Οι Εκδόσεις Πατάκη παρουσιάζουν τις Ιστορίες των Μούμιν, που θεωρούνται από τις πιο δημοφιλείς κλασικές ιστορίες για παιδιά. Η Τούβε Γιάνσσον έγραψε το πρώτο βιβλίο της σειράς το 1945. Είναι η ιστορία της Μαμάς Μούμιν και του Μούμιν, που ψάχνουν τον Μπαμπά Μούμιν. Μετά από πολλές δυσκολίες και περιπέτειες η οικογένεια σμίγει ξανά σε μια ειδυλλιακή κοιλάδα.
Στα οχτώ βιβλία που ακολούθησαν, η Κοιλάδα των Μούμιν παραμένει το κέντρο της οικογενειακής ζωής. Γύρω από την οικογένεια Μούμιν συγκεντρώνονται σιγά σιγά διάφοροι περίεργοι τύποι: η δεσποινίς Σνόρκιν και ο αδερφός της, ο Σνούφκιν και η Μικρή Μυ, τα Χατιφάτιν και τα Χέμουλιν, το καθένα με τη δική του προσωπικότητα και με τη δική του φιλοσοφία για τη ζωή. Ο κόσμος των Μούμιν είναι γοητευτικός και εμπνέει μικρούς και μεγάλους.
Η ίδια η συγγραφέας έχει πει για τους ήρωές της: «Η οικογένεια Μούμιν που προσπάθησα να περιγράψω είναι τόσο ολοφάνερα ευτυχισμένη, που δεν το ξέρει καν. Είναι καλά μαζί και παραχωρούν ο ένας στον άλλον απόλυτη ελευθερία – την ελευθερία να είναι ο καθένας μόνος του όποτε το θέλει, την ελευθερία να σκέφτεται και να αισθάνεται με τον δικό του τρόπο, να κρατάει τα μυστικά του ώσπου να νιώσει ο ίδιος έτοιμος να τα μοιραστεί. Κανείς δεν δημιουργεί ενοχές στους άλλους».
Η σειρά έχει μεταφραστεί σε 42 γλώσσες και, επίσης, έχει δραματοποιηθεί για το θέατρο, την όπερα, τον κινηματογράφο, το ραδιόφωνο και την τηλεόραση. Απευθύνεται κυρίως σε παιδιά 6 έως 10 ετών.
Διαβάστε τον υπέροχο πρόλογο της μεταφράστριας Μαρίας Αγγελίδου. Σημειώνουμε ότι η μετάφραση έγινε απευθείας από τα σουηδικά.
Μούμιν: ένας κόσμος ολόκληρος
Υπάρχουν κάποιοι λίγοι τυχεροί συγγραφείς, που κατορθώνουν να δημιουργήσουν αληθινούς ολόκληρους κόσμους, με τα πλάσματά τους, τις γλώσσες τους, τους χάρτες τους, τις ιστορίες τους. Τη Νάρνια, τη Μέση Γη, το Χόγκουαρτς του Χάρυ Πότερ, τη Ντίσνεϋλαντ, αυτήν ακόμα τη Νεφελοκοκκυγία… Σ’ αυτή την υπέροχη παρέα έχει δικαιωματικά τη θέση της και η Κοιλάδα των Μούμιν, ο κόσμος που έγραφε και ζωγράφιζε όλη της τη ζωή σχεδόν η φινλανδο-σουηδή Τούβε Μάρικα Γιάνσον.
Ο κόσμος των Μούμιν είναι ωραίος αλλά κι επικίνδυνος. Έχει τοπία ειδυλλιακά, δέντρα απίστευτα, ζώα που μιλάνε, νόστιμα φαγητά, όμορφα παιχνίδια. Έχει, όμως, και πλημμύρες, φουρτούνες, στεναχώριες, ακόμα και κομήτες που απειλούν να πέσουν πάνω στη Γη – και μάλιστα ειδικά πάνω στην Κοιλάδα, πάνω στο σπίτι των Μούμιν. Τα Μούμιν, ωστόσο, επιβιώνουν και τα όπλα τους είναι απλά, χειροπιαστά …κι αναπάντεχα: φροντίζουν να έχουν ξύλα για τη φωτιά τους, να μη στάζει η στέγη τους, να φέρονται ευγενικά στους ξένους όσο απειλητικοί ή παράξενοι κι αν φαίνονται. Το σπίτι στην κοιλάδα είναι μια όαση ασφαλής και οικεία, όχι μόνο για τα μέλη της οικογένειας, αλλά και για τους φίλους, τους μακρινούς συγγενείς, τους περαστικούς. Ένα σπίτι-σπιτικό, όπου όλοι είναι πάντα καλοδεχούμενοι, χωρίς ποτέ να οφείλουν εξηγήσεις για τις πράξεις ή τις σκέψεις τους. Η Μύμπλιν, που έχει εγκαταλείψει δυο κόρες, τη Μύμπλιν και τη Μικρή Μυ, αφήνοντας τη μεγάλη να μεγαλώνει τη μικρή στο σπίτι των Μούμιν, δεν είναι για κανένα λόγο λιγότερο αγαπητή, για κανένα λόγο κατακριτέα. Ένα σπίτι τελικά, που οι ένοικοί του δεν εγκαταλείπουν – όπως κάνουν όλοι οι ήρωες των παιδικών βιβλίων, από τότε που άρχισαν να γράφονται τα παραμύθια-, αλλά απολαμβάνουν και χαίρονται , χωρίς να νοιώθουν την παραμικρή επιθυμία να το αφήσουν. Ακόμα και ο Σνούφκιν, αυτός ο κατ’ εξοχήν πλάνης και μποέμ και κοσμογυριστής της οικογένειας, μπορεί να φεύγει κάθε χρόνο για τα νότια, αλλά γυρίζει πάντα την άνοιξη, με ακρίβεια ρολογιού.
Σαν όλους τους κόσμους της φαντασίας, έτσι και ο κόσμος των Μούμιν έχει τους χάρτες του. Η Τούβε Γιάνσον αγαπούσε τους χάρτες. Οι κάρτες που έστελνε από τα πολλά ταξίδια της στους δικούς της ήταν γεμάτες αυτοσχέδιους χάρτες. Το ίδιο και τα βιβλία της: τόσο η ίδια όσο και οι ήρωές της σχεδιάζουν πολλά και διάφορα σημεία του κόσμου των Μούμιν. Ολοκληρωμένος όμως ο χάρτης του κόσμου αυτού δεν υπάρχει – αν και κάποιοι από τους λάτρεις των Μούμιν έχουν δοκιμάσει τις δυνάμεις τους και τις εμπνεύσεις τους στο πεδίο αυτό.
Μούμιν: ένας κόσμος που σκέφτεται
Έχουμε έναν πατέρα που ζει γράφοντας τα Απομνημονεύματά του – τα οποία όμως δεν είναι απλώς απομνημονεύματα, είναι φυσικά κάτι περισσότερο: κάτι σαν επιστημονική αφήγηση του κόσμου, κάτι σαν φιλοσοφική και φυσιοδιφική ερμηνεία της ζωής, κάτι σαν λογοτεχνική μεταφορά και ποιητικός συμβολισμός του χρόνου και του χώρου. Έχουμε έναν μόνιμο φιλοξενούμενο, που είναι επαγγελματίας φιλόσοφος. Ο Μάουζιν καταφθάνει απρόσκλητος, εγκαθίσταται στο φιλόξενο σπίτι και γίνεται μέλος της οικογένειας, χωρίς στιγμή να βγει από τους φιλοσοφικούς του στοχασμούς. Έχουμε Χέμουλιν, που αρχειοθετούν, αποδελτιώνουν, καταλογογραφούν και τακτοποιούν τον κόσμο γύρω τους με την υπομονή του Ιμμάνουελ Καντ, το πάθος του Νίτσε, την επιμονή του Κίρκεγκωρ.
Έχουμε τέλος τη Μικρή Μυ: αυτή την απολαυστική μικρογραφία μιας νιότης που σκέφτεται άγρια και γρήγορα και εντυπωσιακά, που αμφισβητεί τα πάντα, που κατακτά τον κόσμο, τον αγαπά και τον γκρεμίζει την ίδια στιγμή. Ένα παιδί αναρχικό, που αναλύει με καυστικότητα και σαρκασμό τις σκοτεινές πλευρές της ύπαρξης και της κοινωνίας. Με λίγα λόγια: έχουμε ήρωες, που σκέφτονται ασταμάτητα. Σκέφτονται την ώρα που παίζουν, την ώρα που κολυμπούν, την ώρα που περπατάνε, την ώρα που κινδυνεύουν, ακόμα και την ώρα που χαζεύουν. Η σκέψη τους είναι ο κόσμος τους. Κι ας μην ξεχνάμε οτι την πρώτη εικόνα των Μούμιν η Τούβε την έφτιαξε θέλοντας να σατιρίσει τον …Κάντ! Η ίδια γράφει: “Σε μια από τις καλοκαιρινές σπουδαίες συζητήσεις με τον αδερφό μου, που τώρα κι οι δυο έχουμε ξεχάσει, ο μικρός με έβαλε κάτω με κάποιο τσιτάτο του Κάντ. Το μόνο που μπορούσα να κάνω ήτα να ζωγραφίσω το πιο άσχημο πλάσμα που μπορούσα και να γράψω από κάτω Κάντ. Αυτό το σκίτσο ήταν το πρώτο Μούμιν!”
Μούμιν: ένας κόσμος που χαίρεται τη ζωή
Ο Σνούφκιν είναι ένας τύπος αδέσμευτος κι ελεύθερος, που γυρίζει τον κόσμο χωρίς να τον κατακτά. Θαυμάζει την ομορφιά χωρίς να θέλει να την αποκτήσει. Την έχει δική του, όσο μπορεί να την κοιτάζει -κι αυτό τον φτάνει. Τα τραγουδάκια του συνοδεύουν με κέφι γλέντια και γιορτές, στο σπίτι ή στα χωράφια, στα δάση ή στις ερημιές του βουνού. Αγαπάει τη μοναξιά του, αλλά αγαπάει και την οικογένειά του. Η Δεσποινίς Σνόρκιν είναι μια νεαρή κοπέλα, που θέλει να αρέσει. Όταν χρειάζεται, κάνει και θυσίες, προκειμένου να αρέσει. Περιποιείται τον εαυτό της, φροντίζει την εμφάνισή της, εννοεί να στολίζεται, να χτενίζεται και να στρώνει όμορφο τραπέζι, ακόμα και στο μάτι του κυκλώνα.
Μα ο Σνούφκιν δεν είναι ο μόνος που ξέρει να χαίρεται τη ζωή του, να γλεντάει την κάθε στιγμή της, να απολαμβάνει την ομορφιά όπου τη βρίσκει. Κι η Δεσποινίς Σνόρκιν δεν είναι η μόνη που εκτιμάει την ομορφιά μ’ όλη τη δύναμη της ψυχής της. Όλα τα μέλη της μεγάλης οικογένειας κρύβουν μέσα τους έναν ακούραστο γλεντοκόπο: δεν διστάζουν να σταματήσουν ο τι κι αν κάνουν για να ευχαριστηθούν ένα όμορφο τραγούδι, ένα διασκεδαστικό παιχνίδι, ένα νόστιμο φαγητό, ένα γλυκό όνειρο, μια πετυχημένη ιδέα… ατέλειωτος είναι ο κατάλογος των πραγμάτων που αγαπούν. Ένα γλέντι στη μέση του δάσους, ένας χορός, ένα πάρτι είναι μείζονα γεγονότα στη ζωή τους. Κι όσο δύσκολη κι αν είναι η κατάσταση που έχουν ν’ αντιμετωπίσουν, όσο κι αν στενοχωριούνται ή αν ζορίζονται ή αν μελαγχολούν – γιατί σαν άνθρωποι που είναι απ’ όλα τα ανθρώπινα αυτά πάθη υποφέρουν!-τα Μούμιν πάντα θα βρουν το χρόνο και τη διάθεση και το χώρο για μια καλή χορταστική οικογενειακή γιορτή.
Μούμιν: μια οικογένεια πραγματικά άγια
Σ’ όλους αυτούς τους φανταστικούς κόσμους έχει τεράστιο ενδιαφέρον μια πτυχή ελάχιστα προσεγμένη και καθόλου μελετημένη: οι σχέσεις οι οικογενειακές ανάμεσα στους ήρωες. Ξέρουμε, φυσικά, οτι στη Λιμνούπολη κανένα παιδί δεν ζει με τους γονείς του. Οι οικογενειακές γραμμές είναι λίγο λοξές, έχουμε θείους, θείες, ανιψιούς κι ανιψιές, όχι όμως μπαμπάδες, μαμάδες και παιδιά. Στο δάσος του Γουίνι ζουν μόνο φίλοι! Ο Χάρυ Πότερ έχει χάσει τους γονείς του και δεν είναι ο μόνος: το ίδιο συμβαίνει στα περισσότερα λογοτεχνικά παιδιά· για κάποιο λόγο βρίσκονται μόνα στο ξεκίνημα της ζωής τους.
Τα Μούμιν είναι ίσως η μοναδική περίπτωση δυο γονιών που αγαπούν τα παιδιά τους: φυσικά και θετά τέκνα, φίλοι, απλοί περαστικοί, βρίσκουν στο σπίτι αυτό αγάπη, σταθερή υποστήριξη, ακλόνητα καλή διάθεση, διαρκές καλωσόρισμα. Και δεν χρειάζεται να παραχωρήσουν ούτε στάλα από την ανεξαρτησία και την ελευθερία τους. Γιατί η οικογένεια αυτή είναι πραγματικά άγια: αγαπάει τα μέλη της χωρίς να τα καταπιέζει ποτέ. Μα ποτέ. Και για κανένα λόγο. Τα ζευγάρια που ζουν ή περνούν ταξιδεύοντας έστω από την Κοιλάδα των Μούμιν, δεν είναι μαζί επειδή έτσι πρέπει, ή επειδή έτσι έχουν συνηθίσει, ή επειδή δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς. Είναι μαζί επειδή θαυμάζουν στ’ αλήθεια και ξανά και πάλι ο ένας τον άλλον. Η Μαμά κι ο Μπαμπάς Μούμιν, οι μεγάλοι αυτού του κόσμου, ξέρουν ο ένας τα ελαττώματα του άλλου. Ο έρωτας δεν τους τυφλώνει: βλέπουν και τις αδυναμίες και τα λάθη, που κάνει ο άλλος. Αλλά δεν τους τυφλώνει ούτε η συνήθεια, ούτε η ρουτίνα, ούτε τα προβλήματα της καθημερινότητας: εξακολουθούν να κοιτάζουν με βλέμμα νεανικό ο ένας τον άλλον, έτοιμοι να μαγευτούν από την εξυπνάδα, την φαντασία, την ευρηματικότητα, την ομορφιά, την τέχνη, το ταλέντο του άλλου. Κι αυτό κάνουν.
Ο Μπαμπάς και η Μαμά Μούμιν εξασφαλίζουν ο καθένας με το δικό του τρόπο την συνοχή της οικογένειας και την ελευθερία των μελών της. Ο Μπαμπάς είναι η έμπνευση, η εγγύηση πως οι περιπέτειες δεν τελειώνουν ποτέ. Η Μαμά είναι η αγκαλιά, η σιγουριά πως ο καθένας μπορεί να είναι αυτός που είναι. Χώρια που όποια συμφορά, όποια κακοτυχία κι αν πέσει πάνω στην οικογένεια, η Μαμά Μούμιν έχει πάντα το κατάλληλο κάτι μέσα στην τσάντα της! Τα μέλη της μεγάλης αυτής, αχαρτογράφητης οικογένειας, ζουν μαζί χωρίς ωστόσο να χάνουν την ατομικότητά τους, την ανεξαρτησία τους. Ο καθένας σ’ αυτό το σπίτι έχει τα μυστικά του, τις παραξενιές του, τις ιδέες του, τις απόψεις του. Αλλά τρώνε πάντα όλοι μαζί, μοιράζονται τις δουλειές, βοηθούν και στηρίζουν ο ένας τον άλλον με τρόπο φυσικό και αυτονόητο. Σύμφωνα με την συγγραφέα-εικονογράφο “όλα άρχισαν επειδή ήθελα να αποτυπώσω μια ασυνήθιστα ευτυχισμένη οικογένεια: τα μέλη της οικογένειας Μούμιν αγαπιούνται και ταυτόχρονα δίνουν ο ένας στον άλλον την ελευθερία που θέλει και χρειάζεται· είναι μια οικογένεια που ζει αρμονικά. Νομίζω οτι είχα στο νο μου τη δική μου παιδική ηλικία, που ήταν πολύ ευτυχισμένη… Καθώς συνέχισα να γράφω και να λέω τις ιστορίες τους, η οικογένεια των Μούμιν μεγάλωσε, απέκτησε φίλους και γνωστούς, απέκτησε και μερικούς εχθρούς κι όλα εξελίχθηκαν αυθόρμητα”.
Μούμιν: ζώα ή άνθρωποι;
Και δεν είναι αυτή η μόνη ευαίσθητη ισορροπία, η μόνη αμφιβολία που έχουμε για τους κατοίκους της Κοιλάδας. Το ξεκίνημα ήταν βέβαια τα τρολ του βορρά. Το πρώτο Μούμιν εμφανίστηκε στη νεαρή Τούβε τα χρόνια της εφηβείας της, όταν ζούσε κοντά στους Σουηδούς συγγενείς στη Στοκχόλμη: ήταν ένα είδος τρολ, (επινόηση του θείου της) που ζούσε στο ψυγείο μέσα και φυσούσε την κρύα ανάσα του στο σβέρκο όποιου άνοιγε την πόρτα του ψυγείου τα βράδια! Το δεύτερο Μούμιν, που συναντάμε στη ζωή της Τούβε, ακούει στο όνομα Σνόρκ κι είναι… η υπογραφή των έργων που η νεαρή καλλιτέχνις δημοσιεύει σε εφημερίδες και περιοδικά του Ελσίνκι. Ο Σνόρκ ήταν λεπτός, είχε στενή μύτη και διαβολική ουρά. Η Τούβε έλεγε ότι τον είχε σχεδιάσει όταν ήταν μικρή, προσπαθώντας να πετύχει “το πιο άσχημο πλάσμα, που θα μπορούσε να βάλει ο νους του ανθρώπου”.
Το πρώτο βιβλίο με τα Μούμιν, Τα Μούμιν και η Μεγάλη Πλημμύρα, κυκλοφόρησε το 1945, αν και είχε γραφτεί από το 1939. Και ήταν δυστυχώς εκδοτική αποτυχία, που εν μέρει οφειλόταν ίσως στη μορφή των πρώτων αυτών Μούμιν: έμοιαζαν πολύ με τον Σνορκ: ήταν ψηλότερα, αδύνατα και υπερβολικά στην έκφραση του φόβου τους.
Την μορφή, με την οποία έγιναν παγκόσμια γνωστά, την πήραν τα Μούμιν αμέσως μετά το τέλος του πολέμου. Είναι και ζώα και άνθρωποι, μοιάζουν με παχουλά όρθια ιπποποταμάκια, κι είναι όλα μια μεγάλη οικογένεια με πολλά παρακλάδια: Μούμιν, Σνούφκιν, Σνόρκιν, Μύμιν, Μάουζιν, Χέμουλιν…
Η εκκεντρική αυτή οικογένεια, με τους αμέτρητους “συγγενείς”, φίλους, γνωστούς και φιλοξενούμενους, συγκαταλέγεται τελικά ανάμεσα στις σπουδαιότερες μορφές της παιδικής λογοτεχνίας. Όλα τα πρόσωπα έχουν ευδιάκριτα κι αναγνωρίσιμα ανθρώπινα χαρακτηριστικά. Και σαν όλα τα σπουδαία έργα της παιδικής λογοτεχνίας γοητεύουν το ίδιο μικρούς και μεγάλους. Όσοι ζουν στον κόσμο των Μούμιν δεν έχουν ξεκάθαρο φύλο, παρά μόνο στο βαθμό που έχουν ξεκάθαρο ρόλο. Τίποτα πάνω τους δεν διαφοροποιεί τους άντρες από τις γυναίκες, τα αγόρια από τα κορίτσια. Ο Μπαμπάς Μούμιν φοράει καπέλο, η Μαμά Μούμιν κρατάει τσάντα. Η Δεσποινίς Σνόρκιν έχει αδυναμία στα κοσμήματα και στολίζεται με λουλούδια. Ο Μούμιν, που την αγαπάει και θέλει να την παντρευτεί, της προσφέρει ακριβώς κοσμήματα και λουλούδια. Αλλά αυτά μόνο τα εξωτερικά στοιχεία είναι η μόνη βοήθεια που μας δίνει η δημιουργός τους για να προσδιορίσουμε το φύλο του καθενός. Σε πολλές περιπτώσεις, στις περισσότερες, δεν μας τα δίνει ούτε αυτά. Και σε κάποιες λίγες περιπτώσεις, λες και προσπαθεί ηθελημένα να μας μπερδέψει: όπως για παράδειγμα στο ζευγάρι “Τούφιν και Τίφιν”, ή με το ντύσιμο των Χέμουλιν, που δεν φορούν παρά μόνο φούστες.
Μούμιν: η Τούβε Γιάνσον και τα βιβλία
Το πρώτο βιβλίο με τα Μούμιν, Τα Μούμιν και η Μεγάλη Πλημμύρα, κυκλοφόρησε το 1945. Αλλά η αναγνώριση ήρθε με την κυκλοφορία του Κομήτη στην Κοιλάδα των Μούμιν το 1946 και της Αστείας Οικογένειας Μούμιν δυο χρόνια αργότερα. Τα βιβλία γρήγορα μεταφράστηκαν στα αγγλικά και σε άλλες γλώσσες και η διεθνής σταδιοδρομία των Μούμιν άρχισε – και μαζί της η ανοδική πορεία προς τη δόξα. Από το 1952 ως το 1970 η λονδρέζικη Evening News δημοσιεύει καθημερινά μια ιστοριούλα των Μούμιν σε comicstrip. Γραμμένα στα σουηδικά τα οχτώ βασικά βιβλία της σειράς μεταφράστηκαν σε πάνω από τριάντα γλώσσες – ανάμεσά τους στα ισλανδικά, στα περσικά, στα ουκρανικά και στα ουαλικά. Η Τούβε Γιάνσον πέθανε τον Ιούνιο του 2001. Για το συγγραφικό και καλλιτεχνικό της έργο τιμήθηκε με πολλά βραβεία, μεταξύ των οποίων και το Βραβείο Χανς Κρίστιαν Άντερσεν, που της δόθηκε το 1966 από την ΙΒΒΥ για το έργο της στον τομέα του παιδικού βιβλίου γενικά, καθώς και δύο χρυσά βραβεία από τη Σουηδική Ακαδημία.
Τα βιβλία που κυκλοφορούν στα Ελληνικά από τις Εκδόσεις Πατάκη:
Το καπέλο του μάγου Μουμέρλιν: Η άνοιξη φτάνει στην Κοιλάδα των Μούμιν και μαζί της φέρνει και το μαγικό καπέλο του Μεγάλου και Τρανού Μουμέρλιν. Το βρίσκουν ο Μούμιν και οι φίλοι του, ο Σνούφκιν και ο Σνίφιν, στην κορυφή του λόφου και το παίρνουν σπίτι. Μα όταν το χρησιμοποιούν ως καλάθι αχρήστων, διαπιστώνουν πως τα σκουπιδάκια που ρίχνουν μέσα του μεταμορφώνονται σε μικρά μαλακά συννεφάκια, που μπορούν να τα καβαλικέψουν και να πετάξουν! Μα δεν αργούν να καταλάβουν πως ό,τι (και όποιος) μπαίνει μέσα στο καπέλο του Μάγου αλλάζει μορφή! Κι όταν ο Μούμιν φοράει το καπέλο στο κεφάλι του, μεταμορφώνεται και γίνεται ένας Μούμιν αλλιώτικος, που κανείς δεν τον γνωρίζει.
Καλοκαιρινή μπόρα: Όταν η Κοιλάδα πλημμυρίζει και το σπίτι τους βρίσκεται κάτω από το νερό, η οικογένεια Μούμιν αναγκάζεται να βρει …άλλο σπίτι. Κι ευτυχώς: εκεί που είναι σκαρφαλωμένοι στη σκεπή τους για να σωθούν, ένα πελώριο σπίτι περνάει πλέοντας από δίπλα τους. Ένα σπίτι περίεργο, γεμάτο παράξενα πράγματα κι αλλόκοτους θορύβους και μυστήρια δωμάτια. Οι Μούμιν, όμως, θα ταξιδέψουν μ’ αυτό – κι όχι μόνο πάνω στο νερό. Όταν το καινούριο σπίτι σταματά στην ακτή, ο Μούμιν και η δεσποινίς Σνόρκιν αποφασίζουν να περάσουν μια νύχτα στη στεριά. Μα ξυπνώντας την άλλη μέρα το πρωί, το σπίτι έχει γίνει άφαντο. Η Μαμά Μούμιν κοντεύει να τρελαθεί από την ανησυχία της. Μα ο Μπαμπάς Μούμιν καταστρώνει ένα θαυμάσιο σχέδιο για να ξαναβρεθούν όλοι μαζί.
Θαλασσινό ταξίδι: Είναι δυνατόν; Μπορούν ποτέ τα Μούμιν να εγκαταλείψουν την Κοιλάδα τους; Το σπίτι τους το αγαπημένο; Και όμως: ακόμα και μια οικογένεια σαν αυτήν χρειάζεται κάποια στιγμή την αλλαγή του ταξιδιού. Όλοι μαζί, λοιπόν, φεύγουν και πηγαίνουν να ζήσουν σ’ ένα μικρό νησάκι στη μέση της θάλασσας. Σ’ ένα νησί όπου δεν υπάρχει τίποτα, παρά μόνο ένας φάρος. Στο καινούργιο τους σπίτι θα δυσκολευτούν, θα βολευτούν, θα κάνουν πράγματα που δεν μπορούσαν και δεν τολμούσαν να κάνουν στην Κοιλάδα. Εξερευνώντας κι ανακαλύπτοντας το καινούργιο τους σπίτι η οικογένεια ανακαλύπτει και πολλά αναπάντεχα πράγματα για τον ίδιον τον εαυτό της. Ο Μούμιν θα γνωρίσει καλύτερα τη Μόρα, η Μαμά Μούμιν θα αρχίσει να ζωγραφίζει, ο Μπαμπάς Μούμιν θα μελετήσει τα μυστήρια της θάλασσας και η Μικρή Μυ θα ξεδιαλύνει το αίνιγμα του εξαφανισμένου φαροφύλακα.
Κομήτης στην κοιλάδα: Ένας κομήτης σκίζει το διάστημα ίσια καταπάνω στη Γη και κανείς δεν ξέρει πώς να σωθεί! Θα καταστρέψει τους πάντες και τα πάντα; Ο Μούμιν αποφασίζει να ψάξει το θέμα, να προσπαθήσει να βρει λύση. Μαζί με τον Σνίφιν ξεκινούν και ρίχνονται με τα μούτρα σε μια περιπέτεια, που θα είναι σίγουρα γεμάτη κινδύνους και υποσχέσεις. Ο Σνούφκιν θα τους συναντήσει και όλοι μαζί θα φτάσουν ως το Αστεροσκοπείο, στην κορυφή των Μοναχικών Βουνών, για να ρωτήσουν τους σοφούς καθηγητές και να μάθουν για τον Κομήτη. Στον δρόμο τους συναντούν κροκόδειλους, θησαυρούς και τα αδέρφια Σνόρκιν. Και μαθαίνουν ότι ο Κομήτης δεν θα πέσει σε κάποιο μακρινό σημείο της Γης, αλλά ακριβώς… στην Κοιλάδα των Μούμιν!
Κι ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον άρθρο για τα Μούμιν, για τους αγγλομαθείς της παρέας μας, από τη Guardian εδώ!