ΣΕ ΠΟΙΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΠΡΕΠΕΙ Ο ΓΟΝΙΟΣ ΝΑ ΑΠΕΥΘΥΝΘΕΙ ΣΕ ΠΑΙΔΟΨΥΧΟΛΟΓΟ;

παιδοψυχολόγοΣας προκαλεί άγχος η ιδέα και μόνο να απευθυνθείτε σε παιδοψυχολόγο; Μάλλον πρέπει να αναθεωρήσετε. Και να απενοχοποιήσετε τον παιδοψυχολόγο, διότι είναι ένας επαγγελματίας υγείας που έχει εκπαιδευτεί να στηρίζει, εφόσον είναι αναγκαίο, το παιδί και φυσικά τον οικογενειακό του περίγυρο. 

Συχνά πολλοί γονείς σήμερα αισθάνονται ότι δεν μπορούν, ή δε θέλουν, ή δεν ξέρουν να χειριστούν κάποια θέματα που αφορούν το παιδί τους. Δεν είναι συχνό όμως να ζητούν βοήθεια και συμβουλές από ειδικό για ό,τι σχετίζεται με τον γονεϊκό τους ρόλο. Άγνοια, φόβος, προκαταλήψεις, αγκυλώσεις μετατρέπονται σε αόρατα αλλά ισχυρά προσκόμματα που υψώνονται εμπρός στους γονείς σήμερα, εμποδίζοντας έτσι πολλές φορές και το χτίσιμο μιας στερεής σχέσης με το παιδί τους. Το Τaλκ απευθύνθηκε στην ειδικό, την ψυχολόγο-ψυχοθεραπεύτρια παιδιών και εφήβων Εύη Αθανασιάδου για να ξεδιαλύνει το κουβάρι των αποριών, των μύθων και των ανακριβειών που συσχετίζονται με τον παιδοψυχολόγο και τον ρόλο του.

Πότε πρέπει να απευθυνθούμε σε ειδικό

Η ανατροφή των παιδιών γεμίζει τους γονείς με χαρά και ικανοποίηση, ωστόσο είναι μια διαδρομή γεμάτη από προκλήσεις και απρόβλεπτες καταστάσεις – και σε κάθε περίπτωση μια διαδρομή μοναδική για κάθε οικογένεια. Κάποιοι τη διανύουν χωρίς βοήθεια, κάποιοι μπορεί να χρειαστεί να κάνουν στάσεις ή παρακάμψεις, να ζητήσουν συμβουλές, ή να σκεφτούν τα επόμενα βήματά τους. Οι δάσκαλοι, οι φίλοι με παιδιά, οι συγγενείς, οι παππούδες και οι γιαγιάδες αποτελούν ένα άτυπο υποστηρικτικό δίκτυο, τα… πιτς αυτής της μακράς διαδρομής. Η αναζήτηση της γνώμης και κάποιου ειδικού, όπως του ψυχολόγου, του παιδοψυχολόγου, του ψυχοθεραπευτή, είναι μια καλή λύση, αλλά δεν αφορά όλους τους γονείς. Δεν μπορεί να αφορά όλους τους γονείς. Αυτό που μπορεί να φαίνεται βουνό στον έναν, να φαντάζει ήσσονος σημασίας θέμα για τον άλλον. Στόχος του ειδικού δεν είναι να υποκαταστήσει, να ακυρώσει τους γονείς, αλλά να τους υποστηρίξει και να τους βοηθήσει να κατανοήσουν καλύτερα τι συμβαίνει στο παιδί τους ως ειδικός και ως ένας ουδέτερος τρίτος που μπορεί να δει πιο καθαρά αφού δεν εμπλέκεται στα σενάρια και τους οικογενειακούς μύθους.

«Κάποιοι γονείς θέτουν ερωτήματα τα οποία έχουν να κάνουν με καθημερινά θέματα του γονεϊκού ρόλου τους, π.χ. πώς να βάλουν όρια στα παιδιά, εάν πρέπει να τα τιμωρούν και γιατί, πώς να αντιμετωπίσουν δύσκολες συμπεριφορές στο σπίτι ή στο σχολείο» λέει η δρ Αθανασιάδου. Πίσω από τα αγωνιώδη ερωτήματα των γονιών σε βασικά καθημερινά ζητήματα, κρύβεται κάποιες φορές, σύμφωνα με την ειδικό, η συναισθηματική αδυναμία τους να αποδεχτούν ότι το παιδί τους μεγαλώνει, αντιδρά, αλλάζει, διαμορφώνει μία προσωπικότητα διαφορετική από τη δική τους αλλά και από τις όποιες προσδοκίες τους. «Μερικές φορές οι γονείς λένε πως αισθάνονται ότι έχουν μπροστά τους έναν ξένο, που δεν τους ακούει, συμπεριφέρεται ανεξήγητα και ακατανόητα και τους απογοητεύει. Κάποιοι άλλοι έρχονται γιατί έχουν ανάγκη να ακούσουν ότι είναι αρκετά καλοί γονείς και ότι αυτό είναι αρκετό. Η σιγουριά  στον ρόλο τους, η δυνατότητα να αναγνωρίσουν τα λάθη αλλά και τα καλά στοιχεία της σχέσης με το παιδί τους, τους κάνει πιο αποτελεσματικούς και στα μικρά αλλά συχνά βασανιστικά ζητήματα της καθημερινότητας», περιγράφει την κατάσταση των γονιών που της ζητούν βοήθεια και υποστήριξη η κυρία Αθανασιάδου.

Όμως κάποιες φορές το ερέθισμα των γονιών για την επίσκεψη σε έναν παιδοψυχολόγο είναι πιο έντονο – και δεν προέρχεται από την άσκηση του γονικού τους ρόλου, αλλά από το ίδιο το παιδί. Οι γονείς βλέπουν ένα παιδί που μπορεί να δυσλειτουργεί στο σπίτι, στο σχολείο, που γίνεται επιθετικό ή είναι στενοχωρημένο, που δεν μπορεί να ευχαριστηθεί τη σχέση με τους φίλους, τους γονείς, τα αδέρφια του. «Τότε αναζητούν βοήθεια, κυρίως αν τα συναισθήματα αυτά εκφράζονται με προκλητική  συμπεριφορά, αντίδραση στο σχολείο και γενικότερα συμπεριφορές που ‘‘ενοχλούν’’ και ‘‘εκθέτουν’’. Όμως υπάρχουν και άλλα σοβαρά γεγονότα που μπορεί να συμβούν στη ζωή ενός παιδιού και να αναστατώσουν όχι μόνο το ίδιο αλλά ολόκληρη την οικογένεια, όπως  θάνατος συγγενικού προσώπου, διαζύγιο, αρρώστια, αλλαγή των συνθηκών ζωής (οικονομική κρίση). Φυσικά, όταν οι γονείς έχουν μία καλή σχέση και επικοινωνία με τα παιδιά τους η ίδια η σχέση λειτουργεί ‘‘προστατευτικά’’  για τον ψυχισμό του παιδιού», εξηγεί η δρ. Αθανασιάδου.

Τα σιωπηλά περιστατικά  

Όση ανάγκη για βοήθεια «ζητεί» ένα επιθετικό και προκλητικό παιδί, άλλη τόση αποζητεί κι ένα κλειστό παιδί που δε φωνάζει και δεν προκαλεί, αλλά είναι ανησυχητικά βολικό, εμφανίζεται απομονωμένο και ενίοτε λυπημένο. «Σε αυτές τις περιπτώσεις, και αφού ο ίδιος ο γονιός προσπαθήσει πρώτα να πλησιάσει συναισθηματικά και με κατανόηση το παιδί του, χρειάζεται να αναζητήσει τη βοήθεια ενός ειδικού» συστήνει η ψυχολόγος. Το πιο σημαντικό είναι γονείς και παιδί να πιστέψουν σε αυτήν τη βοήθεια, να δεχτούν και οι ίδιοι να δουν και να αποδεχτούν τις ενδεχόμενες αδυναμίες τους και να συνεργαστούν όλοι. «Έτσι βοηθάμε και το ίδιο το παιδί να καταλάβει ότι οι ψυχικές δυσκολίες που αντιμετωπίζει δεν αφορούν μόνο το ίδιο, και δεν κρίνεται ούτε ταυτοποιείται ως ‘‘ο ασθενής’’ μίας οικογένειας» τονίζει.

Προσθέτει ότι υπάρχουν κι άλλες πιο ευδιάκριτες καταστάσεις που απαιτούν την παρέμβαση του ειδικού είτε διαγνωστικά είτε θεραπευτικά και αφορούν χρόνιες και σοβαρές αναπτυξιακές διαταραχές, παραμέληση-κακοποίηση, προβλήματα λόγου και μάθησης και άλλες. Για παράδειγμα, ένα παιδί που δεν αναπτύσσεται φυσιολογικά ο λόγος και η επικοινωνία του, που εμφανίζει συχνά παράλογες και περίεργες ιδέες και συμπεριφορές, που δυσκολεύεται στις σχέσεις ή μοιάζει υπερβολικά ανήσυχο και στενοχωρημένο την περισσότερη ώρα, που έχει μειωμένη διάθεση για φαγητό, που αντιδρά με υπερβολικό άγχος σε καθημερινές καταστάσεις…

Σε αυτές τις τελευταίες περιπτώσεις ο ειδικός δεν είναι ενδεδειγμένη «λύση», αλλά αναγκαία. Και είναι περιπτώσεις όπου η μη επίσκεψη στον παιδοψυχολόγο μπορεί να έχει κόστος για το παιδί. Δυστυχώς, όπως λέει η κυρία Αθανασιάδου, υπάρχει σημαντικό ποσοστό γονιών που θα αποφύγει να φτάσει στον ειδικό από φόβο. Από φόβο «ότι ο ειδικός σημαίνει στίγμα ή τρέλα, φόβο ότι οι ίδιοι δεν τα κατάφεραν και ο ειδικός θα γίνει ένας καλύτερος γονιός, φόβο ότι θα αποκαλυφθούν και δικές τους ευαίσθητες πλευρές. Όλοι αυτοί οι φόβοι των γονέων λειτουργούν συχνά ανασταλτικά στο να ζητήσουν και να λάβουν την απαραίτητη βοήθεια».

Όταν ο ψυχολόγος χρειάζεται εξ απαλών ονύχων

Σε κάποιες άλλες περιπτώσεις, όμως, οι γονείς εμφανίζονται πραγματικά μπερδεμένοι ως προς την αναγκαιότητα να απευθυνθούν σε ειδικό, κυρίως όταν πρόκειται για συμπεριφορές που αφορούν βρέφη και νήπια, δηλαδή ηλικιακές φάσεις όπου το παιδί δεν μπορεί ακόμα να εκφράσει με λόγια την ανάγκη του για βοήθεια και τα συναισθήματά του. «Φαίνεται ότι η δυσκολία αναγνώρισης των ψυχικών δυσκολιών σε αυτές τις ηλικίες σχετίζεται και με την πεποίθηση ότι σε τόσο μικρές ηλικίες δεν μπορεί να υπάρχει ακόμα ψυχισμός, το βρέφος δεν αντιμετωπίζεται ως πρόσωπο με συναισθήματα και επιθυμίες και οι σημαντικές δυσκολίες που μπορούν να εμφανιστούν σε ένα νήπιο συχνά υποτιμώνται» λέει η κυρία Αθανασιάδου, τονίζοντας όμως ότι «στην ηλικιακή αυτή φάση 0-5 το παιδί έχει να αντιμετωπίσει μερικά από τα πιο σημαντικά αναπτυξιακά ζητήματα, κρίσιμα και για τη μετέπειτα ζωή του: θηλασμός-απογαλακτισμός, ύπνος, αποχωρισμός, εκπαίδευση τουαλέτας, φίλοι-παιδικός σταθμός».

Για τον λόγο αυτόν είναι πολύ σημαντικό σοβαρές δυσλειτουργίες που μπορεί να εμφανίζονται στην πρώιμη αυτήν φάση να αναγνωρίζονται ως ψυχικές δυσκολίες και να αναζητείται η κατάλληλη βοήθεια σε έναν παιδοψυχολόγο από τους γονείς που αισθάνονται ότι δυσκολεύονται να κατανοήσουν τι συμβαίνει στο μωρό ή το νήπιο και άρα να ανταποκριθούν στις ανάγκες του.

 Με τη συνεργασία της ψυχολόγου – ψυχοθεραπεύτριας παιδιών και εφήβων δρος Εύης Αθανασιάδου

Leave a Reply