Η πιο δύσκολη στιγμή μου ως μητέρας ήταν όταν έπρεπε να εξηγήσω στην τετράχρονη κόρη μας γιατί δεν θα ξαναδούμε ποτέ την αγαπημένη φίλη μου που χάθηκε τόσο άδικα στα 35 της χρόνια. Δεν ήταν μόνο μέρος της δικής μου ζωής, ήταν μέρος της ζωής όλων μας, νονά του ενός έτους γιου μου, φίλη, αδερφή. Το πένθος βαρύ κι το να μιλήσω στην κόρη μου γι αυτό φαινόταν ακατόρθωτο: ότι θα το έκανε αληθινό και μη αναστρέψιμο. Χίλιοι φόβοι, μην τη φοβίσω , μην τραυματιστεί. Σκέφτηκα λοιπόν, τώρα που η πρώτη μπόρα έχει περάσει, να μοιραστώ μαζί σας ότι γνώση κέρδισα από αυτή την εμπειρία. Όχι σαν επαγγελματίας τόσο, περισσότερο σαν μαμά που πονάει για το χαμό ενός αγαπημένου ανθρώπου.
Η πρώτη μου τάση και σκέψη ήταν να κρατήσω όλο τον πόνο μακριά από τα παιδιά μου, να προσποιηθώ μπροστά τους ότι όλα είναι καλά. ‘Όμως οι μέρες περνούσαν, σκόρπιες κουβέντες εδώ κι εκεί, η Όλγα δε θα μας ξαναεπισκεπτόταν, δεν θα ζωγράφιζε παγωτά στην κόρη μου, δε θα έπαιρνε ξανά αγκαλιά το μικρό να τον ταΐσει και να τον κοιμίσει. Εγώ και ο άντρας μου βυθισμένοι σε απέραντη θλίψη, σοκαρισμένοι, χωρίς ενέργεια. Πώς να τα κρύψεις όλα αυτά από τα παιδιά; Μιλάω με μία συνάδελφο και μου λέει : μην το καθυστερείς άλλο, μην προσποιείσαι, γιατί μαθαίνεις στα παιδιά κάτι ψεύτικο, θα μπερδευτούν με τα ψεύτικα χαμόγελα. Νοιώθω κι εγώ ότι έχει έρθει η ώρα. Καθόμαστε και με τα δύο παιδιά στο σαλόνι, εκεί που είναι τα παιχνίδια τους και της λέω μια ιστορία: ότι η Όλγα ήταν λίγο άρρωστη και πονούσε , και τώρα έφυγε, πήγε σε ένα ωραίο μέρος , γεμάτο λουλούδια, όπως το σπίτι που έφτιαξαν τα τρία μικρά λυκάκια στο αγαπημένο της παραμύθι. Σε ένα μέρος που μοσχοβολάει. Και δε θα την ξαναδούμε πια, είναι πολύ μακριά και δε θα ξαναέρθει. Σιωπή…Θα τη σκεφτόμαστε όμως και θα την αγαπάμε. ‘Μαμά εγώ την αγαπάω και θέλω να τη βλέπω’ μου λέει. Και μετά από λίγο: ‘ και τώρα δεν πονάει πια ε;’ Μιλάει συχνά από τότε για εκείνην και μου λέει πολλά , της το λέω κι εγώ ότι μου λείπει. Μια μέρα είπε στο μπαμπά της, ‘Μπαμπά είσαι λυπημένος ; Γιατί επειδή δε βλέπεις την Όλγα;’
Τώρα τρεις μήνες μετά, μια μέρα στο προνήπιο τα παιδιά βρήκαν ένα νεκρό περιστέρι. Το πήρε η δασκάλα και το πέταξε, μου είπε η μικρή. Μέρες μετά με ρωτάει: ‘Μαμά, τι σημαίνει πέθανα;’ Και μετά από όλα αυτά πάλι μου είναι δύσκολο να το εξηγήσω. Της λέω για τα ζώα και τα πουλιά , ότι κάποια στιγμή σταματούν να πετούν και να κελαηδούν και φεύγουν από αυτό το μέρος και πάνε σε ένα άλλο μακρινό, να ξεκουραστούν και δεν ξαναέρχονται εδώ. Μεγαλώνοντας θα ενώσει τα κομμάτια , και θα προσπαθήσω να είμαι κοντά της, να ακούσω, να απαντήσω στις απορίες , να ησυχάσω τις ανησυχίες και να είμαι όσο πιο αυθεντική και ειλικρινής μπορώ. Δεν έχω συμβουλές να δώσω. Το μόνο που έχω είναι αυτή η εμπειρία και τη μοιράζομαι μαζί σας μήπως και βοηθήσω κάποιον σε αντίστοιχη θέση.
Η Κατερίνα Καρασάββα είναι Ψυχολόγος/ Ψυχοθεραπεύτρια και μπορείτε να τη βρείτε στο www.en-dia-ferw.blogspot.gr