24 ΩΡΕΣ ΜΑΜΑ: ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΚΑΣΙΝΤΗ

Χριστίνα ΚασιντήΗ Χριστίνα Κασιντή, εκπαιδευτικός και συγγραφέας του βιβλίου “Οι περιπέτειες μιας σακούλας”, που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις Εκδόσεις Κλειδάριθμος, μιλάει στο Τaλκ για το εικοσιτετράωρό της ως εργαζόμενης μαμάς.

6:30 Το ένα μάτι ανοίγει μόνο του! Σε κλάσματα του δευτερολέπτου ανοίγει και το άλλο –αν θέλει, ας κάνει και αλλιώς!Η μέρα μόλις ξεκίνησε! Καλημέρα!

6:45 Breakfast time! (Α, όλα κι όλα! Το πρωινό πρέπει να  είναι πλούσιο, με ψωμί, βούτυρο, κόρνφλεικς κ.τ.λ! Έμεινε και κάτι να μου θυμίζει τον χρόνο που πέρασα στην Αγγλία!) Πάνω που ετοιμάζομαι να απολαύσω το καλύτερό μου, τη φέτα ζεστό ψωμί με βούτυρο και μέλι, να σου ο ήχος από τις παντόφλες-ζωάκια  που σκουντουφλάνε στον διάδρομο! Η πρώτη άφιξη της ημέρας! Καλώς τον! «Καλημέρα, μαμά!» «Καλημερούδια, Αντρίκο μου!» Αγκαλιάζω τον μικρούλη μου. Η φέτα με το ψωμί κρυώνει στο πιάτο.

7:30 «Ζ, ζ, ζύμη, ζάχαρη, Ζαχαρίας», γράφει ο Ανδρέας στο κόκκινο τετράδιο. Έχει στρωθεί να τελειώσει την αντιγραφή που του έμεινε από χθες. Πάντα κάτι μένει για την επόμενη μέρα. «Την αντιγραφή αύριο, με πόνεσαν τα μάτια μου!» παραπονιέται το βραδάκι μετά την τηλεκπαίδευση. «Πρόσεχε τα γράμματά σου! Άντε και  σήμερα, όταν τελειώσουμε, θα πάμε εκείνη τη βόλτα στην παραλία που σου χρωστάω με τον φίλο σου, τον Γιαννάκη!» του λέω. Πόσο τη χρειάζομαι και εγώ αυτή τη βόλτα στην παραλία! Ο Ανδρέας μου σκάει ένα χαμόγελο. «Λες να προλάβουμε σήμερα, μαμά;» Τα γράμματα ισιώνουν και μικραίνουν σαν να τα άγγιξε μια νεράιδα με το μαγικό της ραβδί. «Καλημέρα! Ήταν ανάγκη να με ξυπνήσετε τόσο νωρίς;», εμφανίζεται αγουροξυπνημένος,  με τη φράντζα όρθια, ο μεγάλος μου γιος, που πηγαίνει στο γυμνάσιο.

8:10 Η ώρα πέρασε. Ευτυχώς, η αντιγραφή έλαβε τέλος  πριν λίγο. Ώρα να ξεκινήσω την τηλεκπαίδευση. Δηλαδή, όχι μόνο εγώ, αλλά και ο γιος μου και ο σύζυγος. Τρεις τηλεκπαιδεύσεις «τρέχουν» παράλληλα στο σπίτι μας! Ποιος στη χάρη μας! Οι καταστάσεις με τα ονόματα των μαθητών μπροστά μου, τα βιβλία δίπλα. Πριν μπω στη διαδικτυακή τάξη, ρίχνω μια ματιά στο παράθυρο πίσω μου.Ο ήλιος ψηλαφίζει τα φύλλα των δέντρων και ουδόλως ασχολείται μαζί μου.Έκαστος εφ’ ω ετάχθη! ‘Start a meeting!’ Κλικ!

10:00 Η μέρα κυλάει κανονικά. Όσο κανονικά, δηλαδή, μπορεί να κυλήσει, όταν απέναντί σου είναι στημένη μια οθόνη υπολογιστή αντί για τα πρόσωπα των μαθητών σου. «Καλημέρα, παιδιά!Πώς είστε;» ρωτάω την τάξη της τρίτης ώρας. «Καλημέρα, κυρία! Ποτέ δε φανταζόμουν ότι θα έφτανε η μέρα που θα παρακαλούσα τη μητέρα μου να με πάρει μαζί της στο σουπερμάρκετ για να βγω λίγο έξω!» μου λέει τον πόνο της η Σοφία που πάει στην πρώτη γυμνασίου. Σε μια πρόταση αποτυπώνει  το παράλογο της εποχής που ζούμε.

14:00 Το μάθημα μόλις τελείωσε! Τα παιδιά μου πήραν μεσημεριανό. Σε λίγο ξεκινάει η τηλεκπαίδευση του μικρού στο δημοτικό! Φέρνει τα τετράδια και τα βιβλία του και παίρνει θέση μπροστά στον υπολογιστή. Κατεβάζω λίγο την κουρτίνα. Ο ήλιος  μου πέφτει βαρύς έτσι όπως λάμπει σήμερα. Δεν ξέρω γιατί. Ή μάλλον ξέρω.

15:00 Οι μαθητές  εξασκούνται  στο καινούργιο μάθημα της γλώσσας. Το μολύβι του Ανδρέα παίρνει φωτιά για να αντιγράψει τις λέξεις από την οθόνη, αλλά τα γράμματα δεν υπακούουν! Πηδάνε πάνω από τις γραμμές και κάνουν τσουλήθρα στα περιθώρια «Μαμά, έλα γρήγορα!θέλω να σε ρωτήσω  κάτι!» φωνάζει και ορμάει αγχωμένος στην κουζίνα όπου ετοιμάζω το αυριανό φαγητό. Παρατάω το σπανάκι στο νεροχύτη  και  τρέχω. Το σπανάκι  μπορεί να περιμένει.

15:20 Έρχεται το διάλειμμα! Ο μικρός αρπάζει ένα παζλ. Γυρνάει την πλάτη του στον υπολογιστή και κοιτάζει έξω από το παράθυρο. «Ωραία μέρα έχει! Τηλεφώνησε στον Γιαννάκη να πάμε στην παραλία! Σε  λίγο τελειώνουμε!»

17:00 Τελευταία ώρα και Μελέτη Περιβάλλοντος. Ο ήλιος έχει βάψει με παραμυθένια χρώματα τη φύση γύρω. «Κοιτάξτε, παιδιά, τι όμορφο ηλιοβασίλεμα φαίνεται από το παράθυρο του Ανδρέα που ζει κοντά στη φύση!» θαυμάζει  η δασκάλα του. Σε λίγο, ο ουρανός μουτζουρώνεται. Σουρουπώνει. Το μάθημα τελειώνει. Ο μικρός  τρέχει  για να προλάβει να κάνει έναν γύρο στην αυλή με το ποδήλατο. Από το ολότελα… «Ούτε σήμερα καταφέραμε να πάμε βόλτα στην παραλία με τον Γιαννάκη, μαμά!» μου πετάει απογοητευμένος, πριν κλείσει  φουριόζος την πόρτα πίσω του. Έχει δίκιο. Εν καιρώ κορονοϊού,  η βόλτα στην παραλία δεν είναι εύκολη υπόθεση.

20:00 Τα παιδιά στρώνονται για βραδινό, ενώ εγώ ετοιμάζω ασκήσεις για τον Απλό Αόριστο. «Άλλη φορά που θα φτιάξεις πίτσα, μαμά, να προσέξεις  το ζυμάρι να είναι πιο λεπτό!» σχολιάζει ο μεγάλος μου γιος που έχει εμπλουτίσει τις γνώσεις του στη μαγειρική παρακολουθώντας τον Μποτρίνι στο YouTube. «Ναι, μαμά, έχει δίκιο ο Μιχάλης», συμμερίζεται την άποψή του μπουκωμένος ο μικρός, μια από τς σπάνιες φορές που συμφωνούν. «Έβαλες  ελιές; Είναι δυνατόν;;;» ρωτά έκπληκτος ο μεγάλος σε λίγο, κοιτώντας την ελιά στην πίτσα σαν να βλέπει εξωγήινο. «Ναι, γιατί να μη βάλει; Aφού εμένα μου αρέσουν!» απαντά προκλητικά ο Ανδρέας και τότε αρχίζουν τα όργανα… Ο τελευταίος καβγάς την ημέρας! Κυνηγιούνται μέσα στο σπίτι,  δυο μαξιλαράκια του καναπέ ίπτανται και ο καυγάς τελειώνει, το ίδιο ξαφνικά  όπως άρχισε. Τώρα στρώνονται μαζί να παρακολουθήσουν το αγαπημένο τους σίριαλ στην τηλεόραση, ο μικρός καλικούτσα στον μεγάλο πάνω στον πολύπαθο καναπέ-τραμπολίνο του καθιστικού.

22:30 Κοιτάζω το τετράδιο μπροστά μου. Τα παιδιά έχουν πέσει  για ύπνο. Ηρεμία! Αδύνατον, όμως, να τελειώσω το καινούργιο παραμύθι απόψε. Οι ιδέες περνάνε ξώφαλτσα. Ας διαβάσω λίγες σελίδες από το βιβλίο που άρχισα προχθές για να χαλαρώσω. Αύριο θα τελειώσω το παραμύθι μου. Αύριο θα πάμε και τη βόλτα στην παραλία με τον Ανδρέα. Αύριο ξημερώνει μια καινούργια μέρα.

Leave a Reply