Η χώρα των τεράτων: Κάθαρση μέσω της φαντασίας

κάθαρση«Και μέσω της φαντασίας τα παιδιά επιτυγχάνουν την κάθαρση. Είναι το καλύτερο μέσο που έχουν για να δαμάσουν άγρια ​​πράγματα»- Μόρις Σέντακ

Η κόρη μου ήταν τεσσάρων όταν, φορώντας ένα ολόσωμο χνουδωτό φορμάκι, είχε μεταμορφωθεί σε αρκουδάκι και τρεχοβολούσε με το σκυλάκι μας πάνω κάτω στον διάδρομο του σπιτιού μας. Ήταν απόγευμα· όσο και να της έλεγα να περπατάει ήρεμα, εκείνη ήταν παραδομένη στους ξέφρενους χορούς της. Ώσπου χτύπησε το κουδούνι και ήταν ο κύριος Χ., ένας τεράστιος άντρας, που έμενε ακριβώς από κάτω και με κάθε ευκαιρία μάς έκανε παρατήρηση. Εγώ αισθανόμουν πως ήθελε παρέα, αλλά δεν ήξερε πώς να το ζητήσει, γι’ αυτό και κάθε φορά του έδινα λίγο από το σπιτικό μου κέικ. Το διασκέδαζα κιόλας να τον βλέπω να εμφανίζεται στην πόρτα αυστηρός, έτοιμος να με επιπλήξει, που άφηνα ανεξέλεγκτο το άγριο τερατάκι μου. (Κάθε άλλο, βέβαια, σεβόμασταν τις ώρες κοινής ησυχίας και προσπαθούσαμε να είμαστε προσεχτικοί, όσο γίνεται με ένα νήπιο). Λοιπόν, με κοίταζε αυστηρά κι ενώ πήγαινε να πει τα δικά του, εγώ προλάβαινα: «Ω, κύριε Χ. μου, να σας δώσω ένα κομματάκι από το γλυκό ημέρας» κι έτρεχα στην κουζίνα. Εκείνος περίμενε στην πόρτα κι έτριβε με τα χέρια του το στρίφωμα της πιτζάμας του, τονίζοντας ακόμα πιο πολύ τη στρογγυλή του κοιλιά… Ίσως κάποτε να ντυνόταν και ο ίδιος αρκουδάκι και να χοροπηδούσε ανέμελος στη δική του φωλιά. Αφού έπαιρνε το γλυκό, του έκλεινα την πόρτα σχεδόν στο πρόσωπο χαμογελαστά, λέγοντας του πως όλα θα πάνε καλά… Εκείνος ψέλλιζε κάτι και κατέβαινε τις σκάλες.  Τον φανταζόμουν να μασουλάει το γλυκό και να ηρεμεί. Όσο, όμως, εγώ διασκέδαζα, η κόρη μου κρυβόταν πίσω από τα πόδια μου ή πίσω από την κουρτίνα. Φοβόταν τον κύριο Χ., όσο και αν εγώ τη διαβεβαίωνα πως όλα ήταν καλά.

Την ημέρα που πήραμε στα χέρια μας το βιβλίο Η Χώρα Των Τεράτων, η Β. αναφώνησε: «Μαμά δες, ο Μαξ φοράει φορμάκι όπως εγώ. Εγώ είμαι αρκουδίτσα, εκείνος λύκος. Σ’ εκείνον φωνάζει η μαμά, σ’ εμένα ο κύριος Χ.» Της χαμογέλασα κι εκείνη μου είπε: «Πάω στο δωμάτιο μου, θα τα πούμε σε έναν χρόνο, πάω να γίνω βασίλισσα στην χώρα των τεράτων, όταν επιστρέψω θα πεινάω» και κατευθύνθηκε προς το δωμάτιο της. Έμεινα να ξεφυλλίζω το βιβλίο και άρχισα να σκέφτομαι το μεγαλείο του…

Ένα βιβλίο-σταθμός στην παιδική λογοτεχνία

Πιάνοντας το ξανά στα χέρια μου, συνειδητοποιώ για άλλη μια φορά πως στις σελίδες του κρύβει τους βασικούς πυλώνες της ψυχανάλυσης και της αναπτυξιακής ψυχολογίας. Πριν από τη δημοσίευση του, με τον τίτλο Where the Wild Things Are, το 1963, η παιδική λογοτεχνία αποτελούνταν σε μεγάλο βαθμό από λαϊκές ιστορίες, παραμύθια και ιστορίες καλών μικρών παιδιών, που η δουλειά τους ήταν να ευχαριστούν τους μεγαλύτερους ή γενικά τους άλλους. Αυτές οι αφηγήσεις ήταν ιστορίες ηθικής, που είχαν σκοπό να διδάξουν στα παιδιά πώς να συμπεριφέρονται σε έναν κόσμο ενηλίκων.

Το βιβλίο, όμως, αυτό, σε αντίθεση με τα προηγούμενα, πραγματεύεται ορισμένους βασικούς φόβους των μικρών παιδιών, αλλά και βασικές ψυχικές λειτουργίες, Μέσα από την περιπέτεια του πρωταγωνιστή, οι μικροί αναγνώστες μπορούν να ταυτιστούν μαζί του και να αισθανθούν πως θα συμβεί το ίδιο και σε εκείνους, θα έρθει η κάθαρση μαζί με ένα ζεστό φαΐ.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Η ιστορία επικεντρώνεται σε ένα νεαρό αγόρι, τον Μαξ, το οποίο, αφού ντύνεται με τη στολή του λύκου, προκαλεί τέτοια φασαρία στο σπίτι του που η μητέρα τον στέλνει για ύπνο χωρίς να του σερβίρει το δείπνο του. Η κρεβατοκάμαρα του Μαξ μεταμορφώνεται μυστηριωδώς σε ζούγκλα, ενώ ο ίδιος καταλήγει, πλέοντας, σε ένα νησί που κατοικείται από τέρατα. Αυτά τα τέρατα προσπαθούν να τον τρομάξουν, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Μάλλον ο Μαξ τα τρομάζει και τελικά χρίζεται ο βασιλιάς των τεράτων και ρίχνεται σε ένα ξέφρενο παιχνίδι με τους υπηκόους του. Ώσπου κάποια στιγμή σταματά και τα στέλνει για ύπνο χωρίς το δείπνο τους. Αποφασίζει να εγκαταλείψει τον θρόνο του και να γυρίσει στο σπίτι του. Επιστρέφοντας στην κρεβατοκάμαρά του, ο Μαξ ανακαλύπτει ένα ζεστό δείπνο να τον περιμένει.

Τα μέρη της φαντασίας

Το βιβλίο αυτό είναι ένα μαγικό παράθυρο με θέα την παιδική ηλικία και τα μέρη όπου πηγαίναμε όταν ήμασταν παιδιά, ώστε να ανακαλύψουμε και να κατανοήσουμε τον κόσμο όπου ζούμε, τα μέρη της φαντασίας! Ο Μαξ εξωτερικεύει τα συναισθήματα του με πολλούς τρόπους: Ξεκινά κάνοντας λογιών λογιών σκανταλιές, μέχρι τη στιγμή που πάει θυμωμένος στο δωμάτιο του μετά τις φωνές της μαμάς του. Τότε τον βλέπουμε να δραπετεύει σε ένα πολύ συγκεκριμένο μέρος του υποσυνείδητού του.

Το id, μια από τις έννοιες του πατέρα της ψυχανάλυσης Σίγκμουντ Φρόιντ, αναπαρίσταται στη φαντασία του μικρού ως ένα νησί στο οποίο περιφέρονται άγρια ​​πράγματα, τέρατα. Πρόκειται, βέβαια, για τα τέρατα που κατοικούν μέσα του. Σε αυτά, επιτρέπεται να εκφράσουν τα συναισθήματά τους γρυλίζοντας, τρίζοντας τα δόντια τους και δείχνοντας τα γαμψά τους νύχια. Ωστόσο, τα τέρατα αυτά δεν είναι τίποτα άλλο από σκιές. Τι; Δεν έχετε παίξει ποτέ με τις σκιές στον τοίχο του παιδικού δωματίου σας; Πρόκειται για τις σκιές των συναισθημάτων του Μαξ, που προβάλλονται σε αυτά τα κακομούτσουνα τέρατα. Ο Μαξ χρησιμοποιεί την προβολή για να αντιμετωπίσει τα πιο επιθετικά συναισθήματά του, όπως τον θυμό που αισθάνεται όταν η μητέρα του τον διώχνει μακριά, στέλνοντας τον στο δωμάτιο του.

Τι είναι η προβολή; Ο Φρόιντ ήταν και πάλι αυτός που πρώτος διατύπωσε τον όρο, περιγράφοντας τον τρόπο με τον οποίο ένα άτομο προβάλλει τις δικές του ανεπιθύμητες σκέψεις και πεποιθήσεις σε κάποιον άλλον ή σε κάτι άλλο. Η Μέλανι Κλάιν, η πρώτη γυναίκα ψυχαναλύτρια παιδιών, εντυπωσιάστηκε από τον βαθμό του παιδικού άγχους και από τη χρησιμοποίηση μηχανισμών άμυνας για την αντιμετώπισή του. Μίλησε για την ιδέα της επανόρθωσης και της αποζημίωσης μέσα στο συμβολικό παιχνίδι των παιδιών. Χρησιμοποίησε τον όρο «φαντασία» για τις ασυνείδητες φαντασιώσεις, προκειμένου να τις διαχωρίσει από τις συνειδητές. Ανακάλυψε ότι τα παιδιά, βλέποντας εξωτερικά στοιχεία της πραγματικότητας, τα τροποποιούν με δικά τους συναισθήματα, σκέψεις και γνώσεις. Πραγματικότητα και φαντασία είναι στενά συνυφασμένες και αλληλοεπηρεάζονται. Η συμβολοποίηση, σύμφωνα με την Klein, οφείλεται σε μια ενδοψυχική σύγκρουση που πρέπει να βρει τη λύση της μέσα από το παιχνίδι.

Στην αρχή, η ζωώδης πλευρά του Μαξ, ο «λύκος», θέλει να καταστρέψει τα πάντα, ποιος ξέρει γιατί κάνει τόσες σκανδαλιές; Είναι θυμωμένος και έτσι προσπαθεί να εκφράσει τον παιδικό του θυμό; Μήπως απλά παίζει, εκτονώνοντας όλα όσα αισθάνεται μέσα του; Μήπως προσπαθεί να τραβήξει την προσοχή της μαμάς; Όπως και να έχει, η μαμά του δεν είναι και πολύ χαρούμενη με τον χαμό που προκαλεί το μικρό της λυκάκι. Τον στέλνει στο δωμάτιο του και εκείνος λέει: «Θα σε φάω». Εκείνη του απαντάει: «Τότε δεν έχει βραδινό για εσένα».Το συμβολικό παιχνίδι

Για να είναι μια σχέση αξιόπιστη, είναι αναγκαίο να παρακινηθεί από την σταθερή αγάπη της μητέρας και όχι από την ποικίλη διαμόρφωση των αντιδράσεών της. Τα παιδιά παίζουν υπό την προϋπόθεση ότι το πρόσωπο που αγαπάνε είναι αξιόπιστο, διαθέσιμο και συνεχίζει να είναι διαθέσιμο ακόμα και αν επιβάλλει κανόνες. Αυτό το πρόσωπο ο Μαξ το αισθάνεται να αντανακλά σε  ό,τι συμβαίνει στο συμβολικό του παιχνίδι.

Ο Winnicott έλεγε πως στο συμβολικό παιχνίδι διαφαίνονται σοβαρά υπαρξιακά άγχη και διλήμματα του παιδιού και εφευρίσκονται λύσεις μέσω αυτού. Το συμβολικό παιχνίδι εξυπηρετεί την προσπάθεια κάθε παιδιού να συσχετίσει την εσωτερική πραγματικότητα με την εξωτερική. Για τον Μαξ, η εσωτερική και εξωτερική πραγματικότητα είναι γεμάτη με όλα όσα αισθάνεται και τα συναισθήματα του είναι μεταμφιεσμένα και παραμορφωμένα, δημιουργώντας κερασφόρα, γούνινα, άσχημα τέρατα. Αλλά τελικά, έτσι δεν μοιάζουν όλα τα άγρια πράγματα;

Όπως ο Μαξ, έτσι και όλοι, ακόμα κι εμείς οι μεγάλοι, δημιουργούμε τέρατα από τα υλικά όσων φοβόμαστε περισσότερο μέσα στον εαυτό μας. Όλοι στην κοινωνία, σε κάποιον βαθμό, χρησιμοποιούμε την προβολή, τη φαντασία και τον συμβολισμό, παλεύοντας να αντέξουμε όσα κουβαλάμε μέσα μας. Οι άνθρωποι χρησιμοποιούμε αυτό που περιφρονούμε περισσότερο ή προσπαθούμε να ξεφύγουμε από τον εαυτό μας, προβάλλοντας σε τέρατα όσα δεν αντέχουμε. Μερικές φορές προβάλλοντάς τα ακόμη και στους συνανθρώπους μας.

Τα παιδιά, βέβαια, μέσα από τη φαντασία και την έμφυτη ροπή τους προς το συμβολικό παιχνίδι, είναι αναγκαίο να προβάλλουν τον εσωτερικό τους κόσμο στα ποιήματα της φαντασίας τους. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος από αυτόν ώστε να επεξεργαστούν όλα όσα κουβαλούν μέσα τους. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος ώστε να ωριμάσουν και να κατανοήσουν τόσο το μέσα όσο το έξω.

Η κάθαρση 

Ο μικρός αναγνώστης θα έχει την ευκαιρία να ταξιδέψει μαζί με τον Μαξ και να αισθανθεί την κάθαρση στο τέλος της διαδρομής, μια και ο πρωταγωνιστής, παρόλο που κατά κάποιον τρόπο τιμωρείται, τελικά, επιστρέφοντας στο δωμάτιο του, επιστρέφει και στην τρυφερή του μαμά, η οποία συμβολίζεται με το ζεστό φαγητό.

Αυτό που μπορούμε να κρατήσουμε από την περιπέτεια του Μαξ είναι ότι μερικές φορές η λύση στα προβλήματά μας είναι να αντιμετωπίσουμε τα εσωτερικά μας τέρατα και να συνειδητοποιήσουμε ότι έχουμε περισσότερο έλεγχο των συναισθημάτων και των φόβων μας από όσο πιστεύουμε. Όπως ακριβώς κάνει ο Μαξ, γίνεται βασιλιάς των συναισθημάτων/τεράτων, ταυτίζεται και με την μαμά, τα στέλνει για ύπνο νηστικά, αφού πρώτα του λένε: «Θα σε φάμε, τόσο σε αγαπάμε». Προβάλλει το ατίθασο κομμάτι του σε εκείνα και διαπραγματεύεται μέσα του τη σκηνή που εκτυλίχθηκε έξω από το δωμάτιό του, παίρνοντας αυτή τη φορά εκείνος τον ρόλο του μεγάλου που οριοθετεί. Αφού βέβαια λίγο πριν, έχει αφεθεί σε ξέφρενο παιχνίδι μαζί τους…

Έχουν περάσει κάμποσα χρόνια από τότε που η κόρη μου γυρόφερνε με τη στολή της αρκουδίτσας, βρίσκεται πια πιο κοντά στο κατώφλι της εφηβείας. Παρόλα αυτά, ξεφυλλίζοντας πρόσφατα μαζί της το ίδιο βιβλίο που κάποτε την έκανε να ταυτίζεται με τον πρωταγωνιστή και τα τερατάκια του, συνειδητοποίησε κάτι πολύ σημαντικό και μου το επεσήμανε: Όσο και να μεγαλώσουμε, το βιβλίο αυτό θα μας θυμίζει μια πανανθρώπινη αλήθεια, πως μόνο μέσα από την φαντασία έρχεται η κάθαρση. Οι άνθρωποι ζωγραφίζουμε, χορεύουμε, φτιάχνουμε ιστορίες, διαβάζουμε ιστορίες, βλέπουμε ταινίες… Γενικά βουτάμε στα δημιουργήματα της φαντασίας, είτε στα δικά μας είτε στων γύρω μας, με την ελπίδα να προβάλουμε εκεί όσα κουβαλάμε, να τα συναντήσουμε μέσα στους συμβολισμούς και να έρθουμε σε επαφή μαζί τους. Η ελπίδα είναι να κατανοήσουμε όλα όσα αισθανόμαστε και να τιθασεύσουμε όλα όσα θεριεύουν ανεξέλεγκτα μέσα μας.

Και ίσως, όπως ο Μαξ, καταφέρουμε να αφήσουμε τον θυμό, τον φόβο, την απογοήτευση, την αγανάκτηση και την αποξένωση σε ένα νησί που βρίσκεται σε μακρινούς προορισμούς πέρα από τους ωκεανούς και να επιστρέψουμε στο σπίτι για ένα ωραίο, ζεστό δείπνο. Καλή ανάγνωση λοιπόν και καλές διαδρομές… στη χώρα των τεράτων!

Η Σουζάνα Παπαφάγου είναι κλινική ψυχολόγος-οικογενειακή ψυχοθεραπεύτρια.Διαβάστε: Μόρις Σέντακ, Η χώρα των τεράτων, Εκδόσεις Παπαδόπουλος, μετάφραση: Γιάννης Παλαβός

Leave a Reply