«ΑΝΤΙΟ, ΣΜΥΡΝΗ»: ΜΙΑ ΦΡΑΣΗ ΓΕΜΑΤΗ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΠΑΙΔΙΚΟ ΒΙΒΛΙΟ

Ήταν άνοιξη του 1919 όταν ο μπαμπάς υποσχέθηκε στον Λευτέρη ένα ποδήλατο. Εκείνες τις μέρες ελληνικές σημαίες γέμιζαν τον χάρτη και στόλιζαν τα μπαλκόνια. «Ήρθαν οι Έλληνες!» Ο καιρός περνούσε και ο Λευτέρης παρέα με τον φίλο του τον Ασλάν σεργιάνιζαν στην προκυμαία του Και. Σχεδίαζαν ταξίδια κι έκαναν όνειρα για το μέλλον. Ήταν Σεπτέμβριος του 1922 όταν οι ελληνικές σημαίες κατέβηκαν, τα όνειρα έγιναν εφιάλτες και τα ταξίδια ήταν πλέον χωρίς επιστροφή. «Αντίο, Σμύρνη». 100 χρόνια μετά, η Ιωάννα Μπαμπέτα έγραψε ένα τρυφερό μυθιστόρημα για παιδιά από 5 ετών, μέσα από το οποίο τους μιλάει για την καταστροφή της Σμύρνης μέσα από τα μάτια ενός συνομηλίκου τους, που είδε τη ζωή του να ανατρέπεται από τη μια στιγμή στην άλλη, μαζί με το όνειρο για τη Μεγάλη Ελλάδα. Το βιβλίο συγκινεί, δεν τρομάζει, αλλά διδάσκει και αφυπνίζει, γεμίζει τον αναγνώστη κάθε ηλικίας με μια παράδοξη νοσταλγία για κάτι που δεν έζησε, αλλά θα μπορούσε να έχει ζήσει… Πώς θα ήμασταν, άραγε, σήμερα ως έθνος, αν όλα είχαν γίνει αλλιώς εκείνη τη μοιραία για τον ελληνισμό τριετία; Ας δούμε τι έχει να μας πει η συγγραφέας. Ιωάννα, δεν μπορώ να μην ξεκινήσω τη συζήτηση από τη συγκινητική αφιέρωση στον πατέρα σου: «Μπαμπά μου, επειδή δεν πρόλαβα να σε πάω στη Σμύρνη που τόσο ήθελες… έγραψα για σένα αυτή την ιστορία». Θέλεις να μου σχολιάσεις αυτά σου τα λόγια; Αλλά και τον τρόπο με τον οποίο συνέλαβες και υλοποίησες το Αντίο, Σμύρνη; Αξίζει εδώ να σημειώσω πως έχεις δημιουργήσει, εκτός από το κείμενο, ένα εξαιρετικό γλωσσάρι, ένα ενδιαφέρον χρονολόγιο και μια πλούσια βιβλιογραφία, κυρίως για τον ενήλικο ή για το μεγαλύτερο παιδί που θέλει να εμβαθύνει.
Ο παππούς μου έφυγε από τη Σμύρνη όταν έγινε η Καταστροφή. Έχασε μάλιστα τον αδερφό του, τον Βασίλη, εκείνη τη μέρα… Οπότε, όπως καταλαβαίνεις, οι ιστορίες που άκουγα από μικρή ήταν πολλές. Εκείνος έκανε το ταξίδι της επιστροφής μήπως καταφέρει να βρει το σπίτι του, αλλά βέβαια δεν υπήρχε τίποτα. Ο μπαμπάς μου για χρόνια έλεγε πως ήθελε να επισκεφθεί κι εκείνος τη Σμύρνη, κι ας μην υπήρχε το σπίτι των προγόνων του. Κι εγώ ήθελα, αλλά ποτέ δεν το αποφάσιζα. Πότε η δουλειά, πότε τα παιδιά, πότε η έλλειψη χρόνου έβαζαν αυτή την επιθυμία του πατέρα μου στην πιο απομακρυσμένη γωνιά του μυαλού μου. Η μαμά έφυγε, ο μπαμπάς αρρώστησε και κατάλαβα πως πλέον ήταν αργά για να πραγματοποιήσω το όνειρό του. Είναι συγκινητικό που τους τελευταίους μήνες της ζωής του ο μπαμπάς μού μιλούσε για τη Σμύρνη, τους Τούρκους και τη ζωή εκεί. Ήξερε πόσο τον αγαπούσα, αλλά λυπάμαι πραγματικά που δεν του το έδειξα πηγαίνοντας μαζί του στη Σμύρνη. Όταν ξεκίνησαν οι συζητήσεις με τις εκδόσεις Μίνωας για να γράψω μια ιστορία για την καταστροφή της Σμύρνης, δεν είχα σκεφτεί κάτι συγκεκριμένο. Όσες διηγήσεις είχα ακούσει όλα αυτά τα χρόνια ήταν ένα κουβάρι στο μυαλό μου. Ήμουν φορτισμένη συναισθηματικά και διαβάζοντας βιβλία για να ενημερωθώ υπήρχαν στιγμές που δάκρυζα. Σιγά σιγά όμως το κουβάρι ξετυλίχτηκε κι έγινε ένα νήμα με αρχή και τέλος. 

Ονομάζεις τον πρωταγωνιστή σου, το μικρό αγόρι που θέλει τόσο ένα ποδήλατο, Λευτέρη. Υποθέτω ότι δεν είναι τυχαία η επιλογή του ονόματος…
Λευτέρη έλεγαν τον παππού μου. Νομίζω πως δεν υπήρχε πιο ιδανικό όνομα. Το διάλεξα όχι μόνο για να τιμήσω τη μνήμη του, αλλά και για τη σημασία του. Τι δυνατή που είναι η λέξη Λευτεριά!

Βρισκόμαστε στη Σμύρνη, το 1919, όταν ο ελληνικός στρατός μπαίνει στην πόλη και ο ελληνόφωνος πληθυσμός ξεσηκώνεται από περηφάνια και συγκίνηση. Η Ελλάδα των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών. 100 χρόνια μετά μας φαίνεται ένα όνειρο μακρινό, αλλά πώς πιστεύεις ότι ένιωθαν οι Έλληνες της Μικράς Ασίας στη σκέψη της Μεγάλης Ιδέας;
Οι Έλληνες της Μικράς Ασίας ήταν πολίτες του κόσμου. Ήταν άνθρωποι με αξίες, που τιμούσαν τις παραδόσεις και αγαπούσαν την πατρίδα τους. Ήταν εργατικοί, δίκαιοι και σπουδαίοι επιχειρηματίες. Ήταν ανοιχτόμυαλοι και καλλιεργημένοι. Η Μεγάλη Ιδέα έκαιγε σαν φωτιά μέσα τους χωρίς να σβήνει ποτέ. Ήταν η δικαίωσή τους, η λαχτάρα τους. Βλέποντας διάφορα ντοκιμαντέρ, αλλά ακούγοντας και διηγήσεις, τη μέρα που μπήκε ο ελληνικός στρατός υπήρξε απίστευτη χαρά και συγκίνηση, όμως δεν έλειψαν η ανησυχία και ο φόβος πως κάτι μπορεί να πάει στραβά. Είναι αυτό το μούδιασμα που νιώθεις στο σώμα και στο μυαλό όταν κάτι που περίμενες πολύ καιρό τελικά πραγματοποιείται. 

Έλληνες και Τούρκοι συνυπάρχουν στην πολύχρωμη, πολύγλωσση Σμύρνη, χωρίς να αισθάνονται εχθροί. Πιστεύεις ότι αυτό είναι κάτι που συνειδητοποιεί ο μέσος Έλληνας σήμερα, όταν και πάλι τα «ελληνοτουρκικά» μάς απασχολούν καθημερινά; Ότι δεν είναι οι λαοί, οι άνθρωποι που αλληλοσπαράζονται, αλλά οι εκάστοτε πολεμοχαρείς ηγέτες, που εξυπηρετούν είτε τη μεγαλομανία τους είτε διάφορα συμφέροντα, τα οποία εμείς, οι απλοί πολίτες, ποτέ δεν θα καταλάβουμε… Γιατί το μίσος προς τους Τούρκους, ως λαό, καλλιεργείται ασταμάτητα μέχρι και σήμερα, ακόμα και στα μικρά παιδιά. Και αυτό θα ήθελα, μέσα από την καρδιά μου, να σταματήσει.
Μεγάλωσα, όπως είπα, με πολλές ιστορίες για τη ζωή στη Σμύρνη. Ποτέ όμως δεν άκουσα άσχημη κουβέντα για τον απλό Τούρκο. Ο παππούς μου αγαπούσε τους Τούρκους γείτονες, τους συνεργάτες του πατέρα του. Άλλωστε Τούρκοι φυγάδευσαν την οικογένειά του και τη βοήθησαν να ξεφύγει και να πάει στη Μυτιλήνη. Δυστυχώς, οι ηγέτες είναι αυτοί που τα ξεκινούν όλα. Είναι αλήθεια πως γίνεται προπαγάνδα μίσους στην Τουρκία, αλλά γίνεται και στην Ελλάδα. Αρκεί να ακούσει κανείς τα εμβατήρια και τα συνθήματα που μαθαίνουν στους νέους στον ελληνικό στρατό και θα καταλάβει… Φοβάμαι πως είναι κάτι που δεν θα σταματήσει ποτέ. Κρύβονται πολλά συμφέροντα πίσω από αυτή τη διαιώνιση μίσους. Και αυτές τις μέρες τα πράγματα μοιάζουν τραγικά. Εύχομαι κι εγώ ολόψυχα να σταματήσει όλο αυτό.

Επιλέγεις να βρίσκεται στο κέντρο της πλοκής της ιστορίας σου ένα ποδήλατο, που ποτέ δεν βγήκε να κάνει τη βόλτα για την οποία προοριζόταν. Τι συμβολίζει;
Ο παππούς μου ο Λευτέρης κυκλοφορούσε με ποδήλατο στη Γλυφάδα. Με αυτό έκανε τα ψώνια του και τις βόλτες του. Του μοιάζω σε αυτό. Από μικρή ένιωθα ελεύθερη και ξέγνοιαστη κάνοντας ποδήλατο. Πολλές φορές μάλιστα τραγουδούσα δυνατά. Ακόμα και τώρα όταν κάνω ποδήλατο τραγουδάω. Όχι δυνατά όμως, γιατί είμαι παράφωνη. Το ποδήλατο ήταν η πρώτη σκέψη που έκανα για την ιστορία. Ο Λευτέρης δεν μπόρεσε να κάνει ποδήλατο στην Προκυμαία όπως ονειρευόταν. Δεν θα ένιωθε ποτέ ξανά ελεύθερος και ξέγνοιαστος…Έχουν περάσει 100 χρόνια από την καταστροφή της Σμύρνης. Μπορούν τα σημερινά παιδιά, στα οποία απευθύνεσαι, εκεί στις τελευταίες τάξεις του Δημοτικού, να κατανοήσουν τι συνέβη το 1922; Τη βιαιότητα, τη βαρβαρότητα, την τραγωδία που συντελέστηκε εξαιτίας μιας σειράς λανθασμένων πολιτικών αποφάσεων; Και το μετά, στο οποίο δεν αναφέρεσαι στο βιβλίο, το πώς, δηλαδή, αντιμετώπισε η ελληνική κοινωνία τους πρόσφυγες; Πώς μπορεί η λογοτεχνία να συνδράμει το μάθημα της ιστορίας;
Οι πόλεμοι, δυστυχώς, δεν έχουν σταματήσει από τότε. Τα σημερινά παιδιά ακούν και βλέπουν εικόνες από πολέμους συνέχεια, με πιο πρόσφατο αυτόν στην Ουκρανία. Ένας πόλεμος, όπου κι αν γίνεται, για όποιον λόγο κι αν γίνεται, είναι τραγωδία. Ίσως, λοιπόν, να μην τους είναι τόσο δύσκολο να κατανοήσουν τι έγινε το 1922, αρκεί βέβαια κάποιος να πει όλη την αλήθεια για την περίοδο εκείνη. Για τα λάθη και των δύο πλευρών. Τα λογοτεχνικά βιβλία σίγουρα βοηθούν πολύ. Αν ασχοληθούν οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί, τότε τα παιδιά θα ενδιαφερθούν και θα μάθουν. Όσο για το μετά και τους πρόσφυγες που ήρθαν στην Ελλάδα, θα έπρεπε να γράψω ακόμα ένα βιβλίο που θα ήταν κι εκείνο σε κάποια σημεία μαύρο και σκοτεινό, δυστυχώς.

Πώς συνεργάστηκες με την Άρτεμη Πρόβου, ώστε να απεικονίσετε τη Σμύρνη προ καταστροφής, αλλά και την ίδια την τραγωδία, έτσι ώστε ο μικρός αναγνώστης να αντιληφθεί τι συνέβη, αλλά να μην τρομάξει τόσο ώστε να κλείσει το βιβλίο;
Η Άρτεμις ήταν εξαιρετική! Στην αρχή κουβεντιάσαμε πώς φανταζόμαστε τις εικόνες. Μετά ψάξαμε λίγο για τα ρούχα εκείνης της εποχής, τα κτίρια στην Προκυμαία αλλά και άλλες λεπτομέρειες, όπως αν θα είναι ξυπόλυτος ο Ασλάν ή όχι. Έστειλα κάποιο υλικό που είχα στα χέρια μου κι έπειτα την άφησα ελεύθερη να δημιουργήσει. Την εμπιστεύτηκα απόλυτα. Όπως κι εγώ έγραψα απερίσπαστη την ιστορία μου, έτσι κι εκείνη δημιούργησε τις εικόνες. Τις λάτρεψα όλες, γιατί κατάφερε να βάλει συναίσθημα χωρίς να βαραίνει το παιδί.  Να δείξει την ομορφιά, αλλά και έπειτα την αγριότητα, αφήνοντας χώρο και στη φαντασία του αναγνώστη να φτάσει μέχρι εκεί που αντέχει.

Άραγε τι απέγιναν ο Λευτέρης και η οικογένειά του; Λες να ξαναβρέθηκαν ποτέ με τον Ασλάν; Και το ποδήλατο; Τι να απέγινε; Πώς φαντάζεσαι, με λίγα λόγια, το μέλλον τους;
Ο Λευτέρης και η οικογένειά του τα κατάφεραν μια χαρά! Έζησαν μια όμορφη ζωή, δημιούργησαν, έφτιαξαν και πάλι περιουσία. Ο Λευτέρης συνέχισε να κάνει ποδήλατο μέχρι τα βαθιά γεράματα, σφυρίζοντας σκοπούς από τα νιάτα του και χτυπώντας το κουδουνάκι με τον ρυθμό. Τον Ασλάν δεν τον ξαναείδε ποτέ. Κάνοντας ποδήλατο όμως στην παραλία, ένιωθε πως ήταν πίσω του, καθισμένος στη σχάρα, με τα μαλλιά του να ανεμίζουν. Το ίδιο και ο Ασλάν. Έκανε ποδήλατο, αλλά χωρίς κουδουνάκι. Δεν το αντικατέστησε ποτέ. Αυτή η σιωπή τού θύμιζε τον φίλο των παιδικών του χρόνων…

Γιατί θα πρότεινες σε ένα παιδί να διαβάσει την ιστορία σου;  
Για να μάθει τι συνέβη τότε, με τρόπο απλό, χωρίς διδακτισμό. Για να συνειδητοποιήσει πως στους πολέμους δεν υπάρχουν νικητές τελικά. Για να αντιληφθεί τι σημαίνει πατρίδα και ξεριζωμός, αλλά και τι σημαίνει φιλία και αγάπη πέρα από φυλές, θρησκείες και προκαταλήψεις. Για να νιώσει τι συναισθήματα κρύβει η φράση: «Αντίο, Σμύρνη».ΣμύρνηΔιαβάστε: Ιωάννα Μπαμπέτα, Αντίο, Σμύρνη, εικονογράφηση Άρτεμη Πρόβου, Εκδόσεις Μίνωας

Leave a Reply