες για το καλό όλων. Υπάρχουν όμως και αυτοί που παραμένουν νάρκισσοι και -ναι- είναι πολλοί. Και μάλιστα αποτέλεσαν αντικείμενο έρευνας που διενεργεί ομάδα ψυχολόγων στην Αμερική. Ποια είναι τα χαρακτηριστικά τους; Έλλειψη ενσυναίσθησης, μεγαλομανία, έλεγχος και ανάγκη να εισπράττουν το θαυμασμό διαφέροντας. Οι νάρκισσοι δεν φοράνε μάσκες, δεν υπακούν στα μέτρα, και φυσικά δεν εμβολιάζονται ή φοβούνται σε βαθμό υπέρμετρο τον ιό αλλά και το εμβόλιο. Κατά τη γνώμη μου δεν υπάρχουν «ψέκες», υπάρχουν νάρκισσοι που δεν είναι διατεθειμένοι να προβούν σε καμία πράξη κοινωνική, τους ενδιαφέρει να περιχαρακώνουν το Εγώ τους. Η πανδημία τους εξέθεσε στα μάτια τα δικά μου και στα μάτια των παιδιών μου. Είναι συγγενείς, θείοι, φίλοι, δάσκαλοι και μπορούν να αδειάσουν την κοινωνική μου γωνιά, ειλικρινά.
2. Είμαστε ημιμαθείς, αν όχι παντελώς αμόρφωτοι, και -το χειρότερο- αποδεχόμαστε το γεγονός ότι τα παιδιά μας στα σχολεία εξακολουθούν να μη μαθαίνουν αυτά που πρέπει. Μάλλιασε η γλώσσα των επιστημόνων να εξηγούν γιατί το mRNA εμβόλιο ΔΕΝ μπορεί να αλλάξει το υπεργαμάτο DNA μας, κάτι που βρισκόταν στη διδακτέα ύλη της βιολογίας της Γ’ Γυμνασίου, γραμμένο στο ένα και μοναδικό και κακογραμμένο σχολικό εγχειρίδιο. Όσον αφορά τα νούμερα; Στέκουμε χάσκοντας μπροστά σε νούμερα, δεν καταλαβαίνουμε τον Χριστό μας, δεν μπορούμε να αναλύσουμε στατιστικά και την πιο στοιχειώδη πληροφορία. Γιατί; Γιατί τα παιδιά μας δεν διδάσκονται μαθηματικά της καθημερινής ζωής, ασχολούνται μόνο με εκείνα που θα τους στείλουν στη NASA. Η πανδημία κατέδειξε, νομίζω, την ανάγκη εκσυγχρονισμού της διδακτέας ύλης. Και αν ήμουν υπουργός Παιδείας για μια μέρα θα εξαφάνιζα τα αρχαία ελληνικά με τον τρόπο που διδάσκονται, τα σχολικά εγχειρίδια της ιστορίας που εξαίρουν το αρχαίο πνεύμα αθάνατο και το εθνικά υπέροχο γενετικό υλικό που φλεξάρουμε παντού -ανόθευτο, ανεμβολίαστο, εις τους αιώνες των αιώνων αμήν. Και σίγουρα θα έβαζα στο ημερήσιο σχολικό πρόγραμμα μάθημα διαχείρισης και ελέγχου της πληροφορίας που κυκλοφορεί στο διαδίκτυο. Θα εκπαίδευα τα παιδιά στη διάκριση των hoaxes και των fake news, αν δεν ήθελα να τα δω να προσκυνούν τη γνωστή Παναγία την Αντιεμβολιάστρια.
3. Μεγαλώνουμε νάρκισσους, μεγαλώνουμε παιδιά απολύτως εξαρτημένα, σχεδόν ανίκανα να διαχειριστούν το οτιδήποτε, απαιτητικά, αδέξια, «ανοικοκύρευτα». Τα περισσότερα δεν μαθαίνουν τα στοιχειώδη, δεν συμμετέχουν καν ενεργά στις δουλειές του σπιτιού. Η μόνη μας αγωνία είναι οι σχολικές επιδόσεις. Τα παιδιά πάνε για σπουδές και θέλουν «εγκατάσταση» από τη μαμά, τα παιδιά πηγαίνουν καλεσμένα σε ένα σπίτι για διακοπές και ντρέπεσαι εσύ για λογαριασμό τους με την ακαταστασία και τους τρόπους τους και ντρέπεσαι προκαταβολικά και αναδρομικά για τις φορές που το δικό σου καμάρι έχει πάει κάπου καλεσμένο. Οι μαμάδες με τις οποίες μιλάω (συμπεριλαμβανομένης και εμού) αγωνιούν για το πρόγραμμα του χειμώνα, ποιος θα προλαβαίνει δουλειά, μαγείρεμα, πηγαινέλα, σίδερο, πλυντήριο κ.λπ. λες και μένουν στο σπίτι μόνες τους, λες και δεν υπάρχουν άλλοι ενήλικοι ή σχεδόν ενήλικοι να βοηθήσουν. Αυτές οι μαμάδες τα έφτυσαν στη διάρκεια της καραντίνας και θα συνεχίσουν να τα φτύνουν αν δεν μάθουν να διαχειρίζονται τον ναρκισσισμό τον δικό τους και των παιδιών τους.
Αρκετά γκρίνιαξα. Καλή αρχή, λοιπόν!
Θα ήθελα να σχολιάσω πως συμφωνώ με σχεδόν όλα όσα αναφέρετε.
Ως μαμά κι εγώ (μιας 13χρονης και μιας 9χρονης) χρόνια τώρα παρατηρώ τιε παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας. Η παντελής έλλειψη του ενδιαφέροντός και της ευθύνης μας απέναντι στην κοινωνία, εκεί που απλά θα χαρακτηριζόταν ως ενοχλητική έλλειψη παιδείας (κακή συμπεριφορά στους δημόσιους χώρους) πλέον έχει γίνει επικίνδυνη. Τα ίδια άτομα που «επαναστατούσαν» απέναντι στην απαγόρευση του καπνίσματος, που φέρονταν ανάγωγα στο θέατρο ή στο σινεμά, πολλές φορές είναι εκείνα που «επαναστατούν» απέναντι στο «διαβολικό» εμβόλιο. Τα ίδια άτομα που έπαιρναν την «γνώμη του κοινού» στα κοινωνικά δίκτυα, είτε δυσκολεύονταν να αποφασίσουν για το ποιο ζευγάρι παπούτσια να επιλέξουν είτε για το αν θα έκαναν έκτρωση, είναι εκείνα που «τσιμπάνε» στις θεωρίες συνομωσίας του εκάστοτε τσαρλατάνου.
Για ένα πράγμα δεν είμαι τελείως σύμφωνη. Για όσα γράφετε για το εκπαιδευτικό μας σύστημα. Που ναι, σηκώνει πολλή βελτίωση. Που κάθε κυβέρνηση του αλλάζει τα φώτα. Που έχει ελλειπή χρηματοδότηση. Που έχει τεράστια τμήματα 28 παιδιών. Όμως δεν παύει να είναι ένα σύστημα που προσφέρει πολλά μαθήματα, προσπαθώντας να καλύψει όλα τα ενδιαφέροντα των παιδιών. Σε μια χώρα σχετικά μικρή, σχετικά φτωχή, άνισα κατοικημένη, προσφέρει δωρεάν παιδεία, δωρεάν βιβλία (όταν βλέπω κάθε χρόνο πόσα βιβλία παίρνουν τα παιδιά, σκέφτομαι αυτομάτως το έξοδο – ίσως γιατί πριν πολλά χρόνια δούλευα σε τυπογραφείο. Μήπως θα έπρεπε να παίρνουν λιγότερα;).
Παρ’ όλες τις παθογένειές του, είναι ένα εκπαιδευτικό σύστημα που προσφέρει ευκαιρίες. Για μάθηση, και εξέλιξη. Που δίνει την ευκαιρία στο μαθητή που δεν τα πήγε πολύ καλά πέρυσι, να τα πάει καλύτερα φέτος. Γιατί αν κάποιος θέλει να μάθει, παρ’ όλες τις αντιξοότητες, θα μάθει. Αν κάποιος δεν θέλει να μάθει, παρ’ όλες τις ευκαιρίες, δεν θα μάθει.
Διδάσκω στο γυμνάσιο το μάθημα της τεχνολογίας. Ένα μάθημα που δεν έχει καν βιβλίο. Και όπου τα παιδιά μαθαίνουν να ερευνούν. Να επιλέγουν βιβλιογραφικές πηγές. Να ξεχωρίζουν την έρευνα από την απάτη. Θέλω να μάθουν. Προσπαθώ να τους μάθω. Δεν μπορώ να τα αναγκάσω. Κι εγώ μαμά είμαι. Και ξέρω πως οι πρώτοι δάσκαλοι είναι οι γονείς. Μακάρι να μην θεωρούσαν οι γονείς δεδομένο πως στο ταπεινό μάθημα της τεχνολογίας πρέπει τα βλαστάρια τους να παίρνουν εικοσάρια χωρίς να δουλέψουν. Και πως καλός μαθητής είναι αυτός που έχει είκοσι σε όλα τα μαθήματα, γιατί ο σχολικός έλεγχος είναι κάτι που πρέπει να περιφέρουμε στη γειτονιά και το συγγενολόι.