ΓΙΑΓΙΑ ΕΞ ΑΠΟΣΤΑΣΕΩΣ

γιαγιάΗ Βασιλική είναι εδώ και… μισό αιώνα full-time μαμά δύο αγοριών, ενώ εδώ και δεκαέξι χρόνια είναι και part-time, όπως χαριτολογεί, γιαγιά. Όμως δεν είναι μια απλή γιαγιά. Είναι μια «σούπερ γιαγιά», full-time παρά τους ισχυρισμούς της, 6 εγγονιών, από 16 έως 2,5 ετών. Αυτή η ανεξάρτητη και δυναμική γυναίκα είχε μέχρι τον Μάρτιο ενεργό ρόλο στην ευρύτερη οικογένειά της.

Όπως τονίζει, θα χρειαζόταν να μας μιλά ώρες ατέλειωτες για το πώς συμμετείχε στην καθημερινότητα των παιδιών της, από τότε που ήταν μικρά μέχρι και σήμερα. «Προσπαθούσα, πάντως, να πράττω το κατά συνείδηση πρέπον επ’ ωφελεία τους, να είναι χαρούμενα και ευχαριστημένα, να μας έχουν παράδειγμα προς μίμηση κι όχι προς αποφυγή… Επεδίωκα μετ’ επιμονής να τους φροντίζω καθημερινά, ώστε να αποδώσουν το μάξιμουμ των δυνατοτήτων τους», συνοψίζει.

Στον νέο της ρόλο, η Βασιλική είναι ξεχωριστή. Αν και αυτό που θεωρούνταν τυπική γιαγιά στις δεκαετίες του ’50 ή του ’70 ή ακόμα και του ’90 μάλλον δεν ισχύει το 2020, δεν παύει να είναι μια μοντέρνα και εκτός στερεοτύπων γιαγιά. «Πάντως ομολογώ πως αν χρειαζόταν να γίνω μια τυπική γιαγιά οποιασδήποτε δεκαετίας, θα το έπραττα ευχαρίστως», συμπληρώνει.

Η ζωή με έξι εγγόνια

Με τα εγγόνια της, η Βασιλική δεν προσπαθεί να εφαρμόσει όσα εφάρμοσε στα δικά της παιδιά. «Υπεύθυνοι είναι οι γονείς τους που αφουγκράζονται καλύτερα τις ανάγκες και το χαρακτήρα  του  παιδιού τους», εξηγεί. Πάντως, κάθε απόγευμα της εβδομάδας ‒πολλές φορές από τη μία και τέταρτο που σχολάει το Δημοτικό‒ ήταν μέχρι τον Μάρτιο αφιερωμένο στα εγγόνια της.  Άλλωστε, από τα νιάτα της ήταν ο… taxi-driver της οικογένειας. Όταν χρειαζόταν, τα πήγαινε και τα έφερνε από και προς τις σχολικές και εξωσχολικές τους δραστηριότητες, ακόμη και σε πάρτι, όταν οι γονείς τους είχαν άλλο πάρτι για κάποιο άλλο παιδί.

«Προσπαθούσα να τα βλέπω όσο το δυνατόν συχνότερα και να μαθαίνω το χαρακτήρα τους και τα θέλω τους», αναπολεί. «Σε αυτές τις άλλοτε μικρές κι άλλοτε μεγάλες διαδρομές, τα γνωρίζω. Κάθε ένα είναι ξεχωριστό· διακρίνω χαρίσματα δικά μου, του πατέρα τους ή ακόμη και του πατέρα του πατέρα τους. Με την έφηβη Άννα, κάθε Παρασκευή μετά το σχολείο, περνούσαμε το απόγευμα μαζί. Είναι ευλογία και χαρά αναντικατάστατη που βίωσα το μεγάλωμά της από το νηπιαγωγείο μέχρι τώρα που είναι δεκαέξι, με απόψεις ενδιαφέρουσες».

Προφανώς, δεν έλειπαν και οι συγκεντρώσεις στο σπίτι της Βασιλικής με tailor made φαγητά για κάθε γούστο. «Σπανακόπιτα και πίτσα χωρίς τυρί για την Άννα, γλυκά χωρίς σοκολάτα για τον Βασίλη, κοτόσουπα για τον Δημήτρη, παστίτσιο για τον Γιώργο, εκλαιράκια για τον άλλο Βασίλη και για τη νεοαφιχθείσα στην οικογένεια Δάφνη… ό,τι καλύτερο». Παρ’ όλα αυτά, η Βασιλική θεωρεί ότι ο ρόλος της στις οικογένειες των παιδιών της δεν είναι αναντικατάστατος. «Είναι κάπως σαν των επειγόντων περιστατικών», εξηγεί, «γιατί γνωρίζουν πως για το οτιδήποτε με χρειαστούν είμαι παρούσα. Προσπαθώ να τους είμαι αρωγός και όχι βάρος και τροχοπέδη».

Σε καραντίνα

Από τότε που ξεκίνησε η πανδημία, με το κλείσιμο των σχολείων, τα παιδιά και τα εγγόνια της Βασιλικής μετακόμισαν στην ‒εντός Αττικής‒ εξοχική τους κατοικία, ώστε να είναι κοντά στη φύση, να έχουν περισσότερο χώρο για να τηλε-εργαστούν και να τηλε-εκπαιδευτούν, αλλά και για να προστατέψουν τη Βασιλική. Από την ημέρα της καραντίνας, λοιπόν, δεν ξαναείδε παιδιά κι εγγόνια, παρά μόνο διαδικτυακά. Κάποια στιγμή ήρθε ο μεγάλος της εγγονός να πάρει τη μαρμελάδα φράουλα που του είχε φτιάξει. Ούτε που τον πλησίασε. Την άφησε μπροστά στη πόρτα, κι εκείνος την πήρε κι έφυγε, ευχαριστώντας μέσα από τη μάσκα.

Προφανώς, η Βασιλική δεν πήγαινε κάθε μέρα για ψώνια, αλλά όταν δεν είχε άλλη επιλογή, καθώς ζει μόνη, έπαιρνε όλα τα μέτρα προστασίας, μάσκα, γάντια, αντισηπτικό, και έβγαινε. Όσο για ελεύθερο χρόνο; Δεν είχε… «Ήταν πολλά πράγματα που είχαν μείνει στην ουρά για να τα ταχτοποιήσω αργότερα. Το αργότερα ήταν εδώ μπροστά μου. Συμπτωματικά, είχα αγοράσει μια ημέρα προ της καραντίνας δύο μεγάλους εξωτερικούς δίσκους, όπου, τις ημέρες του εγκλεισμού, πέρασα όλες τις φωτογραφίες της οικογένειάς μας εις διπλούν. Ένα αρχείο για τον ένα γιο και ένα για τον άλλο».

Απομόνωση δεν ένιωσε η Βασιλική, παρά την αποστασιοποίηση, γιατί καθημερινά μιλούσαν τηλεφωνικά και με βιντεοκλήσεις. Τα παιδιά έκαναν τα μαθήματά τους διαδικτυακά κι αυτό τους άρεσε, ως μία αλλαγή από το αγχωτικό σχολείο. Οι μεγάλοι εργάζονταν διαδικτυακά σε ένα ωραίο περιβάλλον. «Το ότι ήξερα πως περνούσαν καλά, μου αρκούσε. Ίσως γιατί πάντοτε στη ζωή μου, στο βάθος του τούνελ, βρισκόταν ένα “πρέπει” κι όχι ένα “θέλω”. Είχα μάθει να προσαρμόζομαι και επίσης δεν ήθελα να θεωρούν τα παιδιά μου πως έχουν μία μάνα μέσα στη θλίψη και τη στενοχώρια. Η σημερινή οικογένεια έχει να αντιμετωπίσει πολλά προβλήματα. Ας μην προστεθεί και μια μάνα που το παίζει χαροκαμένη ή ανήμπορη».

Αν και η Βασιλική είναι άριστη χρήστης των νέων τεχνολογιών και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, θεωρεί ότι δεν ξέρει τίποτε, συγκριτικά με τα εγγόνια της, που έχουν γεννηθεί μέσα στη τεχνολογία και χρησιμοποιούν εφαρμογές που ούτε μπορεί να τις… αντιληφθεί. «Τους κάνει εντύπωση πώς πηγαίναμε στα ραντεβού με τους φίλους μας χωρίς να έχουμε κινητό να τους λέμε πού ήμαστε και πότε φτάνουμε!» Πάντως, χάρη στο διαδίκτυο και στις γνώσεις της, η επαφή της Βασιλικής με τα παιδιά και τα εγγόνια της διατηρήθηκε. «Μου έστελναν φωτογραφίες ή βιντεάκια, τους έστελνα συνταγές μαγειρικής, μέχρι που γιορτάσαμε και γενέθλια! Τούρτα πραγματική με κεράκια και ποτήρια με ποτό. Το Πάσχα το πέρασα βλέποντας σε βίντεο το αρνάκι να γυρνάει στη σούβλα κι εκείνοι με τη σειρά τους είδαν τον πασχαλινό στολισμό μου. Καινούργια πραγματικότητα, ευπρόσδεκτη για λίγο καιρό. Ίσως για να μάθει και η νεολαία πως το “πρέπει” και το “θέλω” δεν είναι έννοιες ταυτόσημες. Λίγη πειθαρχία καλό θα κάνει σε όλους μας που θεωρούσαμε τα πάντα δεδομένα».

Το μέλλον

Αν ήμασταν ένα πλούσιο κράτος, η Βασιλική θα έλεγε πως τα μέτρα άρθηκαν νωρίς. Αλλά κατανοεί πως έπειτα από μία τεράστια οικονομική κρίση δεν γίνεται να κλειδώσει η χώρα τα πάντα. Και τώρα τι γίνεται; «Νομίζω πως ο τρόπος ζωής μας άλλαξε και δεν το βλέπω να επανερχόμαστε σύντομα, ίσως και  ποτέ, στα παλιά δεδομένα Δεν ξέρω πότε και αν θα  ξαναρχίσουν τα πάρτι των εγγονιών και οι συναθροίσεις των μεγάλων. Ίσως πρέπει να κάνουμε επαναξιολόγηση των μέχρι τώρα συνηθειών μας…», μου απαντά για να επικεντρωθεί στη δική της πραγματικότητα.

«Βεβαίως θέλω να δω τα εγγόνια μου και τα παιδιά μου. Αλλά τώρα όχι. Δεν θέλω να πεθάνω από κορονοϊό, μόνη μου, με πόνους φοβερούς και ασφυξία. Επειδή από ιατρικό λάθος έχω πονέσει ανυπόφορα, δεν θέλω να το ξαναπεράσω. Να… αποχωρήσω, ναι. Κάποτε πρέπει να υπάρχει και η “έξοδος” εκ του ματαίου, πλην ωραίου, κόσμου τούτου. Αλλά να αποχωρήσω… υπό άλλες συνθήκες. Επομένως στο εξής θα κυκλοφορώ με μάσκες, με γάντια και με ό,τι άλλο χρειάζεται. Θα συναντηθούμε με τους δικούς μου όταν δεν θα υπάρχει κίνδυνος. Είναι δύσκολο, αλλά θεωρώ παραλογισμό να θέλω να δω τα εγγόνια μου με κάθε κόστος. Μυαλό διαθέτω ακόμη. Λογικά παιδιά είναι κι εκείνα με λογικούς γονείς. Θα πράξουν τα δέοντα και θα με προσέξουν. Βέβαια, μου έλειψε η παρουσία τους, τα πήγαιν’ έλα, η παρέα τους, οι έξυπνες ατάκες τους, οι καθημερινές  μεταμορφώσεις τους ‒από μωρά με το μπιμπερό, περνώντας από πολλά στάδια, έφτασαν στην προεφηβεία και στην εφηβεία και η μεταμόρφωση συνεχίζεται…

»Οι  ερωτήσεις τους, η άγνοια, η γνώση, η σταδιακή ωρίμαση σώματος και πνεύματος με ευφραίνουν, μου δίνουν ζωή και μια εικόνα του μέλλοντος που μάλλον δεν θα γνωρίσω. Κι αυτό από μόνο του είναι σπουδαίο. Όταν έχω γύρω μου όλα αυτά τα νιάτα, μου λένε όλοι πως τότε λάμπω, πως τότε είμαι διαφορετική, παρά τα εβδομήντα πέντε μου χρόνια. Ίσως επειδή αισθάνομαι πως στην αγκαλιά μου κρατάω τον κόσμο όλο. Μολονότι η καθημερινότητά μου άλλαξε, νομίζω πως είναι εκείνη που πρέπει λόγω των συνθηκών».

Η συζήτησή μας κλείνει με τη Βασιλική να τονίζει ξανά πως δεν έχει μόνο «θέλω» η ζωή, πως χρειάζεται επίσης κόπο και πειθαρχία για να αποκτήσουμε τα «θέλω» που μας αξίζουν. «Στο μπαλκόνι μου έχω φυτέψει λουλούδια διαφορετικών χρωμάτων, έχει γίνει  όαση και τα περιμένει να το χαρούμε όλοι μαζί. Αισιοδοξία: το χάπι των κορονοημερών», συμβουλεύει. Ποιο μήνυμα στέλνει στους δικούς της; «Ελπίζω και αισιοδοξώ πως θα πάνε καλά τα πράγματα. Νομίζω πως κατάλαβαν πως το μέγιστο δώρο είναι η υγεία, η δική μας και όσων αγαπάμε, και γι’ αυτό πρέπει να τη φροντίζουμε. Δεν έχω μήνυμα συμβουλευτικό. Απλά να είναι καλά, χαρούμενοι και ευτυχείς».

Leave a Reply