“Μαμά, σε επτά εβδομάδες τελειώνουμε φέτος το σχολείο”, μου είπαν με ένα στόμα μια φωνή με το που μπήκα στο σπίτι τα παιδιά μου.
Επτά εβδομάδες έμειναν, λοιπόν, και για αυτή τη σχολική χρονιά. Φοβάμαι, όμως, ότι για τα μικρά μας οι πασχαλινές διακοπές είναι αυτές που σηματοδοτούν, τουλάχιστον νοητικά, τη λήξη του… ακαδημαϊκού έτους. Και τα καταλαβαίνω, τα καημένα, γιατί κι εγώ έχω υπάρξει παιδί και έχω νιώσει για χρόνια το ίδιο συναίσθημα. Πάσχα σημαίνει πέρασμα. Πέρασμα στην Άνοιξη, στην ανάγκη για ξεκούραση, στην αναζήτηση της χαλάρωσης, στη χαρά της καλοκαιρίας.
Χτες το βράδυ, που σήμανε το πέρασμα από τις διακοπές στις μη-διακοπές, ήταν αδύνατον να τα μαζέψουμε και να πέσουν για ύπνο νωρίς, σήμερα το πρωί σηκώθηκαν με απίστευτη δυσκολία και μεγάλη γκρίνια, τώρα που γράφω παίζουν με σαπουνόφουσκες και κάνουν πατίνι στη βεράντα και υποστηρίζουν ότι “τα διάβασα όλα στο ολοήμερο” ή ότι “σιγά, μωρέ, δεν έχουμε και τίποτα για αύριο”.
Μετά από 15 ανοιξιάτικες ημέρες ξεκούρασης, που είχαν απ’ όλα, ελεύθερο παιχνίδι, επιτραπέζια, φύση, μπάνια στην κρύα θάλασσα, φαΐ, λογοτεχνία, τηλεόραση, αθλητισμό, παιχνίδι στον υπολογιστή, λίγο ξενύχτι (για τα δεδομένα τους) και ελάχιστο διάβασμα για το σχολείο, είναι λογικό η επιστροφή να τους κακοφαίνεται και να αρνούνται πεισματικά να προσαρμοστούν στη σχολική πραγματικότητα, δεδομένου δε ότι- όπως προαναφέρθηκε- “Μαμά, σε επτά εβδομάδες τελειώνουμε φέτος το σχολείο”.
Κι εμείς οι γονείς; Τι πρέπει να κάνουμε; Τα καταλαβαίνουμε μεν, αλλά δεν πρέπει να βάλουμε και λίγα όρια;
Ε, εμείς μάλλον θα τα βρούμε κάπου στη μέση και θα προσπαθήσουμε να υιοθετήσουμε ένα λίγο πιο χαλαρό πρόγραμμα, κρατώντας όμως και τα προσχήματα, γιατί αλλιώς θα το χάσουμε το παιχνίδι. Λίγο λιγότερες επαναλήψεις, λίγο περισσότερες βόλτες, λίγο πιο αργά ύπνος, λίγο περισσότερη κατανόηση. Η φύση ανθίζει, τα λουλούδια μυρίζουν, τα πουλάκια κελαηδούν, ο ήλιος λάμπει, πόσες απαιτήσεις να έχουμε πια; Νομίζω ότι και οι δάσκαλοι θα είναι σύμμαχοί μας και η σχολική ύλη θα μειωθεί και οι δικές τους απαιτήσεις θα είναι ολίγον ελαφρύτερες…
Φυσικά, θα τους υπενθυμίζουμε κάθε τόσο με τακτ ότι για τις 7 αυτές εβδομάδες τα μαθήματα θα συνεχίσουν να γίνονται. Ότι το σχολείο δεν έχει τελειώσει ακόμα. Ότι οι μεγάλες διακοπές αργούν λιγάκι. Ίσως, όμως, η Άνοιξη μάς βοηθήσει κι εμάς να βρούμε πιο δημιουργικούς τρόπους εκπαίδευσης. Για παράδειγμα, δείτε την παρακάτω ιδέα: Τα παιδιά μπορούν καταρχάς να βρουν πόσες ημέρες είναι οι επτά εβδομάδες, να γράψουν έναν έναν τους αριθμούς και να φτιάξουν ένα advent calendar, στο οποίο θα σβήνουν καθημερινά τον αριθμό της ημέρας, αρχής γενομένης από το 49. Έτσι θα βλέπουν πόσες μέρες απομένουν μέχρι τις καλοκαιρινές διακοπές! Τα δικά μου το έφτιαξαν ήδη, όση ώρα έγραφα αυτό…
… Η Άνοιξη ζαλίζει και μεθά και κρέμεται απ’ τις πόρτες των σπιτιών. Μπουκάρισε κι απ’ τα παράθυρα του σκολειού και μάγεψε τα μάτια των κοριτσιών. Στη συμμορία των «Περσών», όμως, η άνοιξη ήταν φαγούρα.
Ο Δακρυτζίκος ξεκρέμασε το στεφάνι απ’ την πόρτα τους και το τάισε σ’ ένα γάιδαρο. Δεν μπορούσε να τις χωνέψει αυτές τις «αηδίες». Ένα τριαντάφυλλο, όμως το λυπήθηκε. Ήταν τόσο κόκκινο… -σα ροδοζάχαρι- και το ‘φαε.
Η δασκάλα της Ωδικής έβαλε στο λαιμό ένα κόκκινο μαντίλι. Κάτι πουλιά ανεβοκατέβαιναν στα κλαδιά σα νότες.
Άνοιξη. Η συμμορία όμως είχε δικό της τρόπο για να τα ξεχωρίζει κάτι τέτοια.
Είσαι ξιπόλητος; Είναι άνοιξη. Τρως κάστανα; Είναι χειμώνας. Κλέβεις φρούτα; Είναι χινόπωρο. Αυτά, που λένε οι δάσκαλοι περί «ώραι του έτους» και τα ρέστα, είναι φούσκες και σάλια. Κανένας σοβαρός «Πέρσης», που σέβεται τον εαυτό του, δεν περιμένει να του πούνε τα καλαντάρια πότε μπήκε άνοιξη. Το βρίσκει μόνο του το πετσί του. Καψώνει; Είναι άνοιξη. Ανατριχιάζει; Είναι χειμώνας.
Ο Μέλιος όμως το κατάλαβε απ’ τη μοσκοβολιά. Μα πιο πολύ το διάβασε μες στα μάτια της Αγράμπελης. Εκεί μέσα φώλιαζε η πιο γλυκιά άνοιξη του κόσμου. Το κατάλαβε κι από πολλά άλλα πράματα. Απ’ τα νερά… που γίνανε καθρέφτες. Απ’ τα κύματα του ποταμού, που γλύκανε ο θυμός τους. Και πολλά άλλα ήταν η άνοιξη. Οι ύμνοι που ανέβαιναν απ’ τα δάση. Και τα βατόμουρα. Και τα δάχτυλα που κολλούσαν απ’ τα φρούτα. Και τα κρυφόγελα που ‘καναν οι καλαμποκιές του κάμπου στα χωράφια. Κι αυτά ήταν η Άνοιξη…
ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΛΟΥΝΤΕΜΗΣ, Ένα παιδί μετράει τ’ άστρα.