«Μα η εποχή που ζούμε τα έχει ξεπεράσει αυτά!»
«Δεν γίνεται να βάζουμε ταμπέλες και να λέμε “καλός” και “κακός” ή ό,τι άλλο».
«Δεν γίνεται ακόμα να μιλάμε για κακές μητριές. Έχει προχωρήσει η κοινωνία».
«Γιατί ο κακός ο λύκος να τιμωρηθεί; Πού είναι η αποδοχή; Γιατί να μη γίνει καλός;»
Ο μαγικός κόσμος των παραμυθιών είναι αυτός. Ένας κόσμος που εδώ και καιρό βάλλεται και κατακρίνεται συνέχεια. Έχουν βαλθεί να αλλάξουν τους κακούς και να τους κάνουν καλούς. Να πάψουν και να φιμώσουν ό,τι μαγικό στοιχείο υπάρχει, ό,τι φεύγει από τον σκληρό ρεαλισμό που (ούτως ή άλλως) ζούμε. Να αποσιωπήσουν τη βία και να νουθετήσουν τους ήρωες, ώστε να είναι συμβατοί με το κοινωνικά αποδεκτό ή μάλλον επιθυμητό.
Το παραμύθι, όμως, είναι κάτι άλλο. Το καλό και το κακό, το δίκαιο και το άδικο, η τιμωρία και η επιβράβευση, ο φτωχός και ο βασιλιάς, ο τεμπέλης και ο εργατικός επιτελούν άλλη εργασία. Δεν αφορούν σε ταμπέλες και καταστάσεις χωρίς εξέλιξη ή σε συνθήκες που απαιτούν τιμωρία. Όχι. Τα παραμύθια δεν είναι ούτε κάνουν κάτι τέτοιο. Τα παραμύθια επιτελούν εντελώς άλλη «εργασία», όπου επιβάλλεται να υπάρχουν αυτές οι αρχές και διακρίσεις. Και αυτό που λέω δεν αφορά παλιακές ή/και παρωχημένες αντιλήψεις μιας άλλης εποχής. Είναι επίκαιρα στο εδώ και τώρα, περισσότερο από κάθε άλλη εποχή. Και η μη αποδοχή τους μαρτυρά αυτό ακριβώς το γεγονός!
Ο ήρωας του παραμυθιού
Ας τα πάρουμε, όμως, από την αρχή. Ας βάλουμε κάποια πράγματα στη θέση τους για να κατανοήσουμε καλύτερα τον ρόλο και τη λειτουργία των παραμυθιών. Κάθε παραμύθι έχει έναν και μοναδικό ήρωα (για παράδειγμα, την Κοκκινοσκουφίτσα ή τη Σταχτοπούτα ή τη Χιονάτη ή τον Κοντορεβιθούλη ή όποιον άλλον θέλετε). Ο ήρωας αυτός καλείται να αντιμετωπίσει κάτι και ή θα τα καταφέρει και θα εξελιχθεί ή δεν θα τα καταφέρει. Όλοι οι υπόλοιποι χαρακτήρες που εμφανίζονται είναι για να εξυπηρετήσουν έναν ρόλο στο παραμύθι. Και ο ρόλος αυτός είναι να αναδείξουν την πορεία και τα στάδια που περνάει ο ήρωας, αξιοποιώντας ένα άλλο χαρακτηριστικό!
Έτσι, λοιπόν, καθένας μέσα σε ένα παραμύθι έχει χαρακτηριστικά που δεν επιδέχονται αλλαγής. Ο καλός ή τίμιος παραμένει σε όλη τη διάρκεια καλός και τίμιος. Ο κακός ή πονηρός ή ψεύτης παραμένει σε όλο το παραμύθι κακός και πονηρός και ψεύτης. Γιατί; Διότι δεν μας ενδιαφέρει να αλλάξει. Επιτελεί συγκεκριμένο ρόλο, μέσα από τον οποίο θα φανερωθούν τα χαρακτηριστικά, τα χαρίσματα, οι αδυναμίες, μα και οι αλλαγές και η εξέλιξη του ενός και βασικού ήρωα. Ταυτόχρονα εμείς που ακούμε αποκτούμε καθαρή εικόνα του κάθε ξεχωριστού χαρακτηριστικού.
Συνεπώς, δεν υπάρχει θέμα κατανόησης και αποδοχής του λύκου. Δεν μας ενδιαφέρει να αλλάξει. Δεν θέλουμε να αλλάξει, γιατί πολύ απλά δεν είναι το δικό του παραμύθι αλλά και επειδή μέσω του λύκου θα καταλάβουμε το χαρακτηριστικό αυτό! Επίσης, αυτό είναι παραμύθι ενός άλλου ήρωα. Αυτός μας ενδιαφέρει. Αν θέλουμε τον κακό λύκο να μετανιώσει και να γίνει καλός, τότε μπορούμε να φτιάξουμε ένα παραμύθι, που να μιλάει για τη μεταμορφωτική πορεία ενός λύκου.
Το κακό τιμωρείται. Μήπως είναι αντιπαιδαγωγικό;
Αν προχωρήσουμε λίγο παρακάτω, θα διαπιστώσουμε ότι όλοι αυτοί οι «κακοί» και άδικοι πάντα στο τέλος του παραμυθιού τιμωρούνται. Η παιδαγωγική σήμερα μας αποτρέπει από τη χρήση της τιμωρίας, αλλά και από κάθε άλλου είδους χρήση βίας (λεκτικής, συναισθηματικής, σωματικής). Οπότε υπάρχει ένα μεγάλο επιχείρημα που αντιτίθεται στις «τιμωρίες» και το κακό τέλος των «κακών» των παραμυθιών. Εδώ να σημειώσω ότι αυτό που τώρα ξέρουμε ως τιμωρία στα παραμύθια είναι πολύ λίγο και μικρό σε σχέση με το πώς παρουσιαζόταν παλαιότερα. Παλαιότερα οι τιμωρίες ήταν εξαιρετικά σκληρές!
Η παιδαγωγική, λοιπόν, αναζητά άλλους τρόπους διαπαιδαγώγησης. Όμως, στο παραμύθι δεν εφαρμόζεται παιδαγωγική στους ήρωες. Είναι άλλος ο ρόλος και ο λόγος που υπάρχει η τιμωρία: όπως είπαμε και παραπάνω, το παραμύθι αφορά έναν και μοναδικό ήρωα, που στην πορεία του συναντά καταστάσεις που πρέπει να αντιμετωπίσει. Για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε κάθε κατάσταση, χρησιμοποιούμε ένα άλλο πρόσωπο ή ζώο, το οποίο κάτι αντιπροσωπεύει. Ο ήρωας, συνεπώς, πρέπει να αναμετρηθεί με κάτι που τον δυσκολεύει για να ανακαλύψει μια αρετή που έχει. Έτσι, στην πορεία του έρχεται πάντα ένας κακός ή ένας ψεύτης ή ύπουλος ή οτιδήποτε άλλο. Συνεπώς, η τιμωρία αυτών σημαίνει ότι τελικά έλαμψε η καλοσύνη, η τιμιότητα, η εργατικότητα, η υπομονή, η επιμονή του ήρωα. Άρα μιλάμε συμβολικά για τη νίκη του καλού.
Το προηγούμενο παράδειγμα μπορούμε να το σκεφτούμε και αντίστροφα: τι θα συνέβαινε αν σε κάθε παραμύθι το κακό κατάφερνε να αλλάξει και να αποφύγει την «τιμωρία»; Θα ήταν σαν ο βασικός ήρωας να είχε πέσει σε πλάνη. Σαν να τον είχαμε κοροϊδέψει. Σαν να υποτιμούσαμε την εξέλιξή του, την πορεία του προς το καλό και το φως. Θα ήταν σαν του «κλέβαμε» το παραμύθι. Σαν να μην ήταν αυτός ο ήρωας πια, γιατί κάποιος άλλος έγινε ήρωας στη θέση του και εξελίχθηκε αντί αυτού. Αυτό ακούγεται παράξενο και άδικο για τους «κακούς» των παραμυθιών. Όμως, επαναλαμβάνω, στο κάθε παραμύθι έχουμε και παρακολουθούμε έναν και μόνο ήρωα και όλοι οι άλλοι έχουν ως σκοπό να αναδείξουν την πορεία αυτού του ενός, τονίζοντας τα διαφορετικά και αντίθετα χαρακτηριστικά τους!
Ασφαλής ήρωας, ασφαλές παιδί
Όλα αυτά, να ξέρετε, είναι παράγοντες που φέρνουν ασφάλεια σε ένα παιδί. Πράγματι, δεν είναι όλα τα παραμύθια κατάλληλα για να τα ακούνε όλα τα παιδιά. Αυτό, όμως, συμβαίνει γιατί δεν βρίσκονται όλα τα παιδιά στο ίδιο στάδιο ούτε και έχουν τις ίδιες ανάγκες. Τούτο, όμως, δεν σημαίνει ότι κάποια παραμύθια είναι βλαβερά ή ακατάλληλα. Ισχύει η ακριβώς ίδια συνθήκη με αυτή που ισχύει στα τραγούδια που θέλουμε να ακούμε ή στο φαγητό που θέλουμε να φάμε. Κάθε παραμύθι αγγίζει σημεία της εξέλιξης κάθε παιδιού. Σημεία και ανάγκες τις ψυχοσύνθεσής του. Και αυτό ακριβώς είναι που τα καθιστά θεραπευτικά. Κάθε παιδί ταυτίζεται με κάτι σε κάθε παραμύθι. Εξελίσσεται μέσα από την πορεία του ήρωα και αντιμετωπίζει δικά του εσωτερικά κομμάτια. Γι’ αυτό, άλλωστε, και ανά περιόδους τα παιδιά ζητούν να ακούσουν ξανά και ξανά ένα παραμύθι (ή, αντίστροφα, δεν θέλουν καθόλου να ακούν ένα παραμύθι). Κάτι αγγίζει μέσα τους. Σε κάτι απαντάει και κάτι λύνει, ώστε να μπορέσουν και αυτά –μαζί με τους ήρωες, σε ένα πλαίσιο ασφαλές, κοντά στον ενήλικο που αφηγείται ή διαβάζει το παραμύθι, και ξέροντας την εξέλιξή του–, να κατανοήσουν δικά τους εσωτερικούς προβληματισμούς και να ωριμάσουν. Να περάσουν σε άλλο στάδιο εξέλιξης. Μάλιστα, σε παραμύθια που δεν είναι εμφανής η τιμωρία του «κακού», τα παιδιά ρωτούν και την αναζητούν, ως μια ανάγκη να φανερωθεί και να λάμψει το καλό.
Αν ψάξουμε πόσους αιώνες οι άνθρωποι λένε παραμύθια, θα διαπιστώσουμε ότι αυτά ξεκίνησαν από την πρώτη στιγμή της ανθρώπινης ύπαρξης. Αν αναζητήσουμε τις αρχικές καταγραφές των παραμυθιών και μελετήσουμε τις ιστορίες, θα δούμε ότι στο πέρασμα των αιώνων και των χιλιετιών πάντα υπήρχαν τα μοτίβα των αντιθέτων του καλού και του κακού, του δίκαιου και του άδικου, της επιβράβευσης και της τιμωρίας κ.ο.κ. Θα παρατηρήσουμε, μάλιστα, ότι σχεδόν καθόλου δεν άλλαξαν τα παραμύθια στην ουσία τους κι αυτό συνέβη όχι επειδή οι άνθρωποι στο παρελθόν επιβράβευαν την αδικία ή την τεμπελιά, αλλά επειδή από τότε ο ρόλος των παραμυθιών είχε θεραπευτικές και καταπραϋντικές ιδιότητες, που αναδείκνυαν την αξία του ανθρώπου και αναζητούσαν το φως, την αλήθεια, τη δύναμη, την καλοσύνη… Γιατί εμείς να το αλλάξουμε;
Η Μαριάννα Κουμαριανού είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας.