ΚΑΛΟ ΤΑΞΙΔΙ, ΔΑΣΚΑΛΕ ΜΟΥ…

Είμαι 15 χρόνων, καθισμένη στη μια από τις δυο τεράστιες καφέ δερμάτινες βαθιές πολυθρόνες, κοιταζόμαστε στα μάτια, δεν μιλώ. Παρακολουθώ τη μορφή του  με κομμένη ανάσα. Να μη χάσω ούτε έναν ήχο, να μη χάσω ούτε μια κίνηση στο πρόσωπο αυτού του ανθρώπου που κρατούσε τα μυστικά όλου του κόσμου. Έσπασε τη σιωπή πρώτος. «Μου είπε η μητέρα σου πως θες να μιλήσουμε για κάτι…» (Η μητέρα μου γνώριζε τον Ματθαίο Γιωσαφάτ ήδη χρόνια πριν ως γιατρός και ευαισθητοποιημένη με τα ψυχοκοινωνικά δρώμενα).  «Να, έχω μια επιθυμία και δεν μου φεύγει και θα ήθελα να με καθοδηγήσετε… Θέλω να γίνω θεραπεύτρια, από τα 13 θέλω. Είμαι σίγουρη, δεν νομίζω πως θέλω να κάνω κάτι άλλο σε αυτή τη ζωή, έχω όμως μπερδευτεί, σε σχέση με το που θα ήταν καλύτερο να σπουδάσω. Σε ποιο πανεπιστήμιο; Θέλω να είμαι θεραπεύτρια. Και ήθελα να σας δω για να με βοηθήσετε». 

Με κοίταξε και χαμογέλασε, είχε φυσικά καταλάβει πως ήθελα απλά να τον γνωρίσω από πολύ κοντά (ως τότε τον έβλεπα ως κόρη μιας γιατρού που επόπτευε) και πως η ανάγκη μου είχε να κάνει περισσότερο με το να επιβεβαιώσω πως με κάποιο τρόπο θα τον είχα στη ζωή μου στα επόμενα μου βήματα, είχε τα χέρια σταυρωμένα, ελευθέρωσε το ένα χέρι και έκανε μια χαρακτηριστική κίνηση: «Έχεις μια επιθυμία, έχεις ένα άστρο, η επιθυμία σου είναι το άστρο σου. Θα γίνεις θεραπεύτρια αλλά δεν θα γίνεις πότε καλή αν δεν γίνεις πρώτα θεραπευόμενη. Θεραπευτής πεπειραμένος είναι ο πεπειραμένος θεραπευόμενος! Μην το ξεχνάς ποτέ αυτό! Φύγε τώρα και όταν έρθει η ώρα και ξεκινήσεις τις σπουδές σου να μου τηλεφωνήσεις».

Ήξερα από μικρή πως θα σπουδάσω ή στην Αγγλία ή στην Ιταλία. Τελικά, βρέθηκα στην Ιταλία, το νούμερο του γραφείου του ήταν πρώτο στη λίστα. Σε κάθε δυσκολία μου, σε κάθε επιλογή θεραπευτή και θεραπευτικής προσέγγισης, σε κάθε αγωνία μου ήταν εκεί. Με το λιγοστό του χρόνο, μα με την απέραντη ψυχή του, ήταν δίπλα μου. Αργότερα θα μου έλεγε: «Σε συμπάθησα, μου θύμησες εμένα εκείνη την ημέρα που ήρθες την πρώτη φορά. Είσαι πεισματάρα, καλή πεισματάρα».

Τελείωσα τις σπουδές, στο κρατικό πανεπιστήμιο της Πάρμα, ήταν και εκεί δίπλα μου στη μεγάλη μου αγωνία, στο δίλημμα, να μείνω εδώ ή να έρθω εκεί; Στα 26 επέστρεψα τελικά στην Ελλάδα, αφού σιγούρεψα μέσα μου πως δεν ήθελα να ξεκινήσω μια ακαδημαϊκή πορεία (άσ’ τη για αργότερα, είχε πει). Ξεκίνησα πλάι του ομαδική θεραπεία, ατομική, εποπτεία και εκπαίδευση. Ήθελα όλα να τα κάνω μαζί του, είχα εμπειρία από θεραπεία σε όλα τα φοιτητικά μου χρόνια με διάφορους θεραπευτές ολοκληρώνοντας διάφορους κύκλους. Ο Δάσκαλος μου, ο πνευματικός μου πατέρας τα ενσωμάτωνε όλα. Ήθελα να γεμίσω την ψυχή μου με όλα όσα είχε να με διδάξει. Γνώριζα πως είχε να προσφέρει ανεξάντλητους θησαυρούς. Όλα όσα είχε να μου δώσει ήθελα να τα πάρω.

«Θέλω να κάνω ομάδες, αλλά μου λένε όλοι πως είναι νωρίς. Και αν δεν τα καταφέρω;» Έτσι του είχα πει σε μια ατομική εποπτεία. «Έχεις καρέκλες; Αν δεν έχεις καρέκλες είναι πολύ νωρίς. Μόλις πάρεις ξεκίνα», έτσι μου είχε πει εκείνο το Σεπτέμβρη του 2009. Γενάρη του 2010 είχα τις καρέκλες και την πρώτη μου ομάδα. Όταν ολοκλήρωσα την εκπαίδευση και αφού είχε εποπτεύσει και την εργασία μου με κάλεσε στο τηλέφωνο και μου είπε: «Για να σε δω τώρα τι σκαμπάζεις, θα έρθεις να κάνουμε μαζί μια οικογενειακή θεραπεία». Έτρεμα σαν το ψάρι, εκείνος δεν μιλούσε, με άφησε να ξεκινήσω τη διαδικασία. Πέρασε το τρέμουλο, έφυγε η οικογένεια και μου είπε: «Φύγε, σε εμπιστεύομαι, μπορείς».

Πέρασαν τα χρόνια και συνέχισε να είναι δίπλα μου. Ήξερε πάντα τι κάνω, ήξερα πάντα τι κάνει. Χάρηκε με τον ερχομό της κόρης μου και μου έδινε δύναμη πάντα στις δυσκολίες. Ήταν εκεί για όλους μας, ήταν εκεί για να μας ακούει, για να μας συναισθάνεται, για να μας δίνει απλόχερα τα ανεκτίμητα της ψυχής του. Δεν χωρούν οι λέξεις το μεγαλείο του έργου του. Δεν μπορώ να φανταστώ αυτόν τον άνθρωπο πουθενά αλλού, παρά μόνον στον τόπο της ψυχής. Έχει διαμορφώσει, ημερέψει, φροντίσει, γεμίσει και πλουτίσει τις ψυχές όλων όσοι είχαν την ευλογία να είναι δίπλα του! Αναγνωρίζω ακόμα στον τρόπο που δουλεύω τις κινήσεις του, τα αστεία του, τις παύσεις του, το βλέμμα του… Δάσκαλε μου υπέροχε, κάποτε, όταν έκλαιγα απαρηγόρητη για τον θάνατο της γιαγιάς που με μεγάλωσε, μου είχατε πει: «Δεν φεύγουν οι άνθρωποι που αγαπάμε και που έχουν ανθήσει μέσα μας, συνεχίζουν να ζουν μέσα από εμάς και η ψυχή τους μας φωτίζει από το υπερπέραν». Δάσκαλε, έχετε ανθήσει μέσα μου χρόνια τώρα, και οι ανθοί σας έχουν ανθίσει μέσα στις ψυχές των θεραπευόμενών μου και όσο ζω αυτοί οι καρποί θα συνεχίσουν να ανθίζουν! 

Σας είμαι ευγνώμων για όλα, μα πιο πολύ σας είμαι ευγνώμων γιατί μου μάθατε αυτό: «Ο θεραπευτής είναι ένας απλός άνθρωπος που ακολουθεί ένα αστέρι. Που το αστέρι του δεν σβήνει αν η επιθυμία το γεμίζει με ζωή. Είναι ένας άνθρωπος που πονά, γελά, κλαίει, πέφτει, σηκώνεται, σκέπτεται, ματαιώνει και ματαιώνει, μα πάνω από όλα επανορθώνει και είναι σε σύμπνοια με την πραγματικότητα. Ο θεραπευτής είναι ένας άνθρωπος και η θεραπευτική διαδικασία έχει νόημα μόνον αν ο άνθρωπος αυτός είναι καθαρός και ικανός να δεσμευτεί αληθινά και ανθρώπινα».

Ευχαριστώ, αγαπημένε μου, καλό ταξίδι στην ψυχή σας, θα φροντίζω και θα καλλιεργώ τους καρπούς που μας αφήσατε, τόσο απλόχερα και ευλογημένα, κάθε στιγμή μέσα μου! Αιώνια ευγνώμων…

Η Σουζάνα Παπαφάγου είναι κλινική ψυχολόγος-οικογενειακή ψυχοθεραπεύτρια. 

Leave a Reply