ΜΙΑ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΗ… ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

Ελληνοτουρκική οικογένειαΗ γενιά μου, αυτή των σημερινών σαραντάρηδων, μεγάλωσε με το στερεότυπο «Καλός Έλληνας-Κακός Τούρκος». Μάλλον λιγότερο από τη γενιά των γονιών μας και σίγουρα περισσότερο από αυτή των παιδιών μας. Το στερεότυπο αυτό, όμως, ίσως λίγο πιο αποδυναμωμένο με την πάροδο του χρόνου, ζει και βασιλεύει. Το έχω ακούσει πολλές φορές, όπως κι ένα σωρό ρατσιστικά σχόλια για σύσσωμο τον τουρκικό λαό. Με αφορμή τη φετινή επέτειο, μίλησα με τη Σοφία για μια διαφορετική… επανάσταση. Εκείνη που έκανε η ίδια και ο σύζυγός της, μια Ελληνίδα κι ένας Τούρκος, όταν ερωτεύτηκαν και παντρεύτηκαν, δημιουργώντας μια ελληνοτουρκική οικογένεια. Σήμερα, έχουν μια κόρη 10 ετών, την οποία μεγαλώνουν χωρίς στερεότυπα και αγκυλώσεις. Η Σοφία επέλεξε να μιλήσει ανώνυμα, γιατί δυστυχώς κανείς από τα πολλά μεικτά ζευγάρια Ελλήνων και Τούρκων δεν θέλει ακόμα να «εκτεθεί» δημόσια για τέτοια θέματα, καθώς ενδέχεται να στοχοποιηθεί και να κατηγορηθεί ότι δεν είναι πατριώτης…

Η γνωριμία, ο γάμος και οι αντιδράσεις

«Γνωριστήκαμε πριν από πολλά χρόνια, στην Τουρκία, στο πλαίσιο ενός προγράμματος ανταλλαγής φοιτητών. Η έλξη ήταν αμοιβαία, τα κοινά πολύ περισσότερα από τις διαφορές και παρά τα όποια εμπόδια η σχέση μας προχώρησε», θυμάται η Σοφία. Η αντίδραση των οικογενειών τους ήταν παρεμφερής.  Και οι δύο πλευρές αντιμετώπισαν αρχικά με δυσπιστία και έκπληξη την απόφασή τους να παντρευτούν, όχι τόσο γιατί δεν συμπάθησαν τον γαμπρό ή τη νύφη αντίστοιχα, όσο γιατί δεν είχε υπάρξει αντίστοιχο προηγούμενο στον στενό οικογενειακό κύκλο. «Στην Ελλάδα, όπως και στην Τουρκία, ο κόσμος δίνει περισσότερη σημασία στο “τι θα πει ο θείος και η θεία” και στο “τι θα πει ο γείτονας” απ’ ό,τι στην ουσία», εξηγεί η Σοφία. «Η απόφασή μας πέρασε από διάφορα στάδια ως προς την αποδοχή από το οικογενειακό περιβάλλον: έκπληξη, άρνηση, εκνευρισμός… Τελικά, μέσα από συζήτηση και επιμονή, το αποδέχτηκαν. Στην πορεία τα πράγματα βελτιώθηκαν. Κάποια στιγμή, οι γονείς του άλλου αρχίζουν να σε βλέπουν ως άνθρωπο, με τα θετικά σου και τα αρνητικά σου, και καταλαβαίνουν ότι το παιδί τους έχει κάνει την επιλογή του και είναι ευτυχισμένο», τονίζει. Η αλήθεια, όμως, είναι, ότι όταν γνωρίστηκαν η Σοφία και ο άντρας της, τα ελληνοτουρκικά ζευγάρια δεν ήταν ό,τι πιο συνηθισμένο ούτε στην Ελλάδα ούτε στην Τουρκία. «Οι άνθρωποι, ωστόσο, πάντοτε ταξίδευαν, γνωρίζονταν, ερωτεύονταν», μας θυμίζει η Σοφία, τονίζοντας παράλληλα ότι στο παρελθόν ήταν προφανώς πολύ δυσκολότερο για μια τέτοια σχέση να καταλήξει σε γάμο, γιατί τα εμπόδια από τις οικογένειες ήταν μεγαλύτερα. Τώρα, με χαρά διαπιστώνει ότι υπάρχουν εκατοντάδες ελληνοτουρκικές οικογένειες και στις δύο χώρες.

Η εγκατάσταση στην Ελλάδα και το παιδί

«Αποφασίσαμε να μείνουμε στην Ελλάδα, γιατί η δουλειά του συζύγου μου ήταν ευέλικτη και του έδινε περιθώρια να εργαστεί σε άλλη χώρα. Επίσης, θεωρήσαμε ότι η Ελλάδα είναι μια όμορφη χώρα για να κάνεις οικογένεια, με καλή ποιότητα ζωής και πιο ήσυχη σε ρυθμούς από την Κωνσταντινούπολη των φοιτητικών μας χρόνων», εξηγεί η Σοφία. «Όταν κάναμε παιδί, πήραμε την απόφαση να έχει ένα τούρκικο και ένα ελληνικό όνομα. Έτσι η κόρη μας πήρε το όνομα της Ελληνίδας γιαγιάς κι ένα τούρκικο όνομα μιας πολύ αγαπημένης μου φίλης, που χάθηκε πρόωρα, “πρωτεργάτριας” στην ελληνοτουρκική φιλία και συνεργασία, καθώς είχε οργανώσει προγράμματα ανταλλαγής και γνωριμίας φοιτητών. Ήταν από τη Σμύρνη, είχε καταγωγή από την Ελλάδα ‒όπως και πολλοί άλλοι Τούρκοι, γεγονός που αγνοούμε‒ και είχε ερωτευτεί κι εκείνη Έλληνα. Λογικά, αν ζούσε ακόμα, θα ήταν μέλος της μεγάλη οικογένειας των ελληνοτουρκικών οικογενειών», συγκινείται η Σοφία.

Αφού η οικογένεια ζει στην Ελλάδα, αποφάσισαν να βαφτίσουν τη μικρή, πιστεύοντας ότι θα είναι καλύτερο για αυτή και για την αποδοχή της από τον κοινωνικό περίγυρο. «Και οι δύο είμαστε αρκετά ευέλικτοι στο θέμα της θρησκείας, τηρώντας τις θρησκευτικές παραδόσεις περισσότερο ως κομμάτι της πολιτιστικής μας ταυτότητας, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Τουρκία. Για παράδειγμα, εδώ θα γιορτάσουμε τα Χριστούγεννα και το Πάσχα οικογενειακά, στην Τουρκία θα βρεθούμε στις παραδοσιακές γιορτές του Μπαϊραμιού. Ωστόσο, η θρησκεία δεν είναι κομμάτι της καθημερινότητας μας, οπότε τα πράγματα είναι ευκολότερα. Αν ένας από τους δύο μας ήταν ενεργά θρησκευόμενος, πιθανόν να υπήρχαν προβλήματα», παραδέχεται η Σοφία.

Η απόφασή τους, πάντως, από τότε που γεννήθηκε η κόρη τους, ήταν ότι θα πήγαινε σε ξένο σχολείο. «Θέλουμε να μεγαλώσει ως πολίτης του κόσμου, να νιώθει ότι πατρίδα της είναι ο κόσμος και η ανθρωπότητα. Επίσης, επειδή η εμπειρία μου από το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα ήταν πικρή, ήθελα να έχει την ευκαιρία να μάθει καλά μια ξένη γλώσσα από μικρή, ώστε να νιώθει άνετα με ανθρώπους από διαφορετικά περιβάλλοντα, χώρες, θρησκείες και να μην την ξενίζει το διαφορετικό. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι στο σχολείο της, όπου έχει αρκετούς ξένους, αλλά και Έλληνες μαθητές, κανείς δεν απορεί με το τούρκικο όνομά της, ενώ όταν βρεθούμε σε ελληνικό περιβάλλον (παιδική χαρά, διακοπές, κ.λπ.) πρέπει να εξηγούμε από πού προέρχεται, να ακούσουμε ένα αυθαίρετο συμπέρασμα από τον συνομιλητή μας ότι το όνομα έχει ελληνικές ρίζες, να του εξηγήσουμε γιατί τη φωνάζουμε έτσι…»

Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις και η Επανάσταση

«Σε ό,τι αφορά την επικαιρότητα, δεν βλέπουμε ειδήσεις στην τηλεόραση, επομένως η κόρη μας δεν είναι εκτεθειμένη σε θέματα πολιτικής, ενώ τα ελληνοτουρκικά δεν συζητιούνται ιδιαίτερα στο σπίτι μας. Αν έχει κάποια απορία θα της εξηγήσουμε, χρησιμοποιώντας τη λογική», σημειώνει η Σοφία, τονίζοντας, όμως, ότι τα παιδιά αυτής της ηλικίας απέχουν ακόμα πολύ από τον φανατισμό των μεγάλων.

Για το θέμα της Επανάστασης της έχουν εξηγήσει ότι οι Έλληνες έδωσαν έναν μεγάλο αγώνα για να κερδίσουν την ελευθερία τους και ότι δεν υπάρχουν καλοί και κακοί λαοί. «Όλοι οι λαοί θέλουν να ζουν ελεύθεροι, ειρηνικά. Η ελευθερία και η δημοκρατία δεν είναι δεδομένες και οι Έλληνες με προσπάθεια, θυσίες και αγώνα κατάφεραν και τα κέρδισαν. Η ελληνική Επανάσταση είναι ένα αδιαπραγμάτευτο ιστορικό γεγονός, οπότε δεν επιδέχεται πολλές ερμηνείες. Δεν το έχουμε συζητήσει, αλλά νομίζω ότι ως Ελληνίδα θα νιώθει περήφανη για αυτόν τον αγώνα, χωρίς, όμως, να συσχετίζει την καταγωγή του πατέρα της με τον αντίπαλο των Ελλήνων πριν από 200 χρόνια, την Οθωμανική Αυτοκρατορία δηλαδή».

Η Σοφία δεν γνωρίζει πώς προσεγγίζει το ελληνικό σχολείο του 2021 το θέμα της Επανάστασης. Θεωρεί, όμως, ότι όταν εξετάσει κανείς το ιστορικό γεγονός, όταν καταλάβει γιατί έγινε και όταν μπορέσει να το προσεγγίσει αποστασιοποιημένα, τότε τα συναισθήματα δεν θα κατακλύσουν το μυαλό του. «Πρέπει να μαθαίνουμε την ιστορία μας, αλλά ταυτόχρονα να επενδύουμε στο μέλλον, να προσπαθήσουμε, μέσω του σχολείου και της οικογένειας, να φτιάξουμε σκεπτόμενους και ενεργούς πολίτες που θα παραμερίσουν τις ιστορικές διαφορές και θα ενώσουν τις φωνές τους ενάντια στην αδικία και υπέρ της ειρήνης», κλείνει τη συζήτησή μας. Δεν θα μπορούσα να συμφωνήσω περισσότερο…

Leave a Reply