ΜΙΑ ΝΤΙΚΠΙΚ ΤΗΝ ΩΡΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ

Πριν από μερικές μέρες, δέχτηκα ένα τηλεφώνημα από μια παλιά, αγαπημένη φίλη, την Χ. Ήταν αναστατωμένη, αν και διατηρούσε την ψυχραιμία της, και μου ζήτησε να τη φέρω σε άμεση επαφή με κάποιον/α παιδοψυχολόγο που εμπιστεύομαι, όπερ και εγένετο. Εν συντομία, η κατάσταση στο σπίτι της Χ. είχε ως εξής. Η κόρη της, μοναχοπαίδι, είναι μαθήτρια της Α’ Γυμνασίου. Μέχρι πέρυσι αστέρι. Άριστη μαθήτρια, διαβαστερή, κοινωνική, αθλήτρια, με πολλά χόμπι ένα παιδί που έμοιαζε να συμπυκνώνει όλα τα καλά του κόσμου. Μεγάλωνε άνετα, όχι πολυτελώς, αλλά άνετα, είχε πολύ καλή σχέση με τους γονείς της, και γενικά ήταν αυτό που λέμε “ισορροπημένο παιδί”.

Όμως, εδώ και λίγο καιρό, από τον Σεπτέμβριο και έπειτα, η συμπεριφορά της άλλαξε ριζικά. Έγινε απόμακρη και επιθετική, ενώ άρχισε να περνάει πολύ περισσότερες ώρες στο διαδίκτυο “επικοινωνώντας με την παρέα της”, με το -σωστό- επιχείρημα ότι οι έξοδοί της και οι συναντήσεις με τους φίλους και τις φίλες της, λόγω της κατάστασης έχουν ελαχιστοποιηθεί. Εικόνα για την απόδοσή της στην τάξη δεν είχαν, καθώς βρισκόταν πια σε νέο σχολείο, Γυμνάσιο γαρ, ενώ οι καθηγητές δεν έκαναν ενημέρωση λόγω κορονοϊού. Οι γονείς τής μίλησαν, συμβουλεύτηκαν και την παιδίατρο που τους μίλησε για φυσιολογικές ορμονικές μεταβολές και εφηβικές συμπεριφορές εν μέσω μάλιστα πανδημίας, και αποφάσισαν να μην τη μαλώνουν, να μην την τιμωρούν, να μην την περιορίζουν στις διαδικτυακές της δραστηριότητες, άλλωστε δεν έπαιζε, μιλούσε με τις φίλες της, και να παρακολουθούν διακριτικά την κατάσταση. Η οποία χειροτέρευσε με το κλείσιμο των σχολείων. Πέραν των ωρών που το κορίτσι περνούσε στο TikTok και στο Instagram και στο Messenger, ξεκίνησαν και πολλές επιπλέον ώρες οθόνης και για την εκπαίδευσή της, σχολείο και δυο ξένες γλώσσες. Όλα τα χόμπι κομμένα. Άρνηση ακόμα και για βόλτα. Οι γονείς προβληματίζονταν, αλλά στην κάθε απόπειρά τους να της εξηγήσουν γιατί θα ήταν καλό να κάνει κάποιες ώρες ψηφιακή αποτοξίνωση, η μικρή τους έκανε φοβερές επιθέσεις. Μέχρι που μια μέρα, η Χ μπήκε στο δωμάτιο της τηλεδιδασκόμενης κόρης για να της αφήσει έναν χυμό, την ώρα των αρχαίων, τη βρήκε με το κινητό στο χέρι, να χάσκει, αντί να συμμετέχει στο μάθημα από τον υπολογιστή της, την αιφνιδίασε και της το άρπαξε και είδε στην οθόνη μια… ντικπίκ.

Η Χ βγήκε από το δωμάτιο με το κινητό, τρέμοντας, αλλά χωρίς να διακόψει το μάθημα της κόρης. Αμέσως άρχισε να το ψάχνει και ανακάλυψε ότι από τα μέσα Αυγούστου η μικρή συνομιλούσε με έναν, υποτίθεται, εικοσάχρονο φαντάρο, ο οποίος της έστελνε καθημερινά γυμνές φωτογραφίες του. Ανακάλυψε, επίσης, εκτός από μια συλλογή με ντικπίκ που η μικρή αποθήκευε ευλαβικά,  ότι ο “φαντάρος” την πίεζε από καιρό να του στείλει γυμνές φωτογραφίες της κι εκείνη και τελικά, κάπου στα τέλη Σεπτεμβρίου, η μικρή ενέδωσε. Το σοκ της Χ και του άντρα της, που είδαν ξαφνικά το δωδεκάχρονο παιδί τους να ποζάρει σαν πορνοστάρ και να στέλνει τις φωτογραφίες της σε έναν άγνωστο ήταν τεράστιο. Διάβασαν, επίσης, στα μηνύματά της ότι είχε εξομολογηθεί τη φάση και σε κάμποσες φίλες της [τους είχε προωθήσει και τα “προσόντα” του υποτιθέμενου νεανία για να τις εντυπωσιάσει] οι οποίες την έκραξαν, αλλά δεν τη σταμάτησαν, ούτε την κάρφωσαν. Ίσως μάλιστα και κάποιες να εντυπωσιάστηκαν και σίγουρα μία τη συνεχάρη. Όταν εκ των υστέρων η Χ και ο άντρας της επικοινώνησαν με τους γονείς τους και βέβαια μαζί τους, τα κορίτσια κλαίγοντας είπαν ότι καταλάβαιναν ότι αυτό που έκανε ήταν επικίνδυνο, αλλά δεν είχαν τρόπο να την αποτρέψουν, μια και απλώς όποτε της αγρίευαν εκείνη δεν τους μιλούσε και εξαφανιζόταν.

Να μη σας τα πολυλογώ, οι γονείς έκαναν φύλλο και φτερό το κινητό και κατάλαβαν ότι όση ώρα η κόρη τους έκανε, υποτίθεται, μάθημα, εκείνη συνομιλούσε με πρόστυχα κείμενα και βέβαια φωτογραφίες με τον άγνωστο τύπο. Με τον οποίον φυσικά συνομιλούσε και τα βράδια, παράλληλα με τις φίλες της. Και φυσικά έκατσαν να συζητήσουν μαζί της, χωρίς να τη στήσουν στον τοίχο. Το κορίτσι υπερασπίστηκε τον εαυτό του. Ότι ο τυπάς ήταν ο μόνος που την καταλαβαίνει, ότι τον αγαπάει και θα τον συναντήσει μόλις βγει από φαντάρος, ότι εκείνος έχει σοβαρό σκοπό, ότι δεν άντεχε άλλο την καταπίεση της καραντίνας και το γυμνάσιο και τον κορονοϊό και τις ανόητες της φίλες της και τους πρήχτες τους γονείς της (που μόνο πρήχτες δεν είναι αν τους ξέρατε και μάλιστα θαυμάζω την ψυχραιμία με την οποία διαχειρίζονται αυτή τη στιγμή την κατάσταση). Το κορίτσι έκανε πως δεν καταλαβαίνει γιατί το κινητό της κατασχέθηκε. Το κορίτσι θεωρούσε δεδομένο ότι έχει δικαίωμα να δέχεται στα δώδεκα χρόνια της ντικπίκ. Το κορίτσι θεωρούσε δεδομένο ότι έχει δικαίωμα της αυτοδιάθεσης του σώματός της και της αποστολής γυμνών φωτογραφιών της “όπου εγώ γουστάρω”. Το κορίτσι ζητούσε απεγνωσμένα από τους γονείς του να επικοινωνήσει με “το αγόρι της”. Το κορίτσι έμοιαζε εκτός τόπου και χρόνου, με μόνη εμμονή το να ξαναπάρει πίσω τη συσκευή της. Μάλιστα, καθόταν και χωρίς να κρατάει τηλέφωνο έκανε κινήσεις ανθρώπου που κρατάει τηλέφωνο…

Οι γονείς, από την άλλη, τρόμαξαν και στενοχωρήθηκαν βαθιά καταρχάς για το γυμνό που έχει κυκλοφορήσει και έχουν ήδη επικοινωνήσει με τη δίωξη να εντοπίσουν τον ανύπαρκτο φαντάρο και όλο το υλικό. Έπειτα προβληματίστηκαν για τη συμπεριφορά της κόρης τους. Για τη δική τους γονεϊκή ανεπάρκεια, που δεν θέλησαν να είναι καταπιεστικοί, που σεβάστηκαν την επιθυμία της κόρης τους για διαδικτυακή επικοινωνία, που δεν την είχαν προετοιμάσει επαρκώς στην πράξη -γιατί στη θεωρία είχαν πει τα πάντα- για τους διαδικτυακούς κινδύνους. Για την αδυναμία που επέδειξαν οι φίλες της να την προστατέψουν. Για όλους τους διαλόγους που ανακάλυψαν σε τσατ, πέραν από τα “γκομενικά” της κόρης τους και τις ντικπίκ, που περιελάμβαναν βρισιές, μπούλινγκ, εκβιασμούς, κοροϊδίες, ψεύτικα διπλά και τριπλά και τετραπλά προφίλ, ανώνυμες προσβολές και γενικά έναν οχετό ανοησίας και επιθετικότητας από παιδιά γυμνασίου προς παιδιά γυμνασίου [καμιά φορά και τελευταίων τάξεων του δημοτικού ή λυκείου π.χ. προς αδέλφια φίλων]. Και βρίσκονται στο μάτι ενός κυκλώνα που τους πήρε και τους σήκωσε…

Πάντως, ήδη το κορίτσι έχει ξεκινήσει online συνεδρίες με παιδοψυχολόγο και σε γενικές γραμμές η πρώτη “διάγνωση” ήταν πως όλο αυτό έγινε επειδή α] ήταν άριστη μαθήτρια και ήθελε να δείξει στα παιδιά της νέας της τάξης -πρώτη γυμνασίου- πως δεν είναι φυτό β] για να μιμηθεί μια “αντίζηλό” της στην τάξη γ] για να κοντράρει υποσυνείδητα τους γονείς της που δεν είχαν θέσει πολύ αυστηρά όρια. Και φυσικά γιατί η εφηβεία ευνοεί τα ρίσκα. Και τα σύγχρονα ρίσκα είναι ψηφιακά.

Η φίλη μου μου ζήτησε να μοιραστώ την ιστορία της με τους γονείς, μήπως τους προβληματίσει και για να ανοίξει μια ουσιαστική συζήτηση μεταξύ γονέων για τη σχέση παιδιών και μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Η νέα γενιά εφήβων πρέπει να διδαχτεί πάνω απ’ όλα να αυτοπροστατεύεται, κι όμως κανείς γονιός ή εκπαιδευτικός δεν ασχολείται σοβαρά με την επικίνδυνη αυτή κατάσταση. Στο παρόν κείμενο, δεν προσφέρουμε λύσεις, απλώς καταγράφουμε γεγονότα και στην πορεία θα δούμε πώς θα κινηθούμε. Τα γεγονότα, λοιπόν, είναι:

  • Οι διαδικτυακές συνομιλίες έχουν αυξηθεί δραματικά λόγω της καραντίνας.
  • Τα παιδιά δεν έχουν κανέναν έλεγχο και καμία συναίσθηση στο τι γράφουν και στο τι διαμοιράζονται.
  • Τα παιδιά δεν θεωρούν ότι κινδυνεύουν ούτε σωματικά, ούτε ψυχολογικά, ούτε ποινικά.
  • Η ανωνυμία που προσφέρουν τα ψευδώνυμα και ορισμένες εφαρμογές μπορεί να έχει τραγικές συνέπειες στην ψυχολογία των ανήλικων χρηστών.
  • Οι θύτες και τα θύματα εμπλέκονται σε ένα ατέλειωτο και άσκοπο παιχνίδι εξουσίας, με απρόοπτες συνέπειες.
  • Τα έφηβα κορίτσια παρασέρνονται πιο εύκολα από μεγαλύτερα αγόρια, θέλοντας να αποδείξουν ότι είναι σεξουαλικά όντα. Γενικά, έχουν την τάση να χρησιμοποιούν το σώμα τους για να αποκτήσουν στάτους. Τα έφηβα αγόρια, τουλάχιστον κάτω των 15-16 ετών, περιορίζονται σε λεκτικούς τσαμπουκάδες.
  • Η κοινωνική αναγνώριση των εφήβων έρχεται μέσα από τα σόσιαλ μίντια, τα likes και τα views. Πράγματι, τα παιδιά που δεν έχουν λογαριασμούς ή έχουν ελάχιστη και ελεγχόμενη πρόσβαση απομονώνονται και βρίσκονται στο στόχαστρο των υπολοίπων. Επομένως, η λύση τού “Δεν αφήνω το παιδί μου να έχει λογαριασμούς” έχει και αυτή κόστος, αυτό της περιθωριοποίησης, ιδιαίτερα σε μια εποχή όπου οι φυσικές συναντήσεις είναι περιορισμένες, αν όχι αδύνατες.
  • Οι γονείς δεν θέλουν να παρακολουθούν τη διαδικτυακή δραστηριότητα των παιδιών τους, για να μη χαρακτηριστούν παρεμβατικοί, για να μην έρθουν σε κόντρα με τα παιδιά τους, γιατί δεν θεωρούν ότι τρέχει και κάτι στα χαζοτσάτ ή γιατί απλώς δεν μπορούν, ελλείψει χρόνου, όρεξης και γνώσεων.
  • Η ενημέρωση/εκπαίδευση από πλευράς σχολείου για την ορθή χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης είναι ανύπαρκτη, ενώ υπό τις δεδομένες συνθήκες θα έπρεπε να είναι το πρώτο σκιλ που θα διδάσκεται, ήδη από το δημοτικό.
  • Η χρήση μέσων κοινωνικής δικτύωσης από τα παιδιά αυξάνεται καθημερινά με ραγδαίους ρυθμούς, ενώ κατεβαίνει και η ηλικία των παιδιών που αποκτούν λογαριασμούς και πρόσβαση σε μια ανεξέλεγκτη επικοινωνία.
  • Σταδιακά, διαμορφώνεται μια νέα γενιά παιδιών, που καθορίζει την προσωπικότητά της, τη σεξουαλικότητά της, την επιτυχία ή την αποτυχία της διαμεσολαβημένα και χωρίς καμία καθοδήγηση.

Μέχρι να αναλάβουμε πιο συλλογικές δράσεις ως γονείς, το μόνο που έχω να πω είναι ΝΑ ΕΛΕΓΧΟΥΜΕ ΩΣ ΓΟΝΕΙΣ  ΤΑ ΜΕΣΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΔΙΚΤΥΩΣΗΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΜΑΣ και να συζητάμε μαζί τους καθημερινά, καθημερινά, καθημερινά, για όλα όσα διαδραματίζονται εκεί. Και να εξηγήσουμε στα παιδιά μας πως αν δουν να συμβαίνει κάτι παράξενο, εκτός ορίων, σε κάποιον φίλο ή φίλη τους, οφείλουν να ενημερώσουν κάποιον ενήλικο. ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΑΡΦΙΑ, ΕΙΝΑΙ ΣΩΣΤΟΙ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΤΙΚΟΙ ΦΙΛΟΙ. Ξεκινώντας από σήμερα. Από τώρα που τελειώσατε την ανάγνωση αυτού του κειμένου.

Αν έχετε κάποια παρόμοια εμπειρία να μοιραστείτε με τους υπόλοιπους γονείς, στείλτε τη στο ppapadia@talcmag.gr.

Leave a Reply